Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 30 Απριλίου 2017


Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΕΡΔΥΛΛΙΩΝ ΣΕΡΡΩΝ  -ΔΗΜΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΣΕΡΡΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Κ. ΚΥΡΜΕΛΗ



« ‘H δ’ ἱστορία ζῶσα τε καί λαλοῦσα φωνή, καί ὄπως ἔμψυχος καί διαπρύσιος κῆρυξ αὐτῆς, διαπερᾶ τόν αἰῶνα καθάπερ ἐν πίνακι παγκοσμίως δεικνύουσα τά προγενέστερα τοῖς ἐπιγιγνομένοις». 

(Νικηφόρος Γρηγορᾶς,
Ρωμαϊκῆς Ἱστορίας Λόγος Α´)





Μετά τήν «Ἱστορία τῶν Στεφανινῶν» χρειάστηκε ἀρκετή τόλμη νά δευτερώσω τό «κακό»! Οἱ καιροί ὅμως δέν περιμένουν. Στήν πατρίδα μας ὁ «καημός» μερικῶν ὀργανικῶν ἱστορικῶν νά μαλάξουν τή σκληρή ἑλληνική ἐθνική συνείδηση, κάνοντάς την μάζα εὔπλαστη καί τελικά ἐξαφανίζοντάς την, μέ ἔκανε νά τολμήσω, καί μάλιστα μέ θυμό. Τέτοια βιβλία ἀποτελοῦν «ἀσπίδα ἄμυντας» τῶν τόπων μας, τοῦ Βόρειου Ἑλληνισμοῦ.
Μέ τά Κερδύλλια εἶμαι συνδεδεμένος σχεδόν πενῆντα χρόνια. ‘H ἀγάπη μου γιά τόν ὡραῖο καί μαρτυρικό αὐτό τόπο εἶναι δεδομένη, βαθειά καί εἰλικρινής. Πολλές φορές τῶν «ξένων» ἡ ἀγάπη εἶναι εἰλικρινέστερη ἀπό την ἀγάπη τῶν ἐντόπιων.
Δέν εἶναι ἁπλό νά καταπιαστεῖ κανείς μέ τήν ἱστορία εἰδικά τῶν Κερδυλλίων. Ἄν παντοῦ οἱ Ἕλληνες «τά ξέρουμε ὅλα», ἐδῶ ἕνας λόγος παραπάνω: ὑπάρχουν ἄνθρωποι-λίγοι πλέον κι αὐτοί τότε, τό ᾽41, μικροί, πιδούδια- πού βίωσαν στό πετσί τους τή δραματική ἱστορία. Δέν μπορεῖς νά βγάλεις δεδομένα μέ ἀμάχητο τό τεκμήριο τῆς ἀλήθειας. Βεβαίως λέν τήν ἀλήθεια, ἀλλά τήν ἀλήθεια «του» ὁ καθένας.
Ὅσο μάλιστα ἡ ἀλήθεια αὐτή εἶναι βαμμένη μέ χρῶμα πολιτικό καί κομματικό- ξεβαμμένο πλέον ἀρκετά- τόσο τά πράγματα γίνονται δυσκολώτερα. Οἱ προσωπικές ἀναμνήσεις ἔχουν ἀναμιχθεῖ μέ τά πιστεύω καί τίς πεποιθήσεις αὐτῶν πού «ἔφυγαν» καί γι᾽ αὐτό γίνονται περισσότερο ἱερές καί, θά ἔλεγα, ἀστασίαστες γιά τούς ἐναπομείναντας. Φυσικό. Τό κεφάλαιο αὐτό τῆς ἱστορίας τῶν Κερδυλλίων(1941) εἶναι ἕνα μέρος-τό τραγικώτερο- τῆς μεγάλης ἱστορίας τοῦ τόπου, καί θά συζητηθεῖ πολύ-τό ξέρω καλά. Θέλω νά διαβεβαιώσω ὅλους πώς ἡ καταγραφή ἔγινε ὅσο γίνονταν ἀντικειμενικά, ἀπό μιά τρίτη ματιά, καί λαμβάνοντας ὑπ’ ὅψιν τήν πορεία πού ἔλαβαν τά γεγονότα. Ἱστορία εἶναι ἡ καταγραφή-ὄχι ἡ ἰδεολογική μετάφρασή τους κατά τό φοῦρνο τοῦ Καραγκιόζη. ‘H Ἱστορία τῶν Κερδυλλίων ὅμως δέν ἀρχίζει καί δέν τελειώνει στό 1941.
Ὁ τόπος κουβαλάει στούς ὤμους του ἕνα παρελθόν, δυόμισυ χιλιάδων χρόνων. Τά καμμένα χωριά μας-ἔστω καί ἔτσι- εἶναι οἱ πραγματικοί βιγλάτορες καί ἀψευδεῖς μάρτυρες πού ἀπό τό ὕψος τους θεῶνται τούς αἰῶνες νά περνοῦν ἀφήνοντας ἀνεξίτηλα τά σημάδια τους: ν’ ἀλλάζουν τά πάντα κι ὅμως οἱ ἄνθρωποί τους νά παραμένουν οἱ αὐτοί ἀνά τούς αἰῶνες.
Ἄνδρες ψηλοί καί ἐλαφρά συγκύπτοντες καί γυναῖκες λυγερόκορμες καί γαλανομάτες πάντα ἔδιναν τό χρῶμα στόν τόπο. Τούς βλέπω ν’ ἀνηφορίζουν γρήγορα, πρῶτα στό «Κερδύλιον», ἐκεῖ στόν Γκραντίσκο, νά μπαίνουν ἀπ’ τή μεγάλη πύλη πρίν κλείσει ἑρμητικά καί μείνουν ἕξω, πιθανῶς τροφή τῶν ἀπειράριθμων πειρατῶν πού ρήμαζαν εἰδικά τά παράλια αὐτά. Καί μετά ἀπό αἰῶνες τούς ξαναβλέπω καί πάλι ν’ ἀνηφορίζουν στις Κρούσοβες, κατάκοποι ἀπ’ τίς δούλεψές τους στό ἁγιορείτικο-ἐσφιγμενίτικο μετόχι. Τί εἶν’ ὁ κάβουρας, τί τό ζουμί του! Τί νά δώσουν τά ἐξωχώραφα, τί νά πάρουν οἱ καλογέρ᾽ καί τί νά μείνει στούς παροίκους.
Παρά τά κλωθογυρίσματα, παρά τίς ἀκμές καί παρακμές, τίς συνέχειες καί ἀσυνέχειες, ἡ κόκκινη κλωστή πού δένει τόν κόσμο αὐτόν μέ τό διαιώνιο ἑλληνικό ἀνθρωπιστικό κοσμοσύστημα πρῶτα καί μέ τή χριστιανική ὀρθόδοξη διαχρονία μετά, ἡ κόκκινη αὐτή κλωστή, δέν κόπηκε,τουλάχιστον μέχρι σήμερα, παρά τίς πολλές καί φιλότιμες προσπάθειες δικῶν μας κυρίως «ἔξυπνων φιλελλήνων»!......
‘H Ἱστορία αὐτή δέν διεκδικεῖ δάφνες ἐπιστημονικῆς ἐπάρκειας. Γράφτηκε ἁπλᾶ, γιά τους πολλούς ἁπλούς ἀνθρώπους μας. Παίρνει, βέβαια, ὑπ᾽ ὄψιν της -ὅσο μπόρεσε- ὅλη τή σχετική βιβλιογραφία, ἀφήνει ὅμως καί τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων νά μιλήσουν καί νά μεταφέρουν τή διαιώνια, ἀπό στόμα σέ στόμα, ἀπό πράξη σέ πράξη, παράδοση, πολλές φορές ἀκατανόητη γιά τούς πολλούς μά μέ σημασία βαθύτατη γιά κείνους πού μποροῦν νά μποῦν κάτω ἀπό τή φλούδα της: τελετές, ἤθη καί ἔθιμα, χοροί καί τραγούδια τῆς χαρᾶς καί τοῦ πένθους, παντοῖες καί πολυποίκιλες ἐκδηλώσεις, ὅπως ἔφθασαν μέχρι τίς μέρες μας, καί προπαντός φτώχεια, ἄγρια φτώχεια. Κενά; πολλά. Μιά ἱστορία ἑνός καμμένου μέχρι τά θέμελια τόπου, ὅπου «μό πέτρις ἀπόμναν», δέν μπορεῖ παρά νά ἔχει κενά πού γεννοῦν ἐρωτήματα. Τό 1941 δέ δολοφονήθηκαν μόνο οἱ ἄνδρες τῶν χωριῶν. Καταστράφηκαν, ἔγιναν στάχτες, καί τά ἀρχεῖα τῶν Κοινοτήτων καί τῶν Ἐκκλησιῶν. Δέν ἔχει νά ψάξεις πουθενά. Βρίσκεσαι μπροστά στό ΤΙΠΟΤΑ. Μόνο οἱ παιδικές μνῆμες, κι αὐτές πολύ λίγων, ἄγρια σημαδεμένες ἀπό τό μεγάλο κακό, φτάνουν στίς μέρες ἐκεῖνες
καί τίς περιγράφουν ὅπως- ὅπως.
Ἀπό κεῖ καί πέρα ἐναπόκειται στή μαιευτική ἱκανότητα τοῦ ἐρευνητῆ νά βγάλει κάποιο «θησαυρό», ὅποιας ἀξίας. Αὐτό ἔκανε κι ὁ συγγραφεύς τῆς ἱστορίας αὐτῆς. Τό ἀποτέλεσμα θά τό κρίνουν οἱ Κερδυλλιῶτες γιά τούς ὁποίους καί γράφτηκε. Θέλω νά τούς παρακαλέσω- κι ὅλους τούς ἀναγνῶστες- ὄχι νά διαβάσουν ἁπλῶς τό βιβλίο, ἤ τό μέρος πού τούς ἐνδιαφέρει ἰδιαίτερα, ἀλλά νά τό μελετήσουν. Κυρίως δέ νά μήν ἀφήνουν τίς ὑποσημειώσεις, ὅπου κρύβονται πάρα πολλά. Καί μετά ἔχουμε χρόνο γιά συζητήσεις.
Ἐδῶ θέλω νά εὐχαριστήσω ὅλους, ὅσοι βοήθησαν μέ ὁποιοδήποτε τρόπο, ὥστε νά φθάσω μέχρι τό τέλος τήν ἱστορία αὐτή: τούς Παναγιώτη Τσάγκα, Δημητράκη Χούπη καί Νάκο Κωστούδη, χωρίς τή βοήθεια τῶν ὁποίων θά σταματοῦσα στά πρῶτα βήματα τοῦ Τρίτου Μέρους. Βοήθησαν στήν ἔρευνα τῶν τόπων, τῶν σπιτιῶν, τῶν ἐθίμων, στήν ἱστορική καί κοινωνική γεωγραφία. Δέν τούς ἄφησα νά ποῦν τήν Ἱστορία. Αὐτό τό δύσκολο καί ὑπεύθυνο ἔργο τό κράτησα γιά τόν ἑαυτό μου, ὥστε νά ἀπολογοῦμαι ἐγώ γιά ὅ,τι ἔγραψα.
Τόν ‘Hγούμενο καί τούς μοναχούς τῆς Μονῆς Καρακάλου γιά τήν ἀνοιχτή διάθεσή τους νά θέσουν ὑπ᾽ ὄψι μου τό Ἀρχεῖο τῆς Μονῆς σχετικά μέ τό Μοναστήρι μας. Τόν ἀρχιτέκτονα Δημήτρη Χρηστίδη γιά τά σκαριφήματα τοῦ Μοναστηριοῦ καί τοῦ Κάτω χωριοῦ καί, βέβαια, τό συνάδελφο καθηγητή καί νομικό Ἡλία Γεωργιάδη. για τίς διορθώσεις πού ἔκανε στίς ἀβλεψίες μου.
Ὅπως βεβαίως καί κατ᾽εξοχήν ἐκφράζω τίς εὐχαριστίες μου στά μέλη τοῦ Δ.Σ. τοῦ Ἐπικοινωνιακοῦ καί Μορφωτικοῦ Ἰδρύματος «Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Νέος» καθώς καί στόν Πρόεδρό του Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σερρῶν καί Νιγρίτης κ.κ. Θεολόγο, στήν εἰλικρινῆ ἀγάπη καί τό συγκινητικό ἐνδιαφέρον τοῦ ὁποίου γιά τόν τόπο μας ὀφείλεται ἡ κυκλοφορία τῆς Ἱστορίας αὐτῆς, καθώς καί τόν ἐφημέριο τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων π . Μιχαήλ Θεοχαρίδη μέ τό Ἐκκλησιαστικό του Συμβούλιο, πού ἦλθαν καί αὐτοί συγχορηγοί τῆς παρούσης ἔκδοσης.


Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΥΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Κ. ΚΥΡΜΕΛΗΣ

........................................................

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΙΣΤΟΡΙΑ
ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ:
ΒΙΣΑΛΤΙΑ-ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ

Ἡ Βισαλτία ἀποτελεῖ τή μεγαλύτερη καί πλουσιώτερη ἐπαρχία τοῦ Νομοῦ Σερρῶν.Ἔχει ἔκταση 761 τ.χ. Ποιός δέν γνωρίζει τή Nιγρίτα μέ τή Γερακίνα της. Βρίσκεται στό δυτικό μέρος τοῦ νομοῦ καί τά βουνά Κερδύλλιο καί Βερτίσκος ἀποτελοῦν τό σύνορο μέ τό ν. Θεσσαλονίκης, ἐνῶ τό βορειοανατολικό της σύνορο εἶναι ὁ Στρυμόνας.Τό βορειοδυτικό εἶναι ἡ ἐπαρχία Σιντικῆς καί τό νότιο ἡ μικρή παραθαλάσσια λωρίδα(μοναδική γιά τό νομό) πού ἀρχίζει ἀπό τίς ἐκβολές τοῦ Στρυμόνα καί φθάνει μέχρι τό Ματσίκι, λίγο πιό ἀνατολικά ἀπό τήν Ἀσπροβάλτα.
Ὅπως καί οἱ ἄλλες τρεῖς ἐπαρχίες τοῦ νομοῦ, Σίρρις, Φυλλίς καί Σιντική διατηρεῖ τήν ἀρχαία της ὀνομασία. Τῆς Βισαλτίας ἡ ὀνομασία χάνεται στά βάθη τῶν προελληνικῶν μύθων. Πῆρε τό ὄνομά της ἀπό τόν μυθικό γιό τοῦ ‘Hλίου καί τῆς Γῆς, τό Βισάλτη. Κατ᾽ ἄλλην ἐκδοχή ὁ Βισάλτης ἔλαβε τό ὄνομά του ἀπό τόν ποταμό Βισάλτη. Εἶναι γνωστό ὅτι ὅχι μόνον ἡ περιοχή πέρα τοῦ Στρυμόνος καί στά νεώτερα χρόνια πέραν τοῦ Νέστου, ἀλλά ὅλος ὁ βόρειος ἑλληνικός χῶρος ὀνομάζονταν Θράκη, κατοικούμενη ἀπό Θρακοέλληνες ἀπό τήν προϊστορική ἐποχή. Πρόκειται γιά αὐτόχθονες. Σήμερα ἀμφισβητοῦνται σοβαρά οἱ θεωρίες περί Καθόδου τῶν Ἑλλήνων.
Ἔφθανε δέ αὑτή ἡ Θράκη μέχρι τόν Πηνειό.
‘H συγκλονιστική ἐπέκταση τῶν Μακεδόνων ἄλλαξε ἄρδην τόν ἀρχαῖο χάρτη. Ὅλα αὐτά ὅμως τά γεγονότα δέν ἄλλαξαν τή γῆ καί τούς ἀνθρώπους της. ‘H Βισαλτία παρέμεινε μέχρι σήμερα ἡ μεγάλη περιοχή ἀριστερά γιά τόν ἀνερχόμενο τό Στρυμόνα καί κατά μῆκος τῶν βουνῶν Κερδύλλια, Βερτίσκος καί Κρούσια (δυτικά).
Ὁ χάρτης δείχνει κατά προσέγγιση τήν ἀρχαία Βισαλτία· δυστυχῶς παραλείπει τήν ‘Hράκλεια τή Σιντική. Ἄρχιζε ἀπό τις ἐκβολές τοῦ Ρηχίου ποταμοῦ (τό ποταμάκι τῆς Ρεντίνας), πού ἑνώνει τή Βόλβη μέ τό Στρυμονικό κολπο, ἄν καί τά ὅρια αὐτά ἀμφισβητοῦνται ἀπό μερικούς, καί ἔφθανε μέχρι τήν ‘Hράκλεια τή Σιντική. Ἄν πιστέψουμε τόν ‘Hρόδοτο πού ἀναφέρει ὅτι ἡ Βισαλτία ἦταν σχεδόν ἑνωμένη μέ τήν Κρηστωνία, μέ ἕναν βασιλιά, τότε τά ὅρια τῆς Β. φθάνουν στίς πηγές τοῦ ποταμοῦ Ἐχέδωρου (Γαλλικός)
Πρωτεύουσα τῆς Βισαλτίας ἦταν ἡ ἀρχαία Βισαλτία γιά τήν ὁποία δέν ξέρουμε τίποτα, Οὔτε κἄν ποῦ ἦταν κτισμένη. Ὑποθέσεις κάνουν οἱ ἀρχαιολόγοι, οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ὁποίους τήν τοποθετοῦν κοντά-δίπλα στά σημερινά Θερμά. Ἀπό κεῖ περνοῦσε καί ὁ ποταμός Βισάλτης ἐξ οὗ Βισαλτία. Γιά τόν ποταμό αὐτό καί πάλι ἐρίζουν οἱ ἀρχαιολόγοι. Μερικοί θέλουν ὡς Βισάλτη τόν Καστρόλακκα ἤ Κρουσοβίτη τῶν Κερδυλλίων. Τοῦτο δέν στέκεται. Τελικά οἱ πιό πολλοί ταυτίζουν τό Βισάλτη μέ τό Μεγάλο ρέμα ἤ Γκουλιάμα ριάκα, πού διέρχεται ἀπό τα Θερμά.
‘H Βισαλτία ἦταν καί εἶναι πλούσια σέ γεωργική παραγωγή, μέ ὅλα σχεδόν τά γεωργικά προϊόντα καί σέ μεγάλη ποσότητα, ὅπως πλούσιο ἦταν καί τό ὑπέδαφός της μέ ποικιλία πολύτιμων μεταλλευμάτων: χρυσοῦ,ἀργύρου, χρωμίτη,ἀντιμόνιου, λευκόλιθου κ.ἄ. Μπορεῖ κανείς μέ βεβαιότητα νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι ἀπό τίς χερσαῖες-ὄχι παράλιες- περιοχές τῆς Θράκης, ἡ Βισαλτία εἶχε ἕνα ἐκπληκτικό ἐμπόριο μέ ὅλες τίς ἐμπορικές θαλασσινές πόλεις-κράτη τῆς Ἑλλάδος, λόγ ω τοῦ γεγονότος ὅτι ὁ Στρυμών ἦτο πλωτός καί τά πλοῖα-τα μικρά διά μέσου αὐτοῦ καί τῆς λίμνης ἔφθαναν, φόρτωναν-ξεφόρτωναν τά ἐμπορεύματά τους σχεδόν στόν Ἀχιανό! Οἱ πόλεις της ὑπό καθεστώς βασιλείας μέχρι τήν ἐποχή τῶν Μακεδόνων, μετά αὐτοδιοικοῦνταν. Ὁ βασιλιάς Ἀλέξανδρος Α᾽ ἦταν εὐφυής πολιτικός. Γνωστές εἶναι οἱ ἑξῆς μέ τήν πιθανώτερη ταυτοποίησή τους, ὅπως προτείνει ὁ καθηγητής Δ.Σαμσάρης.
1. ΑΡΓΙΛΟΣ, δίπλα στά σημερινά Κερδύλλια
2. ΚΕΡΔΥΛΛΙΟΝ, ἡ γνωστή τοποθεσία Γκραντίσκος
3. ΒΡΕΑ, πιθανῶς τά σημερινά Βρασνά
4. ΟΣΣΑ,- ἄν καί βρίσκονταν στήν Κρηστωνία- κοντά στό Σοχό
5. ΚΑΛΛΙΤΕΡΑΙ, μεταξύ Σοχοῦ-Νιγρίτας
6. ΒΙΣΑΛΤΙΑ, ὅπως εἴπαμε, κοντά στά σημερινά Θερμά
7. ΟΡΕΣΚΕΙΑ, πιθανῶς τό σημερικό ὁμώνυμο χωριό
8. ΤΙΝΤΟΣ, τό σημερινό Σιτοχώρι (Τζίντζος..)
9. ΒΕΔΥΝΔΙΑ, ἄγνωστο ποῦ, ἴσως κοντά στό Στρυμόνα
10. ΤΡΑΓΙΛΟΣ, 1,5 χιλ. περίπου δυτικά τοῦ Ἀηδονοχωρίου, θέση Μπουκλίτσες.
11. ΒΕΡΓΗ, Τελευταῖα τήν τοποθετοῦν βασίμως κοντά στό Νέο Σκοπό.
12. ΕΥΠΟΡΙΑ, δίπλα στό Καλόκαστρο (;)
13. ΑΡΩΛΟΣ, κοντά στή Νικόκλεια (ὑπό συζήτηση) ἤ Ἀμφίπολη(;)
14. ΑΓΝΩΝΕΙΑ, κτῖσμα τοῦ Ἄγνωνος, ἱδρυτοῦ τῆς Ἀμφίπολης, κοντά της.
15. ΗΙΩΝ, περίφημο λιμάνι στή σημερινή Τούζλα
16. ΧΩΡΙΟΝ ΤΟΥ ΕΥΝΟΥΧΟΥ, (κι ἀργότερα Μουνούχι) ἡ Μαυροθάλασσα.
Τελειώνοντας τή σύντομη αὐτή περιδιάβαση στήν ἀρχαία Βισαλτία δέν μπορῶ νά παραλείψω τό συγκλονιστικό γεγονός πού ἀναφέρει ὁ ‘Hρόδοτος, γιά κάποιο βασιλιά τῆς Βισαλτίας πού βασίλευε κατά τούς χρόνους τῶν Περσικῶν πολέμων: Βόσσης, ὀνόματι, Ἕλληνας μέχρι μυελοῦ τῶν ὀστῶν, ἀρνήθηκε νά ὑποταγεῖ στό Μεγάλο Βασιλιά Ξέρξη, ὅταν αὐτός ἐξεστράτευσε τό 480π.Χ. ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος, καί ἔφυγε στή Ροδόπη.
Ἀπαγόρευσε ὅμως κατηγορηματικά καί στά παιδιά του νά συστρατευθοῦν μέ τόν Ξέρξη: «μή στρατεύεσθαι ἐπί τήν Ἑλλάδα». Ἐκεῖνα ὅμως «ἀλογήσαντες (οἱ παῖδες) ἐστρατεύοντο ἅμα τῶ Πέρση». Ὁ πατέρας τους τά τιμώρησε σκληρά καί παραδειγματικά: «ἐξώρυξεν αὐτῶν ὁ πατήρ τούς ὀφθαλμούς», καί προσθέτει ὁ ‘Hρόδοτος μέ νόημα: «Καί οὖτοι μέν τοῦτον τόν μισθόν ἔλαβον».
Γενναῖοι, σκληροτράχηλοι καί πατριῶτες πάντα οἱ Βισάλτες.‘H σημερινή ἐπαρχία Βισαλτίας μέ πρωτεύουσα τή Νιγρίτα, ἀκολουθεῖ τήν εὐρωπαϊκή πορεία τῆς πατρίδος μας. Μέ στοιχειώδη βιομηχανική καί βιοτεχνική παραγωγή, τό πλεῖστον τῶν κατοίκων της ἀσχολεῖται μέ τή γεωργία, τόν περίφημο καπνό μπασμά, πού πλέον πνέει τά λοίσθια, βαμβάκι μέ καλά ἔσοδα, τεῦτλα, ντομάτα, καλαμπόκι, τήν κτηνοτροφία, ἐλεύθερη καί σταυλισμένη, μέ ἱκανοποιητική ἀπόδοση καί μικρή ἐκμετάλλευση τῶν δασῶν της. Στή γεωργική παραγωγή συνέβαλε πολύ ἡ ἀποξήρανση τῆς λίμνης τοῦ Ἀχιανοῦ (1933 κ.ἑξῆς), ἡ διευθέτηση τῆς κοίτης τοῦ Στρυμόνα καθώς καί τά ἀρδευτικά καί ἀποστραγγιστικά ἔργα στήν πεδιάδα της.
Τά ΝΕΑ ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ εὑρίσκονται στή Βισαλτία, 45 χιλιόμετρα ΝΔ ἀπό τή Νιγρίτα καί 67 ἀπό τίς Σέρρες. Ἀποτελοῦν τό ἐπίνειο τοῦ νομοῦ Σερρῶν, τό μοναδικό παραθαλάσσιο χωριό, στό μυχό τοῦ Στρυμονικοῦ Κόλπου καί ἀκριβῶς στίς ἐκβολές τοῦ Στρυμόνα. Δυστυχῶς οἱ πολιτικοί, οἰκονομικοί καί ἄλλοι παράγοντες τῶν Σερρῶν διαχρονικά δέν ἔκαναν τίποτε γιά τήν ἀξιοποίηση τῆς μοναδικῆς τους διεξόδου πρός τή θάλασσα. Οὐδέ κἄν τό ἕτοιμο «λιμάνι τοῦ Μεταξᾶ» θέλησαν νά ἀξιοποιήσουν καί ἐκμεταλλευθοῦν.
Τήν ὀνομασία, ἐπισήμως, Νέα Κερδύλλια ἔλαβε τό χωριό μέ την ἀνοικοδόμησή του (1946-49)


AΡΓΙΛΟΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ- ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ- ΣΗΜΕΡΑ

Σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς, περίπου δυόμισυ χιλιόμετρα ἀπό τό χωριό Νέα Κερδύλλια καί τέσσερα ἀπό τό Στρυμόνα, ἀκριβῶς πάνω στήν παλιά ἐθνική ὁδό Καβάλας-Θεσσαλονίκης καί τρέχοντας πρός τήν Ἀσπροβάλτα, βλέπει κανείς τά ἀποτελέσματα τῶν ἀνασκαφικῶν ἐργασιῶν, πού ἔγιναν καί γίνονται ἐδῶ καί ἀρκετά χρόνια καί ἐπί πολλές περιόδους, ἀπό τήν Ἐφορεία Ἀρχαιοτήτων Καβάλας μέ τή συνεργασία τοῦ Καναδικοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Ἰνστιτούτου Ἀθηνῶν (Πανεπιστήμιο τοῦ Μόντρεαλ,) μέ ἐπικεφαλῆς τον ἀρχαιολόγο JACQUES PERREAULT- Ζάκ Περρώ). Κυρίως πάνω ἀπό τό δρόμο, καί τελευταῖα κάτω.Ἐδῶ βρίσκονταν ἡ ἀρχαία πόλη Ἄργιλος. ‘H περιοχή αὐτή, στήν ὁποία ἐκτείνονταν ἡ πόλη, λέγεται, ἀπό παλιά μέχρι τώρα, ἀπό τούς κατοίκους τῶν Κερδυλλίων, Παλιόκαστρο . Ἤξεραν οἱ παλαιοί, ἀπό τό κάστρο πού ἔβλεπαν- λίγο ψηλότερα ἀπό τό δρόμο- ὅτι ἐδῶ κάποτε κατοικοῦσε κόσμος. Ποιός ὅμως κόσμος; Χρειάστηκαν πάνω ἀπό δυόμισυ χιλιάδες χρόνια γιά ν’ ἀποκαλυφθοῦν αὐτά πού βλέπουμε σήμερα καί νά μάθουμε γιά τήν ἱστορία τῆς «πόλης», τούς ἀνθρώπους της, τίς πιθανές σχέσεις τους μέ τούς μετέπειτα κατοίκους, καί, γιατί ὄχι, τίς σχέσεις τους μέ τούς σημερινούς Κερδυλλιῶτες. Αὐτό εἶναι τό ὡραῖο τῆς ἱστορίας: ἡ ἔκπληξη. Ξαφνικά ἀλλάζουν οἱ προϋποθέσεις, ἀλλάζει ἡ ὀπτική γωνία μέ τήν ὁποία βλέπεις τήν ἱστορία, ἀκόμη καί τόν ἑαυτό σου. Ἀνιστόρητοι συνήθως οἱ νεοέλληνες, ἀδιαφοροῦμε ποῦ πατοῦμε, ποῦ καθόμαστε, τί ὑπάρχει κάτω ἀπ’ τά σπίτια μας, τί φωνές βγαίνουν ἀπό τά ἔγκατα τῆς γῆς μας. Βαρύκοοι καί ἀδιάφοροι, ξαφνικά τρίβουμε τά μάτια μέ ἔκπληξη καί ἀναρωτιώμαστε περί τίνος πρόκειται. Δέ ρωτοῦμε ὅμως τούς εἰδικούς· πολλές φορές μάλιστα τούς οἰκτίρουμε: «Τρελάθκαν κατ᾽ ἀρχιουλόγ᾽, ὅλ᾽ μέρα μέσ᾽ τούν ἥλιου σκάβουν, σκάβουν κι μαζεύουν κάτ᾽ πιτροῦδις»!. Σπάνιοι οἱ τύποι πού μέ ἐνδιαφέρον πλησιάζουν τούς ἀρχαιολόγους-καλή ὥρα- ζητώντας νά μάθουν. Ἐκεῖνο ὅμως πού κυνηγοῦν-κυριολεκτικά σά ζαγάρια- εἶναι ἡ διαφαινόμενη ἀποζημίωση ἀπό την Ἀρχαιολογική Ὑπηρεσία γιά τά «ἔργα» πού  γίνονται στό χωράφι τους. Παντοῦ τά ἴδια, τό ἴδιο κι ἐδῶ.
‘H Ἄργιλος λοιπόν. Ἄς ξεκινήσουμε τήν ἱστορία της, ὄχι βέβαια στή γλώσσα τῶν ἀρχαιολόγων, μά ἔτσι ἁπλᾶ, σάν παραμύθι.
‘H περιοχή τῆς Ἀργίλου βρίσκονταν στή Θράκη καί στήν περιοχή τῆς ἀρχαίας καί σημερινῆς Βισαλτίας. Περί αὐτοῦ δέν ὑπάρχει καμία ἀμφισβήτηση, ὅπως θά μποροῦσε νά γίνει γιά τά ἀρχαῖα Βρασνά. Ἦταν ἡ μοναδική διέξοδος τῆς Βισαλτίας καί τῆς ὅλης ἐνδοχώρας πρός τή θάλασσα, τό Στρυμονικό κόλπο, ὅπως εἶναι καί σήμερα.
Τό γεγονός αὐτό δηλώνει καί τή μεγάλη σημασία τῆς πόλης κατά τούς χρόνους ἐκείνους. Θά λέγαμε ἦταν τό ἐπίνειο τοῦ μεγάλου χερσαίου τόπου πού ἀρχίζει ἀπό τίς ἐκβολές τοῦ Στρυμόνα καί μετά τό στένωμα τῆς Ἀμφίπολης, ἀνοίγεται πλέον πρός τή Βισαλτία, τή Φυλλίδα,τήν Ὁδομαντική, τή Σίρι κι ἀκόμη περισσότερο μέχρι τό βάθος τῆς Πρασιάδας λίμνης καί τήν Κρηστωνία. Ὡς μοναδική διέξοδος καί μοναδικό «λιμάνι» συγκέντωνε τήν πολλαπλῆ δραστηριότητα ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἐσωτερικοῦ χώρου. Γι αὐτό καί ὁ τόπος ἦταν περίβλεπτος. Ἔτσι δέν μποροῦσε παρά νά ἀποτελέσει τόπο στόν ὁποῖο συγκεντρώνονταν τά βλέμματα πολλῶν ἰσχυρῶν καί μεγάλων δυνάμεων τοῦ Νότου. Ὅταν ἡ Νότια Ἑλλάδα ἔσπευδε νά γεμίσει τά παράλια τῆς Μεσογείου μέ τίς γνωστές καί ἔνδοξες ἀποικίες, ἡ περιοχή ἑκατέρωθεν τῶν ἐκβολῶν τοῦ Στρυμόνα δέν ἦταν δυνατόν νά ἀποφύγει τήν ἐγκατοίκηση-ἐγκατάσταση τῶν «Νοτίων». Εἰρηνικά συνήθως, διότι οἱ τόποι αὐτοί οὐδέποτε ὑπῆρξαν «βαρβαρικοί», γι αὐτό καί ἡ συνέργεια μέ τούς «ἐπήλυδες» ὑπῆρξε ἀγαστή καί ἡ συνεργασία ἀποδοτική γιά ὅλους.
665 π.Χ. Οἱ Κυκλάδες βρίσκονται ἀκόμη σέ ἀκμή. Ὁ κυκλαδικός πολιτισμός μέ τίς κάθε λογῆς δραστηριότητές του δέν ἔχει σβήσει. Ἦταν μιά ποντοπόρα δύναμη πού διέσχιζε τό Αἰγαῖο πέλαγος γιά νά μεταφέρει σ᾽ ὅλο τόν κόσμο τά περίφημα προϊόντα της: ἀγγεῖα, λάδι καί ἄλλα ἐμπορεύματα, προϊόντα τέχνης, λεπτά κοσμήματα καί κάθε μορφῆς βιοτεχνικά κατασκευάσματα. Τό ἐμπόριο αὐξάνει τόν πλοῦτο τους .Ὁ πολιτισμός τους τούς διακρίνει καί τούς καθιστᾶ ἀγαπητούς. ‘H αἰσιοδοξία τούς δίνει τήν «τόλμαν» νά ἱδρύουν στά Θρακοελληνικά παράλια πόλεις-ἀποικίες, σταθμούς διαμετακομιστικοῦ ἐμπορίου καί, σιγά- σιγά, πολίσματα τῶν νέων αὐτῶν ἀποικιῶν, ἀποικίες τῶν ἀποικιῶν.
Τό νησί Ἄνδρος εἶναι τό κυκλαδίτικο νησί πού τόλμησε καί ἵδρυσε τήν ἀρχαιότερη ἑλληνική ἀποικία, τό πρῶτο ἄνοιγμα στά παράλια τῆς τότε Θράκης· τῆς Θράκης πού ἄρχιζε ἀπό τόν Πηνειό καί κατέληγε στόν Εὔξεινο Πόντο, τή Μαύρη Θάλασσα.
Πρώτη ἀποικία ἑλληνική τῶν νοτίων Ἑλλήνων,τῶν Ἀνδρίων- σέ χερσαῖο θρακικό ἔδαφος- ὑπῆρξε λοιπόν ἡ Ἄργιλος. Φυσικά ἡ Ἄργιλος δέν ἦταν τόπος ἄοικος, ἀκατοίκητος καί πολίσθηκε, κατοικήθηκε, ἐξ ἀρχῆς ἀπ’ τούς Ἀνδρίους. Τά εὑρήματά της δείχνουν πώς κατοικεῖτο πολύ πρίν ἀπό τό 665 π.Χ. Καί κατοικεῖτο ἀπό τούς ντόπιους Θράκες-Βισάλτες. Οἱ ὁποῖοι, μάλιστα, ἀνέπτυξαν ἀρκετά τόν πολιτισμό τους. Αὐτό καταφαίνεται ἀπό πλῆθος εὑρημάτων πού ἀνάγονται στήν πρό τῶν Ἀνδρίων ἐποχή καί πού μαρτυροῦν γιά τίς πυκνές ἐμπορικές σχέσεις τῶν Ἀργιλίων μέ ὅλα σχεδόν τά μέρη τῆς Ἑλλάδος. Ἔτσι βρέθηκαν π.χ. νομίσματα καί ἀγγεῖα πού προέρχονται ἀπό τήν Ἀθήνα, Θάσο, τήν Κόρινθο, τή Μίλητο κ.λ.π.
‘H θρακική αὐτή πολίχνη δέν ἦταν τόσο μικρή ὅσο φαίνεται σήμερα. Βεβαίως μικρή ἐν σχέσει μέ τίς μεγάλες πόλεις-κράτη τῆς Νοτίου Ἑλλάδος, ἀκόμη καί τῆς Χαλκιδικῆς (Ποτίδαια,Ὄλυνθος κ.λ.π.). Ἀπό ὑπολογισμούς πού ἔγιναν μέ βάση τή «φορολογία» της ὡς μέλους τῆς πρώτης (Α´) Ἀθηναϊκῆς συμμαχίας( 453-2 π.Χ.), συμπεραίνεται ὅτι ὁ πληθυσμός της κυμαίνονταν γύρω στίς 6.000 . Καί μέ τά σημερινά ἀκόμη δεδομένα εἶναι μιά ὑπολογίσιμη πολίχνη.Ὑπῆρξε πόλη-κράτος, ὅπως ὅλες οἱ ἀρχαῖες πόλεις. Μέ ἀγῶνες γιά τήν αὐτονομία καί ἀνεξαρτησία της, μέ νομισματοκοπεῖο, μέ συμμαχίες, ἀποσκιρτήσεις καί ἐπανόδους. Μέ διαφόρων μορφῶν σχέσεις μέ τίς διπλανές τό τε πόλεις π.χ. τό Βρομίσκο, στίς ἐκβολές τοῦ Ρηχίου ποταμοῦ καί τή Βρέα (τά ἀρχαῖα Βρασνά, κατά τόν καθηγητή Δ.Σαμσάρη), τή Μύρκινο καί ἄλλες, ἐσωτερικά. Ὑπῆρχε ἔντονη πολιτική δραστηριότητα στην Ἄργιλο, πού σημαίνει καί ἰσχυρή κοινωνική διαστρωμάτωση καί δραστηριότητες-ἀντιπαλότητες. Οἰκονομικά εὔρωστη, παρουσίασε γρήγορα τό φαινόμενο τοῦ ὑπερπληθυσμοῦ, ὥστε νά μετοικίζει μέρος τῶν κατοίκων της. Σχετικά μέ τό θέμα αὐτό, τό δημογραφικό, πρέπει νά ποῦμε πώς ὁ πληθυσμός της μειώθηκε αἰσθητά, μέ τήν ἐγκατάσταση πολλῶν κατοίκων της στήν Ἀμφίπολη Ἰσχυρή πάντως-πρώτη στά ἀνατολικά τῆς Χαλκιδικῆς καί τοῦ Στρυμονικοῦ Κόλπου, ὥστε νά τόν ἐλέγχει.
‘H ὀνομασία Ἄργιλος εἶναι Θρακική. ‘H ἑτυμολόγησή της ἀμφίβολη.10
Ὁ ‘Hρακλείδης μᾶς πληροφορεῖ πώς ἡ πόλη ὀνομάστηκε Ἄργιλος ἀπό ἕναν ποντικό πού ἐμφανίστηκε κατά τή θεμελίωσή της καί πού στήν τότε θρακική γλῶσσα ὀνομάζονταν ἄργιλος,11 ὁ δέ Στέφανος Βυζάντιος 12 ἐπιμαρτυρεῖ.
‘H θέση της στίς ἐκβολές τοῦ Στρυμόνα, «Ἄργιλος Θράκης...ἡ πρός τῶ Στρυμόνι ποταμῶ πόλις»- ἦταν πολύ εὐνοϊκή γιά τήν ἀνάπτυξη τόσο τῆς ἐμπορικῆς ναυτιλίας, ὅσο καί γιά τήν διαμετακομιστική ἐμπορική δραστηριότητα τῶν κατοίκων της. Μή ὑπαρχούσης ἀκόμη-καί γιά πολύ- τῆς Ἀμφιπόλεως, ἡ Ἄργιλος ἦταν τό μοναδικό ναυτικό-ἐμπορικό κέντρο τῆς περιοχῆς αὐτῆς. Δραστηριοποιεῖται ἔντονα στή μεγάλη περιοχή πού περιλαμβάνει, ὅπως εἴπαμε, τίς περιοχές τῆς Βισαλτίας, Μυγδονίας καί Ἠδωνίδος (ἀνατολικά). Εἶναι εὐνόητο ὅτι ἡ πόλη ἀναπτύχθηκε ἰδιαίτερα μετά τήν ἀποίκισή της.
Ἀποτελοῦσε ἐμπορικό κέντρο γιά ὅλη τήν περιοχή τουλάχιστον γιά διακόσια περίπου χρόνια, μέχρις ὅτου κτίσθηκε ἡ Ἀμφίπολη, τό 437 π.Χ. Καί ἀναπτύχθηκε τόσο, ὥστε ἐπεξέτεινε τήν ἐμπορική καί πολιτική της ἐπιρροή δημιουργώντας δύο νέες ἀργιλικές «ἀποικίες», τό «Κερδύλιον» στούς βορειοανατολικούς ὀρεινούς λόφους, ἐκεῖ πού θά πᾶμε σέ λίγο, καί λίγο πιό μέσα, ὄχι πολύ μακρυά, στό ἐσωτερικό τῆς Βισαλτίας, τήν Τράγιλο13 . Τουλάχιστον γιά τά ἀρχαῖα Κερδύλλια, ἀλλά καί τήν Τράγιλο, εἴμαστε βέβαιοι ὅτι τήν Ἀνδριακή καταγωγή τους τή διατήρησαν μέχρι τούς Μακεδονικούς χρόνους, ὁπότε ἀναμείχθηκαν ( ἀφομοιώθηκαν) μέ τούς Μακεδόνες. Εἶναι εὐνόητο, ἀλλά καλά κάνουμε νά τό τονίζουμε, πώς ἡ γλῶσσα τῶν Ἀργιλίων καί συνεπαγωγικῶς καί τῶν Κερδυλλιωτῶν καί τῶν κατοίκων τῆς Τραγίλου ἦταν ἀτόφια ἑλληνική.
Ἄλλωστε ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ‘Hροδότου καί ἑξῆς «οἱ πόλεις τῆς Κρηστωνίας, τῆς Μυγδονίας καί τῆς κοιλάδος τοῦ Στρυμόνα εἶχαν συγροτηθεῖ πλήρως... καί οἱ πληθυσμοί τους ἀποτελούμενοι ἀπό ἀνθρώπους Παιονικῆς καί Θρακικῆς κυρίως καταγωγῆς ἦταν ἐνσωματωμένοι στό Μακεδονικό σύστημα ὡς αὐτοδιοικούμενες πόλεις. ‘H γλώσσα δέ φαίνεται νά δημουργοῦσε ἰδιαίτερες δυσκολίες. Εἶναι πιθανό ὅτι τά ἑλληνικά τά μιλοῦσαν περισσότερο σ᾽ αὐτές τίς περιοχές ἀπό ὅ,τι στά ἀπομακρυσμένα μέρη τῆς Χερσονήσου τοῦ Ἄθω»14 Νά σημειώσουμε ὅτι οἱ Ἄνδριοι λίγο μετά ἤ σχεδόν ἀμέσως μετά τήν ἀποίκιση τῆς Ἀργίλου ἵδρυσαν στή Χαλκιδική καί τίς γνωστές μας ἀποικίες τους: Ἄκανθος (Ἱερισσός), Σάνη καί Στάγειρος, ἡ πολύ ἀργότερα, γενέτειρα τοῦ Ἀριστοτέλη. Οἱ πόλεις αὐτές βρίσκονταν ἀρκετά μακρυά ἀπό τήν Ἄργιλο, πού, φυσικῶ τῶ λόγω, κυριαρχοῦσε στή σημερινή περιοχή δεξιά καί ἀριστερά τοῦ Στρυμόνα. Θαλάσσιο, καί ὄχι μόνο, ἐμπορικό κέντρο τῆς Ἀνατολικῆς Μυγδονίας, Βισαλτίας καί τῆς Ἀνατολικῆς πλευρᾶς τοῦ Στρυμόνα, τῆς Ἠδωνίδος καί Πιερίας15 , μέ τό γνωστό μεγάλο λιμάνι, τήν Ἠιόνα
Ἦταν πλούσια πόλη, γι αὐτό καί γίνεται πολύς λόγος γι αὐτή.Αὐτό καταφαίνεται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι κατά τό 450π.Χ. εἶχε τό μονοπώλιο ἐξαγωγῆς ὄχι μόνο τῶν γεωργικῶν προϊόντων τῆς Βισαλτίας, ἀλλά, κυρίως, τῶν μεταλλευμάτων, χρυσοῦ καί καί ἀργύρου ἀπό τά μεταλλεῖα τῆς Βισαλτίας καί Κρηστωνίας16.
Μέ δικό της, βέβαια, νομισματοκοπεῖο17. Οἱ πλούσιοι Ἀργίλιοι ἀσκοῦσαν μονοπώλιο σέ ὅλη τήν εὐρύτερη αὐτή περιοχή, ἀκόμη καί στήν Ἄκανθο καί στή Θάσο. ‘H ἐξαγωγή ἀργύρου ἔφθασε καί μέχρι τήν Περσία, ὅταν ἡ περιοχή κατακτήθηκε ἀπό τούς Πέρσες(540-480)18
Ὁ τόπος φαίνεται ὅτι εἶχε πυκνή καί ποικίλη βλάστηση. ‘H Βισαλτία, ἀλλά καί ἡ Κρηστωνία, κατά τόν Ἀθήναιο, παρουσιάζει τό προκαλοῦν ἔκπληξη φαινόμενο τῆς ἀπίστευτης πρόωρης ὠρίμανσης διαφόρων καρπῶν. Διαβάζουμε: « Περί τήν Βισαλτίαν καί Ἀμφίπολιν καί Κραστωνίαν τῆς Μακεδονίας ἔαρος μεσοῦντος τάς μέν συκᾶς σῦκα, τάς δέ ἀμπέλους βότρυς, τάς δέ ἐλαίας ἐν ὧ χρόνω βρύειν εἰκός ἦν αὐτάς ἐλαίας ἐνεγκεῖν, καί εὐτυχῆσαι πάντα Φίλιππον».19 δηλ. « Στά μέρη γύρω ἀπό τή Βισαλτία, τήν Ἀμφίπολη καί Κρηστωνία τῆς Μακεδονίας στή μέση τῆς ἄνοιξης, οἱ συκές ἔφερναν σῦκα, τά ἀμπέλια σταφύλια, οἱ ἐλιές ἐλιές(καρπούς) στόν καιρό πού ἦταν φυσικό γι αὐτές νά φέρουν λουλούδια, καί σέ ὅλα ἦταν εὐτυχισμένος ὁ Φίλιππος»(ἐνν.ὁ Βασιλιάς τῆς Μακεδονίας). Ἀναφέρεται μάλιστα ἀπό πολλούς ἀρχαίους συγγραφεῖς πώς στήν περιοχή αὐτή, ἀλλά καί σέ ὅλη τή Βισαλτία, ὑπῆρχαν λαγοί τεραστίων διαστάσεων, δασύποδες-μέ πολύ μαλλί στό δέρμα τῶν ποδιῶν- καί μάλιστα μέ δύο ἥπατα-συκώτια: «οὕς ἄν τις δόξειεν δύο ἥπατα ἔχειν»,20 Θεόπομπος: « ἐν τῆ εἰκοστῆ τῶν ἱστορικῶν περί Βισαλτίαν φασί λαγωούς γίνεσθαι δύο ἥπατα ἔχοντας» καί στό Στέφανο Βυζάντιο διαβάζουμε « Περί ταύτην (ἐνν. Βισαλτίαν) οἱ λαγοί σχεδόν πάντες ἁλίσκονται δύο ἥπατα ἔχοντες»
‘H πόλη ἦταν κτισμένη στήν πλαγιά τοῦ λόφου Παλιόκαστρο καί μέ θέα τή θάλασσα τοῦ Στρυμονικοῦ κόλπου. Σήμερα φαίνεται μικρή, ἄν καί κατεῖχε ὅλη την πλαγιά ἀπό τήν ἀκρόπολη μέχρι τή θάλασσα. Οἱ προσχώσεις, ἐδῶ καί δυόμισυ χιλιάδες χρόνια, ἐπέφεραν τήν καταστροφή πολύ μεγάλου μέρους της, ὅπως, βέβαια, καταστράφηκε μέρος της ἀπό τήν παλαιά Ἐθνική Ὁδό. Οἱ ἐκχερσώσεις καί «τακτοποιήσεις» μέ βαθειές ἀρόσεις, ἀργότερα, τῶν χωραφιῶν ἐκεῖ, τή σμίκρυναν. Σήμερα δέν ὑπάρχει τό ἀρχαῖο λιμάνι, πού πρέπει νά ἦταν ἀρκετά μεγάλο. Βρίσκεται στό βυθό τῆς παραλίας, ὄχι πολύ βαθειά, ἀφοῦ πολλά κατασκευάσματά του( μῶλοι) φαίνονται, ὅταν ὁ καιρός εὐνοεῖ, καί μέ γυμνό ὀφθαλμό. Τά εὐρεθέντα καί σωθέντα σημερινά κατασκευάσματα, δηλ. ἡ πόλη, τό λιμάνι καί δύο ἀκόμη νεκρου-πόλεις σκεπασμένες ἀπό τή θάλασσα «συναπαρτίζουν τόν ἀρχαιολογικό χῶρο»
Ἐκεῖνο πού κάνει ἐντύπωση στόν περιηγητή εἶναι ὁ ἀνηφορικός δρόμος πού ξεκινώντας ἀπό τό λιμάνι, μέ ἰσχυρές πλάκες καλοστρωμένος, ὁδηγεῖ στήν ἀκρόπολη. Δεξιά καί ἀριστερά του εἶναι κτισμένες μικρές καί μεσαῖες κατοικίες. Μερικές καί μεγάλων διαστάσεων· σώθηκαν τμήματα σπιτιῶν ὕψους πάνω ἀπό τέσσερα μέτρα. Ἐκεῖνο πού κάνει καί πάλι ἐντύπωση εἶναι ἡ ἀρχιτεκτονική τῶν σπιτιῶν.Δέν μοιάζει καθόλου τήν ἀρχιετεκτονική τῶν σπιτιῶν π.χ. τῆς λοιπῆς Βισαλτίας. Ἀντίθετα μᾶς θυμίζουν τήν τεχνική τῶν σπιτιῶν τῶν Κυκλάδων. ’H Ἄργιλος εἶχε καί δημόσια κτίρια. Ἀπό ἕνα τέτοιο σώθηκε ἕνα ἐξαιρετικό ἀκροκέραμο, στολίδι γωνίας σπιτιοῦ .
‘H Ἄργιλος ἦταν τυχερή διότι δέν καταστράφηκε ποτέ. Τή σφύζουσα ζωή της τήν ἀπορρόφησε ἡ νεώτερη Ἀμφίπολη ἀπό τό 437π.Χ καί ἑξῆς . Ἁπλῶς ἐρημώθηκε. Τά σπίτια καλύφθηκαν ἀπό τά χώματα τῆς ἀπότομης αὐτῆς πλαγιᾶς, γι αὐτό καί σήμερα βρίσκονται σχεδόν ἀπείραχτα.Ὁ ἀνηφορικός δρόμος πού βλέπουμε ἀπό τήν ἄσφαλτο, καλά διατηρημένος, ὁδηγεῖ στην «Ἀκρόπολη», πού  ἀνακαλύφθηκε τό 1996.
‘H ἀκρόπολη, τό Παλιόκαστρο, ἀποτελεῖ συγκρότημα κατοικιῶν μέ κέντρο τό «φρούριο» στό ψηλότερο μέρος, ἀπ᾽ ὅπου ἡ θέα εἶναι ἐξαιρετική καί τό μάτι ἐλέγχει μιά τεράστια περιοχή ἀπό τό μυχό τοῦ Στρυμονικοῦ κόλπου, τήν ἀπέναντι Χαλκιδική, τή θάλασσα μέχρι τή Θάσο καί τή νότια πλευρά τοῦ Παγγαίου. Στήν ἀρχή θεωρήθηκε τό οἰκοδόμημα αὐτό ναός.
Ἀπό τά ἀνευρεθέντα ὅμως μέχρι σήμερα ἀνασκαφικά προϊόντα προκύπτει πώς ἡ ἀκρόπολη ἦταν ἕνα πολύ μεγάλο οἰκοδόμημα, τετράγωνο, 14Χ14 μέτρων, μέ τοιχία πλάτους ἑνός καί ὕψους παραπάνω ἀπό 2,5 μέτρα. ‘H ἐξωτερική ἐπιφάνεια εἶναι ἀσβεστωμένη ἄσπρη χωρίς διακόσμηση. Τό πάτωμα πλακόστρωτο καί ἡ εἴσοδος γίνονταν ἀπό ἀνατολικά. Οἱ ἀρχαιολόγοι τό ὀνόμασαν «ἀρχοντικό» καί εἶναι τό σημαντικώτερο εὔρημα. Ὁ ρυθμός του μᾶς παραπέμπει στά ἀνάκτορα τῶν Μακεδόνων βασιλέων, γι αὐτό καί θεωρεῖται νεώτερο κατασκεύασμα. Τά περιεχόμενα τοῦ ἀρχοντικοῦ εἶναι ἐκπληκτικά. Καί μόνο τό ἄριστα διατηρημένο ἐλαιοτριβεῖο, (φωτ.), στό ἰσόγειο τοῦ σπιτιοῦ, τό καλύτερο τῶν ἀρχαίων χρόνων, ἀρκεῖ γιά νά πάρει ἡ πόλη μιάν ἐξέχουσα θέση μεταξύ τῶν ἀρχαίων πόλεων. Στό ἐλαιοτριβεῖο αὐτό, πού εἶναι πολύ μεγάλο γιά τήν ἐποχή του, βρίσκονται: τό πυθάρι, ὅπου πλένονταν οἱ ἐλιές πρίν μποῦν στο τροπεῖο ὅπου οἱ ἐληές ἀλέθονταν, οἱ χῶροι τοῦ πιεστηρίου καί, τέλος, οἱ δεξαμενές ὅπου μαζεύονταν τό λάδι.
Ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀναγνώστης ὅτι πρόκειται γιά συστηματικό ἐλαιοτριβεῖο πρῶτον, καί δεύτερον, ὅτι ἡ περιοχή αὐτή ἦταν κατάσπαρτη μέ ἐλιές. Ἔξω ἀπό τό «ἀρχοντικό»βρέθηκε μιά μαρμάρινη στήλη μέ τήν ἐπιγραφή «ΔΙΟΣ ΚΑΤΑΙΒΑΤΟΥ» καί ἀναφέρεται στή λατρεία μιᾶς ἰδιότητας τοῦ Διός πού εἶχε σχέση μέ βροχές, βροντές καί ἀστραπές. Τοποθετήθηκε στό σπίτι αὐτό ἀπό τούς κατοίκους τῆς Ἀργίλου,κατά τή γνώμη τοῦ ἀρχαιολόγου Ζ.Μπόνια, μετά τήν καταστροφή του ἀπό καιρικά φαινόμενα γιά νά ἐξευμενίσουν τό Δία. ‘H παραγωγή αὐτή λαδιοῦ μᾶς ὁδηγεῖ στή βεβαιότητα γιά ἐμπορικές συναλλαγές, πυκνές ὁπωσδήποτε, κυρίως μέ τό ἐσωτερικό τῆς Βισαλτίας ἀλλά καί τῶν γύρω περιοχῶν. Οἱ ἀρχαιολόγοι ἀποφεύγουν νά τοποθετηθοῦν χρονολογικά σχετικά μέ τήν ἀκρόπολη ὅπως εἶναι σήμερα. Βέβαια δέν πρόκειται γιά τήν ἀρχαία. Πολλοί ὑποθέτουν πώς πρόκειται γιά κτῖσμα τῆς Μακεδονικῆς ἐποχῆς καί μάλιστα γιά «ἐνδιαίτημα», κατοικία, ἑνός Μακεδόνα ἑταίρου22,ἑνός ἀπ’ αὐτούς πού εἶχαν τοποθετηθεῖ ὡς ἄρχοντες σέ κρίσιμες περιοχές, ὅπως ἡ περιοχή τῆς Ἀμφίπολης.23 Αὐτό μετά τό 357.π.Χ, ὁπότε ἡ περιοχή κατελήφθη ἀπό τό Φίλιππο καί προσαρτήθηκε στό βασίλειο τῆς Μακεδονίας.
‘H ΙΗ´ Ἐφορεία Προϊστορικῶν καί Κλασσικῶν Ἀρχαιοτήτων Καβάλας μέ ἐπικεφαλῆς τόν Δ/ντή της κ. Ζήση Μπόνια ἔχει ἐκπονήσει σχετική μελέτη γιά ἀναστήλωση, συντήρηση καί στέγαση τοῦ Ἀρχοντικοῦ καί δέ θ᾽ ἀργήσει ὁ χρόνος πού θά ἐκπλαγοῦμε ἀπό τό ἀποτέλεσμα τῆς ὅλης προσπάθειας. Δίνω τό πρόπλασμα τῆς προτεινόμενης ἀναστήλωσης γιά τόν ἀναγνώστη μου.24
Πρίν προχωρήσουμε εἶναι ἀνάγκη νά ἀναφέρουμε καί τούς δύο Μακεδονικούς τάφους πού βλέπουμε δίπλα στήν Ψαροταβέρνα τοῦ Μάκη καί πού εἶναι πολύ νεώτεροι. Πρόκειται γιά τάφους σημαντικῶν Μακεδόνων, πιθανώτατα φονευθέντων παρά τήν ὁδό καί ταφέντων ἐκεῖ. Εὐνόητο ὅτι καί αὐτοί εἶναι συνδεδεμένοι μέ τήν ἀρχαιολογική ἱστορία τῆς Ἀργίλου.
‘H Ἄργιλος συνδέεται καί μέ κοσμοϊστορικά γεγονότα.
Κατ᾽ ἀρχήν νά ποῦμε πώς ἡ Θράκη κατά τόν Τρωικό πόλεμο ἦταν σύμμαχος τῆς Τροίας, τοῦ Πριάμου. Καί ἀλλοῦ ἔχω μιλήσει γιά τήν «ἑλληνικότητα» ὅλου αὐτοῦ τοῦ κόσμου (ἀκόμη καί τῶν Τρώων) πού ἀπό τότε, τά πρώιμα ἱστορικά πλέον χρόνια, φαγώνονταν μέ τούς τοπικούς καί γενικώτερους ἐμφύλιους πολέμους Ἀργότερα, τό 513, ἡ Θράκη πού, ὅπως εἴπαμε, συμπεριελάμβανε καί τή σημερινή Μακεδονία, ἔγινε φόρου ὑποτελής στούς Πέρσες. Τόν τόπο αὐτό κατέλαβε ὁ μεγάλος σατράπης τοῦ Δαρείου Μεγάβαζος, ὅταν ὁ Δαρεῖος προσωπικά ἡγεῖτο τῆς ἐκστρατείας ἐναντίον τῶν Σκυθῶν. Τότε ἔστειλε ἐκπροσώπους του σέ ὅλη τήν περιοχή Θράκης-Μακεδονίας ζητώντας «γῆν καί ὕδωρ». Καί ἡ ἀπαίτησή του ἔγινε δεκτή. Ὁ κατακερματισμός τῆς Θράκης κυρίως σέ πάμπολλα μικρά βασίλεια μέ τούς βασιλιάδες νά σκοτώνονται μεταξύ τους, δέν ἐπέτρεπε οὔτε τήν ἰδέα τῆς ἀντίστασης.
Τό ἴδιο συνέβη καί μέ τό βασίλειο τῶν Μακεδόνων. Εἶναι συγκινητική ἡ ἀντίδραση τοῦ Ἀλεξάνδρου τοῦ Α´, μετέπειτα βασιλιᾶ τῆς Μακεδονίας, στήν ἀπόφαση τοῦ πατέρα του Αμύντα, νά δεχθεῖ τήν Περσική ἐπικυριαρχία, πρᾶγμα πού κι ἐκεῖνος, σάν βασιλιάς δέχθηκε πιεζόμενος ἀπό τά γεγονότα.
Β. Ἀπό δῶ πέρασε ὁ Ξέρξης μέ τό τεράστιο στράτευμά του κατά τήν ἐναντίον τῆς Νοτίου Ἑλλάδος ἐκστρατεία του τό 480π.Χ. Ὁ ‘Hρόδοτος μᾶς πληροφορεῖ πώς μόλις πέρασε τό Στρυμόνα ἔφθασε στήν ἑλληνική πόλη Ἄργιλο: « Ὡς δέ ἀπό τοῦ Στρυμόνος ἐπορεύετο ὁ στρατός, ἑνταῦθα πρός ἠλίου δυσμέων ἐστί αἰγιαλός ἐν τῶ οἰκοιμένην Ἄργιλον πόλιν Ἑλλάδα παρεξήιε, αὔτη δέ καί ἡ κατύπερθεν ταύτης καλέεται Βισαλτίη».26
Ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀναγνώστης τί σήμαινε γιά τούς ἁπλοῦς κατοίκους τῆς περιοχῆς ἡ παρουσία τοῦ «Μεγάλου Βασιλέως» καί κυρίως ἡ παρουσία ἑνός στρατοῦ ὄχι βέβαια ἕνός ἑκατομμυρίου ἐπτακοσίων χιλιάδων (1.700.000), ὅπως ὑπερβολικά τόν ἀνεβάζει ὁ ‘Hρόδοτος, ἀλλά ἑνός στρατοῦ ἑκατοντάδων χιλιάδων στρατιωτῶν πού ἔπρεπε νά διανυκτερεύσουν κάπου ἐκεῖ. Εἶναι βέβαιον ὅτι τίς μέρες ἐκεῖνες δέν πλημμύρισε μόνο ἡ Ἄργιλος, τό Κερδύλλιον, ἀλλά καί ὅλη ἡ περιοχή ἀπό τήν Ἄργιλο μέχρι τό σημερινό Σταυρό, περιοχή πού τότε ὀνομάζονταν «Σίλεος πεδίον». Ὅπως εἶναι βέβαιον ὅτι μεγάλο μέρος τοῦ στρατοῦ του πλημμύρισε τή Βισαλτία καί διά τῆς Κρηστωνίας ἔφθασε στήν περιοχή τῆς Θεσσαλονίκης. Πλημμύρισε τήν ἐνδοχώρα Βισαλτία, τή χώρα τῶν Παιόνων «τήν μεσογαίαν τάμων τῆς ὁδοῦ διά τῆς Παιονικῆς Εἶναι ἐπίσης βέβαιον ὅτι πορευόμενος πρός Χαλκιδικήν ὁ Ξέρξης ἐπεστράτευσε βίαια πολλούς Ἀργιλίους καί ὄχι μόνο. Ἔπαιρνε ἀκόμη ἄνδρες καί ἀπό τό ἐσωτερικό τῶν μερῶν ἀπ’ ὅπου περνοῦσε, «ἅμα ἀγόμενος τούτων ἕκαστον τῶν ἐθνέων καί τῶν περί τό Πάγγαιον ὄρος οἰκεόντων....τούς δ᾽ ὑπέρ θαλάσσης πεζῆ ἑπομένους»28 (δηλ. ὑποχρέωνε ὁ Ξέρξης νά τόν ἀκολουθεῖ καί καθένας ἀπό τούς λαούς πού κατοικοῦσαν γύρω ἀπό τό Παγγαῖο...καί ὅσοι κατοικοῦσαν στά μεσόγεια τόν ἀκολουθοῦσαν πεζοί), γι᾽ αὐτό ἄλλωστε καί ὁ στρατός του διαρκῶς μεγάλωνε. Γιά τό λόγο αὐτό, τῆς Περσικῆς ἐπικυριαρχίας, ἀναγκάζεται καί ὁ βασιλιάς τῆς Μακεδονίας Ἀλέξανδρος ὁ Α´ (498-454) νά ἀκολουθήσει τά περσικά στρατεύματα Καί Ἀργίλιοι λοιπόν πολέμησαν ἀναγκαστικά μαζί του ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων. Τά διέλυσαν ὅμως κυριολεκτικῶς, ὅταν ντροπιασμένος ὁ Ξέρξης ἐγκατέλειπε τή Νότια Ἑλλάδα ἐπιστρέφοντας στήν Περσία. Τότε ἀκριβῶς, ἀπαλλαγμένος ἀπό τόν περσικό βραχνά, ὁ βασιλιάς τῆς Μακεδονίας Ἀλέξανδρος Α´ ἐπεξέτεινε τήν κυριαρχία του μέχρι τό Στρυμόνα καταλαμβάνοντας τή Βισαλτία καί Κρηστωνία, τίς ὁποῖες προσάρτησε στό Μακεδονικό του κράτος ὡς πόλεις ὅμως καί περιοχές αὐτοδιοικούμενες.
‘H πολιτική ἀργότερα τοῦ Φιλίππου θά δυναμώσει τούς ὑπάρχοντες δεσμούς τῶν ἀνθρώπων μας μέ τή Μακεδονική αὐτή δυναστεία καί ὁ τόπος θά γίνει κατ᾽ ἐξοχήν μακεδονικός.
Γ. Ἐπίσης στήν Ἄργιλο ἔφθασε καί ἐγκαταστάθηκε γιά λίγο καιρό ὁ στρατηγός τῶν Σπαρτιατῶν Βρασίδας κατά τή διάρκεια τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου καί μάλιστα τό χειμώνα τοῦ 424 π.Χ.
Ὁ Πελοποννησιασκός Πόλεμος μεταφέρθηκε ἀπό τούς Σπαρτιάτες, γιά ἀντιπερισπασμό πρός τούς Ἀθηναίους, στή Μακεδονία, κυρίως στή Χαλκιδική. Πιεζόμενοι ἀπό τίς περιστάσεις, μετά τήν καταστροφή πού ὑπέστησαν ἀπό τούς Ἀθηναίους στή Σφακτηρία, σκέφθηκαν νά μεταφέρουν τόν πόλεμο μακρυά καί μάλιστα φθείροντας τή συμμαχική δύναμη τῶν Ἀθηναίων, ἀποσπώντας τους δηλαδή τούς συμμάχους. Ὁ περίφημος Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας, φιλόδοξος, μετριοπαθής ὅσο καί ἱκανός, ἀνέλαβε νά παρασύρει τίς παραδοσιακά φίλα προσκείμενες πρός τους Ἀθηναίους πόλεις τῆς Χαλκιδικῆς μέ τό μέρος τῆς Σπάρτης. Καί τά κατάφερε. Οἱ Ἀθηναῖοι προσπάθησαν νά ἀντιδράσουν καί, κυρίως, νά σώσουν τήν Ἀμφίπολη. Καί ἀντέδρασαν κατ᾽ ἀρχάς ἤπια, μέ ψυχολογική πίεση καί μέτρα οἱκονομικά. Ἔχει σημασία νά σημειώσουμε ὅτι οἱ σύμμαχοι αὐτοί, οἱ ἑλληνικές πόλεις τῆς Χαλκιδικῆς καί τῆς περιοχῆς μας, ἀπό νωρίς, σχεδόν ἀμέσως μετά τήν μεταφορά τῆς ἕδρας τῆς Ἀθηναϊκῆς Συμμαχίας ἀπό τή Δῆλο στήν Ἀθήνα, ἄρχισαν νά ἀντιλαμβάνονται- καί κυρίως μέ τήν ἱδρυση τῆς Ἀμφίπολης(στήν ὁποία νά σημειωθεῖ βοήθησαν πολύ οἱ κάτοικοι τῆς Ἀργίλου-καί ἄλλων κοντινῶν πόλεων) τόν κίνδυνο νά χάσουν τήν αὐτονομία τους μπροστά στήν τεράστια δύναμη τῆς Ἀθήνας.
Ἔτσι ἄρχισαν νά συνεννοοῦνται καί νά ὀργανώνονται. Θέλησαν νά σχηματίσουν ἕνα εἶδος ὁμοσπονδίας γιά τήν προάσπιση τῶν παντοίων συμφερόντων τους. Οἱ Ἀθηναῖοι ἀντέδρασαν. Καί τό πρῶτο μέτρο πού πῆραν ἦταν ἡ περίφημη «ἀντίταξις»: κατάργησαν δηλαδή τή συλλογική πληρωμή τῶν πρός τή Ἀθήνα φόρων καί προσδιώρισαν γιά κάθε πόλη χωριστό φόρο. Μία μόνο πόλη ὠφελήθηκε ἀπό τό μέτρο αὐτό: ἡ Γαληψός. Τῶν ἄλλων οἱ φόροι διπλασιάσθηκαν. Ἀπό 6 τάλαντα π.χ. πού πλήρωνε ἡ Ἄργιλος, ἔγιναν 15, ποσό τεράστιο, κυριολεκτικά ἀφαίμαξη ἀποικιοκρατική29. Ἔτσι ἡ ἐνέργεια τῆς Σπάρτης βρῆκε εὔφορο κλῖμα.Ὁ Βρασίδας ἀντέδρασε ἀκαριαῖα. Ἦρθε καταχείμωνα (424 π.Χ.) στήν Ἄργιλο, σύμμαχό του, καί ἀπό δῶ, συνεννοούμενος καί μέ τούς ἐντός τῆς Ἀμφίπολης ἀργίλιους φίλους του σκόπευε τήν κατάληψή της. Οἱ Ἀθηναῖοι δέν μποροῦσαν νά στείλουν ἱκανά στρατεύματα. Ἕνας στρατηγός τους ὁ Εὐκλῆς προσπάθησε νά ἀμυνθῆ στά τείχη τῆς πόλης. Ὁ Θουκυδίδης, ὁ ἱστορικός τοῦ Πελοποννησιακοῦ Πολέμου, στρατηγός-ναύαρχος στήν περιοχή αὐτή, πού γνώριζε καλά, δέν μπόρεσε, μέ τά λίγα πλοῖα πού εἶχε, νά βοηθήσει. Σέ ξαφνική, μή ἀναμενόμενη ἀπό τούς Ἀθηναίους, λόγω χειμώνα, μάχη, κυριολεκτικά τούς συνέτριψε καί κατέλαβε τήν πόλη. Ἔτσι ἡ Ἀμφίπολη παραδόθηκε στό Βρασίδα. Εἶχε προηγηθεῖ κατάλληλη προπαγάνδα· μέσα στήν πόλη εἶχε ἀνθρώπους σημαίνοντας δικούς του.κυρίως, ὅπως ἐλέχθη, παλιούς ἀργιλίους, κατοίκους πλέον τῆς Ἀμφίπολης. Οἱ Ἀμφιπολίτες ἐξ ἀνάγκης ἤ ἐκ σκοπιμότητος τίμησαν δεόντως τό νικητή Βρασίδα ὀνομάζοντάς τον οἰκιστή, ἐνῶ μέχρι τότε τέτοιος ἐθεωρεῖτο καί ἦταν ὁ Ἀθηναῖος Ἄγνων, γιός τοῦ στρατηγοῦ Νικία. Ὁ Θουκυδίδης λέει ὅτι γιά τήν κατάληψη τῆς Ἀμφίπολης ἀπό τούς Σπαρτιάτες ἰδιαίτερα χάρηκαν οἱ Ἀργίλιοι καί οἱ κάτοικοι τῆς Μυρκίνου. Γιά τήν ὁποία-Μύρκινο- πρέπει νά σημειώσουμε πώς ἦταν ἀπό τίς πιό ἰσχυρές πόλεις τῆς περιοχής.
Μετά ἀπό λίγο ἐπῆλθε κάποιος διακανονισμός μεταξύ Ἀθηνῶν καί Σπάρτης καί τά πράγματα ἔμειναν ἔτσι γιά δυό χρόνια, μέχρι τό 422, σημαδιακή χρονιά γιά τόν τόπο μας, μέ τήν Ἀμφίπολη σύμμαχο τῶν Σπαρτιατῶν.
Ἐπειδή ἡ συνέχεια τῆς ἱστορίας αὐτῆς ἀναφέρεται ρητῶς στά Κερδύλλια, θά τή δοῦμε στό οἰκεῖο κεφάλαιο.
Ἄν θέλουμε νά συνεχίσουμε γιά τήν Ἄργιλο πρέπει νά ποῦμε ὅτι σιγά σιγά ἀποσύρεται ἀπό τό ἱστορικό προσκήνιο. Τή θέση τῆς τήν παίρνει πλέον ἡ Ἀμφίπολη, πού μεγαλύνεται ἀπό τό Φίλιππο καί Ἀλέξανδρο, τούς Ρωμαίους κ.λ.π. Σπαράγματα μόνο εἰδήσεων ἔχουμε ὄχι τόσο γιά τόν τόπο, ὅσο γιά τούς ἀνθρώπους της:
Δ. Ἔτσι ἀναφέρεται ὅτι Ἀργίλιος ἦταν ὁ στρατιώτης πού πρόδωσε τόν Σπαρτιάτη στρατηγό Παυσανία, τόν μεγάλο νικητή τῶν Περσῶν στή μάχη τῶν Πλαταιῶν(479 π.Χ.) στούς ἐφόρους τῆς Σπάρτης ὡς προδότη τοῦ ἑλληνισμοῦ ὑπέρ τῶν Περσῶν. ‘H ἱστορία ἔχει ὡς ἑξῆς: ὁ Ἀργίλιος στρατιώτης ἦταν «ἀφοσιωμένος» καί στενός φίλος, ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης στόν Παυσανία.
Ὅτι ὁ Παυσανίας διατηροῦσε σχέσεις καί μάλιστα στενές μέ τόν Πέρση Βασιλιά εἶναι γνωστόν. Οἱ σχέσεις αὐτές εἶχαν φθάσει σχεδόν σέ σημεῖο προδοσίας. Ὁ πιστός μά πονηρός ἀργίλιος, παρατήρησε πώς οἱ κάθε φορά ἀποστελλόμενοι στόν Πέρση βασιλιά μέ γράμματα τοῦ Παυσανία ἀγγελιοφόροι δέν ἐπέστρεφαν στή Σπάρτη. Οἱ ὑποψίες αὐτές τόν ὡδήγησαν-ὅταν ἦρθε ἡ σειρά του νά μεταφέρει τό γράμμα- νά τό ἀνοίξει. Ἔντρομος διάβασε μεταξύ ἄλλων, πώς μόλις οἱ Πέρσες λάβουν τήν ἐπιστολή νά φονεύσουν τόν μεταφορέα. Μόνη διαφυγή του ἦταν νά παραδώσει τό «σῶμα τοῦ ἐγκλήματος» πού κρατοῦσε στά χέρια του στούς ἐφόρους τῆς Σπάρτης, ἀπηνεῖς ἐχθρούς καί ἀντιπάλους τοῦ Παυσανία. Τό τραγικό του τέλος εἶναι σ᾽ ὅλους γνωστό. Καταδιωκόμενος βρῆκε ἄσυλο στό ναό τῆς Ἀθηνᾶς-μέσα στή Σπάρτη- στήν αὐλή τοῦ ὁποίου, πέθανε ἐξαντλημένος ἀπό τήν ἀσιτία:
«Ὁ μέλλων τάς τελευταίας ἐπιστολάς πρός Ἀρτάβαζον κομιεῖν, ἀνήρ Ἀργίλιος, ...μηνυτής γίγνεται... τότε δή οἱ ἔφοροι, δείξαντες αὐτοῦ τά γράμματα, μᾶλλον μέν ἐπίστευσαν». Τοῦ ἔστησαν παγίδα στήν ὁποία ἔπεσε καί ὁμολόγησε τά πάντα στόν Ἀργίλιο ὑπηρέτη. Αὐτά τά ἄκουσαν οἱ ἔφοροι. «Ἀκούσαντες δέ ἀκριβῶς τότε μέν ἀπῆλθον οἱ ἔφοροι, βεβαίως δέ ἤδη εἰδότες ἐν τῆ πόλει τήν ξύλληψιν ἐποιοῦντο... πρός τό ἱερόν τῆς Χαλιοίκου χωρῆσαι δρόμω καί καταφυγεῖν... (καί ἐκεῖ) ἡσύχαζε». Τόν πολιόρκησαν καί ὅταν ἐπρόκειτο νά ξεψυχήσει (ἀποψύχειν) «ἐξάγουσιν ἐκ τοῦ ἱεροῦ ἔτι ἔμπνουν (ζωντανό) ὄντα, καί ἐξαχθείς ἀπέθανε παραχρῆμα (ἀμέσως). Αὐτό ἦταν τό ἄδοξο τέλους τοῦ μεγάλου Παυσανία30
Ε. Γιά τήν ἱστορία τοῦ τόπου νά ποῦμε πώς μετά τούς Περσικούς πολέμους καί τήν καταστροφή τῶν Περσῶν, ἡ περιοχή δυτικά τοῦ Στρυμόνα ἦταν καθαρή ἀπό Πέρσες-ἤδη ἐπεκτείνεται μέχρις ἐδῶ ἡ ἐπικράτεια τοῦ βασιλείου τῶν Μακεδόνων. Ἀντίθετα ἰσχυρή δύναμη περσική διατηρήθηκε στήν παραλιακή Ἠιόνα, ὀχυρό λιμάνι καί ἰσχυρή περσική βάση, κτισμένη ἐπί τοῦ Στρυμόνα, στό στόμιο τοῦ λιμανιοῦ καί στήν τελική ἐκβολή τοῦ Στρυμόνα(παλαιά κοίτη, δές χάρτη)31 . Λιμάνι πού τό ἤθελαν μέ κάθε τρόπο οἱ Ἀθηναῖοι καί τό κρατοῦσαν μέ τά νύχια οἱ Πέρσες γιά νά ἐπιβεβαιώνουν τή μέχρι τοῦ γεωγραφικοῦ αὐτοῦ σημείου κυριαρχία τους. Μέ τήν πολιορκία λοιπόν τῆς Ἠιόνας ἀπό τούς Ἀθηναίους (476 π.Χ.) καί τήν κατάληψή της σχετίζεται ἡ ἱστορία μέ τόν τελευταῖο γενναῖο Πέρση διοικητή της (τό ὄνομά του Βόγης) καί τό τραγικό του τέλος, καί εἶναι ἡ ἑξῆς: ‘H Ἠιόνα βρίσκονταν σέ φοβερά δύσκολη θέση. ‘H κατάληψή της ἦταν ζήτημα χρόνου. Ὁ Βόγης ἀρνοῦνταν νά παραδοθεῖ, παρά τούς ἔντιμους ὅρους τοῦ Ἀθηναίου Στρατηγοῦ Κίμωνα. Νά σημειώσουμε ὅτι τώρα ὁ Κίμων εἶναι φιλοξενούμενος τῆς Ἀργίλου, ὡς σύμμαχος στρατηγός. Γνωρίζουμε ὅτι ἡ Ἠιόνα ἦταν τέλεια τειχισμένη καί δέν ἔπεφτε εὔκολα.
Ὁ Κίμων, γιά νά ἐπισπεύσει τήν παράδοση σκέφθηκε ἕνα τέχνασμα πρωτοφανές καί θρυλικό γιά τήν ἐποχή του: ἔστρεψε τόν ροῦν τοῦ Στρυμόνα32 πάνω στά τείχη τῆς πόλης. Τά τείχη, πού ἦταν κατασκευασμένα ἀπό πλιθιά, σέ λίγο ἄρχισαν σιγά σιγά νά ἐμφανίζουν σημεῖα ἔντονης διάβρωσης μέ βεβαία τήν κατάρρευση. Τότε ὁ Βόγης προέβη σέ μιά ἀπελπισμένη πράξη μπροστά στήν ὁποία ἔφριξε ὁ τότε κόσμος: πρῶτα-πρῶτα μάζεψε ὅλο τό χρυσάφι πού εἶχε καί τό πέταξε στό Στρυμόνα, ἔσφαξε τή γυναίκα, τά παιδιά καί τις παλλακίδες του, τίς ἔκαψε καί τέλος αὐτοκτόνησε πέφτοντας καί ὁ ἴδιος στή φωτιά.33
Ἡ συνεχής καί ταχύτατη ἀνάπτυξη τῆς Ἀμφίπολης ἀπό τήν ἵδρυσή της (437 π.Χ.) καί ἑξῆς συνδέεται ἄμεσα μέ τήν παρακμή τῆς Ἀργίλου. Εἶναι φανερό ὅτι δέν μποροῦμε νά συνδυάσουμε καί συνεξετάσουμε τήν ἱστορία τῆς Ἀργίλου μέ τήν λαμπρή πορεία τῆς ἐλεύθερης καί αὐτοδιοίκητης Ἀμφίπολης. ‘H πόλη μας ζεῖ στή σκιά τῆς μεγαλούπολης αὐτῆς καί σιγά σιγά σβήνει κατά τούς ἑλληνιστικούς καί ὕστερους ρωμαϊκούς χρόνους.
Κανείς δέν μπορεῖ νά ἀποδείξει πώς καί ἡ ζωή καί οἱ ἄνθρωποί της ἐξαφανίστηκαν. Τή βρίσκουμε στά 359 π.Χ. νά συναποτελεῖ μέλος μιᾶς πολύ ἰσχυρῆς οὐδέτερης συμμαχίας ἑλληνικῶν πόλεων-κρατῶν τῆς Χαλκιδικῆς καί τῆς περιοχῆς μας, ὅταν οἱ ἐμφύλιοι πόλεμοι μεταξύ βορείων καί νοτίων Ἑλλήνων μαίνονταν καί οἱ πάντες κατέφευγαν σέ συμμαχίες. Ὁ συγγραφέας τῆς ἱστορίας αὐτῆς πιστεύει ὅτι ἡ πόλη μας φυτοζωοῦσε στή σκιά τῆς Ἀμφίπολης γιά πολύ ἀκόμη.
‘H Ἄργιλος ἀναφέρεται, στά ὕστερα χρόνια (γύρω στό 365-311), στόν κατάλογο τῶν χορηγῶν( Θεαροδόκων ἤ Θεαδωραδόκων)) τοῦ ναοῦ τοῦ Ἀσκηπιοῦ στήν Ἐπίδαυρο, πρᾶγμα πού φανερώνει,κατά τόν ἱστορικό HAMMOND, ὅτι ἡ πόλη μας κατά τούς χρόνους αὐτούς ἦταν ἀκόμη αὐτόνομη, ἄν ὄχι ἀνεξάρτητη (βρισκόμαστε στό φόρτε τῆς ἰσχύος τῶν Μακεδόνων). Ἀπ᾽ αὐτόν τόν κατάλογο ἔχουμε καί τό μοναδικό γνωστό ὄνομα ἀργίλιου, ἱκανοῦ καί πλουσίου, φαίνεται κατοίκου: Ὀνήσανδρος34.
Ἕνα ἄλλο ὕστερο γεγονός πού ἔχει σχέση μέ τήν Ἄργιλο εἶναι πώς ἀπό δῶ πέρασε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προερχόμενος ἀπό τούς Φιλίππους καί πορευόμενος πρός τήν Θεσσαλονίκη: «Διοδεύσαντες δέ τήν Ἀμφίπολιν καί τήν Ἀπολλωνίαν ἦλθον εἰς Θεσσαλονίκην». Ποιός μπορεῖ νά ἀπορρίψει τή θέση ὅτι πιθανώτατα ὁ Ἀπ. Παῦλος ἔρριξε κι ἐδῶ, σέ μᾶς, τό σπόρο τοῦ Εὐαγγελίου, ὥστε ἡ Ἑκκλησία τῆς Ἀργίλου καί Κερδυλλίων καί κατά συνέπεια ἡ τοπική Ἐκκλησία Σερρῶν καί Νιγρίτης νά εἶναι ἀποστολική; Τό «Κερδύλιον» θά ἦταν ἕνα θαυμάσιο καταφύγιο γιά τούς διωκόμενους τότε πρωτοχριστιανούς.
Ἔκτοτε ἔχουμε σιγή στίς ὅποιες πηγές, ὄχι μόνο γραπτές-ἱστορικές, ἀλλά καί ἀρχαιολογικές. Τό νῆμα πλέον στήν ἱστορία μας τό παίρνουν τά Κερδύλλια.

.ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ
 ΑΡΧΑΙΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

Δύο εἶναι τά κλασσικά γιά τόν τόπο μας κείμενα ἀρχαίων ἰστορικῶν συγγραφέων πού θά μᾶς ἀπασχολήσουν στή διερεύνηση τῆς τοποθεσίας τοῦ ἀρχαίου Κερδυλλίου, τοῦ ‘Hροδότου καί τοῦ Θουκυδίδου.
α) Τό χωρίο τοῦ ‘Hροδότου. Τό χωρίο αὐτό τό ἀναφέραμε καί στήν περιγραφή τῆς Ἀργίλου. Ἐδῶ τό σχολιάζουμε γιά δύο μόνο φράσεις του πού ἔχουν σχέση μέ τή γεωργραφία τοῦ τόπου, ὅτι δηλαδή ὁ τόπος μας εὑρίσκεται δυτικά τοῦ Στρυμόνα καί ὅτι ὁ «κατύπερθεν» σέ βάθος τόπος ἀπoτελεῖ τή Βισαλτία. «Ὡς δέ ἀπό τοῦ Στρυμόνος ἐπορεύετο ὁ στρατός, ἐνταῦθα πρός ἡλίου δυσμέων ἐστι αἰγιαλός ἐν τῶ οἰκουμένην Ἄργιλον πόλιν Ἑλλάδα παρεξήιεν, αὕτη δέ καί ἡ κατύπερθεν ταύτης κελέεται Βισαλτίη»36
Ὁ ἀναγνώστης γιά νά ἀντιληφθεῖ τήν περιγραφή τοῦ ‘Hροδότου καλά θά κάνει νά ἀνέβει στό ἀρχαῖο Κερδύλλιο37 κι ἀπό κεῖ βλέποντας πρός ἀνατολάς νά φαντασθεῖ μιά συγκλονιστική σειρά ἑνός ἀμέτρητου στρατοῦ πού ἀπό τήν Κάργιανη πορεύεται πρός «ἡλίου δυσμέων», δυτικά. Καί πολύ λιγώτερος νά ἦταν, ὁ μισός ἔστω, ὁ τόπος «ἔχει μαυρίσει». Δέν φαίνεται οὔτε σπιθαμή γῆς. Σκόνη καί κουρνιαχτός σκεπάζει τόν ὁρίζοντα. Τοῦ στρατοῦ αὐτοῦ ἔχουν προηγηθεῖ χιλιάδες προπομπoί, ἀνισχνευτές, τεράστιος ἀριθμός πλοίων για νά ζεύξουν τό Στρυμόνα ἄν χρειασθεί. Οἱ γέφυρες εἶναι ἕτοιμες. ‘H ζεύξη ἑνός ποταμοῦ ἦταν μιά ἰδιαίτερη καί «ἐπιστημονική» γιά τήν ἐποχή τέχνη. Ἐδῶ, στό Στρυμόνα, δέν «ἔζευξαν» τό ποτάμι μέ πλοῖα, ὅπως στόν Ἑλλήσποντο, ἀντίθετα οἱ γέφυρες στήθηκαν πάνω σέ χιλιάδες πασσαλόπηκτους ξύλινους δοκούς καί κάρφωσαν ἐπάνω τά σανίδια.
Κατά τόν ἱστορικό Ν.HAMMOND τέτοιοι πάσσαλοι βρέθηκαν κατά τίς ἀνασκαφές στήν παλαιά κοίτη τοῦ Στρυμόνα.38
‘H πομπή-πορεία τραβάει τό δρόμο της δυτικά «πρός ἡλίου δυσμέων». Τό τεράστιο αὐτό στράτευμα κάνει μέρες νά περάσει. Ἔχει στρατοπεδεύσει στίς Ἐννέα Ὁδούς (δές χάρτη, σχεδόν στη σημερινή Μεσολακκιά), ἔκανε θυσίες καί ἀναπαύεται. Εἶναι βέβαιο ὅτι ἕνα μέρος τράβηξε βόρειοδυτικά, «κατύπερθεν»,στό ἐσωτερικό τῆς Βισαλτίας (δίπλα, ἀριστερά ἀπό τή λίμνη Κερκινίτιδα,τήν ἀργότερα-στό ὕστερο Βυζάντιο- τ᾽ Ἀχιανοῦ, πού ἄρχιζε λίγο παραπάνω ἀπό τόν Καστρόλακκα καί ἔφθανε σχεδόν στά Θερμά), κι ἀπό κεῖ συνεχίζοντας τήν πορεία ἔκανε τόν κύκλο, περνώντας τά Κρούσια μέ τή λίμνη Πρασιάδα, πέρασε τή σημερινή περιοχή τῆς Δοϊράνης, (ἡ περιοχή Κρηστωνίας) καί συναντήθηκε μετά ἀπό ἀρκετό καιρό μέ τόν Ξέρξη στή Θέρμη τῆς Θεσσαλονίκης. Ὁ κύριος ὄγκος τοῦ στρατεύματος συνέχισε δυτικά καί ἔφθασε στήν Ἄργιλο, ὅπου καί πιθανόν κατασκήνωσε καί παρέμεινε γιά ξεκούραση.
Φαίνεται ὅτι οἱ Ἀργίλιοι καί οἱ Κερδυλλιῶτες ὑπῆρξαν τυχεροί διότι δέν παρετέθη γεῦμα στό μεγάλο βασιλιά (ἕνα βασιλικό περσικό γεῦμα ἦταν μιά σκέτη οἰκονομική καταστροφή ἀκόμη καί γιά μιά πλούσια πόλη!!).
Τό μή ἐπιδεχόμενο ἀμφισβήτηση γεγονός εἶναι ὅτι μέρος τοῦ στρατεύματος αὐτοῦ διέμεινε στό Κερδύλλιο. Ἐάν μᾶς κάνει ἐντύπωση πώς ὁ Βρασίδας σέ λίγο θά διαμείνει στό Κερδύλλιο μέ 1.500 στρατιῶτες, εἶναι φυσικό νά μᾶς ἐκπλήσσει τό γεγονός ὅτι μυριάδες Πέρσες διέμειναν ἤ καταυλίσθηκαν στήν περιοχή μας. Δέν χωράει τό μυαλό ποῦ βρῆκαν καταφύγιο τόσοι ἄνθρωποι. Αὐτά ἀπό τόν ’Hρόδοτο. Τό εἴπαμε καί πιό πάνω: ἡ Ἄργιλος εἶχε μερικές χιλιάδες κατοίκους. Εὔκολα βγαίνει τό συμπέρασμα ὅτι καί τό Κερδύλλιο δέν ἦταν ἕνας μικρομαχαλᾶς, ἀλλά «πόλισμα», μικρή πόλη, μεγάλο χωριό.
β) Τό χωρίο τοῦ Θουκυδίδη:
« Βρασίδας δέ πυνθανόμενος ταῦτα ἀντεκάθητο καί αὐτός ἐπί τῶ Κερδυλίω· ἔστι δέ τό χωρίον τοῦτο Ἀργιλίων ἐπί μετεώρου πέραν τοῦ ποταμοῦ, οὐ πολύ ἀπέχον τῆς Ἀμφιπόλεως, καί κατεφαίνετο πάντα αὐτόθεν», «Ὁ δέ Βρασίδας παρακαλουθώντας αὐτά (τίς
Πασαλόπηκτος Γέφυρα Στρυμόνος.
(Πίσω ἀπό Ἀμφίπολη. Κοντά στον κινήσεις τοῦ Κλέωνος) στρατοπέδευσε κι αὐτός στό Κερδύλιο, πού ἀνήκει στούς Ἀργιλίους σέ ψηλή τοποθεσία, πέρα ἀπό τό ποτάμι, ὄχι μακρυά ἀπό τήν Ἀμφίπολη.
Ἀπό κεῖ φαίνονταν καθαρά τά πάντα-παρακολουθοῦσε τά πάντα»39 .
Τό χωρίο αὐτό εἶναι τό μοναδικό στήν περιγραφική του πληρότητα, πού μᾶς φανερώνει καθαρά: τοποθεσία, στρατηγική σημασία, προέλευση τοῦ οἰκισμοῦ κ.λ.π.
Ἄν θέλουμε νά λεπτολογήσουμε γύρω ἀπό τή σημασία ὀρισμένων λέξεων θά λέγαμε τά ἑξῆς, κρατώντας πάντα τή σειρά τοῦ κειμένου.
Α´ Χωρίον: σημαίνει κυριολεκτικῶς χωριό, οἰκισμό σημαντικό.
Β´ Ἀργιλίων : εἶναι ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς ἀλήθειας πού ξέρουμε ἀπό τόν ‘Hρόδοτο, ὅτι δηλ. τό χωριό, ὁ οἰκισμός αὐτός, εἶναι «ἀποικία» τῶν Ἀργιλίων, ἀνήκει στήν πόλη-μητρόπολη Ἄργιλος. Τοῦτο μᾶς δίνει λαβή νά ὑποθέσουμε πώς καί οἱ κάτοικοι-τουλάχιστον οἱ περισσότεροι- προέρχονται ἀπό τούς Ἀνδρίους πρώτους οἰκιστές. Τά διακόσια πενῆντα χρόνια πού πέρασαν ἀπό τήν ἐγκατάστασή τους (665 π.Χ.) στόν τόπο αὐτό, δίνουν σέ μᾶς τό εὔλογο, νά ὑποθέσουμε πώς ἡ Ἀνδρική καταγωγή τῶν Κερδυλιωτῶν εἶναι ἀρκετά καθαρή. Πιθανῶς ὑπῆρχαν καί «ἑτεροδημότες» στό Κερδύλιο αὐτό, ὅπως πολύ περισσότεροι ὑπῆρχαν-αὐτό εἶναι βέβαιο- καί στήν Ἄργιλο. Φαίνεται πάντως πώς ἡ ἀπόλυτη ἐξάρτηση ἀπό τήν Ἄργιλο σταμάτησε καί τό «χωρίον» Κερδύλιον ἔκοψε δικά του νομίσματα40
Γ´ Μετέωρον: ψηλός τόπος- ὕψωμα. Πράγματι ὁ λόφος αὐτός καί σήμερα ἀποτελεῖ αἰσθητή προεξοχή τῶν πάνω ἀπ’ αὐτόν λόφων. Βγαίνει δέ προκλητικά ὑψούμενος νοτιοανατολικά καί ἀποτελεῖ κυριολεκτικῶς βιγλάτορα. Τό ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό του εἶναι ὅτι ἐνῶ πετάγεται ἀπότομα, τό πάνω μέρος του εἶναι σχεδόν ἐπίπεδο. Ὄχι, δέν τό ἰσοπέδωσαν οἱ πρῶτοι οἰκιστές γιά νά κτίσουν. Ἔτσι εἶναι ἡ φυσική του μορφή, γι αὐτό καί οἱ Ἀργίλιοι μέτοικοι ἔκτισαν ἐδῶ. Τό «μετέωρον» αὐτό τοπίο τοποθετεῖται ἀπό τόν Θ. «πέραν τοῦ ποταμοῦ», στή δυτική πλευρά τοῦ ροῦ τοῦ Στρυμόνα καί μάλιστα πολύ κοντά στήν Ἀμφίπολη: «οὐ πολύ ἀπέχον τῆς Ἀμφιπόλεως», μιά τουφεκιά ἀπόσταση, θά λέγαμε σήμερα. Ἐκεῖνο, βέβαια, πού ἔχει τεράστια σημασία γιά τήν ἔκβαση τῶν πολεμικῶν γεγονότων εἶναι τό ρῆμα πού χρησιμοποιεῖ ὁ συγγραφεύς. Δέν γράφει «ἐφαίνετο», ἀλλά τό ἐπιτείνει μέ τήν πρόθεση κατά: «κατεφαίνετο»: «καί κατεφαίνετο πάντα αὐτόθεν». Γι αὐτούς πού δέν γνωρίζουν τό μέρος θά μπορούσαμε νά τούς ποῦμε πώς τό «κετεφαίνετο» δηλώνει τήν σαφήνεια καί καθαρότητα καί τή λεπτομερῆ φωτογράφηση «ἀπό ἀεροπλάνου». Ἀπό κεῖ πάνω ἔχει κανείς τήν περιοχή τῶν ἐκβολῶν τοῦ Στρυμόνα κάτω ἀπ’ τά πόδια του. Σέ ἀκτίνα 3-4 χιλιομέτρων διακρίνει τά πάντα ‘H θέα εἶναι ἐκπληκτική. Γι αὐτό καί ἡ θέση στρατηγικώτατη. Καμμία κίνηση τῶν ἐχθρῶν δέν μποροῦσε νά ξεφύγει.
Ἐδῶ λοιπόν ἔστησε τό στρατηγεῖο του ὁ Βρασίδας. Τό πρόβλημα πού γεννιέται σέ μᾶς σήμερα εἶναι ΠΟΥ ἔβαλε τούς πολλούς-πάρα πολλούς γιά τή σημερινή χωρητικότητα τοῦ τόπου αὐτοῦ στρατιῶτες του. Ἀλλά γιά νά χωρέσουν ἐδῶ χίλιοι πεντακόσιοι στρατιῶτες, εἶναι ἀπόλυτη ἀνάγκη νά δεχθοῦμε μεγάλη εὐρύτητα χώρων. Οἱ 1.500 στρατιῶτες δέν εἶναι ἕνας λόχος.
Οὔτε εἶναι ὑπερβολικός ὁ ἀριθμός. Ὁ Θουκυδίδης δέν εἶναι Ἡρόδοτος:
« Τό δ᾽ ὀπλιτικόν ξύμπαν ἠθροίσθη δισχίλιοι μάλιστα καί ἱππεῖς Ἕλληνες τριακόσιοι. Τούτων Βρασίδας μέν ἔχων ἐπί Κερδύλιον ἐκάθητο ἐς πεντακοσίους καί χιλίους, οἱ δ᾽ ἄλλοι ἐν Ἀμφιπόλει μετά Κλεαρίδου ἐπετάχατο», δηλαδή «μαζεύτηκαν δέ συνολικῶς δύο χιλιάδες πεζοί καί τριακόσιοι ἱππεῖς (τό «Ἕλληνες» δηλώνει τούς ἀπό τίς νότιες συμμαχικές πόλεις προερχομένους). Ἀπό αὐτούς κρατώντας ὁ Βρασίδας 1.500 κάθονταν στό Κερδύλιο, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ὑπό τίς διαταγές τοῦ Σπαρτιάτη στρατηγοῦ Κλεαρίδου βρίσκονταν στήν Ἀμφίπολη»
Τί ἦταν λοιπόν αὐτό τό περίφημο «ΚΕΡΔΥΛΙΟΝ»;
‘H ἀρχαιολογική σκαπάνη κατά τόν εἰκοστόν αἰώνα μᾶς φανέρωσε αὐτό πού οἱ παλαιότεροι ἀρχαιολόγοι ὑπέθεταν. Καί ὑπέθεταν εἰκάζοντες ἀπό τίς πιό πάνω ἱστορικές μαρτυρίες. Τόπος μετέωρος-ψηλός, δυτικά τοῦ Στρυμόνα, ἀπ’ ὅπου καταφαίνονταν τά πάντα, πολύ κοντά-ἀπέναντι στήν Ἀμφίπολη, θά μποροῦσαν νά εἶναι τά Κάτω ἀλλά καί τά Ἄνω Κερδύλλια.
Ἔτσι ἔχουμε ξένους ἀρχαιολόγους πού ἐπισκέφθηκαν πρίν ἑκατό περίπου χρόνια τόν τόπο νά διχογνωμοῦν γιά τήν ἀκριβῆ τοποθεσία. Οἱ μισοί δέχονται τά Κάτω καί οἱ ἄλλοι μισοί τά Ἄνω. ( Ὁ Desdevises du Rezert(;) καί ὁ δικός μας Μαργαρίτης Δήμητσας τοποθετοῦν τό ἀρχαῖο Κερδύλλιο στά Ἄνω Κερδύλλια, ἐνῶ οἱ Cousineri, P.Perdrizet καί P.Kollart-P.Devambez στά Κάτω.
Χωρίς ἀνασκαφές, οἱ ἄνθρωποι στηρίχθηκαν στά ἀρχαιολογικά εὑρήματα πού συνάντησαν εἴτε διάσπαρτα, εἴτε τοποθετημένα σέ περίοπτες μεριές τῶν σπιτιῶν καί κυρίως τῶν Ἐκκλησιῶν, εὑρήματα πού οἱ τότε ἄνθρωποι τά μετέφεραν γιά νά στολίσουν τά σπίτια καί τίς Ἐκκλησίες τους.
Ἔτσι ὁ γνωστός P.Perdrizet δημοσιεύει ἐνεπίγραφες μαρμάρινες στῆλες πού εἶδε ὁ ἴδιος εἴτε ἐντοιχισμένες εἴτε φυλασσόμενες σέ σχολεῖα καί σέ γωνίες σπιτιῶν μέ τίς ἑξῆς ἐπιγραφές.
Ἀπό αὐτές οἱ τρεῖς πρῶτες βρίσκονται, λέει, στό σπίτι τοῦ Γεωργίου Νικολάου, ἡ τέταρτη ἀκρωτηριασμένη στή θέση Μόδι (κοντά στό Στρυμόνα) καί ἡ πέμπτη στό σχολεῖο τοῦ Α.Κρούσοβου. Οἱ δύο πρῶτες ἀνήκουν, πιθανώτατα, στο β᾽ καί γ᾽ μ.Χ. αἰώνα, οἱ ἄλλες εἶναι μεταγενέστερες.
Γιά τήν πρώτη τοῦ μίλησε καί τήν ἔδειξε ὁ Νικόλαος Ζαχαρίου. ‘H δεύτερη, πού εἶναι γραμμένη πάνω σέ λευκή στήλη καί τήν εἶχε ὁ Γεώργης Κώστα (ποιός ἅραγε νά εἶναι;) εἰκονίζει μιά γυναίκα πού κάθεται σέ ψηλό θρόνο, μπροστά της ὑπῆρχε ἕνα πρόσωπο, τοῦ ὁποίου φαίνεται μόνο ἕνα μέρος τοῦ μανδύα καί ἀπό κάτω ὑπάρχουν τά γράμματα ΘΕΟΓΕΩΙ ΚΑΙ καί στήν ἕδρα τοῦ βάθρου πού κάθεται ἡ γυναίκα ἡ φράση ΕΥΠΡΑ πού εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἐπιγραφῆς.
Ἐκείνη ἡ ἐπιγραφή πού ἀπασχόλησε τούς ἀρχαιολόγους εἶναι ἡ κάτωθι πού βρέθηκε στούς Ἁγίους Θεοδώρους σέ λευκό μάρμαρο.
Ἔχει διαστάσεις 0,42Χ 0,50 καί σήμερα βρίσκεται στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Πάνω ἀπό τήν ἐπιγραφή ὑπάρχει ἐπιτάφιο ἀνάγλυφο μέ τρεῖς ἱππεῖς, ντυμένους μέ χιτῶνες καί χλαμύδες νά τρέχουν πρός τό βάθρο, στό ὁποῖο ὑπάρχει γυναίκα ντυμένη ἐπενδύτη. Στό ὑπόβαθρο ὑπάρχει ἡ ἐπιγραφή ΧΑΙΡΕ καί ἀπό κάτω ἡ πιό πάνω ἑπιγραφή. Τά ὀνόματα Ζελμούτας (Ζέλμις) καί Ζειπύρων εἶναι Θρακικά· τό ΗΝΛΙΖΕΙ ἄγνωστο.
Γιά τό ἴδιο αὐτό ἀνάγλυφο ἡ Κουκούλη μᾶς λέει ὅτι αὐτό φωτογραφήθηκε καί δημοσιεύτηκε τό 1931 ἀπό τούς P. Collart-P Devambez κι ὅτι ἦταν ἐντοιχισμένο κάπου στήν αὐλή τῶν Ἁγ. Θεοδώρων. Γιά τήν ἔννοια τῆς ἐπιγραφῆς ἀναφέρει τήν ἐκδοχή ὅτι «ὁ Ηνλίζεις» πρέπει νά ἦταν ὁ πατέρας τῶν τριῶν νέων καί σύζυγος τῆς Καλλιόπης».
Πρέπει νά ποῦμε ὅτι στό Μουσεῖο τῆς Καβάλας ὑπάρχουν μερικά ἀρχαῖα εὑρήματα τῶν Κερδυλλίων.Π.χ ἐκεῖνο πού βρέθηκε στήν αὐλή τοῦ Σχολείου τό 1954 διαστάσεων 0,42Χ0,22 μέ ἀναλυτική ἐπιγραφή-εἶναι ἕνα πωλητήριο τῆς ἐποχῆς-βρίσκεται ἐκεῖ μέ ἀριθμ 827 καί δημοσιεύτηκε ἀπό τόν Δ.Λαζαρίδη καί ἀναγράφονται κοινά Μακεδονικά ὀνόματα:
ΚΑΛΛΙΠΟΣ - ΤΙΜΩΝ - ΕΞΗΚΕΣΤΟΣ - ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΣ45, ὅπως ἐπίσης καί τά σχετικά τοῦ τάφου πού βρῆκε ὁ Ἀβραάμ Κουτκούδης τελευταῖα.
Νά ἐπανέλθουμε στό θέμα τῆς τοποθεσίας: διχογνωμία σκληρή· μερικοί τήν τοποθετοῦσαν πολύ πιό μέσα, βορειότερα-πίσω ἀπό τό Παλιόκαστρο46 μέχρις ὅτου πρῶτος ὁ ἀρχαιολόγος Σ. Πελεκίδης στά 1920 μέ μιά ὑποτυπώδη-δοκιμαστική ἀνασκαφική ἔρευνα ἔφερε στό φῶς δείγματα καί εὑρήματα πού πλέον ταύτιζαν τή θέση μας αὐτή μέ τό ἀρχαῖο Κερδύλιο.Ξεκίνησε κι αὐτός ἐμπειρικά ἀλλά ἡ τύχη δικαίωσε τίς σοβαρές ἐνδείξεις-ἀποχρῶσες θά τίς λέγαμε. Ποιές ἦταν οἱ ἐνδείξεις αὐτές; Ὄχι πάντως τά διάσπαρτα στά δυό χωριά εὐρήματα, μά οἱ βαθειές καί ἐπιστημονικές ἀναλύσεις τῶν ἀρχαίων κειμένων, ἡ ὀνομασία τοῦ λόφου αὐτοῦ ἀπό τούς ντόπιους «Γκραντίσκος», πού στά σλαβικά σημαίνει φρούριο, ὀχυρό, ἀκρόπολη καί τό γεγονός ὅτι κατά τόν Α´Παγκόσμιο Πόλεμο ἡ τοποθεσία αὐτή χρησιμοποιήθηκε σάν «Παρατηρητήριο» (κατεφαίνετο) ἀπό τόν Ἀγγλικό στρατό. Ἀνέβηκε στόν Γκραντίσκο, ἔκανε μιά μικρή ἀνασκαφική ἐργασία ἡ ὁποία δυνάμωσε τίς πεποιθήσεις του ὅτι ἐδῶ εἶναι τό ἀρχαῖο Κερδύλλιο καί ὄχι ἀλλοῦ. Νά τό συμπέρασμά του: «Ἀλλά ἐκτός τῶν ἄλλων ἀναλογιῶν δι᾽ ἅς προτιμῶμεν νά τοποθετήσωμεν τό Κερδύλιον ἤ τό τῶν «Ἀργιλίων χωρίον» ἐπί τοῦ Γκραντίσκου, καί δοικιμαστική ἡμῶν ἀνασκαφή, γενομένη ἐπ᾽ αὐτοῦ συνεπεία τῶν ἀνωτέρω παρατηρήσεων ἔφερεν εἰς τό φῶς θεμέλια οἰκιῶν τοῦ 5ου καί 6ου π.Χ.αἰῶνος, ὡς εἶναι φανερόν εκ τῆς πληθύος τῶν ἐν αὐτοῖς θραυσμάτων ἀγγείων, ἐνῶ τοὐναντίον ἐπί οὐδεμιᾶς τῶν ἄλλων θέσεων (Ἄνω καί Κάτω Κρούσοβο) ἔνθα τοποθετεῖται ἡ πόλις αὐτή εὕρομεν ἴχνη ἀρχαίου συνοικισμοῦ»47 ‘H ἐργασία αὐτή καί τά ἀποτελέσματά της ἦσαν καθοριστικά πλέον γιά τίς μετέπειτα ἔρευνες.
‘H γνωστή μας ἀρχαιολόγος Χάϊδω Κουκούλη-Χρυσανθάκη, Ἔφορος Κλασσσικῶν καί Νεοκλασσικῶν Αρχαιοτήτων Καβάλας, ἀποκατέστησε πλήρως τά πράγματα μέ μιά νέα ἀνασκαφική ἐργασία τό 1986, πού κι αὐτή διά τάς οἰκονομικάς ἁμαρτίας τοῦ ἑλλαδικοῦ κράτους ἔμεινε στά μισά, ταυτοποίησε τόν τόπο μέ τό ἀρχαῖο Κερδύλιο.
‘H μόνη, μέχρι τώρα, ἐπιστημονική ἐργασία πού ἀναφέρεται ἀποκλειστικά στά ἀρχαῖα Κερδύλλια εἶναι, ὡς γνωστόν, τῆς Χάϊδως Κουκούλη-Χρυσανθάκη, πού ἀναφέραμε πιό πάνω, μέ τίτλο: ΚΕΡΔΥΛΙΟΝ-ΚΡΟΥΣΟΒΟΣ-ΑΝΩ Καί ΚΑΤΩ ΚΕΡΔΥΛΙΟΝ. Σ᾽ αὐτήν κυρίως βασίζεται ὁ συγγραφεύς τοῦ παρόντος. Δυστυχῶς ἡ ὅλη ἀνασκαφική ἐργασία δέν ὁλοκληρώθηκε καί ἔτσι δέν ἔχουμε πλήρη καί σαφῆ περιγραφή τοῦ ἀρχαίου πολίσματος.
Φαίνεται ὅτι καί τά εὑρήματα καί ἡ ἔκταση τῆς ἀνασκαφικῆς ἐργασίας δέν ἐπέτρεψαν στήν ἄξια ἀρχαιολόγο νά μᾶς δώσει ἔστω ἕνα ὑποτυπῶδες σκαρίφημα τοῦ οἰκισμοῦ. Ἔτσι εἴμαστε ἀναγκασμένοι νά ὑποθέτουμε.
Ἀφορμή γιά τίς ἐργασίες τῆς Κουκούλη ἦταν ἡ ἰσοπέδωση στή θέση τοῦ Σταυροῦ πού ὑψώνεται στή μνήμη τῶν φονευθέντων τοῦ 1941. Ἔγινε δέ ἡ ἰσοπέδωση ἀκριβῶς κάτω ἀπό τόν τόπο τοῦ ἀρχαίου Κερδυλίου. Ἔτσι ἡ Ἐφορεία Ἀρχαιοτήτων Καβάλας ἅρπαξε τήν εὐκαιρία καί προέβη στή «μικρή δοκιμαστική ἔρευνα στή νότια πλαγιά τῆς κορυφῆς Γκραντίσκου».
Καί τά εὑρήματα ἦταν περισσότερο ἀπό ἀποκαλυπτικά. Σέ μιά τομή ἀνακαλύφθηκε τμῆμα τοῦ τείχους καί ἡ νότια πύλη τοῦ οἰκισμοῦ.
Τό τεῖχος αὐτό ἔχει πλάτος 2 μέτρα καί ὕψος 1μ. κτισμένο μέ τεράστιους πωρόλιθους τῆς περιοχῆς. Φαίνεται μάλιστα καί τό λιθόστρωτο (καλντιρίμι) πού ὁδηγοῦσε βόρεια, πρός τό κέντρο τοῦ οἰκισμοῦ. Ἄρα τό κέντρο τοῦ χωριοῦ βρίσκονταν πιό ψηλά. Πόσο πιό ψηλά; Ἀπό τά λεγόμενα τοῦ Θουκυδίδη γιά διαμονή 1.500 στρατιωτῶν, συνάγουμε πώς τά ἰσχυρά αὐτά τείχη περιέκλειαν μεγάλη περιοχή καί θά πρέπει νά τά ἐπεκτείνουμε σέ μεγάλη ἀκτίνα. Ἔτσι ὁ οἰκισμός πιθανώτατα περιελάμβανε σχεδόν ὅλο τό λόφο. Ἄν, τώρα, σκεφθοῦμε πώς τά τείχη τῆς ἐποχῆς ἐκείνης δέν ἦταν σάν τούς πρό λίγων ἐτῶν τοίχους τῶν δύο μέτρων πού τείχιζαν τά σπίτια τους οἱ παπποῦδες μας, ἀλλά πολύ ψηλότερα, κι ἄν μέ τή φαντασία μας μεταφερθοῦμε γιά μιά στιγμή στήν παραλία καί ρίξουμε τό βλέμμα μας ἐδῶ πάνω, θά ἀντικρύσουμε σίγουρα μιά τεράστια οἰκούμενη (οἰκούμενον χωρίον) ἀετοφωλιά πού θά μᾶς ἐκπλήξει.
Πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι τά τείχη αὐτά πού περιγράφει ἡ ἀρχαιολόγος δέν εἶναι τά ἀρχαιότερα τοῦ οἰκισμοῦ, δηλ. τοῦ 6ου αἰώνα ἀλλά πολύ νεώτερα. Ἀπό τό στρῶμα καταστροφῆς τῆς πύλης, ἀπό τήν κεραμική, τά νομίσματα, ἀλλά κυρίως ἀπό σφράγισμα τῆς χειρολαβῆς ἑνός θαυμάσιου θασίτικου ἀμφορέα μέ ὀξεῖα βάση («ὀξυπύθμενος») ἐξάγεται ὅτι ὁ χρόνος τῆς καταστροφῆς πρέπει νά τοποθετηθεῖ στά τέλη τοῦ τετάρτου π.Χ. αἰώνα (στήν ἐκατονταετία τοῦ 300 π.χ. καί μέ μεγαλύτερη ἀκρίβεια γύρω στό 320-300 π.Χ. Ὅτι βέβαια ὁ οἰκισμός κατοικεῖτο ἤδη ἀπό τόν 6ο καί 5ο π.Χ. αἰώνα, αὐτό δέν ἀμφισβητεῖται ὄχι μόνον ἀπό τήν ἱστορία, ἀλλά καί ἀπό τά εὑρήματα. Ἀλλά καί μετά τήν καταστροφή τοῦ πιό πάνω τείχους ἡ ζωή συνεχίζεται κανονικά κατά τά μετέπειτα χρόνια. Αὐτό τεκμηριώνεται ἀπό σωρεία εὑρημάτων πού βρέθηκαν στή γύρω περιοχή(καί πού ἔκαναν φτερά... μέ αὔξηση τοῦ βαλαντίου τῶν πολλῶν ἐπιτηδείων...) καί ἀνάγονται στή Μακεδονική, Ρωμαϊκή καί πρώτη Βυζαντινή περίοδο. Ἀπό τήν ἐποχή αὐτή τῆς παρακμῆς καί εἰς τό ἑξῆς οἱ μαρτυρίες παύουν. Τό χωριό περιπίπτει σέ ἀφάνεια καί περπερνάει δύσκολες μέρες.

Κατά τή Ρωμαϊκή (146π.Χ. 330μ.Χ.) ἐποχή, ὅταν κέντρο πολιτικό, οἰκονομικό καί στρατιωτικό τῆς Μακεδονίας ἦταν ἡ Ἀμφίπολη, τά Κερδύλλια ὁπωσδήποτε ἐπωφελήθηκαν τοῦ πλούτου καί τῆς δύναμης τῆς διπλανῆς Ἀμφίπολης. Ἄν κανείς διαβάσει τά κοσμοϊστορικά γεγονότα πού ἔγιναν μέσα στήν Ἀμφίπολη κατά τούς Ἀλεξανδρινούς χρόνους, τήν ἐπίζηλη θέση της μέ τούς πλέον ἐπιφανεῖς ἐπισκέπτες, γόνους τῆς βασιλικῆς οἰκογένειας τοῦ Μ.Ἀλεξάνδρου κ.λ.π. καί ἀργότερα τήν πρωτεύουσα θέση-«πρώτη τῶν Μακεδόνων»- στή Ρωμαϊκή ἐποχή, ὅλη αὐτή ἡ δόξα καί ἡ εὐμάρεια τῆς Ἀμφίπολης, εἶχαν θετικές συνέπειες καί γιά τό δικό μας πόλισμα. Παρά ταῦτα τή γενική κρίση πού μάστιζε τήν 3η καί 4η μεταχριστιανή ἑκατονταετία τή Ρωμαϊκή ἀρχαιότητα, τήν «ὕστερη ἀρχαιότητα»48 τήν πέρασαν καί τά Κερδύλλια. ‘H ἱστορία πλέον παντοῦ, μά ἰδιαίτερα ἐδῶ, βαδίζει ἀργά καί νωχελικά. Ὁ τόπος πορεύεται ἐκ τῶν ἐνόντων. Οἱ μετά ἀπό λίγο διαρκεῖς ἐπιδρομές βορβάρων, Γότθων, Οὔνων καί ἄλλων καί ἡ προκλητική θέση τοῦ οἰκισμοῦ ἐκεῖ ψηλά, ἀληθινή πρόκληση στούς πάντες, θά ὁδηγήσουν τά βήματα τῶν Κερδυλλιωτῶν σέ ἄλλη τοποθεσία, φύσει κι αὐτή ὀχυρά, ἀλλά μακρυά ἀπό τά ἐχθρικά βλέμματα τῶν κουρσάρων πού λυμαίνονταν τά παράλια τῆς Θράκης κυρίως, ἀλλά καί ὅλου τοῦ ἐλλαδικοῦ χώρου.


ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ

Ιστορική Περιήγηση
Κατά τήν σύνταξη τοῦ κεφαλαίου αὐτοῦ θέλω νά τονίσω στούς φίλους Κερδυλλιῶτες ὅτι πρέπει νά συντηρήσουν ὡς κόρη ὀφθαλμῶν ὅλα τά τοπωνύμια πού γνωρίζουν, ἀκόμη κι ἐκεῖνα πού πᾶνε νά ξεχαστοῦν.
Μπορεῖ τά σημερινά νά μή συμπίπτουν μέ τά βυζαντινά πού διαβάζουμε στούς Ἀπογραφεῖς τῶν τότε Κερδυλλίων, ἀλλά καί τά σημερινά, ἔστω, μαρτυροῦν κατά ἕνα διαφορετικό τρόπο τήν ἱστορία τοῦ τόπου, πού ἐμᾶς τούς ἁπλοῦς μᾶς διαφεύγει, μιλοῦν ὅμως καθαρά στούς εἰδικούς (ἱστορικούς καί ἀρχαιολόγους).
‘H Χερσόνησος τοῦ Αἴμου κατά τήν Προβυζαντινή (285-395 μ.Χ) καί τήν Πρωτοβυζαντινή (395-641) περίοδο, ἀλλά καί μετά, ἔγινε θέατρο σκληρῶν συγκρούσεων μεταξύ τῆς κακῶς λεγόμενης Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας49 καί πληθύος ἐπιδρομέων πού προέκυψαν κατά τούς αἰῶνες αὐτούς προερχόμενοι κυρίως ἀπό τό Βορρᾶ. Εἶναι ἡ περίοδος τῶν μεγάλων μεταναστεύσεων τῶν λαῶν (καλή ὥρα) πού μεταμόρφωσαν τήν Εὐρώπη ὁλόκληρη. Διέλυσαν τό Δυτικό Ρωμακό κράτος καί ἀπό τά ἐρείπιά του ξεφύτρωσαν νέοι λαοί(Φράγκοι, Τεύτονες-Γερμανοί κ.λ.π.), δημιουργήθηκαν νέα κράτη καί σέ λίγο νέα αὐτοκρατορία πανευρωπαϊκή μέ τό περίφημο Κάρολο τόν Μεγάλο, αὐτοκράτορα ἰσχυρότατο στή Δύση, μετά τό 800. Οἱ προαναφερθέντες λαοί πέρασαν σάν σίφουνας ἀπό τά μέρη αὐτά καί συγκλόνισαν τό κράτος. Λεηλασίες, σφαγές, ἐρημώσεις, αἰχμαλωσίες, πυρπολήσεις καί ἄλλα δεινά πλημμύρισαν τήν αὐτοκρατορία κάτω ἀπό τό Δούναβι. Πολλές φορές ἔφθασαν καί μέχρι τήν πρωτεύουσα. «Μάστιγες τοῦ Θεοῦ» τούς ὀνόμασε ὁ κόσμος γιά τήν ἀνείπωτη καί ἀνεπανάληπτη σκληρότητα καί τά αἱμοβόρα ἔνστικτα πού ἐξεδήλωναν. Ὁ Ἀττίλας ἔμεινε στήν ἱστορία καί οἱ βυζαντινές μανάδες καί προγιαγιάδες μας φόβιζαν τά παιδιά τους50. Καί αὐτοί μέν οἱ προαναφερθέντες, Γότθοι, Ἄβαροι, Οὔνοι, ἦλθαν,εἶδαν, δήωσαν καί ρήμαξαν, ἀλλά τελικῶς ἔφυγαν πρός τή Δύση. Ὁ ἀνώτερος Βυζαντινός πολιτισμός δέν τούς «ἄρεσε». Στή Δύση, τή σημερινή δυτική κυρίως Εὐρώπη, βρῆκαν κλῖμα εὔκρατο γιά τή ζωή καί τή δράση τους.
Ἐδῶ ὅμως εἴχαμε τήν ἀτυχία, τούς ἴδιους περίπου αἰῶνες ἤ λίγο μετά, νά ἀντιμετωπίσουμε ἕνα ἄλλο φῦλο πού ἦλθε ὄχι γιά νά φύγει, ἀλλά γιά νά ἑδραιωθεῖ μέ κάθε μέσο. Εἶναι οἱ Σλάβοι πού ἐμφανίζονται ἔντονα ἀπό τόν 6ο καί 7ο αἰώνα. Ἤρεμα καί ἥσυχα στήν ἀρχή, ὡς εἰρηνικοί μετανάστες-σάν τούς σημερινούς «οἰκονομικούς πρόσφυγες».
Ἦταν οἱ προφυλακές τῶν μεγάλων κυμάτων πού θά ἀκολουθήσουν. Αὐτοί λοιπόν οἱ πρόσφυγες ἔρχονταν εἰρηνικά, ἀσχολοῦνταν μέ ἐργασίες τῶν πάλαι ποτέ δούλων καί σκλάβων.

Κατά μία ἑρμηνεία, τό ὄνομα σλάβος προέρχεται ἀπό τό ἑλληνικό σκλάβος.
Σέ λίγο ὁ ἀριθμός πλήθαινε καί ἄρχισαν νά γίνονται ἐπικίνδυνοι γιατί ἐγκαθίσταντο ὁμαδικά. Τό κράτος στήν ἐπιθυμία του νά τούς χρησιμοποιήσει ἐναντίον ἄλλων βαρβάρων τούς ἀνέχονταν, δίνοντάς τους καί κάποιου εἴδους αὐτονομία, ἀλλά πάντοτε ὑπό παρακολούθηση.Τίς ὁμάδες αὐτές οἱ βυζαντινοί συγγραφεῖς τίς ὀνομάζουν «Σκλαβηνίες» καί τέτοιες ὑπῆρχαν παντοῦ: «κατά Μακεδονίαν» οἱ Ρυγχίτες(ἀπό τόν ποταμίσκο τῆς Ρεντίνας) καί οἱ Στρυμονίτες, «κατά Θετταλίαν» οἱ Δραγουδίτες καί Βελεγεζίτες κ.λ.π. Μία μάλιστα ἀπό τίς σκλαβηνίες αὐτές τῆς Μακεδονίας, οἱ Ρυγχῖτες μέ τόν «βασιλιά» τους Περβοῦνδο, πού μιμούμενος τούς Βυζαντινούς αὐτοκράτορες φοροῦσε κόκκινα σανδάλια, ἐπιτέθηκαν καί μιά καί δεύτερη φορά ἐναντίον τῆς Θεσσαλονίκης. ‘H τιμωρία τους ἦταν σκληρή: πανοικί, μέ ὅλα τους τά ὑπάρχοντα, τούς ἀνάγκασε τό κράτος νά μετοικήσουν στή Μικρά Ἀσία. ‘H ἄλλη σκλαβηνία πού ἐνδιαφέρει ἐμᾶς εἶναι οἱ Στρυμονῖτες. Αὐτοί διέφεραν καί φυλετικά κάπως ἀπό τούς Ρυγχίτες. Ἐνῶ oἱ πρῶτοι ἦταν Σλαβόβλαχοι, οἱ Στρυμονίτες ἦταν καθαροί Σλάβοι. Σκληροτράχηλοι μαχητές, ἐγκαταστάθηκαν στήν περιοχή τοῦ Στρυμόνα καί ἔγιναν ἡ μάστιγα καί γιά τόν πληθυσμό τῆς Βισαλτίας, τουλάχιστον γιά τούς ἀνθρώπους πού κατοικοῦσαν γύρω ἀπό τήν Κερκινίτιδα(τ᾽ Ἀχιανοῦ) λίμνη, ἀλλά, προπάντων, γιά τά βυζαντινά καί ἄλλα ἐμπορικά πλοῖα πού περνοῦσαν ἀπό τά παράλια τοῦ Στρυμονικοῦ κόλπου. Καί περνοῦσαν κοντά διότι τά πλοῖα τῆς ἐποχῆς, μικρά καί μικροῦ ἐκτοπίσματος, δέν μποροῦσαν εὔκολα νά διαπλεύσουν ἀπό τά ἀνοιχτά τό πάντα τρυκιμισμένο ἀκρωτηρίο τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἔτσι μέ τά ταχύτατα μονόξυλά τους οἱ Στρυμονίτες αἰχμαλώτιζαν πλοῖα, ἀνθρώπους, περιεχόμενα κ.λ.π. Φόβος καί τρόμος τῆς περιοχῆς.
Ὁ ἀναγνώστης ἀντιλαμβάνεται ὅτι τίς σκληρότερες συνέπειες τῆς παρουσίας τῶν Στρυμονιτῶν τίς ὑφίστατο τό Κερδύλλιο, πού σάν πρόκληση βρίσκονταν μπροστά στό στόμα τους. Ὅταν θά τεθεῖ τό ἐρώτημα γιατί οἱ ἀρχαῖοι Κερδυλλιῶτες, ἐγκατέλειψαν τό χωριό τους καί τραβήχτηκαν στό ἐσωτερικό καί ψηλότερα, νομίζω πώς ἕνας οὐσιώδης λόγος εἶναι ἡ παρουσία τῶν Στρυμονιτῶν. Αὐτό μέ τήν ὑπόθεση ὅτι ἡ μετοίκηση ἔγινε κατά τόν 7ο μέ 8ο μ.X. αἰώνα.
Οἱ Στρυμονίτες δέν εἶχαν τήν τύχη τῶν Ρυγχιτῶν: «Ἀρκετοί βαπτισθέντες χριστιανοί ἔμειναν στήν περιοχή, ἀφομοιώθηκαν καί ὑπηρέτησαν στό Βυζαντινό στρατό ὡς ἐξαιρετικοί τοξότες, ὑπό τίς διαταγές τοῦ στρατηγοῦ τοῦ Θέματος τοῦ Στρυμόνα»51 .Τό Βυζαντινό κράτος εἶχε σκληρή νομοθεσία καί, ἐπί ἰσχυρῶν αὐτοκρατόρων, ἐννοοῦσε νά λαμβάνει τά μέτρα του. Ἦταν μέτρα γιά τήν προστασία τῆς ἀκεραιότητας τῆς χώρας, ἐκτελεστά καί ἐκτελεστέα ἀπό ὅλους. Γιά παράδειγμα ἔστω τό ὄνομα τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου τοῦ Ε´ ὁ ὁποῖος μετοίκησε 208.000 Σκλαβηνούς στή Μ.Ἀσία52.Νά προσθέσω ἁπλῶς ὅτι γιά τήν ἀσφάλεια τῶν τόπων αὐτῶν τῆς Βαλκανικῆς οἱ αὐτοκράτορες δέν ἀρκοῦνταν μόνο στίς μετοικήσεις τῶν Σκλαβηνῶν. Μετέφεραν καί ἀπό τή Μ.Ἀσία ἀντίστοιχους ἑλληνικούς πληθυσμούς· γίνονταν οἰονεί «ἀνταλλαγή πληθυσμῶν». Ἡ ἀνταλλαγή καί μετοίκηση αὐτή, εἰδικά γιά τά μέρη μας, ἦταν σωτήρια. Ἀπετέλεσε φράγμα-πρόφραγμα, κατά τόν ἀρχαῖο ἱστορικό, στήν ἀθρόα κάθοδο τῶν Σλάβων.
Τά μέρη αὐτά ἔπασχαν ἀπό δημογραφική γήρανση καί ἀπίσχνανση. Πολλοί οἱ λόγοι· π.χ. βαρβαρικές ἐπιδρομές, φυσικά φαινόμενα (σεισμοί κ.λ.π.) καί κυρίως ἐπιδημίες πού ἀποδεκάτιζαν τόν πληθυσμό. Ἀναφέρεται μιά τέτοια πανώλη στά χρόνια τοῦ Ἰουστινιανοῦ, ἡ ὁποία ρήμαξε τήν αὐτοκρατορία καί εἰδικά τή Θράκη καί Μακεδονία. Δημιουργήθηκε ἕνα μεγάλο πληθυσμιακό κενό, τό ὁποῖο ἔσπευδαν νά καλύπτουν οἱ κατερχόμενοι Σλάβοι53 . Σ᾽αὐτό βοήθησαν καί οἱ αὐτοκράτορες τῆς Ρωμανίας: «τό δέ θέμα τοῦ Στρυμόνος τῆ Μακεδονία συντέτακται....καί Σκῦθαι αὐτό ἀντί Μακεδόνων διανέμονται, Ἰουστινιανοῦ τοῦ Ρινοτμήτου ἐν τοῦ ὄρεσι τοῦ Στρυμόνος... ταύτους ἐγκαταστήσαντος»54.
Γιά τό θέμα τῆς μετοίκησης δέν ὑπάρχει ρητός καί δεδηλωμένος λόγος.
Ὁ ἱστορικός καλεῖται νά διατυπώσει τή γνώμη του λαμβάνοντας ὑπ᾽ ὄψιν τά ἱστορικά δεδομένα τῆς ἐποχῆς καί συγκρίνοντας ἄλλες ὁμοειδεῖς περιστάσεις.
Τό βέβαιο εἶναι ὅτι ἡ περιοχή αὐτή ἦταν εὐπρόσβλητη σέ κάθε εἴδος εἰσβολέα. Τήν ἐποχή αὐτή ἔχει τούς Στρυμονίτες, μετά ἀπό λίγο τούς Βουλγάρους καί ταυτόχρονα τούς Σαρακηνούς πειρατές πού κυριολεκτικῶς λυμαίνονταν τά παράλια αὐτά, εἰδικά. Οἱ περιγραφές τῶν ἱστορικῶν γιά τίς λεηλασίες καί τίς ἐρημώσεις τῶν Σαρακηνῶν εἶναι ἀμέτρητες. Τό γεγονός ὅμως πού συγκλόνισε τή Μακεδονία ἦταν ἡ ἅλωσή τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τούς Σαρακηνούς τό καλοκαίρι τοῦ 904 μ.Χ. Ἀπό τήν πόλη καί τήν περιοχή της ἀπήχθησαν περί τούς 20-22.000 αἰχμάλωτοι πού μεταφέρθηκαν στήν Κρήτη55 . Λεπτομερέστατη περιγραφή τῆς ἅλωσης μᾶς δίνει ὁ ἱστορικός Ἱωάννης Καμενιάτης. Ὅλα αὐτά δείχνουν τήν ἀδυναμία πλέον τοῦ κράτους νά ἐπιβληθεῖ.
Ἐκεῖνοι ὅμως πού ἀπεδείχθησαν οἱ σκληρότεροι καί οἱ πλέον ἐπίμονοι ἐχθροί ὑπῆρξαν οἱ Βούλγαροι πού γρήγορα ἐκσλαβισθέντες ἔγιναν ἡ μάστιγα τῆς Ρωμανίας . Δέν μετριῶνται οἱ πόλεμοι, οἱ καταστροφές, οἱ λεηλασίες καί οἱ ἀρπαγές τους. Ὁ Ἑλληνισμός στά χρόνια αὐτά δέν ὐπέφερε ἀπό κανέναν ἐχθρό του τόσο, ὅσο ἀπό τούς Βουλγάρους, τά χαϊδεμένα παιδιά μας πού ἔλαβαν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη τά πάντα.
Θά ἦταν μακρύς ὁ κατάλογος ἄν θά θέλαμε νά ἀπαριθμήσουμε τούς πολέμους καί τά ὀνόματα τῶν βασιλιάδων τους (τσάρων). Σέ ὅλους αὐτούς τούς πολέμους, ἡ περιοχή μας, τό χωριό αὐτό, συμμετέσχε, κυρίως λεηλατούμενο καί καιόμενο. Δυό τρία ὀνόματα καί μόνο ἀρκοῦν γιά νά θυμίζουν στούς Ἕλληνες τά δεινά πού σώρευσαν οἱ βόρειοι αὐτοί γείτονες.
Τόσο ἦταν τό θράσος τους, ὥστε τό 908 ἐπί αὐτοκράτορος Νικηφόρου τοῦ Α´ στήν περιοχή τοῦ Στρυμόνα ἐπετέθησαν στά βυζαντινά στρατεύματα τήν ὥρα τῆς μισθοδοσίας τους καί ἀφοῦ ἅρπαξαν ὅλο τό χρῆμα κατέσφαξαν ὅσους μπόρεσαν ἀφοῦ τούς βρῆκαν ἄοπλους, μεταξύ δέ αὐτῶν καί τόν ἐπικεφαλῆς στρατηγό τοῦ Θέματος τοῦ Στρυμόνα καί πολλούς ἄρχοντες.56
Τό 896 ὁ τσάρος Συμεών κατανίκησε τίς Βυζαντινές δυνάμεις καί λεηλατώντας Θράκη καί Μακεδονία (καί ἐμᾶς) ἔφθασε μέχρι τήν Ἀλβανία.
Ἄλλος τσάρος τῶν Βουλγάρων ὁ Σαμουήλ (976-1014) σκληρότερος τοῦ προηγούμενου ταλαιπώρησε καί ρήμαξε τή Μακεδονία (καί ἐμᾶς). Θά μπορούσαμε νά ποῦμε πώς ἡ περιοχή μας μικρά καί λιγόχρονα διαστήματα γνώρισε τήν εἰρήνη καί τήν ἀσφάλεια τῆς αὐτοκρατορίας μας. Τό δῆθεν ἀπελευθερωτικό κίνημα τῶν Βουλγάρων ἐπί Σαμουήλ μετατράπηκε σέ κατακτητικό. Οἱ κατακτήσεις του ἀγκάλιασαν σχεδόν ὅλη τή Χερσόνησο τοῦ Αἵμου. Αὐτή ἡ κατάσταση τελείωσε ἐπί αὐτοκράτορος Βασιλείου τοῦ Β´τοῦ ἀποκληθέντος Βουλγαροκτόνου (976-1025), μέ τή γνωστή ἱστορία τῆς τελειωτικῆς συντριβῆς τῶν Βουλγάρων στο Κλειδί (μεταξύ Σιδηροκάστρου καί Μελενίκου).
Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Βασιλείου Β´ καί εἰς τό ἑξῆς ἡ αὐτοκρατορία ἐπέβαλε τή θέλησή της παντοῦ. Ὁ Βασίλειος ὑπῆρξε ὄχι μόνον ἱκανός στρατηγός, ἀλλά καί ἰδιοφυής πολιτικός. Ὁργάνωσε τό κράτος μέ μεγάλη προσοχή, ἀναδιέταξε τίς στρατιωτικές δυνάμεις, μεταρρύθμισε καί βελτίωσε τά οἰκονομικά, ἐπέβαλε ὑψηλή φορολογία στούς πλούσιους γαιοκτήμονες καί τίς πλουσιώτερες Μονές καί γενικά ἀπεδείχθη ἄξιος τῆς ἱστορίας, ἡ ὁποία τοῦ ἀνεγνώρισε τήν προσφορά του. ‘H μακεδονική Δυναστεία ὑπῆρξε μία ἀπό τίς ἱκανώτερες στήν ἱστορία τῆς Ρωμανίας.
‘H ἐπί τόσα χρόνια παρουσία τῶν Βουλγάρων στήν περιοχή μας καί ὄχι μόνο, ἄφησε τά σημάδια της παντοῦ. ‘H πολιτική τοῦ Βυζαντίου ἐπεδίωκε κατ᾽ ἀρχάς στενή σχέση καί συνάφεια ἀποσκοποῦσα στήν ἀφομοίωσή τους. Γι αὐτό καί προσπάθησε νά τούς ἐκχριστιανίσει καί νά τούς ἐντάξει στούς λαούς τῆς αὐτοκρατορίας. Ἤδη ἀπό τόν 7ο αἰώνα, ἐδῶ στήν περιοχή μας ἱδρυσε τήν ἐπισκοπή Ἀμφιπόλεως πρός ἐνίσχυση τῆς κρατικῆς ἐξουσίας ἔναντι τῶν Στρυμονιτῶν μέ σκοπό τόν ἐκχριστιανισμό καί τήν ἀφομοίωσή τους. Τό Βάπτισμα τῶν Βουλγάρων ἔγινε ἐπί πατριάρχου Φωτίου μέ τούς αὐτοκράτορες καί τίς βυζαντινές πριγκήπισσες νά παντρεύονται βούλγαρους βασιλιάδες καί πρίγκηπες. Ἐπί αὐτοκράτορος Λέοντος ΣΤ´τοῦ Σοφοῦ τό πρόβλημα τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῶν Βουλγάρων εἶχε πλέον τελειώσει. Ὁ αὐτοκράτορας αὐτός γράφει καυχώμενος γιά τήν ἐθνική καί θρησκευτική πολιτική τοῦ πατέρα του Βασιλείου τοῦ Α´τοῦ Μακεδόνος « ταῦτα( ἐννοεῖ τά σλαβικά φῦλα) ὁ ἡμέτερος ἐν θεία τῆ λήξει γενόμενος πατήρ καί αὐτοκράτωρ Βασίλειος τῶν ἀρχαίων ἠθῶν ἔπεισε μεταστῆναι καί γραικώσας καί ἄρχουσι κατά τόν ρωμαϊκόν τύπον ὑποτάξας καί βαπτίσματι τιμήσας» κ.λ.π. δηλ. τούς ὑπέταξε καί τούς ἔπεισε νά ἀφήσουν τά παλιά καί ἄγρια ἤθη τους καί νά γίνουν Ἑλληνες, ἀφοῦ τούς βάπτισε.
Ὁ προσεταιρισμός αὐτός τῶν Βουλγάρων μέ τό βάπτισμά τους, μέ τίς κοινές λειτουργίες, μέ τίς μεταφράσεις τῶν θρησκευτικῶν, καί ὄχι μόνο, βιβλίων στή γλῶσσα τους, γλῶσσα πού «κατασκεύασαν» οἱ φωτιστές τῶν Σλάβων Κύριλλος καί Μεθόδιος καί, γιά τή Βουλγαρία, οἱ μαθητές τους, τά συμπεθεριά καί οἱ γάμοι, οἱ στενές σχέσεις καί τά «σύρε κι ἔλα», ὅλα αὐτά καί πολλά ἀκόμη, δέν ἔσωσαν τό Βυζάντιο. Μετά τά ὄργανα τῶν ἑορτῶν, ἄρχισαν καί πάλι τά τύμπανα τοῦ πολέμου. Οἱ βασιλιάδες τους αὐτοονομάζονται Τσάροι, δηλ. αὐτοκράτορες καί μάλιστα δέν τούς ἔφθανε «τῶν Βουλγάρων», ἀλλά πρόσθεταν «καί τῶν Ρωμαίων». ‘H κατάσταση αὐτή θά συνεχισθεῖ γιά αἰῶνες, ἄλλοτε βίαιη καί ἄλλοτε ἤπια, κάπου-κάπου ἐξ ἀνάγκης εἰρηνική.
Γιά ἑνα μικρό διάστημα ζοῦσαν σχετικά εἰρηνικά μέ τούς Ἕλληνες, οἱ ὀποῖοι βέβαια κρατοῦσαν ἀποστάσεις καί δέν συγχωνεύονταν εὔκολα.
Ὑπῆρξαν καί μέρη στά ὁποῖα ἡ φυλετική ἀνωτερότητα τῶν Ἑλλήνων ἔδινε τή θέση της στίς ἀνάγκες τῶν καιρῶν καί στά αἰσθήματα τῶν ἀνθρώπων.
Παρουσιάζονται πολλές περιπτώσεις γάμων καί ἄλλων συγγενειῶν. Γι αὐτό ἔχουμε στά χωριά μας κάποια ὀνόματα πού εἶναι σλαβικά. Αὐτό προέρχεται κυρίως ἀπό Βουλγάρες μάνες. Σπάνια οἱ Ἕλληνες ἔδιναν τά κορίτσια τους σέ Βουλγάρους, πλήν τῶν περιπτώσεων ἁρπαγῶν. Τέτοια ὀνόματα εἶναι π.χ. τό ἀνδρικό ὄνομα Νεκτεάνος (Τό βρίσκουμε τό 1300 στά Στεφανινά καί τά Βρασνά, τό ὄνομα Μπόζια, Μποζιάνα δηλ. Χρυσούλα τό 1318 στά Κερδύλλια, κ.λ.π.). Ἐπίσης ἀπό τή συνοίκηση αὐτή ἑχουμε καί πάρα πολλά τοπωνώμια π.χ. Γιάντσα, Γκραντίσκος, Μπέλα βόντα, Λιγκοβιάνη, Ροδολίβος Γκουλιαμαριάκα (μεγάλο ρέμα) καί κυρίως αὐτό πού ἐνδιαφέρει ἐμᾶς: ΚΡΟΥΣΟΒΟΣ-ΚΡΟΥΣΟΒΑ Πληροφοριακά μόνο γιά τούς ἀναγνῶστες μου ἀναφέρω ὅτι αὐτά τά τοπωνύμια, ἡ μερική σλαβοφωνία σέ ὁρισμένα μέρη, ἔγιναν αἰτία, τόν προ-περασμένο αἰώνα, νά διατυπωθεῖ ἀπό Γερμανό ἐπιστήμονα, τόν περίφημο FALLMERAYER, ἡ γνωστή, γεμάτη φληναφήματα δῆθεν ἐπιστημονική θεωρία γιά τόν πλήρη καί ὁλοκληρωτικό ἐκσλαβισμό τῶν Ἑλλήνων, ὅλων κι ὄχι μόνο τῶν Βορείων, προπάντων τῶν Πελοποννησίων, θεωρία ἡ ὀποία ἔπεσε σάν χάρτινος πύργος.
Πρέπει πάντως νά σημειωθεῖ πώς μόνιμες ἐγκαταστάσεις βουλγαρικῶν πληθυσμῶν δέν ἔγιναν στή Βισαλτία καί προπάντων στό νότιό της τμῆμα.Ὅλα τά χωριά τῆς περιοχῆς αὐτῆς ἔχουν ἑλληνικά ὀνόματα καί δέν ὑπάρχει κανένα ἱστορικό ἤ ἀρχαιολογικό στοιχεῖο πού νά μαρτυρεῖ τήν ἐδῶ μόνιμη ἐγκατάσταση Σλαβοβουλγάρων.
Οἱ πόλεμοι πού ἀρχίζουν ἀπό τόν ἕνατον αἰώνα καί συνεχίζουν εἶναι τόσο σφοδροί καί καταστρεπτικοί, (τῶν Στρυμονιτῶν οἱ ληστεῖες ἦταν ἁπλά καί ἁπαλά συμβάντα) ὥστε, συνδυαζόμενοι καί μέ τούς ἐσωτερικούς ἐμφύλιους ἀνταγωνισμούς τῶν ὑποψηφίων αὐτοκρατόρων κατάντησαν τό κράτος καί κυρίως τίς βόρειες, τίς δικές μας ἐπαρχίες, ἔρημες καί ἐρειπωμένες. Τοῦτο καταφαίνεται καί ἀπό τά σχετικά πού θά δοῦμε στίς περίφημες Ἀπογραφές. Ἄν παρακολουθήσουμε τή γενική πολιτική ἱστορία ἀπό τό 800 καί ἐξῆς θά ἀντιληφθοῦμε σέ ποιό κλῖμα ζοῦσαν οἱ παλαιοί ἐκεῖνοι Κερδυλλιῶτες πρόγονοί μας καί τί ἀντιμετώπιζαν καθημερινῶς ζώντας σέ μιά περιοχή πού ἦταν περίβλεπτη καί περιζήτητη ἀπό τούς ἀρχαίους χρόνους γιά τήν ἐξαιρετική γεωπολιτική, οἰκονομική καί στρατηγική της θέση. Τώρα πλέον ἡ Ἀμφίπολη δέν εἶναι κἄν ἴσος σέ ἀξία καί σπουδαιότητα οἰκισμός ἄν καί τιμᾶται μέ ἕδρα ἐπισκόπου.
Τελικῶς οἱ Βούλγαροι ἀπεδείχθησαν οἱ σκληρότεροι πολέμιοι τοῦ Βυζαντίου, κι ἄς πῆραν ἀπ’ αὐτό ὅλο τόν πολιτισμό τους. Κάθε φορά πού ἡ αὐτοκρατορία βρίσκονταν σέ κίνδυνο, κάθε φορά πού ἄλλοι ἐπιδρομεῖς πλησίαζαν τά σύνορα τῆς αὐτοκρατορίας, οἱ Βούλγαροι πρῶτοι συμπαρατάσσονταν μαζί τους. Ἀλλά καί μόνοι τους, δημιουργήσαντες κράτος, ἔβαλαν σκοπό τήν κατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης καί τήν ἀνάδειξή τους σέ διαδόχους τῶν βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων. Κατά τούς διαχρονικούς αὐτούς πολέμους πέρασαν πολλές φορές ἀπό τό μέρος μας. ‘H στρατηγική θέση τῶν ἐκβολῶν τοῦ Στρυμόνα τραβοῦσε πολλούς βαρβάρους στα μέρη αὐτά.
Μέσα στό ὄργιο αὐτό τῶν πολέμων,τῶν καταστροφῶν, τῶν διώξεων καί ἁρπαγῶν ἀπό τούς συνεχῶς ἀνανεούμενους ἀλλόφυλους ἐπιδρομεῖς, ἀπό τή μιά μεριά, ἀλλά καί ἀπό τά χειρότερα ἐσωτερικά δεινά τῶν ἐμφυλίων δυναστικῶν πολέμων, τῶν στάσεων καί ἐπαναστάσεων, τίθεται πλέον τό μεγάλο θέμα γιά τήν ἱστορία αὐτή.

Η ΜΕΤΟΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΚΕΡΔΥΛΙΩΤΩΝ

Καί πιό πάνω εἶπα πώς δέν ὑπάρχει μαρτυρία γιά τό χρόνο τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, οὔτε κἄν ποιόν αἰώνα ἔγινε ἡ μετοίκηση. Ἀπό τά λεχθέντα γίνεται φανερό ὅτι τό μεγαλύτερο κίνδυνο οἱ ἀρχαῖοι μας πατριῶτες ἀντιμετώπισαν ἀπό τούς Βουλγάρους. Βεβαίως καί οἱ Στρυμονίτες ἦσαν Σλάβοι, ἀλλά δέν μποροῦν νά συγκριθοῦν μέ τούς πολυπληθεῖς καί τό ἴδιο καί ἀκόμη περισσότερο σκληρούς καί αἱμοδιψεῖς Βουλγάρους. Βεβαίως καί οἱ Στρυμονίτες ἦσαν ἐγκατεστημένοι στήν περιοχή αὐτή καί θά μποροῦσε νά λεχθεῖ ὅτι ἡ πίεσή τους ἦταν καθημερινή. Οἱ Στρυμονίτες ὅμως ἀσχολοῦνταν μέ πιό ἀποδοτική δουλειά: τή ληστοπειρατεία, πού τούς ἀπέφερε πολλά περισσότερα ἀπό ὅσο τά 50 καί 100 μόδια σίτου καί τά 15 κρασιοῦ. Ἀντίθετα οἱ Βούλγαροι, στεριανοί αὐτοί, μέ τίς περιοδικές τους «ἐμφανίσεις» ἀποδεικνύονταν ἀσυγκρίτως σκληρότεροι κι ἁρπακτικώτεροι. Ἐξ ἄλλου κι αὐτοί ἦσαν σχεδόν καθημερινοί ἐπισκέπτες, σέ μιά αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία δέν μποροῦσε νά διαφυλάξει σχεδόν τήν πρωτεύουσά της. ‘H ζωή τῶν ἀνθρώπων μας ἔγινε ἀβάστακη κατά τήν περί τό 1000 μ.Χ. περίοδο. Τότε, πιστεύω, ὅτι ἔγινε καί ἡ μετοίκηση, πάντως ὄχι κατά τήν περίοδο τοῦ αὐτοκράτορος Βασιλείου Β´τοῦ Βουλγαροκτόνου. Τοῦτο ἀποτελεῖ τήν προσωπική μου ἄποψη μετά ἀπό τήν περιήγηση πού ἔκανα στίς ὑπάρχουσες πηγές καί τή λογική ἐπεξεργασία καί ἄλλων στοιχείων, ὅπως π.χ, στήν ἴδια ἐποχή ἐντάσσεται καί ἡ μετοίκηση τῶν Στεφανινῶν στή σημερινή θέση, πιό «ψηλά».
Ἄν αὐτά λέμε γιά τήν αἰτία τῆς μετοίκησης, τίς ἴδιες σκέψεις ἔχουμε νά κάνουμε καί γιά τόν τόπο στόν ὁποῖο κατέφυγαν οἱ ἄνθρωποί μας. Ἄν τό ἀρχαῖο Κερδύλλιο ἀποτελοῦσε πρόκληση στόν καθένα πού περνοῦσε τήν ἘγνατίαὉδό57, γιατί ἔμοιαζε μέ τήν εὐαγγελική πόλη πού κεῖται ἐπάνω σέ βουνό, τήν ὁποία ἀκόμη καί οἱ τυφλοί δέν μποροῦσαν παρά νά δοῦν, καί ἄν ἡ μετοίκηση ἔγινε γιά τόν ἕνα καί μοναδικό λόγο, τήν ἀσφάλεια, τότε ἡ μετοίκηση θά ἔπρεπε νά γίνει σέ τόπο «ἀόρατο» ἀπό τούς ἐχθρούς. Τά Κάτω Κερδύλλια φαίνονται ἀπό τή θάλασσα. Ἄν φαίνονται, δέν μπορεῖ νά ἀποτελοῦσαν τόπο ἀσφαλῆ, ἄρα δέν μπορεῖ νά ἦλθαν ἐδῶ. Μένουν τά Ἄνω.
Ἐδῶ ἡ τοποθεσία εἶναι ἡ πλέον κατάλληλη, φυσικό καταφύγιο. Κανείς ἀπό τον κάμπο, τη θάλασα, ἀκόμη κι ἀπό τά πιο πάνω ψηλά βουνά, δέν μπορεῖ νά διακρίνει τόν ἀρχικό οἰκισμό, ὅπου καί ἔγινε ἡ πρώτη ἐγκατάσταση. Φτωχός, βέβαια, ὁ τόπος, ἀλλά ἀσφαλής. ‘H ἀσφάλεια αὐτή-παρά τη φτώχεια, ἦταν ἱκανός παράγων τῆς αὔξουσας σύν τῶ χρόνω γεννητικότητας, με συνέπεια την μετά ἀπό ἀρκετούς αἰῶνες μετοίκηση τῶν κατοίκων στα Κάτω Κερδύλλια. Για τό λόγο αὐτό καί μόνο, πού κρίνω ἐπαρκῆ, ἕνα μέρος τῶν Α.Κερδυλλίων ἐγκατέλειψε τό χωριό καί δημιούργησε τό νέο μέ ναό, τουλάχιστον για ἀρκετό χρόνο, τό μοναστηριακό, τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων.
Ἀργότερα ἀνοικοδόμησε σέ μεγαλύτερες διαστάσεις τόν προϋπάρχοντα ναΐσκο ἤ ἐξωκκλήσι, Ἅγιο Γεώργιο καί ἔγινε αὐτός πλέον ὁ ναός τοῦ χωριοῦ.
Στίς Ἀπογραφές δημιουργεῖται ἡ ἀπορία: γιατί ἀναφέρουν Μετόχι ἐπ᾽ ὀνόματι τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων (πού εἶναι στα Κάτω Κερδύλλια) καί ὄχι τῶν Ἁγίων Θεοδώρων. Θεωρῶ βέβαιο ὅτι οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι ἦταν πολύ παλαιός ναΐσκος καί, την περίοδο αὐτή τῶν Ἀπογραφῶν, ἑβδομῆντα περίπου χρόνια μετά τά Χρυσόβουλα τοῦ Μιχαήλ Παλαιολόγου, κάποιοι πάροικοι εἶχαν ἐγκατασταθεῖ. Σχηματίσθηκε κατά κάποιο τρόπο αὐτό πού οἱ Βυζαντινοί συγγραφεῖς ἀποκαλοῦν «ἀγρίδιον», μικρόσπιτα, καλύβες με ἀγρότες ἐξαρτώμενους. Πρώτη φορά πού γίνεται ὀνομαστική μνεία τῶν Κάτω Κερδυλλίων εἶναι σέ χρυσόβουλο τοῦ Στεφάνου Δουσάν τό 1346. Ἀφοῦ οἱ Ἀπογραφεῖς, τό 1318 καί 1321 δέν γνωρίζουν Κάτω, διότι θά τό ἀνέφεραν φορολογοῦντες τους παροίκους, καί τό ἀναφέρει ὁ Δουσάν τό 1346, συνάγεται ὅτι ἡ μετοίκηση ἔγινε μεταξύ τῶν ἐτῶν 1320 καί 1346.
Ὁ δεσμός τῶν ἀνθρώπων δέν διεκόπη, οἱ συγγενείς διατηροῦνταν, οἱ σχέσεις πάντα στενές, ἡ οἰκονομική κατάσταση ἴδια κι ἀπαράλλακτη, πάροικοι ὅλοι, χωρίς, βέβαια, νά ἀποκλείεται τό παρακολούθημα τῶν Κερδυλλιωτῶν: ἡ διχόνοια καί οἱ διαιρέσεις.
Τό ἐναπομένον ἐρώτημα εἶναι ΓΙΑΤΙ ΚΡΟΥΣΟΒΟ(Σ)-Α, (KRUSEVO σλαβικά ΚRUS, ἀχλάδι καί ΟVO, χώρα, τόπος, δηλ. ἀχλαδότοπος, κυριολεκτικά ἀγκορνιτσότοπος!).
Κατ᾽ ἀρχήν νά ποῦμε ὅτι τό τοπωνύμιο αὐτό δέν εἶναι μοναδικό. Μέ τό ἴδιο ὄνομα ὑπάρχουν κι ἄλλα χωριά καί «πόλεις» πολλές. Στή νότια Σερβία, δίπλα στό ἑλληνικώτατο Μοναστήρι (ΒΙΤΟΛΙΑ σήμερα) ὑπῆρχε καί ὑπάρχει τό περίφημο ἐλληνικώτατο Κρούσοβο, μιά πόλη πεντακάθαρη ἑλληνική, πού ἔγινε παρανάλωμα τοῦ πυρός τό 1903 ἀπό τούς Βουλγάρους κατά τή φονικώτατη καί προμελετημένη (προβοκάτσια) ἐπανάσταση τοῦ Ἴλιντεν (Προφήτου Ἠλία, 20 Ἰουλίου 1903). Κρούσοβο ὑπῆρχε καί ἄλλο στό Ν.Σερρῶν, τό σημερινό Ἀχλαδοχώρι.
‘H ἀπάντηση πού δίνεται γενικῶς εἶναι ὅτι τόπος μέ τό ὄνομα αὐτό σημαίνει πλῆθος ἀχλαδιῶν ἤ ἀγριοαχλαδιῶν (οἱ γνωστές ἀγκορνιτσές).
Ἄν κρίνω ἀπό τό πρόσθετο γεγονός ὅτι καί τό σημερινό νεκροταφεῖο τῶν Ν.Κερδυλλίων ὀνομάζονταν ἀπό τούς παλιότερους «ἀγκουρνιτσούδις» (Στά Στεφανινά «στού Πουρνάρ᾽ ), δηλ. πολλές μικρές ἀγκορνιτσές, συμπεραίνω ὅτι πράγματι ὑπῆρχαν πολλές τέτοιες τόσο ἐδῶ κάτω, ὅσο καί στά Πάν᾽ τά Κερδύλλια.
Βέβαια αὐτό τό ὄνομα πρέπει νά συνδεθεῖ-συνδέεται, ἄλλωστε, ἀφ᾽ ἑαυτοῦ-μέ τό γνωστό θέμα τῶν σλαβικῶν τοπωνυμίων. Καί δέν γεννᾶται μέν πρόβλημα σλαβοφωνίας τῶν κατοίκων ἀμφοτέρων τῶν χωριῶν, ὅμως ἡ εὐκολία μέ τήν ὁποία υἱοθετοῦσαν οἱ Ἐλληνες τά σλαβόφωνα τοπωνύμια δηλώνει τήν εὐρεία χρησιμοποίηση σλαβόφωνων ἤ καί σλάβων, δηλ. Βουλγάρων, στίς γεωργικές καί κυρίως στίς κτηνοτροφικές ἀπασχολήσεις τους ὡς τσομπάνους κ.λ.π. κοινῶς «δούλους» πού μποροῦσαν νά συνεννοηθοῦν στά ἑλληνικά, ὅπως γίνεται καί σήμερα. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ζοῦσαν ἐκεῖ πού δούλευαν μέ τίς οἰκογένειές τους καί ὁπωσδήποτε ὅχι γιά μιά μόνο περίοδο ἐργασίας. Σπάνια βέβαια, ἀλλά γίνονταν καί καμιά φορά καί συνοικέσια καί γάμοι.
Ἔδιναν λοιπόν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί στή δική τους γλώσσα ὀνόματα στίς τοποθεσίες στίς ὁποῖες ζοῦσαν, γιά ὅσο καιρό ζοῦσαν. Ἔτσι ἔμειναν καί στούς ντόπιους κατοίκους, καί καλά κάνουν πού μένουν πολιτογραφημένα πλέον στά καθ᾽ ἡμᾶς γιατί ἀποτελοῦν πηγές ἱστορικῆς αὐτογνωσίας. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τήν τουρκική ἐκδοχή τοῦ ὀνόματος: τό Ἄνω Κρούσοβο οἱ Τοῦρκοι ὀνόμαζαν Bujuk Oursova, δηλ. μεγάλο Κρούσοβο καί τό Κάτω Kucuk Oursova, μικρό, πού εἶναι παραφθορά τῆς λ. Κρούσοβο.
Τό πρᾶγμα δυσχεραίνεται περισσότερο ἀπό τό γεγονός ὅτι τήν ὀνομασία του τό Κρούσοβο δέν τήν πῆρε κατά τήν ἀκμή τῶν βασιλείων τῶν Σέρβων, ἀλλά πολύ νωρίτερα, ἐποχή πού ἀκόμη δέν εἶχε φανεῖ στόν ἱστορικόν ὀρίζοντα τῶν Βαλκανίων ἡ Σερβική δύναμη. Ἔτσι διαβάζουμε στό γνωστό ΤΥΠΙΚΟ ΤΟΥ ΠΑΚΟΥΡΙΑΝΟΥ, τό 1083, τό ὄνομα «Κρούσεβον», εἰδικά τό δικό μας, ἀφοῦ
ἀναφέρεται στήν περιοχή τοῦ Στρυμόνα καί μάλιστα στή γνωστή τοποθεσία «ΜΑΡΜΑΡΙΟΝ», στήν ἀνατολική κοίτη τοῦ ποταμοῦ. ‘H τοπογραφία τοῦ Τυπικοῦ αὐτοῦ δημιούργησε πλῆθος προβλημάτων, πού δέν εἶναι τοῦ παρόντος. Ἐκεῖνο πάντως πού ἔχει σημασία εἶναι ὅτι στίς ἀπογραφές τῶν ὑστεροβυζαντινῶν ἀπογραφέων ἀναφέρεται στό Κρούσοβο τοποθεσία «Πακουριάνος», ἀπόηχος βεβαιότατα τῶν κτημάτων τῆς μεγάλης αὐτῆς Βυζαντινῆς οἰκογένειας στήν περιοχή μας. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, δυό ἀδέλφια ἀπό τήν Ἰβηρία, σημερινή Γεωργία,ὁ Γρηγόριος καί Ἀπάσιος, μεγάλοι ἀξιωματοῦχοι τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, ἔκτισαν τήν μεγάλη καί περίβλεπτη μονή τῆς Παναγίας Πετριτσινιώτισσας, στό σημερινό Μπάτσοβο τῆς Βουλγαρίας. Ἐκεῖ ἐγράφη καί τό περίφημο αὐτό κείμενο μέ τήν ὀνομασία Τυπικό καί περιέχει κυρίως τίς διατάξεις τῆς αὐστηρῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς τῆς Μονῆς. Ὁ αὐτοκράτωρ Ἀλέξιος Κομνηνός, στενός φίλος τῶν ἀδελφῶν, χάρισε πολλά κτήματα στό Γρηγόριο κι αὐτός στή μονή Πετριτσινιώτισσας. Δύο ἀπό αὐτά ἦταν στήν περιοχή μας. Τό ἕνα δίπλα στό Στρυμόνα καί τό ἄλλο παραπέρα, στήν περιοχή τῶν σημερινῶν Βρασνῶν, ὅπου καί, τό «ἄγνωστο» σήμερα, ἀναφερόμενο χωριό, οἰκισμός, Πριλόγκιο.58
Ἐπανερχόμενος στό θέμα τῆς ὀνομασίας μένω στή πρώτη μου διασπίστωση: τό ὄνομα ὀφείλεται στό γεγονός τῆς ἐκεῖ πάνω πληθώρας τῶν ἀχλαδιῶν-ἀγριοαχλάδιῶν (ἀγκορνιτσῶν). Κάποιοι σλάβοι ἐργάτες, ποιμένες κ.λ.π. ἔδωσαν τήν ὀνομασία αὐτή, πού, τελικά, ἔμεινε .

ΥΣΤΕΡΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Μέ δεδομένο τό παραπάνω συμπέρασμα θά συνεχίσω μιά σύντομη ἱστορική περιήγηση στήν καθ᾽ αὐτό πλέον ἱστορία τῆς αὐτοκρατορίας μας πού ὀνομάζεται Ρωμανία κι ὄχι Βυζάντιο μέχρι νά συναντήσω τό Κρούσοβο σέ κανένα χρυσόβουλο ἤ μόνο στίς Ἁγιορείτικες Ἀπογραφές, ἀφοῦ πλέον τά μέρη αὐτά, τόν 14ο αἰώνα, ὅλα τά γνωστά χωριά γύρω ἀπό τό βουνό Κερδύλια (Στεφανινά-Βρασνά καί Κρούσοβο) ἦταν Μετόχια τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου.
Ὁ δωδέκατος αἰώνας συγκλονίζει τήν Ρωμανία μέ τίς φοβερές ἐπιθέσεις τῶν Νορμανδῶν. Θά ἔλθουν ἀπό τήν Ἰταλία, θά κυριεύσουν τεράστιες ἐκτάσειςκαί τελικῶς κατά τόν τρίτο νορμανδικό πόλεμο καί τή Θεσσαλονίκη στίς 15 Αὐγούστου 1185. Νά σημειώσουμε ἐδῶ πρός γνῶσιν καί (μή) συμμόρφωσιν ὅτι κατά τόν πρῶτο νορμανδικό πόλεμο ὁ αὐτοκράτορας τῆς Ρωμανίας Ἀλέξιος Α´ Κομνηνός γιά νά νικήσει καί ἀπωθήσει τούς Νορμανδούς συμμάχησε μέ τόν Σουλτάνο τῶν Σελτζούκων Σουλεϋμάν Κουρτουλούς, ὁ ὁποῖος μέ 7.000 Σελτζούκους μαχητές βοήθησε σημαντικώτατα τόν Ἀλέξιο, στήν Καστοριά, ὅπου κατατροπώθηκαν τά νορμανδικά στρατεύματα (1082). Οἱ Σελτζοῦκοι αὐτοί κόστισαν στή Ρωμανία τή Νίκαια τῆς Βιθυνίας, σχεδόν ἔξω ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, τήν ὁποία ὁ Σουλεϋμάν, ἔστω γιά λίγο, τέσσερα περίπου χρόνια, τήν ἔκανε πρωτεύουσα τοῦ κράτους του (1082-1086). Ὅτι βέβαια οἱ Νορμανδοί πέρασαν ἀπό τά μέρη μας αὐτά εἶναι περισσότερο ἀπό βέβαιο. Γιά ἕνα χρονικό διάστημα πλημμύρισε καί ἡ Βισαλτία καί ἡ περιοχή Ἀμφιπόλεως ἀπό Νορμανδούς . Σ᾽ αὐτή τήν περιοχή διακρίθηκαν δύο μεγάλοι στρατηγοί τῆς αὐτοκρατορίας ἐναντίον τῶν Νορμανδῶν: Οἱ Νικηφόρος Χοῦμνος59 καί, κυρίως ὁ Ἀλέξιος Βρανᾶς. Ὁ τελευταῖος τούς συνέτριψε στό Δημητρίτσι πρῶτα καί μετά στή Μοσυνούπολη τῆς Κομοτηνῆς, ἀφοῦ συνέλαβε 4.000 αἰχμαλώτους60 Ὑπέστη λοιπόν καί τό Κρούσοβο τά δεινά τῶν ὁμοπίστων μας Εὐρωπαίων Νορμανδῶν, ὅπως καί τῶν αἰώνιων συμμάχων μας Τούρκων-Σελτζούκων γιά πρώτη φορά.
Οἱ καμπάνες ἀρχίζουν νά χτυποῦν λυπητερά. Τά πράγματα στήν αὐτοκρατορία πᾶνε ἀπό τό κακό στό χειρότερο. Οἱ γύρω ἀπό αὐτήν λαοί, Βούλγαροι, Σέρβοι, Πατσινάκες, Οὖζοι στό Εὐρωπαϊκό τμῆμα, Σελτζοῦκοι, Ἄραβες στήν Ἀνατολή καί σχεδόν μαζί τους οἱ «ἀδελφοί» ἐν Χριστῶ Λατίνοι καί Φράγκοι θά ρημάξουν τήν αὐτοκρατορία μέ τίς κακώνυμες δῆθεν Σταυροφορίες. Καί μία, καί δύο καί σταματημό δέν εἶχαν, ἕως ὅτου στήν Τέταρτη θά καταλάβουν τήν Κωνσταντινούπολη (1204) καί θά διαλύσουν τήν ἐτοιμοθάνατη Ρωμανία, διαμοιράζοντάς την μεταξύ τους πρός δόξαν τοῦ ἁγίου σκοποῦ πού ἔθεσαν πρός ἐφορμογή καί πού ἦταν ἡ ἀπελευθέρωση τῶν Ἁγίων Τόπων. Τό ἔργο αὐτό τῆς ἅλωσης, ὅπως καί ἀργότερα πιό καθαρά θά δοῦμε, τό ὑποβοήθησαν καί τά δικά μας «καλά παιδιά» τῶν ἀνακτόρων καί τῶν περί αὐτά μέ τούς κυριολεκτικῶς προδοτικούς ἐμφύλιους πολέμους-σπαραγμούς. Γιά τό ὄργιο πού ἔκαναν οἱ Λατίνοι κατά τήν κατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης δέν μποροῦμε ἐδῶ νά κάνουμε λόγο. Ἕνα μόνο λέμε: τό ὄργιο τῶν Τούρκων κατά τήν Ἅλωση τοῦ 1453 ἦταν πολύ μικρότερης καταστροφικότητας μπροστά στό ὄργιο τῶν Λατίνων. Ἀπό τότε πλέον ἔσπασε ὁ δεσμός μεταξύ ἀνατολικῶν καί δυτικῶν ἀνθρώπων, ὄχι χριστιανῶν. Τό σπάσιμο αὐτό κρατάει αἰῶνες, μέχρι σήμερα.
‘H Φραγκοκρατία θά διαρκέσει μέχρι τό 1261 γιά τήν αὐτοκρατορία. Γιά μᾶς μέχρι τό 1224 (1205-1224), δεκαεπτά χρόνια. Φραγκοκρατία λοιπόν καί στά Κερδύλλια μέ βασιλιά στή Θεσσαλονίκη τό Βονιφάτιο πρῶτα καί μετά τόν ἀνήλικο Δημήτριο Μομφερατικό.
Ξέρουμε ὅτι ἐνῶ ὑφίστατο τό κράτος τῶν Λατίνων στή Θεσσαλονίκη, τό Ἅγιον Ὄρος, καθώς καί τά παράλια τοῦ Στρυμονικοῦ κόλπου, βρίσκονταν στό ἔλεος τοῦ τσάρου τῶν Βουλγάρων Ἀσάν, πού τά εἶχε ρημάξει.
Τελικά θά κυριεύσει καί ἀπελευθερώσει τή Θεσσαλονίκη ὁ δεσπότης 61 τῆς ‘Hπείρου Θεόδωρος Δούκας Ἄγγελος, πού διεκδικοῦσε τό θρόνο τῆς αὐτοκρατορίας ἀπό τήν νόμιμη ἀρχή πού εἶχε τήν ἕδρα στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Ὑπό τήν διοίκηση λοιπόν τῶν Ἀγγέλων τά Κερδύλλια, ἔστω γιά λίγα χρόνια.
Βρισκόμαστε στά 1224. Ἀκόμη δέ βρίσκω μαρτυρία γιά τό Κρούσοβο.
Τά χρόνια αὐτά καί τά ἑπόμενα εἶναι τά πιό δίσεκτα γιά τή Ρωμανία.
Ἄς ρίξουμε μιά σύντομη ματιά. Ἔχουμε μαρτυρία ὅτι τό 1246 πέρασε ἀπό τήν περιοχή Ρεντίνας ὁ αὐτοκράτωρ Νικαίας Ἰωάννης Δούκας Βατάτζης. Κατεδίωξε τούς Βουλγάρους ἀπό τήν Κεντρική καί Ἀνατολική Μακεδονία καί ἐγκατέστησε τήν κυριαχία τῆς νόμιμης αὐτοκρατορίας πού παρέμενε στή Νίκαια (λόγω Φραγκοκρατίας). Σέ λίγο ἐπανῆλθαν οἱ Βούλγαροι καί κατέστρεψαν τά πάντα. Καί πάλι ὁ αὐτοκράτωρ τῆς Νικαίας Θεόδωρος Β´Λάσκαρις τούς συνέτριψε τό 1254 στό γνωστό μας Ροῦπελ καί ἐγκατέστησε παντοῦ ἰσχυρές φρουρές καί μάλιστα καί ἐδῶ στήν Ἀμφίπολη.
Στις μέρες πού βρισκόμαστε καλό εἶναι νά ὑπενθυμίσουμε σ᾽ ὅλους πώς ἀπό την ἐποχή πλέον αὐτή εἶναι πλήρως ἀπηρτισμένη ἡ ἐθνική συνείδηση τῶν νεοελλήνων καί πορεύεται σέ συνέχεια ἀδιάλειπτη.

ΚΑΤΕΠΑΝΟΙΚΙΟ

Γιά καλύτερη κατανόηση τῶν ἱστορικῶν γεγονότων πού ἀκολουθοῦν κρίνω ἀπαραίτητο νά προσθέσω ἐδῶ ἕνα μικρό κεφάλαιο γιά τά Κατεπανοίκι (οι) α (στο ἑξῆς με ι).
Γιά νά καταλάβουμε τήν ἔννοια καί σημασία τοῦ Κατεπανοίκιου, νά ποῦμε δυό λόγια γιά τή συνεχῶς συναντώμενη στά ἱστορικά γιά τή Ρωμανία βιβλία καί τίς πηγές λέξη ΘΕΜΑ. Θέμα κατ᾽ ἀρχήν ἦταν μεγάλη στρατιωτική μονάδα (περίπου τό σύγχρονο Σῶμα Στρατοῦ), ἀκολούθως μιά μεγάλη περιοχή, ὅπως οἱ σημερινές Περιφέρειες, στήν ὁποία στάθμευε ἡ ὡς ἄνω στρατιωτική μονάδα καί εἶχε καθῆκον τήν ἀσφάλειά της. Τό διοικοῦσε ὡς ἀνώτατος ἄρχων καί ἐκπρόσωπος τοῦ αὐτοκράτορος, ὁ Κατεπάνω, ἀρχικῶς, καί ἀργότερα ὁ Δούκας. Οἱ τίτλοι ἐναλλάσσονταν, ἀλλά οἱ κατοχοί τους ἦσαν πρόσωπα τῆς ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης τοῦ ἑκάστοτε αὐτοκράτορος, πρίγκηπες, συγγενεῖς, ἀνώτατοι ἀξιωματοῦχοι. Ὁ Βασίλειος Βουλγαροκτόνος μεταρρύθμισε ἐπί τό αὐστηρότερο τούς θεσμούς αὐτούς,καί μάλιστα χώρισε τήν αὐτοκρατορία σέ δύο μεγάλα τμήματα, πέραν τῶν Θεμάτων: στό Ἀνατολικό καί Δυτικό μέ ἐπικεφλῆς τούς Δομεστίχους, ἀρχή ἀνώτερη ἀπό τούς Δοῦκες τῶν Θεμάτων, ὤστε νά ἀνταποκρίνονται καλύτερα στίς διαρκῶς αὐξανόμενες ἀνάγκες τῆς αὐτοκρατορίας. Τήν ἐποχή γιά τήν ὁποία μιλοῦμε τά Θέματα σμίκρυναν, ὅπως καί τά Κατεπανοίκια.
Τό Κατεπανοίκιο λοιπόν ἦταν μικρή Διοικητική Περιφέρεια περίπου σάν τή σημερινή ἐπαρχία, καί Kατεπάνω (ὁ) ἀπόλυτος πολιτικός καί στρατιωτικός διοικητής τῆς περιοχῆς αὐτῆς. Τό ΘΕΜΑ τῆς Θεσσαλονίκης τήν ἐποχή αὐτή εἶχε τά ἑξῆς Κατεπανίκια: 1) τῆς Ἑρμηλείας (σημερινή περιοχή Ὁρμύλιας - Χαλκιδικῆς) 2) τῆς Ἄπρως (Σιθωνίας) 3) Ἄκρους ἤ Ἱερισσοῦ, 4) Καλαμαριᾶς 5) Ρεντίνας 6) Λαγκαδᾶ , 7)Στεφανινῶν64 καί 8) τό Κατεπανίκιο τοῦ Στρυμόνος πού ὑπάγονταν, κι αὐτό, στό Θέμα τῆς Θεσσαλονίκης, ὡς περιοχή δυτικά τοῦ Στρυμόνα.
Ὅπως βλέπει ὁ ἀναγνώστης ὁ Στρυμόνας ἀποτελεῖ τό ἀνατολικό ὅριο, πού χωρίζει τό Κατεπανοίκιό μας, τοῦ Στρυμόνα, ἀπό τό Κατεπανοίκιο τῆς Ζα-βάλτας (στή Βάλτα) ἤ Παραστρύμονιο μέ ἕδρα-πιθανώτατα-τό Δραβῆσκο («Ἀσδραβίκιον») στά ἀνατολικά. Βόρεια εἶναι τό Θέμα τῶν Σερρῶν. Τελευταῖο χωριό τοῦ δικοῦ μας Κατεπανίκιου εἶναι ὁ Ξυλότρος, ἡ σημερινή Ἁγία Παρασκευή. Δυτικά συνορεύει μέ τό Κ. τοῦ Λαγκαδᾶ καί Νότια-νοτιοδυτικά μέ τό Κ. Στεφανινῶν. Περιλαμβάνει πλήν τῶν ἀναγραφόμενων καί ἄλλους οἰκισμούς, ὅπως τό Κρούσοβο, τό Καστρί, τό Κούτσι (Εὐκαρπία), τό «χωρίον τοῦ Εὐνούχου» (Παλαιότερα Μουνούχι καί τελευταῖα Μαυροθάλασσα), τόν Ἀχιανό65 καί ἄλλα. Τό ἄγνωστο σέ μᾶς χωριό Γεωργουλᾶς ἦταν οἰκισμός κοντά στό σημερινό Φλάμπουρο.
Ὁ πολλαπλασιασμός τῶν Κατεπανοικίων δέν σήμαινε καθόλου ἐνδυνάμωση τῆς διοίκησης μέ τήν ἔννοια τῆς σημερινῆς ἀποκέντρωσης· ἀντίθετα τά Κατεπανίκια κατάντησαν τοπικά φέουδα ἀρχόντων καί «δυνατῶν» πού ἔδιδαν λόγο σχεδόν μόνο στόν ἑαυτό τους. Μ’ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ κακοδιοίκηση καί ἡ διάλυση τοῦ κρατικοῦ καί κοινωνικοῦ ἰστοῦ μεγάλωνε καί διευρύνονταν. Ἄν σ᾽ αὐτήν τήν κατάσταση προσθέσουμε καί τά αὐτοκρατορικά χρυσόβουλα, πού ἀπαγόρευαν τόν οἱονδήποτε ἔλεγχο σέ ἁγιορειτικά Μετόχια, ἔλεγχο ἀκόμη καί κρατικῶν λειτουργῶν, τά πράγματα γίνονται ἀπερίγραπτα.
Καιρός νά ἐπανέλθουμε στήν ἀφήγησή μας πού πλέον μᾶς εἰσάγει στό κύριο θέμα: ΤΑ ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ ΜΕΤΟΧΙ.

ΚΡΟΥΣΟΒΟΣ - ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ - ΜΕΤΟΧΙ

Τά ἔτη 1258 καί 1259 εἶναι πολύ κρίσιμα γιά τό θέμα μας. Μέχρι τώρα ἐπικρατοῦσε ἡ γνώμη ὅτι ὁ αὐτοκράτωρ Μιχαήλ Η´Παλαιολόγος (1258-1282), λίγο πρίν ἀνακτήσει τήν Κωνσταντινούπολη, ἁπλῶς ἐπεκύρωσε τό ἔτος 1259 τό ὑπάρχον μετόχι τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου στό Κρούσοβο (δωρεά δική του) καί ἐξέδωσε τό σχετικό χρυσόβουλο66. Διαβάζουμε: «Ἕτερον μετόχιον τό ἐν τῶ Κρουσόβω οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι μετά πάντων τῶν δικαίων καί προνομίων αὐτοῦ, ἤγουν παροίκων, χωραφίων, ἀμπελώνων καί ὑδρομυλικοῦ ἐργαστηρίου, πρός τούτοις καί ἡ τρίτη μερίς τοῦ αὐτοῦ χωρίου τοῦ Κρουσόβου». Τό πρόβλημα πότε καί ἀπό ποιόν δόθηκε ὅλη αὐτή ἡ τεράστια περιοχή στή μονή Ἐσφιγμένου παρέμενε ἄλυτο. Ψάχνοντας τά Πρακτικά εἶδα ὅτι ὑπάρχει καί ἄλλο ἕνα χρυσόβουλο τοῦ Μιχαήλ μέ τήν ἴδια περίπου χρονολογία. Πάνω δεξιά γράφει: Δεκέμβριος 1258 - Ἰούνιος 1259 ἐνῶ τό γνωστό γράφει ἁπλῶς 1259. Ἀπό τό περιεχόμενο τοῦ πρώτου, πού ἐκδόθηκε 6-7 μῆνες νωρίτερα (Δεκέμβριο 1258) λύνεται πλέον τό πρόβλημα τοῦ ΠΟΙΟΣ καί ΠΟΤΕ ἔκανε τήν περιοχή μας μετόχι ἐσφιγμενίτικο. Καί μάλιστα ὄχι μόνο τό Κρούσοβο, ἀλλά καί τά Στεφανινά, τά Βρασνά, τόν Πρόβλακα, τήν Πορταριά Χαλκιδικῆς κ.ἄ. Παραθέτω τό χρυσόβουλο, περικόπτοντας τόν πρόλογο-σ᾽ ὅλα τά χρυσόβουλα ὁ πρόλογος εἶναι σχεδόν ἴδιος: ναί μέν καλός εἶναι ὁ στρατός κ.λ.π., ἀλλά πρέπει νά βοηθοῦν καί οἱ προσευχές τῶν μοναχῶν. Κι αὐτές γίνονται θερμότερες, ὅταν καί ὁ αὐτοκράτωρ εἶναι χουβαρδᾶς καί παρέχει πολλά καλούδια στά μοναστήρια. Καί συνεχίζει: « Διά τοι τοῦτο ἡ βασιλεία μου τῆ κατά τό Ἅγιον Ὄρος ἐφιδρυμένη σεβασμία μονῆ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ τῆ οὕτω πως ἐπονομαζομένη τοῦ Ἐσφιγμένου, οἷς τε πρόσεστι αὐτῆ (ὑπογράμμιση δική μου), διά τοῦ παρόντος χρυσοβούλου ΛΟΓΟΥ περιποιεῖται τό ἀσφαλές καί ἕτερ᾽ άττα προσεπιτίθησι σιτηρέσια, ἅ καί ἔχουσιν οὕτως᾽»67 . Προηγεῖται ὁ Ἅγιος Γεώργιος Πρόβλακα, ὁ Ἅγιος Νικόλαος Σκουταρᾶ καί ἀκολουθεῖ τό Κρούσοβο: «ἕτερον μετόχιον τό ἐν τῶ Κροσόβω οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι μετά πάντων τῶν δικαίων καί προνομίων αὐτοῦ ἤγουν παροίκων, χωραφίων, ἀμπελώνων καί ὑδρομυλικοῦ ἐργαστηρίου, πρός τούτοις καί ἡ τρίτη μερίς τοῦ αὐτοῦ χωρίου τοῦ Κρυσόβου». Ἕπεται ὁ Ἀχιανός, τά Στεφανινά κ.λ.π.
Ὅπως σαφῶς καταφαίνεται ὁ Μιχαήλ ἐπικυρώνει μέν τά μέχρι τότε μετόχια τῆς μονῆς-αὐτό σημαίνει ἡ φράση «οἷς τε πρόσεστι αὐτῆ», δηλ. ἐκτός ἀπό αὐτά πού ἔχει σέ διάφορα μέρη-τά μοναστήρια τότε ἄλλο τίποτα ἀπό μετόχια-, συνεχίζει «καί ἕτερα (κι ἄλλα) προσεπιτίθησι (ἐνν. ἡ βασιλεία μου), κι ἄλλα προσθέτει ἡ βασιλεία μου, « ἅ καί ἔχουσιν οὕτως» δηλ. κι αὐτά εἶναι τά ἑξῆς...
Καί αὐτά μέν ὅσον ἀφορᾶ τήν ἔναρξη τῆς μετοχικοποιήσεως τῆς περιοχῆς. Τό ἐκπληκτικόν εἶναι τό δεύτερο χρυσόβουλο μέ ἡμερομηνία Ἰούνιος 1259.
Ἐδῶ πλέον οἱ μοναχοί τό παρακάνουν. Φαίνεται ὅτι μέ τό πρῶτο χρυσόβουλο τούς παρεῖχε τά δύο τρίτα τῆς περιοχῆς τοῦ Κρουσόβου.

Ἐπανέρχονται λοιπόν μετά λίγους μῆνες καί ζητοῦν τά πάντα. Καί τά παίρνουν. Διαβάστε: « Ἕτερον μετόχιον κ.λ.π. πρός τούτοις καί αἱ δυο μερίδες τοῦ αὐτοῦ χωρίου τοῦ Κρουσόβου, ἤτοι τό δίμοιρον τοῦ τοιούτου χωρίου τό κατεχόμενον καί νεμόμενον ἀρτίως παρά τοῦ μέρους τῆς Μονῆς. Ἐπιφιλοτιμεῖται(!) δέ τούτοις ἡ βασιλεία μου διά τοῦ παρόντος χρυσοβούλου ΛΟΓΟΥ αὐτῆς καί τήν ἑτέραν τρίτην μερίδα τοῦ αὐτοῦ χωρίου μετά πάσης τῆς κατοχῆς αὐτοῦ καί νομῆς, τουτέστιν παροίκων, ἀμπελώνων..., ὥστε τό ὅλον τοιοῦτον χωρίον ὁ Κρούσοβος κατέχηται ἀπό τοῦ νῦν καί εἰς τό ἑξῆς παρά τοῦ μέρους τῆς μονῆς οἷον καί ὅσον ὁρᾶται(!!) καί μηδεμίαν μετουσίαν ἔχη τις ἐν αὐτῶ· γῆ ζευγαρίων πέντε ἀπό τοῦ ἀγριδίου τοῦ καλουμένου τά Βραστά».68
Ἐδῶ πλέον τά πράγματα μπαίνουν στή θέση τους... ὁ αὐτοκράτωρ εἶναι ἐνθουσιασμένος μέ τούς μοναχούς τοῦ Ἐσφιγμένου καί γι᾽ αὐτό «ἐπι-φιλοτιμεῖται», τόν ἔπιασε τό φιλότιμο, ἐνθουσιάστηκε. Ἄν συγκρίνει κανείς τήν πρώτη δωρεά, θά τρίβει τά μάτια του γιά τό τί κατώρθωσαν οἱ ἐσφιγμενίτες μοναχοί. Τελικά τούς τά ἔδωσε ὅλα, ἤ τά πῆραν ὅλα.Τούς λέει πάρτε ὅσο «κόβει τό μάτι σας» ἤ «οἷον καί ὅσον ὁρᾶτε». Οἷον θά πεῖ ὅποιο, δηλώνει ποιότητα, διαλέξτε ὅποιο καί ὅσο. Μέχρι τά «Βραστά», ὄχι βέβαια τό χωριό Βρασνά, γιατί τά Βρασνά τότε δέν ἦταν «ἀγρίδιο», δηλ. μικρομαχαλᾶς μέ καλύβια στά χωράφια· ἀντίθετα ἦταν πιό μεγάλο χωριό κι ἀπ’ τά Στεφανινά καί ἀπ’ τό Κρούσοβο. Ἄρα τό μετόχι ἔπαιρνε μέχρι τά σημερινά Ζεστά Νερά-Λακκάρα69. Μιλώντας μάλιστα μέ αὐστηρότητα διατάσσει «μηδεμίαν μετουσίαν ἔχει τις ἐν αὐτῶ», δέν ἀναγνωρίζει δηλ. καμία, καί τήν παραμικρότερη, ἰδιωτική περιουσία, Οὔτε κἄν μιά σποριά μπαχτσέ. Δηλαδή τούς δίνει ὅλους τούς ὑπάρχοντες ἀγρούς, ὄχι καί τούς μελλοντικούς.

Διερωτᾶται κανείς πῶς, μέ τί δύναμη καί κουράγιο οἱ ἄνθρωποί μας θά ἔτρεχαν στά πεδία τῶν μαχῶν γιά νά ὑπερασπίσουν ΤΙ ; Ὁ συγγραφεύς τῆς ἱστορίας αὐτῆς ἀγαπᾶ τά μοναστήρια καί ἰδιαιτέρως τό Ἅγιον Ὄρος, ΑΛΛΑ. Ἕνα κράτος, μιά αὐτοκρατορία κλονιζόμενη συθέμελα, δέν μπορεῖ νά ἀκολουθεῖ αὐτή τήν ἐσωτερική-δημοσιονομική πολιτική. Δέν εἶναι δυνατόν ὅλη ἡ Μακεδονία στά δίσεχτα αὐτά χρόνια νά εἶναι μετόχια!
Ἀλλά, βεβαίως, τά χρυσόβουλα αὐτά δέν γράφονταν ἀπό τούς ἀρμόδιους καί ὑπεύθυνους κρατικούς φορεῖς. Γράφονταν ἀπό τούς ἴδιους τούς ἐνδιαφερόμενους μοναχούς ἐν γνώσει τους ὅτι ὁ αὐτοκράτωρ θά τά ὑπογράψει, καί μέ τό παραπάνω, ὅπως καί συνέβαινε.
Τό 1282 αὐτοκράτωρ ἀναγορεύεται ὁ Ἀνδρόνικος Β´ Παλαιολόγος (1282-1328). Εἶναι ὁ αὐτοκράτωρ πού κατά πρωτοφανῆ τρόπο καί μέ πρωτάκουστα χρυσόβουλα μεγεθύνει ὑπερβολικά τήν περιουσία καί τή δύναμη τῆς Ἐκκλησίας. Σχεδόν ὅλη ἡ αὐτοκρατορία εἶναι Μετόχια τῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους70, τό ὁποῖο, μάλιστα, μέ εἰδικό χρυσόβουλο71 ὑπήγαγε στήν προσωπική δικαιοδοσία τοῦ ἑκάστοτε Πατριάρχου, ἐνῶ μέχρι τότε ὑπαγόταν ἀπ’ εὐθείας στόν αὐτοκράτορα. Εἶναι ὁ λεγόμενος αὐτοκράτωρ φιλόσοφος. Aὐστηρός ὑπερορθόδοξος καί ἀντιδυτικός. Φιλοσοφεῖ, ἐνῶ ἡ αὐτοκρατορία κλονίζεται ἐκ θεμελίων. ‘H ἐποχή τοῦ Ἀνδρονίκου εἶναι ἡ ἐποχή τῶν ἀπογραφέων, οἱ ὁποῖοι ἀναφέρονται στά Κερδύλλια. Μέ τίς ἐντολές του οἱ Ἀπογραφεῖς διέρχονται τά χωριά μας καί κάνουν τό ἔργο τους, τίς «ἐξισώσεις». «Ἐπεί ὡρίσθην παρά τοῦ κραταιοῦ καί ἁγίου ἡμῶν αὐθέντου καί βασιλέως ποιῆσαι ἀπογραφικήν ἐξίσωσιν καί ἀποκατάστασιν εἰς τό Θέμα τῆς θεοσώστου πόλεως Θεσσαλονίκης, ἤγουν τῶν κτημάτων τῶν ἀρχόντων τῶν προσγενῶν τοῦ κραταιοῦ καί ἁγίου ἡμῶν αὐθέντου καί βασιλέως καί τῶν ἑτέρων ἀρχόντων, ἐκκλησιαστικῶν, μοναστηριακῶν, στρατιωτικῶν, χρυσοβουλάτων καί λοιπῶν καί παραδοῦναι ἑκάστω τό οἰκεῖον ποσόν», κ.λ.π.
Ὁ αὐτοκράτωρ αὐτός, γιά διαφόρους λόγους, κυρίως ἠθικῆς τάξης, ἐπειδή ὁ ἐγγονός του καί συμβασιλεύς Ἀνδρόνικος ἦταν παραπάνω ἀπό τό κανονικό ἐπιρρεπής στό ἄλλο φῦλο καί παρασύρονταν ἀπό τούς ὁμοίους φίλους του,τόν ἀπάλλαξε τῶν βασιλικῶν του(συμβασιλεύς) καθηκόντων, τόν καθήρεσε καί μάλιστα τοῦ ἀπαγόρευσε νά ἐπισκέπτεται τά ἀνάκτορα. Ὁ νεαρός στηριζόμενος σέ πολύ ἰσχυρούς φίλους (ἀριστοκράτες καί γαιοκτήμονες, Καντακουζηνός κ.ἄ.) ἐπαναστάτησε ἐναντίον τοῦ παπποῦ του. Ὁ πόλεμος αὐτός, γνωστός ὡς Πόλεμος τῶν δύο Ἀνδρονίκων, ἀναστάτωσε περισσότερο τή Μακεδονία.

Ἄρχισε τό 1321 καί ἔληξε τό 1328 μέ τήν ἐπικράτηση τοῦ ἐγγονοῦ, Ἀνδρονίκου τοῦ Γ´.
Τό 1321 ἐμφανίζονται γιά πρώτη φορά στή Θράκη καί Μακεδονία οἱ Ὀθωμανοί. Λήστεψαν καί λεηλάτησαν τά παράλια τῆς Μακεδονίας καί Θράκης: Φόβος καί τρόμος ἀπό τούς νέους βαρβάρους τόσος « ὥστε μήτε ἀροτριᾶν, μήτε σπείρειν, οὔτε τῶν πόλεων ἐξιέναι ἐδύναντο (ἐνν. οἱ ἄνθρωποι) ἐπί ἔτος ἕν καί μῆνας δέκα» μᾶς λέει ὁ ἱστορικός Νικηφόρος Γρηγορᾶς72. Πάνω ἀπό ἑνάμισυ χρόνο δέν τολμοῦσαν οἱ ἄνθρωποι νά βγοῦν ἀπό τίς πόλεις, νά σπείρουν, νά θερίσουν κ.λ.π.!! ‘H κατάσταση αὐτή ὑπῆρξε ἰδιαίτερα σκληρή καί ἀφόρητη γιά τήν περιοχή αὐτή.
Ὁ νέος αὐτοκράτωρ (1328-1341) ἀπεδείχθη ἱκανός καί ἄξιος.Ἐνίσχυσε τήν ἄμυνα τῆς Μακεδονίας, κυρίως τήν κοιλάδα τοῦ Ἀξιοῦ (Γυναικόκαστρο) καί τοῦ Στρυμόνα, ὀχύρωσε τό Σιδηρόκαστρο, τήν Ἀμφίπολη γιά τόν ἀπό τούς Βουλγάρους κίνδυνο. Στήν περιοχή αὐτή τότε οἱ Βούλγαροι ἀφηνίασαν. Πρίν λίγο οἱ Ὀθωμανοί, τώρα οἱ Βούλγαροι.
Ὅμως ὁ Πόλεμος τῶν Ἀνδρονίκων στοίχισε στήν αὐτοκρατορία τή Μικρά Ἀσία, τήν ὁποία οἱ «σύμμαχοι» Τοῦρκοι κατέλαβαν ἀμαχητί. Τήν ἀπώλεια αὐτή θά συμπληρώσει σέ λίγο ὁ νέος Ἐμφύλιος (1342-1353) τοῦ Ἰωάννη Καντακουζηνοῦ ἐναντίον τοῦ νομίμου- ἀνηλίκου αὐτοκράτορος Ἰωάννου Ε´ Παλαιολόγου74. ‘H νίκη τοῦ πρώτου θά φέρει τούς Τούρκους στήν Εὐρώπη.
Ὡς σύμμαχοι τοῦ Καντακουζηνοῦ θά καταλάβουν αἰθαίρετα τήν Καλλίπολη στά Δαρδανέλια τό 1354 μέ τό Σουλεϋμάν, γιό τοῦ Ὀρχάν75.
Αὐτή ἡ ἀπαίσια πολιτική συνεχίστηκε ἐπί αἰῶνες.Ὁ Α.Βακαλόπουλος χαρακτηρίζει τό κράτος, τήν αὐτοκρατορία, κατά τήν ἐποχή αὐτή «πτῶμα».76
Ὁ κίνδυνος κυριολεκτικά πρό τῶν πυλῶν. Μάταιες οἱ πρός τούς «συμμάχους» Τούρκους διαμαρτυρίες τοῦ Καντακουζηνοῦ. Ποτέ οἱ Τοῦρκοι δέν ὑποχωροῦν· καταλαμβάνουν καί περιμένουν. Παρά τήν οἰκονομική κατάρρευση τούς προσφέρει 40.000 ὑπέρπυρα-ποσό φανταστικό- γιά νά ἐγκαταλείψουν τήν Καλλίπολη. Ματαίως. Σέ λίγα χρόνια ὄχι μόνον ἡ Καλλίπολη, ἀλλά ὁλόκληρη ἡ Μακεδονία θά πέσει στά χέρια τους.Ἔτσι οἱ Τοῦρκοι, πού τόν ἀνεδειξαν νικητή-αὐτοκράτορα, αὐτοί καί θά τόν ταπεινώσουν. Μπροστά στή γενική κατακραυγή τοῦ λαοῦ τῆς Κωνσταντινούπολης θ᾽ ἀποσυρθεῖ σέ μοναστήρι ἔξω ἀπό τήν Πόλη, θά καρεῖ μοναχός μέ τό ὄνομα Ἰωάσαφ, τό ἴδιο καί ἡ γυναίκα του, ἡ ὡραία Εἰρήνη, μέ τό ὄνομα Εὐγενία (1354).
Νά ἐπανέλθουμε στά δικά μας.
Τό ἔτος 1334 Ὁ μέγας στρατοπεδάρχης τοῦ Ἀνδρονίκου Γ´, Σφραντζῆς Παλαιολόγος σέ ἔγγραφό του («Πρόσταγμα Ἀνδρονίκου»77 τό ἀποκαλεῖ) ἐπικυρώνει τά «δίκαια» καί τήν «ἰδιοκτησίαν» τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου. Δέν ἀνθίσταμαι στόν πειρασμό νά παραθέσω μερικές περικοπές τοῦ Προστάγματος αὐτοῦ, γιά νά δεῖ ὁ ἀναγνώστης μου πῶς μέ τή μεγαλύτερη εὐκολία ἁρπάζονταν μιά ἰδιόκτητη περιουσία καί κυριολεκτικά «δένονταν» μαζί μέ τούς ἀνθρώπους της εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων σέ ἕναν ἄλλο, νέο ἰδιοκτήτη, Μονή συνήθως, ἀλλά καί ἀριστοκράτη ἤ φίλο τοῦ αὐτοκράτορος. Ἀφοῦ λέει ὅτι τό πρόσταγμα αὐτό τό συντάσσει στηριζόμενος στά κατοχυρωμένα μέ αὐτοκρατορικό χρυσόβουλο 9 Ἀνδρονίκου τοῦ Γ´ προνόμια κ.λ.π. συνεχίζει: «...ἤδη παραδηλῶ καί αὐτός (δηλ ἐγώ ὁ ἴδιος) ἀπό τῆς πρός ἐμέ ἐλεημοσύνης τοῦ κραταιοῦ καί ἁγίου ἡμῶν αὐθέντου καί βασιλέως (ἐνν. τοῦ αὐτοκράτορα) διατηρεῖσθαι καί διαμένειν τά διαληφθέντα κτήματα ἀνώτερα καί ἀκαταζήτητα καί παντελῶς ἀνεπηρέαστα καί ἀδειάσειστα ἀπό τῶν βουλομένων ἐπιτίθεσθαι καί ἀδικεῖν αὐτά κατά τινα ἄδικον καί παράλογον καί ἀσυνήθη τρόπον, καί οὔτε ἀπογραφεύς(!!) εὑρεθῆ ἀνερευνῶν καί μετασαλεύων τι ἐπί τούτοις, οὔτε ἕτερός τις τῶν δημοσίων, ἄνευ μέντοι (δηλ ἐκτός) καί μόνον τοῦ κεφαλαίου τῆς σιταρκείας ὡς εἴρηται καί τῶν τριῶν κεφαλαίων, τοῦ φόνου δηλαδή, τῆς παρθενοφθορίας(!!) καί τῆς τοῦ θησαυροῦ εὑρέσεως». Δυστυχῶς τό συνεχές ἔγκλημα τῆς καταργήσεως τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν καθιστᾶ τό κείμενο -ἄν καί πολύ ἁπλό- δυσνόητο στούς φίλους ἀναγνῶστες μου. Καί μόνο ἡ παράθεση τῶν ἐπιθέτων ἀνώτερα, ἀκαταζήτητα, (παντελῶς) ἀνεπηρέαστα, ἀδιάσειστα (ἐννοεῖται τά κτήματα, ἀκούνητα), καί ἡ ἁπλῆ ἑρμηνεία τους δείχνουν πῶς μία αὐθαίρετη ἀφιέρωση κάποιου «εὐλαβοῦς» αὐτοκράτορος, λαμβάνει τό χαρακτῆρα τοῦ αἰωνίου. Στά κτήματα αὐτά, λέει, δέν μπορεῖ νά μπεῖ οὔτε δημόσιος, ἀνώτερος ἀξιωματοῦχος πρός ἔλεγχο .Τρεῖς μόνο περιπτώσεις καταργοῦν αὐτό τό ἀπαράδεκτο ἄβατο καί ἀκαταδίωκτο: ἄν πέσει μεγάλη πείνα, τότε μπορεῖ τό κράτος νά φορολογήσει· ἄν κάποιος πάροικος τοῦ μετοχίου διαπράξει φόνο ἤ διακορεύσει παρθένα! Καί ἄν εὐρεθεῖ θησαυρός, ὁ ὁποῖος ἀνήκει στό κράτος καί μόνο. Εἴκοσι περίπου χρόνια ἀργότερα τά ἴδια θά θεσπίσει καί ὁ Στέφανος Δουσάν.
Ἀντιλαμβάνεται κανείς τήν κατάσταση τῶν παροίκων.
Τῆς παντελοῦς αὐτῆς διαλύσεως ἐπωφελούμενος ὁ βασιλιάς τῶν Σέρβων Στέφανος Δουσάν αὐτοανακηρύσσεται αὐτοκράτωρ στίς 24 Σεπτεμβρίου 1345 στό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίων Θεοδώρων Σερρῶν!78 ‘H Σερβία, μέ τούς συνεχεῖς πολέμους ἐναντίον τῆς Ρωμανίας, βρίσκει στό πρόσωπό του τόν ἄξιο ἡγέτη, ὁ ὁποῖος μπορεῖ πλέον νά ὑπογράφει: «Στέφανος ἐν Χριστῶ τῶ Θεῶ πιστός βασιλεύς καί αὐτοκράτωρ Σερβίας καί Ρωμανίας». Βασίλισσα καί αὐτοκράτειρα ἡ ὡραιότατη ἑλληνίδα σύζυγός του Ἑλένη, κόρη τοῦ αὐτοκράτορος Ἀνδρονίκου Γ´.
Ὁ Δουσάν θά ἐπικυρώσει «τά δίκαια» τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου στό Κρούσοβο μέ χρυσόβουλο τοῦ 1347. Ἀξίζει τόν κόπο νά τό διαβάσουμε.
Ἀφοῦ, προλογίζοντας, λέει ὅτι «καλή μέν καί στρατιωτική φάλαγξ καί ὁπλιτῶν σύνταγμα καί πολεμική ἐμπειρία...», ἀλλά πιό πάνω ἀπ’ αὐτά εἶναι οἱ προσευχές τῶν μοναχῶν, ἔρχεται στό θέμα ἀναφέροντας πώς ἡ Μονή Ἐσφιγμένου παραπονέθηκε πώς παραγνωρίζονται τά δίκαιά της κι ὅτι τό Μετόχι της στά Κερδύλλια διαιρέθηκε στά τρία, καί αὐτή λαμβάνει μόνο τό ἕν τρίτον, συνεχίζει: «Ἐπεί γοῦν καί ἡ κατά τό ἅγιον ὄρος τοῦ Ἄθω διακειμένη σεβασμία μονή... Ἐσφιγμένου ἐκέκτητο μετόχιον τό λεγόμενον Κρόσουβον(sic) μετά πάσης τῆς νομῆς καί περιοχῆς αὐτοῦ καί τῶν ἑτέρων πάντων δικαίων καί προνομίων αὐτοῦ, ἤγουν παροίκων, χωραφίων, ἀμπελώνων καί τοῦ ὑδρομυλικοῦ ἐργαστηρίου, προαπεσπάθησαν δέ δι᾽ ἀπογραφικῆς καταστάσεως αἱ δύο μερίδες τοῦ τοιούτου χωρίου καί ἐδόθησαν ἡ μέν μία μερίς τῶ Γαβριηλοπούλω ἐκείνω, ἡ ἑτέρα τῶ Φαρμάκη μετά καί τῆς Βυσινιᾶς ὡς ἐναποληφθῆναι τῆ μονῆ τό τρίτον μόνον μέρος τοῦ τοιούτου χωρίου, ἀρτίως δέ ἀνέφερον τῆ βασιλεία μου οἱ τῆς δηλωθείσης σεβασμίας τοῦ Ἐφιγμένου μονῆς μοναχοί καί ἐνεφάνισαν χρυσόβουλα καί ἕτερα παλαιγενῆ δικαιώματα, δικαιοῦντα τῆ τοιαύτη μονῆ κατέχειν καί νέμεσθαι τό δηλωθέν μετόχιον ἅπαν, καί παρεκάλεσαν ἵνα εὐργετηθῶσι καί διά χρυσοσβούλου τῆς βασιλείας μου τό τοιοῦτον χωρίον καθώς προκατεῖχον αὐτό. Τήν παράκλησιν αὐτῶν εὐμενῶς προσδεξαμένη ἡ βασιλεία μου ὡς εὔλογον καί δικαίαν, ἔχει θέλημα καί διορίζεται διά τοῦ παρόντος χρυσοβούλου ΛΟΓΟΥ αὐτῆς, ὡς ἄν κατέχη καί νέμηται ἡ δηλωθεῖσα σεβασμία τοῦ Ἐσφιγμένου μονή τό χωρίον τό λεγόμενον Κρόσουβον μετά καί τῶν ἀποσπασθέντων δύο μερίδων.....τοῦ Γαβριηλοπούλου79 καί τοῦ Φαρμάκη· κατέχει δέ ταῦτα ἡ τοιαύτη μονή μετά καί τῆς Βυσινιᾶς 80 καί μετά τῆς προτέρας πάσης νομῆς καί κατοχῆς αὐτῶν καί τῶν δικαίων πάντων καί προνομίων, ἤγουν παροίκων, χωραφίων, ἀμπελώνων καί τοῦ ὑδρομυλικοῦ ἐργαστηρίου· ἀλλά καί ὅσοι ἄν ἐθελήσωσι προσελθεῖν καί προσκαθῆσαι τῶ τοιούτω μετοχίω ἐλεύθεροι καί τῶ δημοσίω ἀνεπίγνωστοι, ὀφείλει κατέχειν τούς τοιούτους ἡ δηλωθεῖσα μονή, λαμβάνουσα ἐξ αὐτῶν τά ἀνείκοντα δίκαια αὐτῆς· ἔτι τέ διορίζεται ἡ βασιλεία μου διά τοῦ παρόντος χρυσοβούλου ΛΟΓΟΥ αὐτῆς ὡς ἄν διατηρεῖται τό τοιοῦτον μετόχιον τό Κρόσοβον ἀνώτερον καί ἀκαταζήτητον πάσης καί παντοίας δημοσιακῆς ἐπηρείας καί συζητήσεως, ἤγουν ζευγαρατικίου, ξυλαχύρου, μιτάτου, πεσήματος, καστροκτησίας, κατεργοκτησίας, ἀγκαρίας, ψωμοζημίας, συνδοσίας γενημάτων καί πάσης ἄλλης καί παντοίας δημοσιακῆς ἐπηρείας καί συζητήσεως νῦν τε οὔσης καί ἐσύστερον ἐπινοηθησομένης... Ἐπί τούτου γάρ ἐγεγόνει καί ὁ παρών χρυσόβουλος ΛΟΓΟΣ τῆς βασιλείας μου καί ἐπεδόθη τῶ... μέρει τῆς πολλαχοῦ ρηθείσης μονῆς εἰς ἀσφάλειαν αἰωνίζουσαν, γεγονώς κατά μῆνα ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΝ τῆς νῦν τρεχούσης ἰδικτιῶνος ΠΡΩΤΗΣ τοῦ ἑξακισχιλιοστοῦ ὀκτακοσιοστοῦ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΟΥ ΕΚΤΟΥ ἔτους ἐν ὧ καί τό ἡμέτερον εὐσεβές καί θεοπρόβλητον ὑπεσημήνατο κράτος.
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΤΩ ΘΕΩ ΠΙΣΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ Καί ΑΥΤΟΚΡΑΤΩΡ ΣΕΡΒΙΑΣ Καί ΡΩΜΑΝΙΑΣ». 81
Τό κείμενο εἶναι ὄντως ἐκπληκτικό. Βέβαια δέν εἶναι τοῦ Δουσάν. Ὁ Δουσάν ἔβαλε ἁπλῶς τήν ὑπογραφή του. Ἦταν προ-συνταγμένο ἀπό τούς μοναχούς-φωστῆρες τῆς Μονῆς. Οἱ μοναχοί προσέφυγαν στή μεγαλειότητά του ζητοῦντες τά δίκαιά τους ἐξαίτιας τῆς ἁρπαγῆς μέρους τοῦ μετοχίου στό Κρούσοβο, ἀπό δύο ἰδιῶτες, Γαβριηλόπουλο καί Φαρμάκη. Τούς ἀνθρώπους αὐτούς τούς γνωρίζουμε ὡς ἰδιοκτῆτες καί σέ ἄλλα μέρη τῆς Μακεδονίας. Δυνατοί πολιτικά καί ἰσχυροί οἱκονομικά εἶχαν τή εὐχέρεια νά ἐπηρεάζουν ἀνθρώπους καί καταστάσεις καί κατώρθωσαν, πρῶτα μέ τή διαδικασία τῆς Ἀπογραφῆς, δηλαδή μέ ἐπίσημους «ὑπαλλήλους» Ἀπογραφεῖς, καί μετά δικαστικῶς νά ἀποσπάσουν ἕνα μεγάλο μέρος, «δύο μερίδες» τοῦ μέχρι τότε ἐσφιγμενίτικου Μετοχίου καί νά τό προσγράψουν ὡς δική τους ἰδιοκτησία, ἀναγνωρισθεῖσα, φαίνεται, ἀπό τό κράτος. Δέν γνωρίζουμε γιά πόσο χρόνο διήρκεσε ἡ κατάσταση αὐτή. Φαίνεται ὅμως ὅτι ἡ Μονή δέν ἔμεινε μέ σταυρωμένα τά χέρια. Θά πεῖτε τί ἔσοδα ἐλάμβανε ἀπό τίς Βυσνές, ἀλλά δέν ἀφήνει κανείς ἀδιαμαρτύρητα τήν «ἰδιοκτησία» του. Ἔτρεξε στή διοίκηση, στά δικαστήρια, ἀλλά οὐδέν ἀποτέλεσμα.
Ἔξαλλοι οἱ μοναχοί καταφεύγουν στο Σέρβο Δουσάν ζητώντας τό δίκαιό τους. Κι αὐτός στηριζόμενος σέ χρυσόβουλα καί παλαιά χαρτιά-κιτάπια- τῆς μονῆς καταργεῖ τά κιτάπια τῶν ὡς ἄνω «ἰδιοκτητῶν», παίρνει τά κτήματα καί τά ξαναδίνει ἐκεῖ πού ἀνήκουν... Ἀκολούθως ἐπαναλαμβάνει τά γνωστά ἀπό τό Πρόσταγμα Ἀνδρονίκου περί ἀκαταζητήτου, μή ἐλεγχομένου καί ἀπό τίς κρατικές ὑπηρεσίες («δημοσιακῆς ἑπηρείας») καί ὑπογράφει τό χρυσόβουλο αὐτό, ὥστε νά παραμείνει τό μετόχι στή μονή αἰωνίως «εἰς ἀσφάλειαν αἰωνίζουσαν». Τό ἀκόμη πιό ὡραῖο εἶναι ὅτι οἱ μοναχοί δέν ἀρκέσθησαν στήν ἀπαλλαγή τοῦ μετοχίου ἀπό κάθε φόρο νῦν, τώρα, ἀλλά καί εἰς τό διηνεκές, δηλ. ἀπό κάθε φορολογία πού θά μποροῦσε νά νομοθετηθεῖ καί στό μέλλον «νῦν τε οὔσης καί ἐσύστερον ἐπινοηθησομένης».
Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι ἡ ἴδια αὐτή μονή, 27 χρόνια νωρίτερα, βλέπουσα πώς τά πράγματα δέν πηγαίνουν καλά στή Ρωμανία, ἄρχισε νά βάζει νερό στό κρασί της καί νά ἀποδίδει ἀρκετά «κτήματά της» στούς φυσικούς δικαιούχους, στούς μέχρι τότε παροίκους. Αὐτό ἔγινε π.χ. στά Στεφανινά, ὅπου βλέπουμε πώς στίς δύο τελευταῖες ἀπογραφές ἀναφέρονται «ἐλεύθερες γαῖες», τό 1318 λίγες σχετικά, τό 1320 πολύ περισσότερες.82
Γιατί ἄραγε καί γιά τόν Κρούσοβο δέν παίρνονται παρόμοια εὐεργετικά ὑπέρ τῶν ταλαίπωρων ἀνθρώπων μέτρα;
Ἐδῶ, παρενθετικά, θά πρέπει νά κάνουμε μιά λεπτομερέστερη διασάφηση αὐτῶν τῶν περίφημων κτημάτων, πού ἡ Μονή Ἐσφιγμένου, παραδόξως, διεκδικεῖ μετά ἀπό 700 χρόνια!!. Οἱ τοποθεσίες πού στίς Ἀπογραφές ἀναφέρονται δέν εἶναι δυνατόν σήμερα νά ταυτοποιηθοῦν, ἐκτός ἀπό δυό-τρεῖς. Μία ἀπό αὐτές εἶναι ἡ περιοχή Ἁγίου Γεωργίου Κάτω Κερδυλλίων, πιό κάτω ἀπό τόν ναό, ὅπου πράγματι καί σήμερα ὑπάρχουν μερικά στρέμματα μοναστηριακά. Αὐτά καλλιεργοῦνται ἀπό Κερδυλλιῶτες πού ἀποδίδουν στή Μονή σχετικό ἐνοίκιο. Καί δέν εἶναι περισσότερα ἀπό 10-12 στρέμματα. Πουθενά ἀλλοῦ δέν μπορεῖ νά ἀποδειχθεῖ κατοχυρωμένη περιουσία ἐσφιγμενίτικη. Στό Ντριγανίτσι π.χ. δέν ὑπάρχει κανένα χωράφι καλλιεργούμενο, ἐκτός ἀπό 1-2 μικρά μπαχτσεδάκια, πρό τοῦ Ὁλοκαυτώματος. Αὐτά ὅλα γράφονται διότι, τελευταῖα, μέ τή νέα διοίκηση τῆς Μονῆς, διαπιστώνεται ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά τό Μετόχι αὐτό, ὁ δέ διορισθείς ἡγούμενος περιφέρεται «ἀπό χωρίου εἰς χωρίον» τοῦ πάλαι ποτε μετοχίου, διακηρύττοντας πώς «αὐτά τά χωράφια εἶναι δικά μας», καί, «αὐτό τό βουνό εἶναι δικό μας». Καιρός νά τεθοῦν τά πράγματα στή θέση τους.
Τήν ἐποχή αὐτή, στά μέσα τοῦ 1300, βρίσκεται στό κατακόρυφό της ἡ γνωστή ἔριδα πού ξεσπάει στή Θεσσαλονίκη, γνωστή ὡς Ἐπανάσταση τῶν Ζηλωτῶν. Οἱ Ζηλωτές ἦταν ἕνα λαϊκοθρησκευτικό κίνημα, ὁργανωμένο κόμμα πτωχῶν ἀλλά πιστῶν ἀνθρώπων
 Καταλύει κάθε ἀρχή, ἀναλαμβάνει τήν ἐξουσία καί προβαίνει σέ κατάσχεση τῆς περιουσίας ὄχι μόνο τῶν ἰσχυρῶν, ἀλλά καί τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους.84
Ἐπανερχόμενοι πρέπει νά ποῦμε πώς ἤδη ἀπό τά μέσα τοῦ αἰώνα αὐτοῦ, ἀπό τό 137185 καί ἑξῆς οἱ Βυζαντινοί τῶν περιοχῶν μας, ἄρα καί τό Κρούσοβο, οἱ Σέρβοι, οἱ Βούλγαροι κ.λ.π. εἶναι πλέον φόρου ὑποτελεῖς στούς Τούρκους, ὁπότε ἀρχίζει καί ἡ συνεχῶς πυκνούμενη ἐγκατάστασή τους στή Θράκη καί Μακεδονία.’H ἡρωική μορφή-μετά ἀπό λίγο- Μανουήλ Β´ τοῦ Παλαιολόγου, παρά τή συνεχῆ καί κυριολεκτικῶς λυσσώδη ἀντίστασή του, δέν κατορθώνει νά ἀναστείλει τήν τουρκική προέλαση. Μιά μικρή ἀνάσα θά ἀποτελέσει ἡ ἀνάκτηση τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τόν Μανουήλ τό 1403, ὁ ὁποῖος ἐλευθερώνει καί τήν Χαλκιδική μαζί με τήν παράλια περιοχή μας μέχρι τίς ἐκβολές τοῦ Στρυμόνα.Αὐτό συνεπάγονταν καί κάποια ἐλευθερία. ‘H «ἀναπνοή» αὐτή διαρκεῖ μέχρι τό 1423. Τότε οἱ Θεσσαλονικεῖς προτιμοῦν νά παραδώσουν τήν πόλη τους στούς Βενετούς κι ὄχι στούς Τούρκους. ‘H κατάσταση αὐτή θά διαρκέσει μεχρι τό 1430, ὁπότε ὁριστικά θά ὑποταχθοῦν στούς Τούρκους, οἱ ὁποῖοι ἤδη ἀπό τά μέσα τοῦ 14ου αἰώνα θά ἀρχίσουν τούς ἐποικισμούς Τούρκων Γιουρούκων86 σέ ἐπίκαιρα, εὔφορα καί στρατηγικά σημεῖα καί περιοχές, πού τίς βρίσκουν ἀφύλαχτες καί ἐγκαταλελειμμένες ἀπό τούς γαιοκτήμονες καί τίς Μονές.
Οἱ μονές τά ἐγκατέλειψαν ὁριστικά. Μετόχι ἐσφιγμενίτικο δέν ὑπάρχει πλέον στα Κερδύλλια, οὔτε πάροικοι. Ἄν ἡ εὐσέβεια μερικῶν κατοίκων συνήνεσε νά ἀποδίδει κάτι γιά 5-10 στρέμματα (σέ ἕνα καί μόνο μέρος, μέχρι σήμερα, δέν σημαίνει τίποτα καί δέν μπορεῖ νά νεκραναστήσει χρυσόβουλα. Ἀλλιῶς, τά πάντα, ἀκόμη καί οἱ σημερινοί κάτοικοι θά μετατρέπονταν πλήρως ἐξαρτημένοι ἀπό τή μονή Ἐσφιγμένου.
Δέν γνωρίζω ἄν ἡ νέα πολιτειακή συνθήκη ἀνεγνώρισε τήν ἰσχύ τῶν χρυσοβούλων τῶν Βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων. Θεωρῶ ὅτι ὅλα τά προνόμια αὐτά ἐξέπεσαν. Ἄν ὑπάρχουν ἀκόμη ἁγιορειτικά Μετόχια, πιθανώτατα νά ὀφείλονται δέ μεταγενέστερα σουλτανικά φιρμάνια. Κερδυλλιώτης νομικός ἄς ἐξετάσει τό θέμα.
Ἔτσι ἔχουμε ἐγκαταστάσεις Γιουρούκων στήν Καβάλα, στίς Σέρρες, στήν περιοχή μας, στόν καζά τοῦ Λαγκαδᾶ καί ἀλλοῦ. Δέν χρειάζεται νά πῶ ὅτι ἐδῶ ψηλά δέν ἐγκαταστάθηκαν ποτέ, ἀκόμη καί στήν περίοδο τῆς μεγάλης τους ἀκμῆςτους, οἱ Τοῦρκοι. Τί νά κάνουν;
Ὀ κύκλος τῆς Μεγάλης Ρωμανίας ἔκλεισε. 1453. Ἡ Πόλις ἑάλω.

ΟΙ ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ (1318-1321)

Ἡ Βυζαντινή αὐτοκρατορία ἦταν ἕνα τέλεια ὀργανωμένο κράτος. ‘H διοικητική μηχανή λειτουργοῦσε κατά τρόπον ἄψογο. Χρειάσθηκε νά περάσουν ἀρκετοί αἰῶνες νά ἐξελληνισθεῖ πλήρως γιά νά παρουσιασθεῖ καί ἐδῶ ἡ δυσλειτουργία ἀρχικά, ἡ ἔκπτωση ὕστερα καί ἡ κατάρρευση μετά τόν δέκατο καί ἐνδέκατον αἰώνα. Τήν ἐποχή τῶν ἀπογραφέων τά πράγματα γενικῶς ἦσαν τά χειρότερα. Παρά ταῦτα τό κράτος προσπαθοῦσε κάτι νά κάνει. ‘H φορολογία, κυρίως ἀπό τό θάνατο τοῦ Βασιλείου Β´ Βουλγαροκτόνου καί μετέπειτα, ἀντί νά μειώνεται, ἀφοῦ ὁ Βασίλειος ἄφησε σέ πολύ καλή κατάσταση τό κράτος, ἀντίθετα ἐπιτάθηκε, μεγάλωσε καί μάλιστα σέ δυό κατευθύνσεις: Α. στούς Μικρασιατικούς πληθυσμούς-τό ἀσυγχώρητο ἔγκλημα- πού σήμανε τήν πτώση τῆς αὐτοκρατορίας . Ἀπό τότε καί εἰς τό ἑξῆς, σιγά στήν ἀρχή, ἀθρόα μετά, ἡ ἄρχουσα τάξη μετατρέπεται σέ βρυκόλακες (Βαμπίρ) πού κατατρώγει τά πάντα...87 Τήν τάση τῆς ἁρπαγῆς τῆς γῆς ἀπό τούς Δυνατούς ἀκολούθησαν καί τά μοναστήρια πιέζοντας εὐσεβεῖς αὐτοκράτορες τῆς παρακμῆς καί κατάρρευσης. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ ἀνεξήγητη ἄλλως καί ἀθρόα ὑπογραφή χρυσοβούλων ὑπέρ μονῶν, κυρίως τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τά ὁποῖα ὅσο περνοῦσε ὁ χρόνος πολλαπλασιάζονταν.

‘H φορολογία αὐτή ἔφθασε στό ἀποκορύφωμά της στή Μικρά Ἀσία, τήν πηγή καί βάση τοῦ κράτους σέ ἔσοδα, ἀλλά, κυρίως, σέ ἔμψυχο ὑλικό, σέ ἀνθρώπους. ‘H ἀγανάκτηση ἦταν τέτοια, ὥστε ἡ σελτζουκική, κατ᾽ ἀρχάς, ἀλλά καί ἡ ὀθωμανική, ὕστερα, κυριαρχία μέ τήν ἀνεξίθρησκη πολιτική τους, νά φαίνονται γιά τούς ρωμιούς ἀνακούφιση! καί Β. στούς ἀγρότες. Τά ἴδια καί στήν εὐρωπαϊκή περιοχή. Ἐδῶ, βέβαια, μέ τήν ἀκατάσχετη ἀφιέρωση περιοχῶν ὁλόκληρων στά ἁγιορείτικα μοναστήρια, τά κρατικά ἔσοδα λιγόστευαν πρός ὄφελος τῶν μοναστηριακῶν. Παρενθετικά νά ποῦμε πώς ἡ ἀθρόα προσέλευση στό μοναχισμό πολιτῶν ἱκανῶν καί ἀξιόμαχων δημιουργοῦσε προβλήματα στό κράτος ἀπό παλιά, ἀλλά οὐδείς ὁ πονῶν καί ἐνδιαφερόμενος. Ὑπό διάλυση τά πάντα. ‘H παλαιά κρατική γραφειοκρατία, ἔντεχνα, περίπλοκα καί ἀποτελεσματικά ὀργανωμένη, βρίσκεται, τήν ἐποχή αὐτή σέ πλήρη παρακμή. Ὅταν τά πάντα ἐκχωροῦνται σέ ξένους καί ντόπιους τερμίτες καί «βαμπίρ», ὁ κρατικός μηχανισμός γνωρίζει ἔκπτωση καί ἀποσάθρωση.
Ἄν ἐξαιρέσει κανείς τήν κατά κάποιο τρόπο ἑμφανῆ παρουσία τοῦ κράτους στήν πρωτεύουσα, ὅλη ἡ ἐνδοχώρα,Μικρασιατική καί τῆς χερσονήσου τοῦ Αἵμου, εἶναι χωρισμένη καί παραδομένη στούς περίφημους «Δυνατούς», γαιοκτήμονες, στρατιωτικούς καί ἀνθρώπους τῆς αὐλῆς, οἱ ὁποῖοι λυμαίνονται τά πάντα. Ὁ ἀναγνώστης ἀντιλαμβάνεται ὅτι δέν μποροῦμε πλέον νά μιλοῦμε σοβαρά γιά κρατικά ἔσοδα, ἀλλά οὔτε καί γιά ἀνθρώπινη, στρατιωτική δύναμη πού θά μποροῦσε νά ἔχει ἐξασφαλισμένο τό κράτος, κατ᾽ ἐφαρμογήν τῶν συμφωνημένων μέ τούς δυνατούς. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, κράτος ἐν κράτει στίς ἀπομακρυσμένες καί ὄχι μόνο περιοχές τῆς αὐτοκρατορίας, ἀποτελοῦσαν ὄχι πλέον τήν νόμιμη καί ὑπεύθυνη ἐκπροσώπηση τοῦ κράτους, ἀλλά αὐτό τό ἴδιο τό κράτος... κατά τό γνωστόν «τό κράτος εἶμαι ἐγώ». Κοντά σ᾽ αὐτούς, βέβαια, πρέπει νά προσθέσουμε καί τά πολυάριθμα Μοναστήρια, κυρίως τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀλλά καί ἄλλα, στά ὁποῖα οἱ αὐτοκράτορες ἄλλοτε ἀπό εὐσέβεια καί ἄλλοτε ἀπό ἄλλους λόγους, παραχωροῦσαν τεράστιες ἐκτάσεις ὡς Μετόχια κατά πλήρη κυριότητα. Δηλαδή τά πάντα, ἀκόμη καί οἱ ἄνθρωποι-κυρίως αὐτοί ὡς παραγωγικό δυναμικό ἀνῆκαν στό Μοναστήρι. Ἔτσι, ἐνῶ οἱ γαιοκτήμονες εἰσέπρατταν μόνοι καί σπανίως μέ δικούς τους ἀνθρώπους τά «δικαιώματά»τους, τά Μοναστήρια διέθεταν εἰδικούς ὑπαλλήλους γιά νά κάνουν αὐτή τήν ετήσια εἴσπραξη, τούς ονομαζόμενους Γραμματικούς ἤ Ἀπογραφεῖς. Τήν εἴσπραξη αὐτή τήν ὀνόμαζαν «ἐξίσωσιν». Ὁ μηχανισμός τῆς εἴσπραξης ἦταν ἁπλός στήν τραγικότητά του. (Ὅλα τά τραγικά εἶναι ἀπλᾶ): κάθε χρόνο ὁ Ἀπογραφέας περιέρχονταν τό Μετόχι καί καταμετροῦσε λεπτομερῶς τά πάντα. Κάθε χωριό, ὅλα τά σπίτια, τίς οἰκογένειες ὀνομαστικά, γονεῖς, τέκνα, φῦλο, συγγενεῖς τυχόν πού ζοῦσαν μαζί, τά χωράφια-ἀριθμό στρεμμάτων πού καλλιεργοῦσαν: κυρίως ἀμπέλια, ἀλλά καί ἄλλα, τά ὑπάρχοντα καρποφόρα δένδρα ( ἔστω καί ἕνα), τά ζῶα καί ὅ,τι ἄλλο μποροῦσε νά φορολογηθεῖ. Ἐνδιαφέρον καί προσοχή ἰδιαίτερη ἔδειχναν στά γουρούνια, τό κατ᾽ ἐξοχήν ζῶο, τοῦ ὁποῖου καταναλώνονταν τά πάντα. Συνέτασσαν ἕνα κατάστιχο καί ὥριζαν τό ποσόν τοῦ φόρου σέ νομίσματα τῆς ἐποχῆς, κυρίως χρυσά ὑπέρπυρα, νομίσματα κ.λ.π.
Εἴμαστε τυχεροί διότι μᾶς διασώθηκαν πολλές τέτοιες ἀπογραφές, οἱ ὁποῖες μᾶς δίνουν μιά πεντακάθαρη εἰκόνα τῶν τόπων μας κατά τήν ἀνεπιστρεπτί πλέον φθίνουσα περίοδο τοῦ Βυζαντίου. Εἰδικά τά δικά μας χωριά Κερδύλλια-Στεφανινά καί Βρασνά εἶναι περισσότερο τυχερά. Τά δύο τελευταῖα περισσότερο, διότι γι αὐτά ἡ περίοδος πού ἔχουμε στοιχεῖα λεπτομερῆ εἶναι μιά εἰκοσαετία, ἐνῶ γιά τά Κερδύλλια τρία μόνο χρόνια τῆς ἀρχῆς τοῦ 14ου αἰώνα, 1318 καί 1321. Ἔχουμε δηλαδή δυό ἀπογραφές.
Τήν πρώτη τοῦ 1318 τήν ἔκαναν τρεῖς ἀπογραφεῖς μαζί: ὁ σεβαστός ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΥΝΑΛΗΣ, ὁ σεβαστός ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΝΤΕΝΟΣ καί ὁ ΛΕΩΝ ΚΑΛΟΓΝΩΜΟΣ Ο ΠΡΟΚΑΘΗΜΕΝΟΣ ΔΡΑΜΑΣ.
Δέν γνωρίζουμε ἄν καί οἱ τρεῖς περιέρχονταν τά χωριά ἤ τά μοιράζονταν.
‘H προσεκτική μελέτη τῆς ἀπογραφῆς τοῦ 1318 δείχνει μιά προχειρότητα ἔναντι τῆς ἀπογραφῆς τοῦ ἔτους 1321 πού ἔγινε ἀπό ἕναν ἄλλο ἀπογραφέα, τό Γεώργιο Φαρισαῖο. Μάλιστα ὁ Γ. Φαρισαῖος ἔκανε τόν ἴδιο χρόνο καί ἄλλη μιά ἀπογραφή (EXTRAIT) γιά ἄγνωστους σέ μᾶς λόγους πού δέν διαφέρει καθόλου ἀπό τήν πρώτη. Γιά τούς ἀνθρώπους αὐτούς δέν γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Τό ἐπάγγελμά τους ἦταν Γραμματέας. Βέβαια ἦταν πρόσωπα ἐξέχοντα στή μόρφωση, τήν οἰκονομική ἐπιφάνεια καί τό ὄνομά τους ἦταν γνωστό: τά σημερινά «ἐπώνυμα» πρόσωπα. Σέ κείμενα καί πάλι ἀγιορείτικα διαβάζω μπροστά ἀπό τό ὄνομα τοῦ καθενός τό ἐπίθετο «σεβαστός», πού τήν ἐποχή αὐτή εἶναι τίτλος εὐγένειας. Ἦσαν μισθωτοί διωρισμένοι ἀπό τόν αὐτοκράτορα γι αὐτό καί στήν ἀρχή κάθε ἀπογραφῆς ἤ «ἐξίσωσης», σάν πρόλογο καί διαπιστευτήρια, ἀναφέρουν ἐπαινετικῶς τό ὄνομα τοῦ αὐτοκράτορος τοῦ ὁποίου τήν ἐντολή ἐφαρμόζουν κάθε φορά: «ἐπεί ὡρίσθην παρά τοῦ κραταιοῦ καί ἁγίου ἡμῶν αὐθέντου καί βασιλέως ποιῆσαι ἀπογραφικήν ἐξίσωσιν καί ἀποκατάστασιν εἰς τό θέμα τῆς θεοσώστου πόλεως Θεσσαλονίκης» κ.λ.π. Ἀπό τόν πρόλογο αὐτόν μαθαίνουμε ὅτι οἱ τέσσερις αὐτοί ἀπογραφεῖς, μαζί μέ κάποιον ἄλλον ΓΕΩΡΓΙΟΝ ΑΠΕΛΜΕΝΕ, ἀπέγραφαν καί ὥριζαν τήν φορολογία μόνον στό Θέμα τῆς Θεσσαλονίκης. Καί δέν ἀπέγραφαν μόνο τήν μοναστηριακή περιουσία, ἀλλά καί τήν περιουσία καί ἄλλων βασιλικῶν ἀρχόντων: ἐκκλησιαστικῶν, μοναστηριακῶν καί ἐκείνων ἐκ τῶν ἰδιωτῶν πού ἡ περιουσία τους ἦταν κατοχυρωμένη μέ αὐτοκρατορικά χρυσόβουλα. Εἶναι λοιπόν εὐνόητο ὅτι προσπαθοῦσαν μέ κάθε τρόπο νά ἐξυπηρετήσουν ἐκείνους γιά τούς ὁποίους ἔκαναν τήν ἀπογραφή ὅσο καλύτερα μποροῦσαν, ἐφ᾽ ὅσον ἀπ’ αὐτούς καί ἀμείβονταν.
Τά κείμενα πού παραθέτω εἶναι κυριολεκτικῶς συγκλονιστικά. Δέν εἶναι ἁπλό πράγμα νά ἔχεις μπροστά στά μάτια σου ἕνα ὁλόκληρο χωριό μέ τούς ἀνθρώπους του ἀναλυτικά καί ὅλα τά σχετιζόμενα μέ τή ζωή τους.

ΑΠΟΓΡΑΦΗ «ΕΞΙΣΩΣΙΣ»
Κ. ΚΟΥΝΑΛΗ- Δ. ΚΟΝΤΕΝΟΥ- Λ. ΚΑΛΟΓΝΩΜΟΥ (1318)


«Ἐν τῶ Κατεπανοικίω Στρυμμόνος, εἰς τό χωρίον τόν Κρούσοβον᾽Δημήτριος ὁ υἱός Βασιλείου τοῦ Χαρπετᾶ, ἔχει γυναῖκα Μαρίαν, υἱόν Κωνσταντῖνον, θυγατέρα Ἄνναν, αἰγίδια ι᾽ ἀμπέλιον ἐν διαφόροις τόποις μοδίων δ᾽ ἐν οἷς καρύαι γ᾽, συκέαι β᾽, ἀμυγδαλέαι β᾽, χερσάμπελον μοδίου α᾽ πλησίον Φλαντζοῦ ἐν ὧ συκέα α᾽, καί γῆν μοδίων ν᾽, (νομίσματα) δύο τέταρτον. Γεώργιος ὁ γαμβρός τοῦ Χαρπετᾶ, ἔχει γυναῖκα Καλήν, γυναικάδελφον Ἰωάννην, (νομίσματος) τρίτον. Χήρα Εὐδοκία ἡ Φουντουλία, ἔχει υἱούς Νικόλαον καί Βασίλειον, βοίδιον α᾽, ἀμπέλιον ἐν δυσίν τμήμασι μοδίου α᾽, (τρίτου) ἐν ὧ καρύα α᾽, συκέαι ε᾽, ἀμυγδαλέαι β᾽, καί γῆν μοδίων ν᾽, (νόμισμα) ἕν δίμοιρον. Γεώργιος ὁ Γελβέας ἔχει γυναῖκα Μαρίαν, υἱόν Θεόδωρον, βοίδιον α᾽, ἀργόν α᾽, ὀνικόν α᾽, χοίρους β᾽, ἁμπέλιον μοδίων β᾽ ἐν ὧ καρύα α᾽, συκέαι ε᾽, χερσάμπελον μοδίου ἡμίσεος καί γῆν μοδίων ν᾽,νομίσματα δύο ἥμισυ. Μιχαήλ Παναγιώτης ὁ γαμβρός αὐτοῦ, ἔχει γυναῖκα Καλήν, βοίδιον α᾽, ἀμπέλιον μοδίων β᾽, (καί) γῆν μοδίων κε᾽, (νομίσματος) δίμοιρον. Ἰωάννης Δοβρωνᾶς ἔχει υἱούς Δοβρωνᾶν (καί) vacat, θυγατέρας Ἄνναν (καί) Καλήν, βοίδιον α᾽, χοίρους δ᾽, ἀμπέλιον ἐν διαφόροις τόποις μοδίων β᾽, ἐν οἷς καρύαι β᾽, ἀμυγδαλ(έας) (ἡμισυ) συκέαι γ᾽, χερσάμπελον εἰς Θεοτόκον μοδίων β᾽, καρύαν α᾽, ἐσωκηποπεριβόλιον μοδίου ἡμίσεως καί γῆν μοδίων ν᾽(νομίσματα) δύο τέταρτον. Δημήτριος ὁ υἱός αὐτοῦ ἔχει γυναῖκα Ζωήν (νομίσματος) τρίτον. Θεόδωρος ὁ Δοβρωνᾶς, ἔχει γυναῖκα Θεοτοκώ, υἱούς Ἰωάννην καί Δημήτριον, θυγατέρα Ζωήν, βοίδιον α᾽, αἰγίδια γ᾽, ἀμπέλιον μοδίου α᾽ (διμοίρου) ἐν ὧ ἀμυγδαλ(ε..), κερασέα α᾽, συκέαι γ᾽, καρύα α᾽, καί γῆν μοδίων ν᾽, (νομίσματα) δύο τέταρτον. Χήρα Καλή ἡ Τζερνοτώ, ἔχει υἱόν Δημήτριον, περιβόλιον μοδίου (ἡμίσεος) ἐν ὧ συκέαι β᾽, καρύα α᾽, αὐλοτόπιον μοδίου (ημίσεος), ἀμπέλιον πλησίον τοῦ παπᾶ Κωνσταντίνου μοδίου(διμοίρου) ἐν ὧ συκέαι β᾽, καρύα α᾽, καί γῆν μοδίων κε᾽, (νομίσματα) κοκκία εἴκοσι. Νικόλαος ράπτης ὁ Σακελλάριος ἔχει γυναῖκα Μαρίαν, υἱούς Δημήτριον καί Γεώργιον, θυγατέρα Ζωήν αὐλοτόπιον μοδίου α᾽, (διμοίρου) ἀμπέλιον μοδίου α᾽ (διμοίρου) ἐν ὧ συκαμνέα α᾽, ἀμυγδαλέαι β᾽, συκέαι ε᾽, (νομίσματος) δίμοιρον. Γεώργιος ὁ γαμβρός αὐτοῦ ἔχει γυναῖκα Μαρίαν υἱόν vacat, (νομίσματος) τέταρτον. Στάνος ὁ Χριστόδουλος, ἔχει γυναῖκα Καλήν, υἱούς Δημήτριον (καί) Χριστόδουλον, ἀδελφόν Δημήτριον, ζευγάριον α᾽, αἰγίδια κ᾽, ἀμπέλιον πλησίον τῆς Δραγάνης μοδίων β᾽, ἐν ὧ καρύαι δ᾽, κερασέαι δ᾽, ἕτερον ἀμπέλιον πλησίον Πλαντζοῦ μοδίων β᾽, ἐν ὧ ἀμυγδαλέαι ε᾽, ἕτερον εἰς Πακουριάνου μοδίου α᾽, (καί) γῆν μοδίων ν᾽ (νομίσματα) τρία. Νικόλαος ὁ Δημητρᾶς ἔχει γυναῖκα Θεοτοκώ, υἱούς Δημήτριον καί Γεώργιον, ἀργόν α᾽, ἀμπέλιον πλησίον τοῦ Δοβρωνᾶ, μοδίου α᾽, ({ημίσεος) ἐν ὧ ἀμυγδαλέαι β᾽, συκέαι στ᾽, ἕτερον ἀμπέλιον ἐκ προικός αὐτοῦ εἰς τόν Ἅγιον Γεώργιον μοδίου (τρίτου) (καί) γῆν μοδίων κε᾽, (νόμισμα) ἕν ἡμισυ. Κωνσταντῖνος ἱερεύς ὁ Δράζης, ἔχει γυναῖκα ..ρίαν (Μα;), υἱούς Νικόλαον (καί) Βασίλειον, βοίδιον α᾽, μελίσσιον α᾽, ἀμπέλιον εἰς τούς Συμεωνάδας πλησίον τοῦ Τζουτζούρου μοδίων δύο (ἡμίσεος) ἐν ὧ συκέαι β᾽, κάρυα α᾽, χερσάμπελον μοδίου α᾽ (ἡμίσεος) καί γῆν μοδίων τριάκοντα, (νομίσματα) δύο. Νικόλαος ὁ ἀδελφός αὐτοῦ, ἔχει γυναῖκα Καλήν, βοίδιον α᾽, ἀμπέλιον εἰς τάς Πέρνιτζας πλησίον τοῦ Ρωμάνη μοδίου α᾽ (τετάρτου) καί γῆν μοδίων κ᾽, (νομίσματος) δίμοιρον. Μιχαήλ ὁ Κούπενος, ἔχει γυναῖκα Μαρίαν, ἀμπέλιον μοδίου α᾽( ἡμίσεος) χωράφιον μοδίου α᾽ (νομίσματος) ἡμισυ. Γεώργιος ὁ τοῦ Κοπένου, ἔχει ἀδελφόν Θεοτόκιον, νύμφην ἐπί τῶ Θεοτοκίω vacat, ἀμπέλιον μοδίου α᾽ (νομίσματος) δίμοιρον. Χήρα ἡ Πασχαλώ, ἔχει θυγατέρα vacat, (νομίσματος) ἕκτον. Μιχαήλ ὁ Χαλκεύς, ἔχει γυναῖκα Θεοδώραν, υἱόν Δημήτριον, ἀμπέλιον ἐκ προικός αὐτοῦ μοδίου α᾽, (νομίσματος) ἥμισυ. Χήρα ἡ τοῦ Παπᾶ Βασιλείου, ἔχει υἱόν Μιχαήλ, θυγατέρας Χρυσῆν καί Καλήν, βοίδιον α᾽, αἰγίδια στ᾽, ἀμπέλιον ἐν διαφόροις τόποις μοδίων β᾽, (ἕκτου) ἐν οἷς καρύα α᾽, ἀμυγδαλέαι δ᾽, καί γῆν μοδίων ιβ᾽, (νομίσματα) δύο. Δημήτριος ὁ ἕτερος υἱός αὐτῆς ἤτοι ὁ Μύαρις (νομίσματος) ἡμισυ. Βλάντος ὁ τῆς Μοιροῦς, ἔχει γυναῖκα Εἰρήνην, υἱούς Δημήτριον καί Κωνσταντῖνον, αἰγίδια ι᾽, ἀμπέλιον μοδίου (ἡμίσεος), (νομίσματος) δίμοιρον. Νικόλαος ὁ γαμβρός τοῦ Καλογήρου, ἔχει γυναῖκα Ἑλένην, (νομίσμαυτος) τέταρτον. Χήρα Ζωή ἡ Κοντοϊωαννώ, ἔχει υἱόν Ἰωάννην, ἀδελφήν Καλήν, ἀμπέλιον ἐν δυσί τμήμασι μοδίου α᾽, χωράφιον μοδίου α᾽, (νομίσματος) ἥμισυ. Νικόλαος ὁ Γέλκος, ἔχει γυναῖκα Ἄνναν, υἱούς Ἰωάννην (καί) Μιχαήλ, ἀμπέλιον μοδίου (ἠμίσεος), (νομίσματος) ἥμισυ. Χήρα ἡ Μποζάνα, ἔχει υἱούς Θεόδωρον, Δημήτριον καί Νικόλαον, θυγατέρα vacat, (νομίσματος) τρίτον. (Ὁμοῦ) τό οἰκούμενον τοῦ τοιούτου χωρίου (νομίσματα) εἴκοσιεννέα ἥμισυ.
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ 26
ΚΑΤΟΙΚΟΙ 80. Ἄρρενες 48, θήλεις 32
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Ἄτεκνες οἰκογ. 5. Μέ ἕνα παιδί 3, μέ δύο 8, μέ τρία 3.
Οἰκογ. πού συζοῦν μέ συγγενεῖς, νύφες,γαμπρούς κ.λ.π. 3.

ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

1. Δημήτριος Βασιλείου Χαρπετᾶς, σύζυγος Μαρία, γιός Κωνσταντῖνος, θυγατέρα Ἄννα.
2. Γεώργιος, γαμπρός τοῦ Χαρπετᾶ, σύζυγος Καλή, μαζί του ζεῖ καί ὁ κουνιάδιος του (ἀδελφός τῆς γυναίκας του, γιός τοῦ Δημητρίου Χαρπετᾶ), Ἰωάννης.
3. Εὐδοκία Φουντουλία (χήρα), τέκνα Νικόλαος καί τόν Βασίλειος
4. Γεώργιος Γελβέας, σύζυγος Μαρία, γιός Θεόδωρος.
5. Μιχαήλ Παναγιώτης (γαμπρός τοῦ Γελβέα), σύζυγος Καλή, ἄτεκνος.
6. Ἰωάννης Δοβρωνᾶς, χῆρος, γιός Δοβρωνᾶς (κι ἄλλος ἕνας πού πέθανε πρόσφατα), θυγατέρες Ἄννα καί Καλή.
7. Δημήτριος Δοβρωνᾶς (γιός τοῦ Ἰωάννη). σύζυγος Ζωή.
8. Θεόδωρος Δοβρωνᾶς, σύζυγος Θεοτοκώ, τέκνα Ἰωάννης καί Δημήτριος (στόν παπποῦ του), θυγατέρα Ζωή.
9. Καλή Τζερνοτώ, χήρα, γιός Δημήτριος.
10. Νικόλαος Σακελλάριος, ράπτης, σύζυγος Μαρία, τέκνα Δημήτριος καί Γεώργιος, θυγατέρα Ζωή.
11. Γεώργιος, γαμπρός τοῦ Σακελλάριου, σύζυγος Μαρία (εἶχε γιό πού πέθανε)
12. Χριστόδουλος Στάνος, σύζυγος Καλή, τέκνα Δημήτριος καί Χριστόδουλος, ἀδελφός του Δημήτριος;
13. Νικόλαος Δημητρᾶς, σύζυγος Θεοτοκώ, τέκνα Δημήτριος καί Γεώργιος .
14. Κωνσταντῖνος Δράζης, ἱερεύς, σύζυγος Μαρία, τέκνα Νικόλαος καί Βασίλειος.
15. Νικόλαος Δράζης, ( ἀδελφός τοῦ παπᾶ) σύζυγος Καλή.
16. Μιχαήλ Κούπενος, σύζυγος Μαρία.
17. Γεώργιος Κούπενος (γιός τοῦ Μιχαήλ), ἔχει μαζί τόν ἀδελφό του Θεοτόκιον μαζί μέ τή γυναίκα του Μαρία (ἐδῶ, τό 1318 τήν παραλείπουν, ἐνῶ τήν ἀναφέρει ὁ Φαρισαῖος τό 1321) .
18. Πασχαλώ (σήμερα θά λέγαμε, Πασχαλίνα ἤ Πασχάλω), χήρα (χωρίς ἐπίθετο), θυγατέρα Μαρία (τήν ἀναφέρει ὁ Φαρισαῖος)
19. Μιχαήλ Χαλκέας (πιθανῶς σιδερᾶς ἤ ἐκ σιδερᾶ), σύζυγος Θεοδώρα, γιός Δημήτριος.
20. Χήρα, ἱερέως Βασιλείου (Παπαβασιλείου) γιός Μιχαήλ, θυγατέρες Χρυσῆ καί Καλή.
21. Δημήτριος Παπαβασιλείου (γιός τοῦ Παπαβασίλη), τόν γνωρίζουν καί μέ τό ὄνομα Μύαρις.
22. Βλάντος γιός τῆς Μοιροῦς, σύζυγος Εἰρήνη, τέκνα Δημήτριος καί Κωνσταντῖνος.
23. Νικόλαος, γιός τοῦ Καλογήρου (ἐπίθετο;), σύζυγος Ἑλένη.
24. Ζωή Κοντοϊωαννώ (Κοντογιάνναινα!), χήρα, γιός Ἰωάννης (πιθανῶς τοῦ πατέρα του), ἀδελφή της Καλή.
25. Νικόλαος Γέλκος, σύζυγος Ἄννα, τέκνα Ἰωάννης καί Μιχαήλ.
26. Μποζάνα(Χρυσούλα) χήρα, τέκνα Θεόδωρος, Δημήτριος καί Νικόλαος.
Σύνολο οἰκογενειῶν 26, κάτοικοι 80. Ἄρρενες 48, θήλεις 32 (τήν ἴδια ἐποχή τά Στεφανινά ἔχουν 12 οἰκογένειες καί 31 κατοίκους)
Τό Βυζάντιο βρίσκεται, πέραν τῶν πολλῶν ἄλλων δύσκολων προβλημάτων, καί σέ δημογραφική κατάρρευση.
Ἐντύπωση προκαλοῦν τά δύο ὀνόματα Θεοτόκιος καί Θεοτοκώ, πού εἶναι ἀμφίβολο ἄν ὑπάρχουν πουθενά σήμερα, καθώς καί ὅτι ἐπιπολάζει, ὅπως καί στά σημερινά Κερδύλλια, τό ὄνομα Καλή. Ἕνα μόνο σλαβικό ὄνομα ὑπάρχει: Μποζάνα(κοινῶς Μπόζια) δηλ. Χρυσούλα. Τοῦτο σέ καμιά περίπτωση δέν σημαίνει συγκατοίκηση στά Κερδύλλια μέ Σλάβους. Πολλές φορές συναντοῦμε τέτοια ἐξελληνισμένα σλαβικά ὀνόματα καί τοπωνύμια.

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΟΥΣ ΥΣΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ


‘H οἰκονομική κατάσταση τῶν Κερδυλλιωτῶν εἶναι ἀπερίγραπτα κακή. Καί τοῦ ἔτους 1318 καί τοῦ ἔτους 1321. Μέ τά σημερινά δεδομένα δέν μπορεῖ νά γίνει καμία σύγκριση. Οἱ πάντες ζοῦσαν κάτω ἀπό τό λεγόμενο σήμερα ὅριο τῆς φτώχειας. Δέν χρειάζονται κοινωνιολογικές καί οἰκονομολογικές ἀναλύσεις. Τά πράγματα ὁμιλοῦν μόνα. Πρίν προχωρήσουμε στήν περιουσιακή ἀνάλυση τῶν ἀνθρώπων μας νά κάνουμε μερικές ἐπεξηγήσεις ὁρισμένων ὅρων τοῦ κειμένου.
1. Πάροικος. εἶναι ὁ ἐξαρτημένος ἀγρότης, αὐτός πού εἶναι δεμένος μέ τή γῆ πού καλλιεργεῖ καί, ἀκόμη, δεμένος στόν κάτοχο τῆς γῆς. Εἶναι ὑποχρεωμένος νά πληρώνει τό λεγόμενο «τέλος παροίκου, ἤ Παροικιακό τέλος», ἤτοι τόν ὑποχρεωτικό του φόρο, αὐτόν πού βλέπουμε στά κείμενα. Τό φόρο αὐτόν τόν ὁρίζει ὁ ἀπογραφέας, ὁ ὁποῖος, βέβαια, ὑποστηρίζει τό συμφέρον τοῦ γαιοκτήμονα.’H κοινή γνώμη τῆς ἐποχῆς ὀνομάζει τούς ἀπογραφεῖς ἤ φοροεισπράκτορες «ἀνθρώπους μέ δόντια θηρίων» (Γουναρίδης).
Οἱ πάροικοι εἶναι ἐγκατεστημένοι σέ ἀγροτικούς οἰκισμούς. Πέραν τῆς φορολογίας εἶναι ὑποχρεωμένοι νά προσφέρουν καί προσωπική ἐργασία (ἀγγαρεία), πού μποροῦν νά τήν πληρώσουν. Ὄπως καί τήν ἀξία τοῦ φόρου μποροῦν νά τήν πληρώσουν δυό φορές τό χρόνο: ἀρχές Σεπτεμβρίου (ἀρχή τοῦ νέου ἔτους) καί τήν ἄνοιξη. Πρέπει νά γίνει παραδεκτό ὅτι ἡ θέση τοῦ παροίκου δέν ἦταν ὅπως στή Δύση88, ὅπου τό φεουδαλικό σύστημα δέν ἀναγνώριζε στόν πάροικο ἤ δουλο-πάροικο κανένα δικαίωμα. Ἐδῶ ὑπῆρχαν κάποια δικαιώματα, πού ἀναγνωρίζονταν, χωρίς ὅμως νά κάνουν καί τή ζωή τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν ὑποφερτή. Ἄν λάβουμε ὑπ᾽ ὄψιν ὅτι κατά τούς αἰῶνες αὐτούς, 13ο καί 14ο, ἕνα τεράστιο μέρος τῶν ἀγρῶν ἦσαν μετόχια, ἤ ἐξαρτημένες γαῖες, δηλ κάμποι ὁλόκληροι μαζί μέ τούς ἀνθρώπους-κατοίκους τους, πού δίδονταν ἀπό τό κράτος σέ πλουσίους, γαιοκτήμονες89 στρατηγούς (π.χ,παλαιότερα Πακουριανούς) ἤ ἀγοράζονταν μαζι μέ τούς παροίκους (!) ἔναντι ὁρισμένων ὑπηρεσιῶν στό κράτος (στρατό, χρήματα) ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀναγνώστης τή θέ
ση τῶν ἀνθρώπων. Καί τό κακό ἦταν ὅτι κατά τήν περίοδο αὐτή αὐξάνουν πάρα πολύ οἱ πάροικοι90.
Οἱ πάροικοι, παρά τήν καθολική οἰκτρή τους κατάσταση, διαιροῦνταν σέ τρεῖς φορολογικές κατηγορίες: α) σ’ αὐτούς πού κατώρθωναν νά ἔχουν ἕνα ζευγάρι βόδια, καί ὀνομάζονταν ζευγάτοι. Εἶναι τό γνωστό μας, μέχρι τελευταῖα, ζευγάρι, μέ τό ὁποῖο μάλιστα καί ἁλώνιζαν, καλή ὥρα, μέ τήν ντοκάνη. Τό μόνο πού λείπει εἶναι ὁ κύλινδρος, ὁ γνωστός μας «γκούλντιαρας ἤ κόλιαντρος». β) αὐτούς πού εἶχαν ἕνα μόνο βόδι καί ὀνομάζονταν Βοϊδάτοι καί γ) σ’ αὐτούς πού δέν εἶχαν οὔτε ἕνα καί ὀνομάζονταν ἀκτήμονες. Ἐννοοεῖται ὅτι ἀνάλογη ἦταν καί ἡ φορολόγησή τους.
Μιά κάποια ἐλάφρυνση τῆς θέσης τῶν παροίκων ἦταν, πράγματι, τά μέτρα πού πῆρε γι αὐτούς ὁ μεγάλος αὐτοκράτωρ Βασιλεος Β᾽, ὁ Βουλγαροκτόνος.
Μά, μετά τή Μακεδονική Δυναστεία, ἐπανῆλθε καί πάλι ἡ κατάπτυστη καί ληστρική συμπεριφορά ἀξιωματούχων, γαιοκτημόνων, στρατηγῶν καί ἑνός ὁλόκληρου ἐσμοῦ κηφήνων, πού ἀγόραζαν τά πάντα, λυμαινόμενοι τήν ἐπαρχία καί φέρνοντας τό κράτος σέ οἰκονομική κατάρρευση. Εἶναι οἱ λεγόμενοι Δυνατοί, πού θρασύτατα παραβίαζαν κάθε νόμο καί ἠθική τάξη. Τά ἴδια καί χειρότερα μέ τίς λεγόμενες Πρόνοιες, πού ἦταν ἐκχωρήσεις ἐσόδων ἤ γῆς σέ ὀρισμένους, μέ εἰδικές ὑποχρεώσεις. Ἐπί Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγου τό πρᾶγμα γενικεύτηκε. Ὁ αὐτοκράτωρ π.χ. παραχωροῦσε ἕνα χωριό «μετά πάσης τῆς διακρατήσεως αὐτοῦ, τουτέστι παροίκων, χωραφίων, ἀμπελώνων» κ.λ.π . Καί δέν ἔφθανε τοῦτο: τίς Πρόνοιες αὐτές τίς ἔκανε κληρονομικές91. Ὁ ἱστορικός Παχυμέρης τίς χαρακτηρίζει πλέον «ἀθάνατες», εἰρωνευόμενος τό ἀπαράδεκτο τοῦ πράγματος. Οἱ ἴδιες συνθῆκες ἴσχυαν καί γιά τούς παροίκους τῶν -χριστιανικῶν- μοναστηριακῶν Μετοχίων, τῶν ὁποίων,βέβαια, οἱ μοναχοί εἶχαν ἀποδεχθῆ ὡς ἀπροϋπόθετον ὅρον τῆς μοναχικῆς τους ἰδιότητας τήν πτωχείαν-άκτημοσύνην. Καμία ἰδιαίτερη πρόνοια καί κανένα χριστιανικό ἐνδιαφέρον. Μιά ἀπρόσωπη καί ἀπάνθρωπη σχέση σπάζει τόν κοινωνικό καί ἐθνικό μας ἰστό. Στή Μακεδονία σχεδον τά 3/4 τῶν γαιῶν ἀνῆκαν σέ ἀγιορείτικες Μονές. Μόνο, π.χ, στή Θεσσαλονίκη ἡ Μονή Μεγίστης Λαύρας εἶχε 64.000 στέμματα, ἐνῶ σχεδόν ὁλόκληρη ἡ Λῆμνος ἦταν λαυριωτική!. Γι αὐτό ἡ θέση τῆς αὐτοκρατορίας ἦταν δεινή.
Ἀνάλογη καί ἀνάλγητη ἦταν καί ἡ συμπεριφορά τῶν Ἀπογραφέων. «Ὑπό τῶν Ἀπογραφέων ἐγεωμετροῦντο (μετροῦνταν) καί αἱ... τρίχες... τῶν κεφαλῶν... πολύ δέ μᾶλλον τά φῦλλα τῆς ἀμπέλου καί τῶν φυτῶν» μᾶς λέει ὁ Μιχαήλ Ἀκομινᾶτος92. Δέν θέλω νά παραθέσω στό κείμενο αὐτό τήν περιγραφή τῶν χωρικῶν καί ἀγροτῶν πού κάνει ὁ ἴδιος συγγραφέας, περί ἀνθρώπων ντυμένων μέ ράκη, πελιδνῶν καί ἐξαθλιωμένων.Ὅτι ἕνας ἀγρότης 40 ἐτῶν ἐθεωρεῖτο γέρων, ἐνῶ ἕνας 60ντάρης «ἐσχατόγηρος».
Τό σύνηθες φαγητό τους ἦταν τό Ἁγιοζούμι: νερό, βραστά κρομμύδια, λάδι καί μυρωδικά. Ἐπίσης κουρκούτι. Βέβαια ἔπιναν κρασί,πού ἦταν τό μοναδικό τους ποτό. Καί κρασί πολύ καλό. Δυστυχῶς τό κρασί τους ἔμεινε στήν ἱστορία. Οἱ νεώτεροι Κερδυλλιῶτες, οἱ σύγχρονοι, τό περιφρονοῦν καί γι᾽ αὐτό δέν ὐπάρχουν πλέον ἀμπέλια στό χωριό, ἔστω γιά δεῖγμα. Ὡς «γνήσιοι Εὐρωπαῖοι», πίνουμε οὐίσκυ!!!
2.Ἐσωθύριο, ἤ ἐσώθυρο: εἶναι ὁ μέσα στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ μπαχτσές, χωράφι μέσα στό χωριό.
3.Ἄργ (α): ἀγελάδα
4.Δίμοιρο: ἦταν μέτρο μήκους, 2/3 τοῦ μοδίου, 850 τ.μ.
5.Ὑπόποτον: χωράφι ἐν μέρει ποτιστικό
6. Εξαλειμματικός (ἀγρός): χωρίς κληρονόμους, ἐγκαταλελειμμένος
7. Κραββατή: ἀμπέλι σέ κρεββάτι
8. Ἀγρίδιο, σπίτια σέ χωράφι, μικρομαχαλᾶς ἀγροτικός, καλύβες.
9. Μόδιον ἤ Μόδιος (Modius, λατινικά). Ἀρχικῶς μέτρο βάρους, περίπου 6,5 -7 λίτρα (Κατ᾽ ἄλλους 17 λίτρα ἤ 12,5 κιλά). Τήν ἐποχή αὐτή ἦταν καί μέτρο πού μετροῦσαν τήν ἔκταση καί ἰσοδυναμοῦσε μέ 1,279 τ.μ. 8α) «Μοδίου τρίτον» 1/3, 425τ.μ.
10. ΥΠΕΡΠΥΡΟΝ:93 Τό κυριώτερο διεθνές βυζαντινό βαρύτιμο νόμισμα ἀπό καθαρό χρυσό, μεγάλης ἀξίας, 11-15 χρυσές δραχμές. Ὁ Ἀλέξιος Α´ Κομνηνός ἐξέδωσε χρυσό ὑπέρπυρο μέ ὑψηλό τίτλο καθαρότητας (20-21 καράτια) γύρω στό 1093 καί ἡ ἀξία αὐτή διατηρήθηκε μέχρι τό 1204. Ὑποδιαίρεση τοῦ ὑπ. ἦσαν τό νομίσματα ἤ νουμία κι αὐτῶν τά κουκκία. ‘H εἴσπραξη τῶν φόρων γινόταν μέ ὑπέρπυρα. Ἀπό τά μέσα τοῦ 13ου αἰώνα σιγά- σιγά ἀντικαθίσταται ἀπό νέο χρυσό νόμισμα ἀξίας τῶν 2)3 τoῦ προηγουμένου. Ἐπί Ἀνδρονίκου Β´, τοῦ δικοῦ μας (τῶν ἀπογραφέων) τό νόμισμα αὐτό εἶχε 14 καράτια94 ‘H συνεχής ὑποτίμηση τοῦ νομίσματος95 αὔξησε ὑπερβολικά τίς τιμές τῶν προϊόντων μέ ταυτόχρονη αὔξηση τῆς φορολογίας πού, ὅπως καί σήμερα, μετακυλίονταν στούς ὤμους τῶν φτωχῶν.
Νά δοῦμε λοιπόν τώρα τίς περιουσίες τῶν ἀνθρώπων μας τῆς πρώτης ἀπογραφῆς. Τήν ἀνάλυση αὐτή δέν θά ἐπαναλάβω καί γιά τήν ἑπόμενη ἀπογραφή δεδομένου ὅτι δέν διαφέρει σχεδόν σέ τίποτε ἀπό ἀπόψεως οὐσίας.

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΕΡΔΥΛΛΙΩΝ


1. Οἰκογένεια Δημητρίου Χαρπετᾶ: 10 γίδια, ἕνα ἀμπέλι τεσσάρων μοδίων, δηλ. πέντε καί κάτι, στρέμματα, τρεῖς καρυδιές, δύο συκές, δύο ἀμυγδαλιές, χωράφια 50 στρέμματα, ἕνα μόδιο( 1280 τ.μ.) ἀμπέλι ἐξωχώραφο στό ὁποῖο ὑπάρχει καί μιά συκιά!! ΦΟΡΟΣ 21/4 νομίσματα.
2. Οἰκογένεια Γεωργίου-γαμπροῦ τοῦ Δ.Χαρπετᾶ: ἕνα βόδι (βοϊδάτος), τίποτα ἄλλο! ΦΟΡΟΣ 1/3 τοῦ νομίσματος
3. Οἰκογένεια Εὐδοκίας Φουντουλίας : ἕνα βόδι, ἕνα ἀμπέλι σέ δυό μέρη, ἕνα μόδιο, 1280 μ., μία καρυδιά, πέντε συκιές, δύο ἀμυγδαλιές καί 50 μόδια χωράφια δηλ. 64 στρέμματα. ΦΟΡΟΣ ἕνα νόμισμα!!
4. Οἰκογένεια Γεωργίου Γελβέα: ἕνα βόδι, μιά ἀγελάδα, ἕνας γάϊδαρος (σπάνιο εἶδος τήν ἐποχή αὐτή), δυό γουρούνια, ἀμπέλι δύο μοδίων (21/2 στρέμματα), ὅπου ὑπάρχουν μιά καρυδιά, πέντε συκιές,, μισό μόδιο χερσάμπελο (ἐξωχώραφο) καί 50 μόδια χωράφια. ΦΟΡΟΣ 21/2 νομίσματα.
5. Οἰκογένεια Μιχαήλ Παναγιώτη: ἕνα βόδι, ἀμπέλι δύο μοδίων καί χωράφια 25 μοδια.ΦΟΡΟΣ ἕνα νόμισμα.
6. Οἰκογένεια Ἰωάννου Δοβρωνᾶ: ἕνα βόδι, τέσσερα γουρούνια, ἀμπέλι σέ διαφόρους τόπους δύο μόδια,, ὅπου ὑπάρχουν δύο καρυδιές, ἀμυγδαλιές, τρεῖς συκιές, ἀμπέλι ἐξωχώραφο δύο μόδια μέ μιά καρυδιά, ἔχει καί στό χωριό μπαχτέ(ἐσωπερίβολον) μισό μόδιο καί χωράφια 50 μόδια, ΦΟΡΟΣ 2 1/4 νομίσματα.
7. Οἰκογένεια Δημητρίου Δοβρωνᾶ: δέν ἀναγράφεται περιουσία.
ΦΟΡΟΣ 1/3 νομίσματος!!
8. Οἰκογένεια Θεοδώρου Δοβρωνᾶ: ἕνα βόδι, τρία γίδια, ἀμπέλι ἕνα μόδιο, ὅπου ὑπάρχουν ἀμυγδαλιές, μία κερασιά, τρεῖς συκιές, μία καρυδιά καί 50 μόδια χωράφια. ΦΟΡΟΣ: 21/4 νομίσματα.
9. Οἰκογένεια Καλῆς Τζερνοτώ: περιβόλι μισό μόδιο, ὅπου δυό συκιές, μία καρυδιά, αὐλή μεγαλούτσικη (αὐλοτόπιον) μισό μόδιο, ἀμπέλι δίμοιρο, δηλ. τά δύο τρίτα τοῦ μοδίου, γύρω στά 850 μ., ὅπου ὑπῆρχαν δυό συκιές καί μιά καρυδιά καί χωράφια 25 μόδια ΦΟΡΟΣ κοκκία εἴκοσι (Τά κοκκία ἦταν ὑποδιαίρεση τοῦ νομίσματος, τό ὁποῖο πάλι ἦταν ἐκπεσμένο ὑπέρπυρο). Φαίνεται ὅτι τή χήρα Καλή οἱ φοροεισπράκτορες τή χαρίστηκαν!!
10. Οἰκογένεια Νικολάου Σακελλάριου: αὐλότοπος ἕνα δίμοιρο (840 μ.), ἀμπέλι δίμοιρο, ὅπου ὑπάρχουν μιά σκαμνιά, δύο ἀμυγδαλιές, πέντε συκιές ΦΟΡΟΣ 2/3 νομίσματος.
11. Οἰκογένεια Γεωργίου -γαμπροῦ τοῦ Σακελλάριου: δέν ἀναγράφεται περιουσία ΦΟΡΟΣ 1/4 νομίσματος!
12. Οἰκογένεια Χριστοδούλου Στάνου: ἕνα ζευγάρι (ζευγάτος) 20 γίδια, δύο μόδια ἀμπέλι (Στό Ντριγανίτσ᾽ - Δραγάνη), ὅπου ὑπάρχουν τέσσερις καρυδιές, τέσσερις κερασιές,, ἄλλο ἀμπέλι δύο μόδια, ὅπου πέντε ἀμυγδαλιές, καί ἄλλο ἕνα ἀμπέλι ἕνα μόδιο καί χωράφια 50 μόδια.ΦΟΡΟΣ: 3 νομίσματα!
Ἀρκετά πλούσιος, ὁ πλουσιώτερος τῶν Κερδυλλίων.
13. Οἰκογένεια Νικολάου Δημητρᾶ: μιά ἀγελάδα, ἀμπέλι μισοῦ μοδίου, ὅπου δύο ἀμυγδαλιές, ἕξι συκιές, ἄλλο ἀμπέλι-προικῶο- 1/3 μοδίου (427 μ.) καί χωράφια 25 μόδια. ΦΟΡΟΣ: 11/2 νόμισμα.
14. Οἰκογένεια Κωνσταντίνου Δράζη-ἱερέως: ἕνα βόδι, ἕνα μελίσσι, ἀμπέλι δύο μόδια, ὅπου δύο συκιές, μία καρυδιά, χερσάμπελο ἕνα μόδιο καί χωράφια 30 μόδια.ΦΟΡΟΣ: 2 νομίσματα.
15. Οἰκογένεια Νικολάου Δράζη: ἕνα βόδι, ἀμπέλι ἕνα μόδιο, καί 20 μόδια χωράφια. ΦΟΡΟΣ: 1/2 νόμισμα.
16. Οἰκογένεια Μιχαήλ Κούπενου: ἀμπέλι ἑνός μοδίου, καί ἕνα χωράφι ἑνός μοδίου (!) ΦΟΡΟΣ: 1/2 νόμισμα!!
17. Οἰκογένεια Γεωργίου Κούπενου: ἕνα ἀμπέλι ἑνός μοδίου. ΦΟΡΟΣ: 1/2 νόμισμα.
18. Οἰκογένεια χήρας Πασχαλῶς: Τίποτα! ΦΟΡΟΣ 1/6 νόμισμα!!!
19. Οἰκογένια Μιχαήλ Χαλκέως: ἀμπέλι-προικῶο- ἕνα μόδιο.ΦΟΡΟΣ: 1/2 νόμισμα.
20. Οἰκογένεια χήρας Παπαβασίλη: ἕνα βόδι, ἕξη γίδια, ἀμπέλι σέ διάφορα μέρη δύο μόδια, ὅπου μιά καρυδιά, τέσσερις ἀμυγδαλιές, καί χωράφια 12 μόδια.ΦΟΡΟΣ: 2 νομίσματα!!
21. Οἰκογένεια Δημητρίου Παπαβασιλείου: Τίποτα.ΦΟΡΟΣ: 1/2 νόμισμα!!
22. Οἰκογένεια Βλάντου τῆς Μοιροῦς: δέκα γίδια, ἀμπέλι μισό μόδιο.ΦΟΡΟΣ 1/2 νόμισμα
23. Οἰκογένεια Νικολάου-γαμπροῦ τοῦ Καλογήρου: Τίποτα. ΦΟΡΟΣ 1/4 νόμισμα
24. Οἰκογένεια Ζωῆς Κοντωϊωαννῶς: ἀμπέλι ἕνα μόδιο, χωράφι ἕνα μόδιο, ΦΟΡΟΣ 1/2 νόμισμα!
25. Οἰκογένεια Νικολάου Γέλκου: ἀμπέλι μισό μόδιο.ΦΟΡΟΣ 1/2 νόμισμα!
26. Οἰκογένεια Μποζάνας-χήρας: Τίποτα.ΦΟΡΟΣ: 1/3 νόμισμα!
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ 29,5 νομίσματα.


Η ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ (1321)

«Ἐν τῶ κατεπανικίω Στρυμμόνος, χωρίου Κρούσοβος, ἐν ὧ᾽ Δημήτριος ὁ Μίγυιαρης, ἔχει γυναῖκα Καλήν, υἱόν Βασίλειον, θυγατέρα Μαρίαν, βοίδιον α᾽, ἀμπέλιον μοδίων β᾽, (καί) γῆν μοδίων κε᾽, (νομίσματα) δύο. Κωνσταντῖνος ὁ υἱός Δημητρίου τοῦ Χαλπετᾶ, ἔχει γυναῖκα vacat, ἀδελφήν Ἄνναν, χερσάμπελον μοδίου α᾽, πλησίον τοῦ Πλαρτζοῦ ἐν ὧ συκέα α᾽, (καί) γῆν μοδίων κε᾽, (νομίσματος) ἥμισυ. Νικόλαος ὁ Φωτούλης, ἔχει γυναῖκα Ζωήν, ἀδελφόν Βασίλειον, ζευγάριον α᾽, ἀργόν α᾽, ἀμπέλιον ἐν δυσί τμήμασι μοδίου α᾽ (τρίτου), καρύαν α᾽, καί γῆν μοδίων ν᾽, (νομίσματα) δύο τρίτον. Θεόδωρος ἱερεύς Γελβέας, ἔχει γυναῖκα Ζωήν, υἱούς Στάνον καί Δημήτριον, ἀδελφήν Καλήν, γαμβρόν ἐπ᾽ αὐτῆ Παναγιώτην, ἀνεψιάν Μαρίαν, ζευγάριον α᾽, ἀργόν α᾽, ὀνικόν α᾽, ἀμπέλιον μοδίων β᾽, καρύαν α᾽, καί γῆν μοδίων ν᾽, (νομίσματα τρία. Ἰωάννης Δοβρωνᾶς, ἔχει υἱούς Δοβρωνᾶν (καί) Μιχαήλ, θυγατέρα Ζωήν, βοίδιον α᾽, ἀργόν α᾽, ὀνικόν α᾽, ἀμπέλιον μοδίων β᾽, καρύας β᾽, συκέας γ᾽, (καί) γῆν μοδίων κε᾽, (νομίσματα) δύο. Θεόδωρος ὁ ἀδελφός αὐτοῦ, ἔχει γυναῖκα Θεοτοκώ, υἱούς Ἰωάννην καί Δημήτριον, θυγατέρα Ζωήν, βοίδιον α᾽, αἰγίδια ι᾽, ἀμπέλιον μοδίου α᾽, (διμοίρου) περιβόλιον μοδίου (ἡμίσεος) ἐν ὧ συκέαι β᾽, καρύα α᾽, αὐλοτόπιον μοδίου (ἡμίσεος) ἀμπέλιον πλησίον τοῦ παπᾶ Κωνσταντίνου μοδίου (διμοίρου) (καί) γῆν μοδίων κε᾽, (νομίσματα) δύο. Νικόλαος ὁ Σιμίσιος, ἔχει γυναῖκα Μαρίαν, υἱούς Δημήτριον (καί) Γεώργιον, αὐλοτόπιον μοδίου α᾽, ἀμπέλιον μοδίου α᾽, (διμοίρου), ἀμυγδαλέας β᾽, (νομίσματος) δίμοιρον. Γεώργιος ὁ γαμβρός αὐτοῦ, ἔχει γυναῖκα Μαρίαν, υἱόν Δημήτριον, (νομίσματος) τρίτον. Στάνος ὁ Χριστόδουλος, ἔχει γυναῖκα Καλήν, υἱούς Δημήτριον (καί) Χριστόδουλον, θυγατέρα Χρυσῆν, ἀδελφόν Δημήτριον, ζευγάριον α᾽, αἰγίδια κ᾽, ἀμπέλιον πλησίον Δραγάνης μοδίων β᾽, ἕτερον πλησίον Πλαρτζοῦ μοδίου α᾽, (ἡμίσεος), ἕτερον εἰς τόν Πακουρίανον μοδίου α᾽, (καί) γῆν μοδίων κε᾽, (νομίσματα) τρία( διμοιρον). Νικόλαος ὁ Δημητρᾶς, ἔχει γυναῖκα Θεοτοκώ, υἱούς Δημήτριον (καί) Γεώργιον, ἀμπέλιον πλησίον τοῦ Δοβρωνᾶ μοδίου α᾽(ἡμίσεος), ἕτερον ἐκ προικός αὐτοῦ εἰς τόν Ἅγιον Γεώργιον μοδίου (τρίτου) (καί) (γῆν) μοδίων κ᾽, (νόμισμα) ἕν τέταρτον. Κωνσταντῖνος ἱερεύς ὁ Δραζῆς, ἔχει γυναῖκα Μαρίαν,, υἱούς Νοκόλαον (καί) Βασίλειον, θυγατέρας Εἰρήνην (καί) Καλήν, ἀδελφόν Νικόλαον, νύμφην ἐπ᾽ αὐτῶ Καλήν, ζευγάριον α᾽, ἀργόν α᾽, ὀνικόν α᾽, ἀμπέλιον μοδίων β᾽πλησίον τοῦ Τζουτζούρου, χερσάμπελον μοδίου α᾽, ἕτερον εἰς τάς Πτέρνιτζας, ἀμπέλιον πλησίον τοῦ Ρωμανοῦ μοδίου α᾽, (καί) γῆν μοδίων λ᾽, (νομίσματα) δύο. Μιχαήλ ὁ Κούπενος, ἔχει γυναῖκα Μαρίαν, υἱόν Δημήτριον, ἀδελφόν Θεοτόκιον, νύμφην ἐπί τῶ Θεοτοκίω Μαρίαν, ἁμπέλιον μοδίου α᾽, (ἡμίσεος), (νομίσματος) δίμοιρον᾽ συν αὐτῶ (καί) Γεώργιος ὁ ἀδελφός αὐτοῦ, ὅς ἔχει γυναῖκα Καλήν. Χήρα ἡ Πασχαλώ, ἔχει θυγατέρα Ζωήν, (νομίσματος) ἕκτον. Μιχαήλ ὁ Χαλκεύς, ἔχει γυναῖκα Θεοδώραν, υἱόν Γεώργιον, ἀμπέλιον ἐκ προικός αὐτοῦ μοδίου α᾽, (νομίσματος) τρίτον. Μιχαήλ ὁ υἱός τοῦ παπᾶ Βασιλείου, ἔχει ἀδελφήν Καλήν. βοίδιον α᾽, αἰγίδια στ᾽,ἀμπέλιον ἐν διαφόροις τμήμασι μοδίων β᾽, (ἕκτου) (καί) γῆν μοδίων ιβ᾽, (νόμισμα) ἕν ἥμισυ. Βλάδος ὁ τῆς Μαροῦς, ἔχει γυναῖκα Εἰρήνην, υἱούς Δημήτριον (καί) Κωνσταντῖνον, ἀμπέλιον μοδίου(ἡμίσεος) (νομίσματος) τρίτον. Νικόλαος ὁ γαμβρός τοῦ Καλογήρου, ἔχει γυναῖκα Ἑλένην, (νομίσματος) τέταρτον. Ζωή χήρα Κοντοϊωαννώ, ἔχει υἱόν Ἰωάννην, ἀδελφήν Καλήν, ἀμπέλιον ἐν δυσί τμήμασι μοδίου α᾽, (καί) χωράφιον μοδίου α᾽, ἐσωθύριον (καί) γῆν ἐν διαφόροις τμήμασι μοδίων ιε᾽, (νομίσματος) δίμοιρον. Νικόλαος ὁ Κέλκος, ἔχει γυναῖκα Ἄνναν, υἱούς Ἰωάννην (καί) Μιχαήλ, ἀμπέλιον μοδίου (ἡμίσεος) (νομίσματος) τρίτον. Χήρα ἡ Μποζάνα, ἔχει υἱούς Δημήτριον, Θεόδωρον (καί) Μιχαήλ (νομίσματος) τρίτον. Ἰωάννης ὁ υἱός Βασιλείου τοῦ Χαλπετᾶ, ἔχει ἀδελφήν Μαρίαν, ἀμπέλιον εἰς τήν Τζίρισταν, πλησίον Βασιλείου τοῦ Χαλκέως γονικόν αὐτοῦ μοδίου α᾽, (νομίσματος) τρίτον. (Ὁμοῦ) τό οἰκούμενον τοῦ τοιούτου χωρίου (νομίσματα) εἰκοσιέξ.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ 21
ΚΑΤΟΙΚΟΙ 81 (Ἄρρ.. 49, θήλεις 32)
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Ἄτεκνες οἰκογ., με ἕνα παιδί 5, με δύο 6, με τρία 4, με τέσσερα 1
Οἰκογ. πού συζοῦν με συγγενεῖς, νύφες,, γαμπρούς κ.λ.π. 8
Ἐάν θά ἤθελε νά κάνει κανείς μιά σύγκριση τῆς οἰκονομικῆς καταστάσεως τοῦ Κρουσόβου μέ τα Στεφανινά τῆς ἴδιας ἐποχῆς θά διαπίστωνε τήν ἀσυγκρίτως καλύτερη κατάσταση τῶν Κρουσοβιτῶν. Μόνο ἡ φορολογία δείχνει τή διαφορά. Π.χ. Τό Κρούσοβο πληρώνει συνολικά τό 1321 νομίσματα 26, τά Στεφανινά 11.Ἀλλά καί δημογραφικά τό Κρούσοβο ἦταν μεγαλύτερο: στούς 80 κατοίκους του, τά Στεφανινά εἶχαν 22.
Ἐκεῖ πού ὑπερτεροῦσαν κατά τίς χρονολογίες αὐτές οἱ Στεφανιῶτες ἦταν στίς ἐλεύθερες γαῖες. Παρά τό γεγονός ὅτι τά Στ. ἦταν κι αὐτό μετόχι Ἐσφιγμενίτικο, ἐδῶ ἡ Μονή ἀπέδωσε ἕνα μέρος τῆς δῆθεν περιουσίας της στούς παλιούς κατόχους. Τό ἀπέδωσε ὅμως ἀνώνυμα. Ἔτσι φαίνεται ὅτι τά χωράφια αὐτά δουλεύουνταν ἀπό κοινοῦ. Καί δέν ἀπέδωσε μόνο χωράφια, ἀλλά καί ἀμπέλια. Ἐδῶ, στό Κρούσοβο, τή μικρή αὐτή φιλάνθρωπη κίνηση δέν τήν ἔκανε.

Κάνω τίς συγκρίσεις αὐτές μέ τά Στεφανινά ὄχι γιά τόν ἰδιαίτερο λόγο πού εἶναι ἡ καταγωγή μου, ὅσο διότι τά δυό αὐτά ὀρεινά χωριά βρίσκονταν σέ πολύ-πάρα πολύ στενή ἐπικοινωνία, κοινωνία, θά ἔλεγα. Μέχρι σήμερα.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Τά πράγματα στενεύουν, ἡ κατάσταση γενικά χειροτερεύει, ὁ ὁρίζοντας σκοτεινιάζει. Βούλγαροι, Σέρβοι καί τώρα τά φουσάτα τῶν Τούρκων διακρίνονται ὄχι πολύ μακρυά.....
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ. Ἕνα, ράφτης, ὁ Νικόλαος Σακελλάριος. Τι ἄραγε νά ἔρραβε ὁ Νῖκος μας; Ποιά μοντέλα ὑπεδείκνυε στις ταλαίπωρες Κερδυλλιώτισσες τοῦ 1320; Θά μποροῦσε κανείς νά δυσανασχετήσει γιά τήν ἀπαίτηση νά ζητήσω ἐπαγγέλματα σ᾽ ἕνα χωριό σάν τό Κρούσοβο.
Τό ἀναφέρω γιατί τήν ἴδια περίοδο στά τρεῖς φορές μικρότερα Στεφανινά ἐμφανίζονται καί καταγράφονται τά ἑξῆς ἐπαγγέλματα: ράπτης, τσαγκάρης καί ὑφαντής.
ΕΠΙΠΟΛΑΖΟΝΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ
τό 1318 7 φορές τό ὄνομα Καλή
τό 1321 6 φορές τό ὄνομα Καλή
Ἐμφανίζεται τό σπανιώτατο ὄνομα Θεοτόκιος- Θεοτοκώ
Σλαβικά: ἕνα Μποζάνη (Μπόζια)Χρυσούλα
ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ
1318
Ἀμπέλια 38 μόδια, δηλ. 48 (περίπου) στρέμματα
Γῆ-χωράφια 425 μόδ. δηλ. 545 στρέμματα
1321
Ἀμπέλια 21,5 μόδια δηλ. 30 στρέμματα
Γή-Χωράφια 297 μόδια δηλ. 385 (περίπου) στρέμματα
Τι ἔγιναν τά ἀμπέλια καί τά χωράφια;
Οἱ σύγχρονοι Κερδυλλιῶτες ἄς μελετήσουν τά δεδομένα αὐτά ἐν ὄψει τῆς νέας ἐμφάνισης τῶν Ἐσφιγμενιτῶν μοναχῶν πού διεκδικοῦν τά πάντα!!
ΖΩΑ
1318 1321
Αἶγες..................31 ...............30
Βόδια.................12...............15

Χοῖροι..................6..................0
Γαϊδούρια...........1..................3
Μελίσσια.............1..................0
Εἶναι περίργο ὅτι ἀπό τό χωριό σχεδόν λείπει ὁ...γάϊδαρος. Ὄντως παράξενο. Τό 1300 στά Στεφανινά ὑπῆρχε μόνο ἕνας...
ΔΕΝΔΡΑ(φορολογούμενα)
Ἀμυγδαλιές...........................21
Καρυδιές................................17
Συκιές......................................36
Κερασιές....................................5
Μουριές-Σκαμνιές.................1

ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ

1. Ἅγιος Γεώργιος
2. Δραγάνη
3. Θεοτόκος ( πρέπει νά εἶναι ἡ Παναγία)
4. Πακουριάνος
5. Πέρνιτζα
6. Πλαντζοῦ-Φλαντζοῦ
7. Συμεωνάδες (εἶναι τοποθεσία, διότι τήν προσδιορίζει «πλησίον τοῦ Τζουτζούρου»
8. Βύσινες
Τά περισσότερα τοπωνύμια τῶν Ἀπογραφῶν εἶναι σήμερα ἄγνωστα, ἐξαιρέσει τριῶν κι αὐτά εἶναι
α) Ὁ Ἅγιος Γεώργιος, ἡ τοποθεσία τοῦ σημερινοῦ Ἁγίου Γεωργίου μέ τίς διπλανές-σήμερα-πολιάνες καί κυρίως τά κάτω-ἀνατολικά τοῦ ναοῦ χωράφια.
β) Δραγάνη, πού συμπίπτει μέ τή σημερινή ὀνομασία Δριγανίτσι.
γ) Βυσινές, δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι οἱ Βυσινές αὐτές εἶναι ἡ σημερινή τοποθεσία τά Βυσνά, τά ὁποῖα ὁ σχολιαστής τῶν Ἁγιορείτικων Πράξεων Ζάκ Λεφόρ ὀρθά τοποθετεῖ 5 χιλιόμετρα Δ-νΔ τοῦ Ἄνω Κρουσόβου.

δ) τό τέταρτο ὄνομα πού θέλω νά σχολιάσω εἶναι τό «Πακουριάνος». Ἄγνωστο σήμερα, ἀλλά ἀναφερόμενο στίς παλαιότερες πηγές .Οἱ Πακουριανοί96 ἦταν ἄρχοντες τῆς Β. αὐτοκρατορίας, Ἰβηρικῆς (Γεωργιανῆς) καταγωγῆς πού στά χρόνια τοῦ 11ου αἰώνα κατέλαβαν μεγάλα ἀξιώματα. Ὅταν ἡ αὐτοκρατορία ἄρχισε νά συρρικνώνεται στήν Ἀνατολή, ὅπου ὑπηρετοῦσαν, ἀποκαταστάθηκαν στή Μακεδονία καί Θράκη. Τούς δόθηκαν τεράστια κτήματα. Μεταξύ αὐτῶν καί ἕνα μεγάλο ἀγρόκτημα στό Θέμα τῆς Θεσσαλονίκης πού κατά τήν ἄποψή μου εἶχε τήν ἕδρα του στήν ἔξοδο τοῦ Ρηχίου-τοῦ ποταμοῦ Βόλβης-Στρυμονικοῦ-, ὅπου καί τό πρόχειρο χωριό-οἰκισμός Πριλόγκιο, ὅπως ἐπίσης τούς δόθηκαν κτήματα σέ διάφορα μέρη τοῦ Θέματος τῶν Σερρῶν. Τό Κρούσοβο ἀνῆκε στό Θέμα τῆς Θεσσαλονίκης. Ὑπῆρχαν ὅμως ἀποδεδειγμένα καί κτήματά τους στήν πέρα τοῦ Στρυμόνα περιοχή μέ ἕδρα τό Βυζαντινό Μαρμάριο. Φαίνεται πώς καί ἀπό τή δυτική πλευρά ὑπῆρχαν μερικά κτήματά τους, γι αὐτό καί οἱ κερδυλλιώτικοι ἀγροί τοποθετοῦνται σέ τοπωνύμιο Πακουριάνος. Ἄρα ἡ περιοχή αὐτή πρέπει νά τοποθετηθεί στό Κρυονέρι καί πιό κοντά στόν ἐκεῖ πύργο.
ε). Θεοτόκος. Πιθανώτατα ἡ Παναγία τῶν Ἄνω Κ. Ὅπως βλέπουμε δέν ἀναφέρεται τοποθεσία Ἅγιοι Θεόδωροι. Τοῦτο δίνει λαβή νά ὑποθέσουμε ὅτι μοναδικός τότε ναός στά Ἄνω Κ. ἦταν ἡ Θεοτόκος-Παναγία. Ἄν ὑπῆρχε θά τόν ἀνέφερε, διότι καί στήν τοποθεσία αὐτή (Ἅγιοι Θεόδωροι) ὑπῆρχαν δυό-τρία στρέμματα πού θά ὑπόκεινταν σέ φορολόγηση. Ἄλλωστε καί ἡ Παναγία εἶναι κοντά καί ἡ περιοχή της δέν ἔχει περισσότερα χωράφια ἐκεῖ δίπλα.

ΥΔΡΟΜΥΛΙΚΟΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΝ

Στούς βυζαντινούς Ἀπογραφεῖς διαβάζω γιά «ὑδρομυλικόν ἐργαστήριον», πού δέν εἶναι μόνο μῦλος, τόν ὁποῖο ρητῶς ἀναφέρουν. Τό ἐργαστήριο αὐτό ἦταν ὁλόκληρη ἐγκατάσταση.

‘H λειτουργία μύλου στηρίζονταν καί στηρίζεται στή δύναμη τοῦ νεροῦ, «νιρόμλοι». Ἕνας ἀγωγός-αὐλάκι, μυλαύλακο, ὁδηγοῦσε τό νερό σέ μιά ξύλινη, κάθετη στό μῦλο, κατασκευή. Τό νερό ἔπεφτε μέ δύναμη σέ ροδάνα-φτερωτή καί ἔθετε σέ κίνηση ἄξονα, πάνω στόν ὁποῖο ἦταν τοποθετημένες δυό στρογγυλές μυλόπετρες. Τό σιτάρι-σίκαλι-καλαμπόκι ἔπεφτε ἀπό ἕνα τεράστιο «χωνί»-κάσα στήν ὁπή πού ὑπῆρχε στό κέντρο τῆς πάνω μυλόπετρας καί σκορποῦσε μεταξύ τους. Οἱ μυλόπετρες ρυθμίζονταν, νά μή γυρίζουν μέ τήν ἴδια ταχύτητα καί παράλληλα, ὥστε τό σιτάρι νά τρίβεται, νά λυώνει μεταβαλλόμενο σέ ἀλεύρι, τό ὁποῖο τινάζονταν σέ μιά ξύλινη περιφερική κάσα. Ὁ μυλωνᾶς μποροῦσε νά ρυθμίσει καί τή λεπτότητα τοῦ ἀλευριοῦ ἀνεβοκατεβάζοντας ἀνεπαίσθητα τήν πάνω μυλόπετρα.
Κατά τή βυζαντινή περιόδο ἔχουμε δύο εἰδῶν μύλους α) τούς ἐπικαιρικούς, πού ἄλεθαν μιά περίοδο τοῦ χρόνου, ὅταν ὑπῆρχαν μπόλικα νερά καί β) τούς ὁλοκαιρινούς, ὅπως τούς ἀναφέρουν οἱ Ἀπογραφεῖς, οἱ ὁποῖοι ἄλεθαν ὅλο τό χρόνο. Ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι ἡ κατασκευή, λειτουργία καί συντήρηση ἑνός μύλου ἀπαιτοῦσε ἱκανή δαπάνη, πού μόνο λίγοι καί εὐκατάστατοι μποροῦσαν νά ἔχουν, πρᾶγμα σπάνιο τά χρόνια ἐκεῖνα. Συνήθως ἦταν μοναστηριακοί. Ἐδῶ, σέ μᾶς, σχεδόν ὅλοι ἦταν μοναστηριακοί. Οἱ μυλωνάδες δέν ἦταν εὐκαταφρόνητοι ἐπαγγελματίες.
Πρόβλημα γεννᾶται ὅτι στό Κρούσοβο-πάνω καί κάτω- δέν εἶχαν νερά, τουλάχιστον κανένα μεγάλο λάκκο, ὥστε νά μπορεῖ νά σχηματισθεῖ μικρός καταρράκτης γιά νά κινήσει τό μῦλο. Στό κάτω χωριό κατά τήν πρό τοῦ Β´ Παγκοσμίου πολέμου ἐποχή τό πρόβλημα λύθηκε μέ βενζινοκίνητο μῦλο-γερμανικῆς τεχνολογίας γι αὐτό καί οἱ Γερμανοί δέν τόν ἔκαψαν.... Ἀλλά κι αὐτό στά νεώτερα χρόνια.
Στά βυζαντινά χρόνια ὑπῆρχε τό λεγόμενο «ὑδρομυλικόν ἐργαστήριον».
Πιθανώτατα βρίσκονταν σέ πολύ μακρυνή καί-σήμερα-δύσβατη τοποθεσία στό ρέμα Λακκάρα( Tasli dere), ψηλά, μη προσβάσιμο στά σημερινά ἐρείπιά του. Στούς νεώτερους χρόνους ὑπῆρχαν ἀρκετοί μῦλοι, μά πάντα μακρυά: Ἕνας μοναστηρίσιος στῆς Ἀχλαδιᾶς τό λάκκο, ἄλλοι δυό ψηλά στό Στόβουλο. Στό Πάνω χωριό ὑπῆρχε στό βουνό «τ᾽ Γιατροῦ ὁ μύλους», μιά ὥρα μακρυά, κάτω ἀπό τήν ἄσπρη Πέτρα.Ὁ μῦλος αὐτός ἦταν ἐνεργός π.χ. τό 1917. Τότε με την πρόσκαιρη μετοίκηση (Ἐμπόλεμη ζώνη ἡ Βισαλτία, ἄμεσος κίνδυνος ἀπό τους Βουλγάρους97) τῶν πιο πολλῶν κατοίκων στην τοποθεσία «Δυό δένδρα», οἱ περισσότεροι κάτοικοι ἄλεθαν στο μῦλο αὐτό, ἀκόμη καί οἱ Γιουροῦκοι τοῦ Ἰναλή.
Ἄλλος μῦλος ἦταν «τ᾽ Σεκερ᾽ μύλους» τῶν ἀδελφῶν Σαδραζάνη στο Καστρί. Ναί, πήγαιναν τόσο μακρυά μέ φορτωμένα τά γαϊδουράκια σιτάρι.
Βέβαια τούς παροίκους δέν τούς ρωτοῦσε κανένας. Θά πήγαιναν ὑποχρεωτικά τό σιτάρι κ.λ.π σ᾽ αὐτό τό μύλο, ὅπως καί τά σκουτιά καί τά ὑφαντά τους. Ἄν αὐτά συνέβαιναν κατά τους βυζαντινούς χρόνους, στα νεώτερα χρόνια, κυρίως στήν Τουρκοκρατία, ξέρουμε ὅτι στά Κερδύλλια πλήθυναν οἱ μῦλοι. Ἔτσι ξέρουμε ὅτι στο Στόβουλο-ψηλά-ὑπάρχουν ἀκόμη τά ἐρείπιά τους. Ὅπως καί ἕνας ἀκόμη μοναστηριακός στῆς Ἀχλαδιᾶς τό Λάκκο». Ἐδῶ δέν περιλαμβάνουμε τό ἤ τούς μύλους τοῦ Ἁγίου Δημητρίου.
Ἕνα ἄλλο εἶδος μύλου ἦταν ὁ σαμόμυλος. Τέτοιοι ὑπῆρχαν παντοῦ, ὅπου ὑπῆρχε νερό καί καλλιέργεια τοῦ σουσαμιοῦ. Ἀπό τό σουσάμι ἔβγαζαν τό εἰδικό λάδι πού ἦταν πρώτης κατηγορίας γιά τά γλυκά, σουσαμέλαιο. Καί στά Κερδύλλια δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὑπῆρχε, ἔστω ἕνας, σαμόμυλος διότι καλλιεργεῖτο σουσάμι.
Ἕνα μέρος ἀπό τίς ὑδρομυλικές ἐγκαταστάσεις ὀνομάζονταν, καί σήμερα ἀκόμη, δρίστα.
ΔΡΙΣΤΕΣ.
‘H λειτουργία δρίστας ἦταν συνέπεια τῆς ἀνάγκης ἐπεξεργασίας τῶν ὑφασμάτων τῆς ἐποχῆς. Στά ἀπόμερα αὐτά μέρη-καί ὄχι μόνο- ὅλα τά ροῦχα ἦσαν ὑφαντά γι αὐτό καί σκληρά. Συνήθως ἀπό μαλλιά προβάτων καί γιδιῶν.Τά πολύ σκληρά τά ὀνομάζαμε, θυμοῦμαι, τζιγκρό, τζιγκρό ροῦχο( ὅπως καί τζιγκρό χῶμα), ἀκατέργαστο, σκληρό σκουτί, πού δέ φοριόταν, ἀντίθετα μέ ἄλλα πιό μαλακά.Ἔπρεπε νά μαλακώσουν γιά νά μποροῦν νά ραφοῦν. Αὐτή τή δουλειά ἔκανε ἡ δρίστα.
Νά μιά στοιχειώδης περιγραφή.
Ὑπάρχει, κατ᾽ ἀρχήν, ἕνα κτίριο, μιά μεγάλη τρόπον τινα ἀποθήκη, τό «ἐργαστήριο». Στή βάση τοῦ κτιρίου καί χαμηλότερα περίπου ἕνα μέτρο ἀπό τό ἐπίπεδο ὑπάρχει ἕνας τετράγωνος χῶρος, στόν ὁποῖο μποροῦμε νά κατεβοῦμε μέ σκαλοπάτια.
Ἐκεῖ ὑπάρχει ἕνας ἄξονας, πάνω στόν ὁποῖο ὑπῆρχε μιά μεγάλη φτερωτή-ροδάνα. Στή φτερωτή αὐτή ἔπεφτε μέ δύναμη τό νερό καί ἔδινε περιστροφική κίνηση στόν ἄξονα. Αὐτός ἦταν συνδεδεμένος μέ ἄλλον, παραπέρα, πάνω στόν ὁποῖο ὑπῆρχαν δυό ἐξοχές μικρές ξύλινες, πού συγκρατοῦσαν τά 2,3,4 ἔμβολα( κόπανοι), πού κρέμονταν ἀπό ἕναν ἄλλο ἄξονα ψηλά σχεδόν στήν ὀροφή τοῦ ἐργαστηρίου. Στήν ἀντίθετη μέ τό βασικό ἄξονα πλευρά τοῦ ἐργαστηρίου καί σέ ὕψος ἀνάλογο μέ τή φορά τῶν ἐμβόλων, ὑπῆρχε μία σκάφη-κουπάνα, ἀνάλογου φάρδους, ἀνοιχτή στή φορά τῶν ἐμβόλων. Πάνω στά βρεμμένα ροῦχα ἔσταζε καί ζεστό νερό πού ἔρχονταν μέ ἕνα σωλήνα ἀπό καζάνι πού ἔβραζε ἕξω, ἤ σέ μιά γωνιά μέσα στό ἐργαστήριο. Τό ζεστό νερό μαλακώνει κάπως τά ροῦχα. Ἐκεῖ λοιπόν στοιβαγμένα 3-4 ὑφαντά ἤ μαλλιά, ὑφίσταντο τό ἄγριο χτύπημα τῶν ἐμβόλων. Γκάπ-γκάπ! Ὅταν τό ἕνα ἔμβολο-κόπανος χτυποῦσε, ὁ ἄλλος βρίσκονταν πίσω. Γινόταν αὐτή ἡ ἐναλλαγή συνεχῶς. ‘H διαδικασία αὐτή γιά τά σκληρά ροῦχα διαρκοῦσε γύρω στίς 48 ὧρες, σχεδόν δυό μέρες!! Γίνονταν λοιπόν... βαμβάκι. Εἴπαμε ὅτι μύλος καί δρίστα ἦταν μαζί συστεγασμένες καί λειτουργικά ἑνωμένες.
Ὅταν δέν δούλευε ἡ δρίστα, ἔρριχναν τό νερό στό μῦλο καί τό ἀντίθετο.
Ἐκτός ἀπό αὐτήν «ἐπιστημονική» δρίστα ὑπῆρχαν καί οἱ δριστέλλες: Τό νερό ἔπεφτε ἀπό ψηλά καί χτυποῦσε τά ροῦχα, λίγο πιό δυνατά ἀπό τόν κόπανο, μέ τόν ὁποῖο οἱ μητέρες τῶν παλιότερων Κερδυλλιωτῶν ἔπλεναν τίς κουρελοῦδες. Ἀπό τόν κόπανο ἐκεῖνο ἔμεινε καί τό λεγόμενο γιά μερικούς ἀνόητους «κόπανε».

ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

‘H περίοδος τῆς Τουρκοκρατίας ἀρχίζει σ᾽ αὐτά μέρη πολύ πρίν τήν Ἅλωση τῆς Πόλης (1453). Ἤδη ἀπό τά μέσα τοῦ 14ου αἰῶνος καί ἀσφαλέστατα ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 138098 ἡ περιοχή μας βρίσκεται ὑπό τόν Ὀθωμανικό ζυγό, ἄν ὄχι δυό χρόνια ἀργότερα. Τό Κρούσοβο π.χ. καί ἡ Ρεντίνα ὑπετάγησαν τό 1378.99

‘H περίοδος στήν ὁποία εἰσερχόμεθα εἶναι ἡ πλέον σκοτεινή καί ζοφερή. Πουθενά φῶς, ἐλπίδα, παρηγοριά. Οἱ πάντες κλείνονται στό καβοῦκι τους μή περιμένοντας ἀπό πουθενά τίποτε, προπάντων ἀπό τούς «ἀδελφούς» Εὐρωπαίους Μόνη καταφυγή ἡ Ἐκκλησία, ἀπ’ τήν ὁποία ζητοῦν παρηγοριά καί σωτηρία. Κολλοῦν σά στρείδια ἐπάνω της, σφίγγονται κοντά της καί προσπαθοῦν ν’ ἀντλήσουν δύναμη καί ἰκμάδα ἀπό τήν τεράστια δύναμη τῆς πίστης τους. Μιᾶς πίστης πού ἔκανε τό θαῦμα νά κρατήσει ἀλώβητη τή γλῶσσα καί την ἀπό πολλοῦ ἤδη χρόνου ἐθνική τους συνείδηση. Σ᾽ αὐτόν τόν ἀγώνα ἐπιβίωσης τεράστιο ρόλο ἔπαιξε καί ἡ κλειστή ὀργάνωση σέ κοινότητες. Τό καύχημα τῆς περιόδου αὐτῆς εἶναι ὁ ὀργανωμένος παντοῦ, ἀνάλογα μέ τίς ἐξωτερικές περιστάσεις, κοινοτικός βίος. Μέ ὅλες τίς παραμέτρους καί ἀγαθές συνέπειες: ἀδελφική ἀλληλεγγύη τῶν μελλοθανάτων, ἀγάπη, συμπαράσταση, τό κοινό αἴσθημα τοῦ ἀνήκειν, ἡ αἴσθηση τοῦ διαρκοῦς κινδύνου μπροστά στήν ἀνεξέλγκτη συμπεριφορά καί τοῦ πλέον ἀγροίκου μουσουλμάνου. Τά δυό αὐτά, ἡ Ἐκκλησία καί ἡ Κοινότης, εἶναι οἱ σωτήριες λέμβοι στό μαυρισμένο ὠκεανό, πού τό Γένος ἀναγκάστηκε νά πλεύσει ἐπί πέντε καί μισούς αἰῶνες. Καί τά ἀποτελέσματα ὑπῆρξαν θαυμαστά. Δυστυχῶς τό μάθημα τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Κοινότητας δέν τό ἔμαθαν οἱ Νεοέλληνες, μέ τήν εἰσαγωγή ξένων καί ἄσχετων μέ τήν ἱστορία μας θεσμῶν, πού βίαια μεταφυτεύθηκαν ἀπό ἄλλους κόσμους καί ἀνθρώπους (π.χ. «Καποδίστριας !!»). Γιά τήν κεντρική σημασία τῆς Κοινότητος καί γενικῶς τῆς Αὐτοδιοίκησης ἀξίζει τόν κόπο νά ποῦμε σύντομα μερικά πράγματα. Τή διοίκηση κάθε χωριοῦ κρατοῦσαν στά χέρια τους οἱ προύχοντες, μέ ἐπικεφαλῆς τόν προεστό, κοτζάμπαση, τό σημερινό πρόεδρο. Οἱ ἄρχοντες αὐτοί ἐκλέγονταν ἀπό τή γενική σύναξη ὅλων τῶν ἡλικιωμένων ἀνδρῶν, ἄνω τῶν 30 ἐτῶν. ‘H συγκέντρωση, ἡ μάζωξη, ὅπως λέγονταν, γίνονταν ἡμέρα Κυριακή, μετά τή Θ.Λειτουργία, συνήθως στό Νάρθηκα τῆς Ἐκκλησίας, ἤ στό Σχολεῖο καί σπανίως στήν πλατεία. Καί οἱ ἐκλεγόμενοι ἦσαν συνήθως γνωστά γιά τήν ἐντιμότητά τους πρόσωπα, γιά τήν οἰκονομική τους κατάσταση καί τίς γνωριμίες. Τό Συμβούλιο αὐτό εἶχε τήν ἀνώτατη ἐξουσία καί ὅλες τίς δικαιοδοσίες. Καθόριζε τούς φόρους πού ἀναλογοῦσαν σέ κάθε οἰκογένεια, τούς εἰσέπραττε καί τούς ἀπέδιδε στήν τουρκική διοίκηση. Φιλοξενοῦσε τούς Τούρκους ἀξιωματούχους, ἀποσπάσματα κ.ἄ. Μεριμνοῦσε γιά τά πάντα. Ὥριζε τήν προσωπική ἐργασία γιά κάθε ἔτος, δίκαζε πρωτοβαθμίως περιουσιακές καί κληρονομικές διαφορές. ‘H θητεία του ἦταν ἐνιαύσια( ἕνα χρόνο).
Ἄλλη ἀρχή μέ πολύ σημαντικές ἁρμοδιότητες ἦταν ἡ Ἐκκλησιαστική Ἐπιτροπή, πού διαχειρίζονταν τά πάντα σχετικῶς μέ τήν ἐπιλογή ἱερέως, διαχείριση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας (βακούφια) καί κυρίως μεριμνοῦσε γιά τήν ἐκπαίδευση. Ἐπέλεγε τόν ἤ τούς δασκάλους, τούς πλήρωνε, τούς ἤλεγχε καί παρακολουθοῦσε τή διδακτική τους ἐπίδοση, ὅπως καί τῶν μαθητῶν. Στή διαδικασία διοίκησης τῆς Κοινότητος-κοινοτικό Συμβούλιο καί ἐκκλησιαστική ἐπιτροπή-πρωτεύοντα ρόλο εἶχε ὁ τοπικός ἐπίσκοπος-Μητροπολίτης .
Γιά τούς αἰῶνες τῆς δουλείας δέν ἔχουμε μαρτυρίες πού νά ἀφοροῦν ἄμεσα τά δυό χωριά. Ξεχασμένα ἀπό τούς πάντες, πέρασαν σέ ἀφάνεια καί φτώχεια τά σκληρά καί πέτρινα αὐτά χρόνια. Ἔχουμε ὅμως μαρτυρίες γιά τό τί συνέβαινε σέ κοντινές, σχετικά ἀποστάσεις. Καί, ἀναλογικά, συμπεραίνουμε ὅτι τά ἴδια συνέβαιναν κι ἐδῶ. Κανείς δέν ἀποτελοῦσε ἐξαίρεση, οὔτε τά πλούσια Μαντεμοχώρια (Στρατώνι, Στρατονίκη κ.λ.π.) μέ τά πλούσια μεταλλεῖα τους. Τό μεγαλύτερο πρόβλημα, ἡ μεγαλύτερη πρόκληση πού ἀντιμετώπιζαν τότε ὅλοι οἱ Ἕλληνες - μηδενός ἐξαιρουμένου-ἦταν ἡ ἀλλαξοπιστία μέ ἄμεση συνέπεια αὐτοῦ τοῦ ἐξισλαμισμοῦ τήν βέβαιη τουρκοποίηση. Τά δεινά, τά βασανιστήρια, ἡ φτώχεια, οἱ συνεχεῖς κίνδυνοι, ὤθησαν πολλούς χριστιανούς ν’ ἀλλάξουν τήν πίστη τους, προσμένοντας τά καλά πού ὑπόσχονταν ἡ πράξη τους αὐτή. Παντοῦ ὑπῆρξαν τέτοια περιστατικά. Σέ μερικά δέ μέρη ἔγιναν ὁμαδικοί ἐξισλαμισμοί, «ἑκούσιοι», ἰσχυρίζονται οἱ Τοῦρκοι100. Ὅλοι αὐτοί οἱ Ἕλληνες ἐξωμότες χάθηκαν γιά τό Γένος μας101. Στή δεύτερη -τρίτη γενιά ξεχνοῦσαν τήν καταγωγή τους κι ἀφομοιώνονταν πλήρως, γινόμενοι ὄχι ἁπλῶς μουσουλμάνοι, μά φανατικοί διῶκτες τῶν χθεσινῶν γονέων καί συγγενῶν .Δέν εἶναι χῶρος νά ἀναφέρουμε τά γνωστά γιά τό Παιδομάζωμα.
Ἄλλωστε ἡ ἀναφορά ἑνός καί μόνον ἀπό τούς ἀμέτρητους φόρους, Κεφαλικός ἤ χαράτσι, δείχνει πεντακάθαρα τό εἶδος τῆς πολιτείας πού εἶχαν ἐγκαταστήσει οἱ νέοι ἄρχοντες. Στό χωριό μας, ἀντίθετα με ἀρκετά χωριά τοῦ καζά Σερρῶν, δέν εἴχαμε, καθ᾽ ὅλους αὐτούς τούς αἰῶνες, οὔτε μιά ἀλλαξοπιστία, οὔτε ἕναν ἐξισλαμισμό. Οὔτε ὅταν οἱ ἐξισλαμισμοί ἐπιβάλλονταν βίαια, κατά τούς δύο πρώτους αἰῶνες τῆς Τουρκοκρατίας.
Ἄλλωστε ἐδῶ δέν κατοίκησαν ποτέ Τοῦρκοι. Στήν περιοχή Σερρῶν, ἐγκαταστάθηκαν σκληροτράχηλες οἰκογένειες φανατικῶν μουσουλμάνων, οἱ γνωστοί νομάδες Γιουροῦκοι. Οἱ ὁποῖοι πληθυνθέντες ἐγκαταστάθηκαν σέ κοντινούς χριστιανικούς οἰκισμούς καί ἔγιναν ἡ μάστιγα τῶν περιοχῶν αὐτῶν. Γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς μάστιγας αὐτῆς ἐξεδόθησαν πλεῖστα ὅσα φιρμάνια. Διαβάζω σέ ἅνα ἀπό αὐτά: « ἤδη ἐξεδόθη ὑψηλόν φιρμάνιον ὅπως... καταστείλητε καί πατάξητε τάς παρά τόν νόμον καί τό ἱερόν δίκαιον προσβολάς τῶν εἰρημένων, ἐμποδίζοντες αὐτούς νά ἐνοχλοῦν τούς πτωχούς ραγιάδες»102.
Ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας ὅτι ὅταν χτυπήσουν τήν πόρτα τοῦ γείτονα ἔρχεται καί ἡ σειρά σου. Πάντα ζοῦσαν μέ τό φόβο αὐτόν, τῶν νομάδων-ληστῶν Γιουρούκων κι ἀμέσως μετά τῶν Τούρκων-Ὀθωμανῶν.
Ὑπῆρχαν ὅμως καί ἄλλα βασανιστήρια, ἄλλης μορφῆς πού ἔκαναν τό βίο ἀβιωτο. Ὄχι, δέν θά ἀναφερθῶ στίς χιλιάδες ἄμεσες καί ἔμμεσες, τακτικές καί,προπάντων, περιστασιακές, φορολογήσεις103. Θά πῶ τό αὐτονόητο: οἱ πάντες ἦσαν ἕρμαια στίς ληστρικές ὀρέξεις ὄχι ἀπλῶς τῶν πασάδων καί μπέηδων, ἀλλά καί τοῦ πλέον εὐτελοῦς καί ἀγροίκου μουσουλμάνου, πού μποροῦσε, μέ μιά ψευδῆ δήλωση-καταγγελία στόν καδῆ, νά ὁδηγήσει τόν δύστυχο χριστιανό στό δίλημμα: ἤ τή ζωή του ἤ τήν πίστη του! Θά ἀναφέρω, ἔτσι γιά νά διασκεδασθεῖ ἡ θλιβερή ἀτμόσφαιρα, τόν περιώνυμο « Φόρο τῆς νύφης». Διαβάστε: «Ὁσάκις (οἱ ραγιάδες)) ὑπανδρεύουν τάς παρθένους θυγατέρας των εἶναι διατεθειμένοι( ἐνν. ὑποχρεωμένοι) νά πληρώσουν κατά τόν νόμον τόν φόρον τῆς νύμφης». Γιατί; Πῶς τό πρᾶγμα ἔφθασε στό Ντιβάνι104 καί χρειάσθηκε νά ἐκδοθεῖ φιρμάνι;105 Μερικοί αὐθαίρετοι βοεβόδες106 ζητοῦσαν τοῦ κόσμου τά χρήματα κατά τό γάμο, π.χ. ἕνα χρυσό νόμισμα. Ἐκδίδεται λοιπόν τό παρόν φιρμάνι καί βάζει τά πράγματα στή... θέση τους. «Ἐάν οἱ αἰτοῦντες (ἐννοεῖται, χριστιανοί) εἶναι ἐγγεγραμμένοι ὡς ραγιάδες καί τέκνα ραγιάδων τοῦ χωρίου τούτου, ὁ δε φόρος νυμφῶν ἀναγράφεται εἰς τό βιβλίον ὡς πρόσοδος... τότε ὅταν οὗτοι ὑπανδρεύουν τάς παρθένους θυγατέρας των νά δίδεται κατά τόν νόμον καί τόν κατάλογον φόρος νυμφῶν τριάκοντα ἄσπρων107 ἐκ μέρους τοῦ ἀνδρός»108, ἐννοεῖται ἐκ μέρους τοῦ γαμβροῦ. Βέβαια κανένας νόμος καί καμιά ἱερή διάταξη τοῦ Κορανίου δέν περιελάμβανε τέτοια πρόσοδο. Ἀλλά ὁ κάθε ἄρχοντας ἦταν ὁ ὕπατος νομοθέτης στην περιοχή του, προπάντων στα πρῶτα χρόνια τῆς σκλαβιᾶς. Θά δοῦμε σέ λίγο τί ἦσαν τά ἄσπρα. Νά σκεφθεῖ κανείς τήν οἰκονομική κατάσταση τῶν κατοίκων τοῦ χωριοῦ, τήν ἀτεκνία πού τό μάστιζε καί νά δυσανασχετεῖ γιά τήν ὀλιγανθρωπία του! Γιά τήν ἱστορία καί μόνο θά ἀναφέρω ἐδῶ μερικά στοιχεῖα τῆς Τουρκοκρατίας πού θεωρῶ ὅτι πρέπει νά μείνουν, γιατί ἔχουν ἄμεση σχέση μέ ὅλους μας.
Καθ᾽ ὅλη τήν περίοδο αὐτή ἀπόλυτος κύριος τῆς γῆς ἦταν ὁ Σουλτάνος.
1. Τσιφλίκι (ἀπό τήν τουρκική λέξη cift, ζευγάρι βοδιῶν.) γεωργική μονάδα 60-150 στρεμμάτων. Ἕνα στρέμμα μικρό εἶχε περίπου 950 τ.μ., μεγάλο 1340τμ. Αὐτή ἡ ἔκταση λεγόταν donum καί ἦταν ἔκταση πού μποροῦσε νά ὀργωθεῖ σέ μιά μέρα. Κάθε ἀγρότης ἐδικαιοῦτο ἕνα μικρό τσιφλίκι (κλῆρο, θά τό λέγαμε ἑλληνικά) γιά τήν οἰκογένειά του. Δέν μποροῦσε νά πουλήσει τή γῆ του(ἀφοῦ ἀνῆκε στό Σουλτάνο), οὔτε νά τήν παραχωρήσει, μεταβιβάσει κ.λ.π. οὔτε νά φύγει ἀπό τό χωριό καί νά ἐγακατασταθεῖ ἀλλοῦ. Νά μιά σχετική ἱστορία: μερικές οἰκογένειες ἔφυγαν ἀπό τό Μόδι(τό γνωστό μας δίπλα στή Ν.Μάδυτο) καί ἐγκαταστάθηκαν σέ ἄλλο καζά(ἐπαρχία). Ὁ τσιφλικᾶς καταφεύγει στόν καδῆ καί ζητᾶ τή βίαιη ἐπάνοδό τους. Τό Φιρμάνι109 πρός τόν ἱεροδίκη Θεσσαλονίκης καταλήγει στήν ἀπόφαση ὅτι: ἄν μέν οἱ κάτοικοι αὐτοί, ἐκεῖ πού πῆγαν, γράφτηκαν στούς φορολογικούς καταλόγους καί ἔχουν ἤδη περάσει 10!! χρόνια, νά μείνουν ἀκαταδίωκτοι.Ἄν ὅμως δέν συντρέχουν οἱ λόγοι αὐτοί τότε νά ἐπιστρέψουν βίαια καί νά ἀποδώσουν ἀναδρομικῶς ὅλους τούς φόρους. Ὑπῆρχε σαφής διάκριση μεταξύ τσιφλικιοῦ ἑνός ἀγρότη(αὐτό πού λέμε μικρός ἤ μεγάλος κλῆρος) καί μεταξύ τσιφλικιοῦ ἑνός τιμαριούχου, μεγαλοτσιφλικᾶ. Αὐτά τά μεγάλα τσιφλίκια ὀνομάζονταν ζεαμέτια ἤ χάσια (Ηας). Στήν περιοχή μας δέν ὑπῆρχαν μεγάλα τσιφλίκια.
3.Ὁ Σουλτάνος ἀπό τό 1453 κατήργησε τούς τελωνειακούς δασμούς, τά προνόμια τῶν Ἐνετῶν καί Γενοβέζων. Αὐτό βοήθησε νά πάρουν στά χέρια τους τό ἐμπόριο οἱ ραγιάδες, κυρίως Ἑβραῖοι, Ἕλληνες καί Ἀρμένιοι. Οἱ Τοῦρκοι ὡς νομάδες καί πιστοί μουσουλμάνοι δέν ἀσχολοῦνταν μέ τό ἐμπόριο. Τό ἐμπόριο τῶν δούλων-δουλεμπόριο- ἦταν στά χέρια τῶν Ἑβραίων!
4. Οἱ ἐπαγγελματίες κάτοικοι τῶν πόλεων ἀνῆκαν σέ σωματεῖα, πού ὀνομάζονταν ἐσνάφια (ἀπ’ ὅπου ἔμεινε καί ἡ λέξη μέχρι σήμερα «τό ἰσνάφ», ἡ παρέα, οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι»), μέ τόν Πρωτομάστορα, τούς μαστόρους (usta), τούς μαθητές ἤ καλφάδες (kalfa) καί τούς βοηθούς, τά τσιράκια (cirak). Ὁ ἀρχηγός τοῦ ἐσναφιοῦ ὀνομάζονταν σεΐχης (Seyh) καί ὁ μεσολαβητής μεταξύ ἐσναφίου καί κυβέρνησης Κεχαγιᾶς (Kehaya), ἀπ’ ὅπου καί ἔμεινε μέχρι τίς μέρες μας κυρίως στούς κτηνοτρόφους, προπάντων στούς Σαρακατσιάνους.
5. Κατά τόν 15ο καί 16ο αἰώνα ἔχουμε ἔλλειψη ἀγροτῶν σ᾽ ὅλη τήν αὐτοκρατορία.
Σιγά-σιγά καί μέ τήν ἀπαλλαγή ἀπό τά βαρειά καί καταδυναστευτικά μέτρα ἄρχισε νά ἀναπτύσσεται καί ἡ ἐπαρχία, προπάντων τά ὀρεινά χωριά, ὅπου οἱ ραγιάδες ἔβρισκαν καταφύγιο. Πολλοί οἱ λόγοι γιά τό φαινόμενο. Στά μέρη μας ἔχουμε ἕνα γεγονός πού πιστεύω πώς ἐνίσχυσε πληθυσμιακά τούς λίγους Κρουσοβίτες: οἱ ἀσθένειες στά καμποχώρια καί ἡ δύσκολη ζωή μέ τούς τούρκους110. Ἀναφέρεται πώς κατά τό 1700 ἐνέσκηψε φοβερή ἐπιδημία στά Μπεσίκια. Σχεδόν πέθαναν οἱ μισοί κάτοικοι. Κι ἀπ’ αὐτούς οἱ μισοί ἐγκατέλειψαν τό χωριό: «Ἐπειδή ὡς ἐκ τῆς ἐνσκυψάσης εἰς τό χωρίον τοῦτο ἐπιδημίας διεπιστώθη ὅτι ἀπεβίωσαν ἐνενήκοντα περίππου ραγιαδες καί οἱ ἐναπομείναντες εἶναι ἐλάχιστοι» ἐπιβάλλει τό σχετικό Φιρμάνιο μηδαμινή ἐλάφρυνση τῆς φορολογίας.
Εἶμαι περισσότερον ἀπό βέβαιος ὅτι τότε μετοίκησαν στα Κερδύλλια ἀρκετοί κάτοικοι τῶν Μπεσικίων. Εἶναι γνωστόν ὅτι οἱ Κερδυλλιῶτες Μπιτσικλῆδες προέρχονται ἀπό την οἰκογένεια Μπεσικιώτη τῶν Στεφανινῶν, πού προέρχονται ἀπό τά Μπεσίκια. Τό γεγονός αὐτό συνέβη στίς ἀρχές τοῦ δέκατου ὄγδοου αἰώνα (1700).
Δυστυχῶς δέν ἔχουμε γραπτές μαρτυρίες, κιτάπια φορολογικά, ἐκκλησιαστικά καί κοινοτικά Πρακτικά γιά νά δοῦμε τήν κίνηση τοῦ χωριοῦ. Καί νά ὑπῆρχαν κάηκαν τό 1941. Ἀλλά καί στά Κρατικά Ἀρχεῖα ὅπου ἔτρεξα δέν ὑπάρχουν στοιχεῖα. Πρέπει νά πῶ πώς ἡ ἀσφάλεια τῶν χωριῶν αὐτῶν, μακρυά ἀπό τήν κρατική διοίκηση, συνετέλεσε ὥστε νά ὑπάρχει μεγάλη αὔξηση τῶν ἐγκαθισταμένων ἐδῶ. Ἄν ψάξει κανείς θά διαπιστώσει ὅτι πολλές σημερινές οἰκογένειες προέρχονται ἀπό τήν Ἤπειρο. ‘H τρομοκρατία τοῦ Ἀλῆ πασᾶ ἀνάγκασε πολλούς ἀπό τήν Ἤπειρο κυρίως, τή Δυτική Μακεδονία, ἀκόμη καί ἀπό τήν Ἀλβανία (τό ἐπίθετο Ἀλβανός τό μαρτυρεῖ) νά ἐγκαταλείψουν τίς πατρίδες τους καί νά ἐγκατασταθοῦν σέ διάφορα μέρη τῆς Κεντρικῆς καί Ἀνατολικῆς Μακεδονίας. Δέν ἀναφέρω βεβαίως τή μαζική ἔξοδο τῶν Ἠπειρωτῶν καί Δυτικομακεδόνων στίς Βόρειες σλαβικές χῶρες καί τήν Κεντρική Εὐρώπη.
Ἄλλοι πάλι Ἠπειρῶτες ξακουστοί κτίστες, κυρίως ἀρχοντόσπιτων καί -προπάντων- Ναῶν, παντρεύονταν καί ἔμεναν ἐδῶ. Τούς τελευταίους δύο αἰῶνες τῆς τουρκοκρατίας οἱ περισσότεροι ναοί στή Βόρειο Ἑλλάδα κτίστηκαν ἀπό Ἠπειρῶτες μαστόρους. Ἀρβανίτες τούς ὀνόμαζαν οἱ ντόπιοι. Καί σήμερα μένουν τά ἐπώνυμά τους: Ἀλβανός καί ἐδῶ καί στά Στεφανινά καί ἀλλοῦ. Ἔχοντας ὑπ᾽ ὄψιν πληθώρα τέτοιων ναῶν πιστεύω πώς καί στούς τρεῖς σωζόμενους ναούς μας ἀρβανίτες τεχνίτες ἔβαλαν τό χεράκι τους. Τό φαινόμενο δέν εἶναι τωρινό.
Γιά τό 18ο αἰώνα (1725) βρῆκα π.χ. ὅτι ὑπῆρχαν στό χωριό μέτοικοι ἀπό τή Βυσώκα (Ὄσσα) τῆς περιοχῆς Σοχοῦ. Εἶναι γνωστοί οἱ Σοχινοί γιά τίς ἐπιδόσεις τους στό ἐμπόριο ἀπό τά χρόνια ἐκεῖνα. Βυσώκαλῆδες λοιπόν ἀπό τό 1719 ἐγκαταστάθηκαν στό Κρούσοβο καί ἔκαναν τούς ἐμπόρους, καί μάλιστα τούς «δυνατούς» ἐμπόρους. Τό «δυνατούς» συνάγεται ἀπό τό ὅτι εἶχαν ἐμπορικές σχέσεις κατ’ εὐθεῖαν μέ τά Γιάννινα, στά ὁποῖα οἱ ἴδιοι μετέβαιναν! καί ψώνιζαν τά ἐμπορεύματά τους. Ἔτσι διαβάζω: 19 Αὐγούστου 1725. Δυό Κρουσοβίτες, ἀδέλφια ὁ Δῆμος καί ὁ Γιωργάκης, γιοί τοῦ Γραμμένου112 μέ ἕναν παλιό τους συμπατριώτη Βυσώκαλη, φθάνουν μέ τά ἄλογά τους φορτωμένα ἐμπορεύματα στή Ρεντίνα113 Ἐκεῖ οἱ Δερβεντζῆδες, δηλ. οἱ δῆθεν προστάτες τῶν στενῶν, κυριολεκτικά τούς ληστεύουν. Οἱ ἄνθρωποι γιά νά γλυτώσουν δραπετεύουν ἀφήνοντας τά πάντα στά χέρια τους. Οἱ συμπατριῶτες μας προσφεύγουν στόν Ἀγᾶ δηλώνοντας ὅτι εἶναι ἔντιμοι ραγιάδες κ.λ.π. «“Εμεῖς εἴμεθα κυρίως κάτοικοι ραγιάδες... ἀλλά μετωκήσαμεν πρό ἕξ ἐτῶν εἰς τό ρηθέν χωρίον Κρούσοβο. Ὡς ἔμποροι ἐρχόμεθα ἀπό τά Γιάννινα. Οἱ δερβεντζῆδες μᾶς ἐξεβίασαν (προσέξτε) ὄχι νά τούς δώσουμε μπαξίσια, ἀλλά, βαλτοί ὄντες, νά ἀφήσουμε τό χωριό Κερδύλλια καί νά ἐπιστρέψουμε στό παλιό μας χωριό, τή Βυσώκα... Ἐμεῖς ἐναντιωθέντες ἐφύγαμε ἀφήνοντες τά ἐμπορεύματά μας.. αὐτοί δέ τά ἐλαφυραγώγησαν» .Οἱ ἄνθρωποί μας κατέφυγαν στό Βαλῆ τῆς Ρούμελης114.
Διατάχθηκε ἡ κατάσχεση τῶν ἐμπορευμάτων καί ἡ διαφύλαξή τους στό Ἱεροδικεῖο, ἀπ’ ὅπου πολλά ἔκαναν φτερά, ἐκτός ἐκείνων πού «χάθηκαν» στή Ρεντίνα. «Ὄθεν ἀπερρίφθη ὡς ἀναπόδεικτος ἡ ἀγωγή τῶν εἰρημένων(τά ὀνόματα) καί ἀπηγορεύθη ἡ ὄχλησις τῶν ἐναγομένων» . Αὐτό τό τελευταῖο ἔχει σημασία στήν τραγικότητά του καί στήν τραγικότητα τῶν ἀνθρώπων μας.115 Ἔχει ὅμως σημασία νά δοῦμε τά ἐμπορεύματα πού θά γέμιζαν τό μπακάλικο τῶν ἀδελφῶν Γραμμένου. Αὐτά ἦταν:
1) 60 μαῦρες καί ἄσπρες κάππες 72 γρόσια
2) 5 κιλίμια ποιότητας 25 γρόσια
3) 5 μεταλλικές ζῶνες, ἐννοεῖται γυναικεῖες...
4) 15 τεμάχια πράσινου μπουχασή
5) 3 τεμάχια βαμβακεροῦ ἀλατζᾶ117
6) 4 χάλκινα σκεύη φαγητοῦ
7) 10 σκοῦφοι ἀπό τσόχα
8) 10 προσόψια
9) 3 τεμάχια κόκκινου μπουχασή
10) 20 μαχαίρια μέ μαῦρες λαβές(τραπεζομάχειρα μεγάλα)
11) 5 τόπια ἄσπρο ὕφασμα
12) 1 ἐπανωφόρι βροχῆς σαγκιάκι118
13) 1 παλτό
14) 2 δισάκια
καί τά ζῶα τους καθώς καί χρηματικό ποσόν:
2 ἄλογα καί 200 γρόσια μετρητά.119
Ἄν λάβουμε ὑπ ὄψιν τήν ἀξία τοῦ τουρκιοῦ νομίσματος, καί μόνο τά 200 γρόσια ἦταν ποσό τεράστιο. Συμπεραίνεται λοιπόν ὅτι ἐπρόκειτο γιά ἱκανούς ἐμπόρους. Κι ἀκόμη πώς καί τά χωριά μας βρίσκονταν οἰκονομικά σέ κατάσταση πού δέ συγκρίνεται μέ τά χρόνια τῆς δικῆς μας αὐτοκρατορίας. Αὐτό εἶναι βεβαιωμένο καί ἀποδεδειγμένο ἱστορικά. Φαίνεται ὅτι ὑπῆρχε καί κυκλοφοροῦσε χρῆμα. Τά χωριά κατά τήν τουρκοκρατία «πῆραν τά πάνω» τους.
Δυστυχῶς παρά τίς ἐπίμονες ἔρευνές μου στό Ἱστορικό Ἀρχεῖο Μακεδονίας δέν βρέθηκαν στοιχεῖα γιά τά χωριά μας, ἔστω φορολογικό κατάστιχο τῶν φορολούμενων ραγιάδων ἀπ’ ὅπου μπορεῖ κανείς κατά προσέγγιση νά μιλήσει γιά τούς κατοίκους.
Ἀπό τά μηδαμινά στοιχεῖα πού βρέθηκαν στό Μουσεῖο τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα (στή Θεσ/νίκη) ἀντλῶ τίς κάτωθι πληροφορίες: Ὁ Clarke ἀναφέρει ὅτι κατά τά ἔτη 1813-1816 λειτουργοῦσε στό Κρούσοβο μεγάλο πανδοχεῖο-χάνι καί ἐννοεῖ φυσικά τό Τσάγεζι. Αὐτό εἶναι εἴδηση γιά τή λειτουργία τῶν χωριῶν καί κυρίως τοῦ Κάτω ἀπ’ τό ὁποῖο ἀσχολοῦνταν πολλοί κάτοικοι στό Τσάγεζι. ’H λέξη «μεγάλο» πού κάνει ἐντύπωση στό συγγραφέα σημαίνει ἔντονη κίνηση, κόσμο, παραμονές, διανυκτερεύσεις, καραβάνια, πλοῖα, ἐμπορεύματα καί κρατικές ὑπηρεσίες Ὀθωμανικές. Βάση ἐμπορική τό Τσάγεζι.
Τήν ἴδια περίπου πληροφορία ἀντλῶ καί ἀπό τό γνωστό Γάλλο συγγραφέα Cusineri πού ὁμιλεῖ γιά Τελωνεῖο καί ἀποθήκη σιταριοῦ τό ἔτος 1831.
Ὅπως ἐπίσης ἀπό τόν ἴδιο συγγραφέα μαθαίνουμε πώς τό 1831 τό Κάτω Κρούσοβο εἶχε 80 σπίτια. Ἄν αὐτό ἀληθεύει καί δέν συγχέει τό Κάτω μέ τό Ἄνω, τότε οἱ κάτοικοι τοῦ Κάτω ἦταν κατά πᾶσα πιθανότητα γύρω στούς 350 . Τῶν Ἄνω πολύ περισσότεροι.
Ὁ Νικόλαος Σχινᾶς, ταγματάρχης τοῦ ἑλλ.στρατοῦ καί συγγραφεύς, ἀναφέρει γιά τά δυό τρία χρόνια πρίν τό 1886, ὁπότε ἐκδίδει τό βιβλίο του, ὅτι τό Ἄνω Κρούσοβο εἶχαν 100 οἰκογένιες, δηλ 350-400 περίπου κατοίκους, ἐνῶ γιά τό Κάτω 120 οἰκογένειες, δηλ. περίπου 500 κατοίκους προφανῶς κάνοντας λάθος. Καί κάνει λάθος διότι ἀναφέρει γιά τό Κάτω ὅτι εἶχε Χάνι-ξενοδοχεῖο, οἴκημα ἐπισκόπου κ.λ.π.120
Τό 1880-83 ἔχουμε πληροφορίες ἀπό ἕνα διπλότυπο ἀδειῶν γάμου τοῦ ἱερέως τῆς Νικόκλειας Οἰκονόμου (στό ἀξίωμα) Παπαθανάση. Φαίνεται πώς ὁ Παπαθανάσης ἦταν ἀρχιερατικός ἐπίτροπος τοῦ τότε Μητροπολίτου Σερρῶν καί Νιγρίτης Ναθαναήλ (1879-1886) καί ἐξέδιδε ἄδειες γάμου γιά τούς κατοίκους τῆς Βισαλτίας. Σ᾽ ἕνα τέτοιο λοιπόν διπλότυπο ἀναφέρεται καί στά Ἄνω Κερδύλλια. Ἀναφέρει τούς κατοίκους καί τά ὀνόματα τῶν ἱερέων.Ἔτσι μαθαίνουμε πώς κατά τήν ἐποχή αὐτή,1880-1883, τά Α.Κ εἶχαν 350 κατοίκους καί ὅτι ὑπῆρχαν δύο ἱερεῖς: ὁ Παπαχριστόδουλος καί ὁ Παπαφυλαχτός. Γιά τά Κάτω δέν ἀναφέρει τίποτα
Ὁ μεγάλος φιλόλογος-ἀρχαιολόγος καί ἱστοριοδίφης Πέτρος Παπαγεωργίου σέ μιά μελέτη του πού ἐκδόθηκε τό 1894 καί ἀναφέρεται σέ πληθυσμιακά στοιχεῖα τῆς προηγούμενης δεκαετίας (1885), εἰδικά στήν Περιφέρεια τῆς Μητρόπολης Σερρῶν, ἀριθμεῖ στά Κερδύλλια συνολικά 660 κατοίκους: «Αἱ Ἄνω καί Κάτω Κρούσοβαι...νῦν ἔχομεν τά χωρία τήν Ἄνω Κρούσοβαν καί τήν Κάτω Κρούσοβαν οὐ μακράν τῆς Ἀμφιπόλεως, δέκα ὥρας ἀπέχοντα(!!) ἐκείνην μέν μετά κατοίκων 350 καί ταύτην 310 ἐν τῶ ἐν ἐκείνη ναῶ τῶν Ἁγίων Θεοδώρων καί ἐν τῶ Σχολείω κεῖνται ἐντετειχισμέναι ρωμαϊκῶν χρόνων ἐπιγραφαί».

Ἀπό τά Ἀρχεῖα τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν μαθαίνουμε ὅτι στό Ἄνω Κρούσοβο τό 1892 ὑπῆρχε δάσκαλος ὁ Ἰωάννης Χαρίσης, ὅπως βέβαια ὅτι καί τό Κάτω εἶχε σχολεῖο χωρίς νά ἀναφέρεται ὁ δάσκαλος.
Ὁ Μπρανκώφ122 ἀναφερόμενος στό Ἄνω Κερδύλλιο ἀναφέρει σχολεῖο πού εἶχε 1 δάσκαλο καί 18 μαθητές, τά ἴδια στοιχεῖα ἀναφέρει καί γιά τό Κάτω κατά τό 1904-προφανῶς ἐπαναλαμβάνει τά ἴδια.
Γιά τήν ἀπογραφή τοῦ ΧΙΛΜῆ πασᾶ (1903-1904) δέν βρῆκα στοιχεῖα.
Ἀθανάσιος Χαλκιόπουλος ἀναφέρει ὅτι οἱ κάτοικοι κατά τό 1910 ἦταν Ἄνω Κ. 360 καί Κάτω 325.123
Ἀπό σχετική κατάσταση τοῦ Μουσείου Μακεδονικοῦ Ἀγώνα μαθαίνουμε τήν πληθυσμιακή κίνηση συνολικά καί τῶν δυό χωριῶν.
Ἔτσι ἔχουμε:

ΕΤΟΣ : 1928

ΑΝΔΡΕΣ : 456 - ΓΥΝΑΙΚΕΣ : 359  ΣΥΝΟΛΟ : 815

ΕΤΟΣ : 1940

ΑΝΔΡΕΣ : 461 - ΓΥΝΑΙΚΕΣ : 417  ΣΥΝΟΛΟ : 878

ΕΤΟΣ : 1951
ΣΥΝΟΛΟ : 645

ΕΤΟΣ : 1961
ΣΥΝΟΛΟ : 870

ΕΤΟΣ : 1971
ΣΥΝΟΛΟ : 742

ΕΤΟΣ : 1981
ΣΥΝΟΛΟ : 743

ΕΤΟΣ : 1991
ΣΥΝΟΛΟ : 768

Ὅπως φαίνεται ἡ πτώση εἶναι φανερή καί εὐεξήγητη κατά τήν δεκαετία τοῦ 40-50. Ἔκτοτε ὑπάρχει μέν αὔξηση, ἀλλά δέν φθάνουν τά Ν.Κερδύλλια τό ἄθροισμα τῶν δύο χωριῶν.Τό 1961 μόνο πλησίασε κάπως.Ἐνῶ τά ἔτη 1971-81 ἡ αὔξηση ἦταν ἕνα(1) .

Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ
Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ - ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Α´ & Β´ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Στό βιβλίο αὐτό δέν θά ἀναφερθοῦμε οὔτε στήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ὅπως αὐτή ἐκδηλώθηκε στή Μακεδονία, (Σέρρες-Χαλκιδική-Δυτική Μακεδονία) οὔτε βέβαια καί στά ἑπόμενα ἐπαναστατικά κινήματα τοῦ 19ου αἰώνα πού ἄφησαν τά σημάδια τους στήν ἐπαρχία Βισαλτίας. Ὅτι βέβαια καί στήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 στή Μακεδονία μέ ἀρχιστράτηγο τό Σερραῖο Ἐμμανουήλ Παπᾶ ἔλαβαν μέρος τά χωριά μας αὐτό δέν μπορεῖ νά ἀμφισβητηθεῖ. Ὅταν μέ τό στράτευμά του ὁ Παπᾶς πορεύονταν στή Χαλκιδική, δέν μποροῦσε παρά νά περάσει ἀπό τή λίμνη τοῦ Ἀχιανοῦ καί τόν κάτω ροῦ τοῦ Στρυμόνα, δηλαδή ἀπό τά μέρη μας. Δέν πορεύτηκε ἀπό τόν παραλιακό δρόμο. Ἔκοψε ἀπό ἀσφαλῆ δρόμο-μονοπάτι: Κρυονέρι- Καστρί -Κρούσοβο. Καί, πιθανώταυα, τόν ἀκολούθησαν πολλά παληκάρια ἀπό τά χωριά μας. Μετά ἀπό λίγο ὁ χαμός στήν Παζαρούδα μέ τούς χιλιάδες πνιγμένους τοῦ πασᾶ τῆς Θεσσαλονίκης Ἐμπού Λουμπούτ εἶχε ἀσφαλῶς τόν τραγικό ἀπόηχο καί στίς Κρούσοβες. ‘H ἔλλειψη πηγῶν γιά τό θέμα αὐτό ἐν συνδυασμῶ μέ τήν καταστροφή τῆς μνήμης πού θά ἐπακολουθήσει τό μέγα Ὁλοκαύτωμα, μᾶς ἀναγκάζει νά ὁμιλοῦμε γενικά καί ἀόριστα μέ βάση τά ἱστορικά ἐγχειρίδια καί κυρίως τά ἔργα τῶν καθηγητῶν-πατρός καί υἱοῦ- Ἀποστόλου καί Κωνσσταντίνου- Βακαλοπούλου, καί-νά ὁμιλοῦμε καί νά ὑποθέτουμε- μάλιστα κατ᾽ ἀναλογίαν τῶν ὅσων συνέβησαν τούς χρόνους ἐκείνους καί στά λοιπά χωριά τῆς Βισαλτίας. Γι αὐτό κατά τούς τωρινούς χρόνους ἐπείγει ἡ συγγραφή παρόμοιων μέ τό κείμενο αὐτό ἐπί μέρους ἱστορικῶν ἔργων, καί μάλιστα στήν ἐποχή τῆς παγκοσμιοποίησης πού ἀπειλεῖ τούς πάντες καί τά πάντα νά τά διαλύσει στό χωνευτήρι τοῦ μηδενός. Τά κείμενα αὐτά ἀποτελοῦν καί πάλι πρόφραγμα καί ἀσπίδες τοῦ Βόρειου Ἑλληνισμοῦ.124

Εἴμαστε ὅμως ὑποχρεωμένοι νά ἀναφερθοῦμε στό μεγάλο καί συγκλονιστικό Μακεδονικό Ἀγώνα. Στό ἔπος αὐτό πού σέ τίποτα δέν ὐστερεῖ τοῦ ἄλλου μεγίστου ἔπους, τοῦ Ἀγῶνος τῆς ἀνεξαρτησίας μας, τοῦ 1821. Στό Μ. Ἀγώνα πού, ξεχασμένος ἀπό ὅλους, κινδυνεύει νά σκεπασθεῖ πλήρως ἀπό τή λήθη ἡμῶν τῶν Νεοελλήνων. Στό Μ.λοιπόν Ἀγώνα τά χωριά μας ἔπαιξαν τόν ὅποιο ρόλο τους, μικρό ἤ μεγάλο. Καί ὅσον ἀφορᾶ τά λοιπά χωριά, ἐκεῖ πού ἡ μνήμη δέν διεκόπη ἀπότομα καί μάλιστα μέ χάσμα δύομισυ γενεῶν, ὑπάρχουν ἔστω καί λίγα καί φτωχά κατάλοιπα καί διηγήσεις γιά τόν Ἀγώνα ἐκεῖνο. Ἐδῶ ὅμως ἐπικρατεῖ ἄκρα τοῦ τάφου σιωπή. Ἐκεῖνοι πού ἦταν φορεῖς, πού σήκωσαν στούς ὤμους τους ὅλη αὐτή τήν ἔνδοξη ἱστορία χάθηκαν τό 1941. Οἱ Κρουσοβῖτες πού γεννήθηκαν μέχρι τό 1890 ἔλαβαν αὐτονοήτως μέρος στόν Μ.Α. Ἀλλά καί οἱ μετέπειτα ἔλαβαν μέρος στούς Βαλκανικούς, στόν Α´ Παγκόσμιο, στή Μικρασιατική Ἐκστρατεία. Ἦταν δηλαδή μέτοχοι καί φορεῖς τῆς ἱστορίας αὐτῆς πού ἔφερε τά ἄνω κάτω στή Μακεδονία, τήν ἐλευθερία, τό «Ἑλληνικόν», τήν ἀπελευθέρωση καί τή δημιουργία τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος. Ἀκριβῶς ὅλοι αὐτοί ἐν ριπῆ ὄχι ὀφθαλμοῦ ἀλλά πολυβόλου ἐξαφανίσθηκαν. Σπαράγματα μόνο μνήμης, κι αὐτά σάν παραμύθι, ὑπάρχουν σέ λίγους σημερινούς κατοίκους τῶν Ν. Κερδυλλίων, ἐγγονούς ἐκείνων τῶν ἡρώων. Ρωτᾶς καί σοῦ ἀπαντοῦν: «δέ ξέρω, δέ θυμᾶμαι, γώ ἤμαν πιδούδ᾽ 7-8 χρουνῶν τότι». «Σάματι κι παπποῦδις μας μᾶς ἔλιγαν τέτοια πράματα; κι ἄν ἔλιγαν μεῖς δέν ἄκουγαμι». Κι αὐτοί πού γλύτωσαν, σχεδόν «ἔφυγαν», ἀλλά κι ὅσοι ζοῦν τούς ἄφησε ἡ μνήμη καί ἡ κρίση.
Ἔτσι ὁ μελετητής ἀναγκάζεται νά τρέχει καί νά τρέχει καί νά ρωτάει τούς πάντες, ἀκόμη καί τά ἄψυχα δένδρα, τίς πέτρες, τούς μισοκαμμένους ναούς, νά ὀσμίζεται καί-προπάντων-νά συγκρίνει, νά μεταφέρει τά τοῦ Ἀηδονοχωρίου π.χ. καί στά καθ᾽ ἡμᾶς. Ἅλλωστε τί εἶναι τό Ἀηδονοχώρι καί τά λοιπά χωριά!, μιά «τφυκιά ἀπόσταση».
Τό Μακεδονικό ἔγινε πρόβλημα κατά τά μέσα τοῦ 19ου αἰώνα. Καί εἶναι μέρος τοῦ μεγάλου, Ἀνατολικοῦ, λεγομένου, Ζητήματος. Ἀνατολικό δέ Ζήτημα εἶναι ἡ ἐπιζητούμενη ἀπάντηση στό μέγα ἐρώτημα: τί θά γίνει μετά τήν κατάρρευση τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας; Ποιός θά εἶναι ὁ κληρονόμος της; Διότι, ὄντως, ἡ αὐτοκρατορία αὐτή ἔπνεε τά λοίσθια, κυρίως τόν 19ο αἰώνα. Κι ἄν ἔζησε, τό ὀφείλει στίς δυναμωτικές ἐνέσεις καί τά χίλια δυό τερτίπια καί βότανα μέ τά ὁποῖα τήν πότιζαν οἱ τότε μεγάλες δυνάμεις μέ μπροστάρη τήν Ἀγγλία. Ὅλοι ἤθελαν τό θάνατό της, μά κανένας δέν τῆς ἔδινε τό τελειωτικό χτύπημα. Γιατί ἡ κάθε εὐρωπαϊκή δύναμη σκόπευε στή μεγαλύτερη λεία-στή μερίδα τοῦ λέοντος- ἀπό τό τεράστιο σῶμα πού πέθαινε. Ἔτσι τά συγκρουόμενα συμφέροντα διατηροῦσαν στή ζωή τόν ἑτοιμοθάνατο ἀσθενῆ. Αὐτή τήν ἔννοια ἔχει καί ἡ γνωστή φράση Ὁ Μεγάλος Ἀσθενής», δηλ. ἡ Ὀθωμ. αὐτοκρατορία. Τά ἐπί μέρους προβλήματα πού ἀνέκυψαν ἀπό τίς ἀρχές ἀκόμη τοῦ 19ου αἰώνα (1800 καί ἑξῆς) καί τά ὁποῖα θά ὁδηγήσουν στήν ὄξυνση αὐτοῦ τοῦ ἐπιμέρους προβλήματος, ἦταν ἡ ἐθνική ἀφύπνιση τῶν λαῶν τῆς Χερσονήσου του Αἴμου (Βαλκανική): Σέρβοι καί Ἕλληνες, στήν ἀρχή, μέ συνεχεῖς καί σκληρούς ἀγῶνες διεκδίκησαν καί ἀπέκτησαν τήν ἀνεξαρτησία τους σέ βάρος τῆς «ἀκεραιότητας» τῆς Ὀθ.Αὐτοκρατορίας. Σειρά εἶχαν οἱ Βούλγαροι. ‘H ἐθνική τους συνείδηση ἦταν σέ λήθαργο, σχεδόν μηδενική. Τούς ξύπνησαν ὅμως ἐκεῖνοι πού εἶχαν συμφέρον. Τό ἀντελήφθησαν ὁρισμένοι μορφωμένοι Βούλγαροι, ἑλληνοσπουδαγμένοι σχεδόν οἱ περισσότεροι, κληρικοί καί λαϊκοί, καί ἀμέσως βάλθηκαν νά ὑλοποιήσουν τόν μέγα ἆθλο: νά γεννήσουν ἐθνική συνείδηση στούς συμπατριῶτες τους.Πῶς ὅμως δημιουργεῖται ἤ ἀναδημιουργεῖται κάτι τό μισοπεθαμένο; Τό πρῶτο μέτρο πού ἔλαβαν ἦταν ἡ δημιουργία Βουλγαρικῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξάρτητης ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.
Οἱ Βούλγαροι ἦταν λαός θρησκευόμενος. Οἱ δέ θρησκευόμενοι κατάλληλα «ἐκπαιδευόμενοι» μποροῦν νά ἀνατρέψουν ἀκόμη καί αὐτοκρατορίες.
Ἔτσι ἐρρίφθη τό σύνθημα: ἐλεύθερη Βουλγαρική Ἐκκλησία. Οἱ Βούλγαροι κληρικοί καί οἱ ἀναδεικνυόμενοι τότε πολιτικοί, μικροῦ βέβαια βεληνεκοῦς, μέ προοπτική ὅμως μεγάλη, βρῆκαν βοηθό καί ἀρωγό ἀνέλπιστα δυνατό: τόν πρεσβευτή τῆς Ρωσίας στήν Κωνσταντινούπολη, στρατηγό Ἰγνάτιεφ, βασικό στέλεχος τῆς μεγάλης Πανσλαβιστικῆς κινήσεως πού συγκινοῦσε ὅλους τούς σλάβους, ὅπου κι ἄν ζοῦσαν. Οἱ Βούλγαροι, ὡς γνωστόν δέν εἶναι σλάβοι. Περισσότερο συγγενεύουν μέ τούς Τούρκους παρά μέ τούς Ρώσους.
Στήν Ἱστορία ὅμως ὅλα εἶναι δυνατά. Μήπως οἱ Βούλγαροι τῆς Νοτίου Σερβίας περί τά Σκόπια δέν βαπτίσθηκαν Μεκεδόνες καί ἡ διεθνής κοινότητα ἐν γνώσει τῆς πελώριας αὐτῆς ἀπάτης δέν ἀπεδέχθη τήν ἀπάτη αὐτή; Ἔτσι καί τούς Βουλγάρους τούς βάπτισαν οἱ Ρῶσοι σλάβους γιά τήν πραγμάτωση τῆς δικῆς τους πολιτικῆς. Ὅπως εἶναι γνωστό ἕνα ἀπό τά μεγάλα πολιτικά σχέδια τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς Ρωσίας ἦταν ἡ ἔξοδός της στίς θερμές θάλασσες, στή Μεσόγειο. Αὐτό ἀπό ἑκατονταετίες πρίν. Τήν κρατοῦσε ὅμως μακρυά ἡ δύναμη τοῦ Σουλτάνου ἀρχικά, ἡ εὐρωπαϊκή διπλωματία καί τόν 19ο αἰώνα κυρίως ἡ Ἀγγλία.
Ὅμως ὁ 19ος αἰώνας, ὁ αἰώνας τῶν ἐθνοτήτων, μέ τή βίαιη πνοή του, θά παρασύρει ἀκόμη καί τή σκληρή καί ἀδυσώπητη συντηρητική πολιτική τῶν Εὐρωπαϊκῶν δυνάμεων. Μιά φωτιά ἄναψε στό μαλακό ὑπογάστριο τῆς Εὐρώπης καί στόν πιό ἀσθενῆ κρῖκο τῆς ἀπολυταρχικῆς της ἑνότητας: στή Χερσόνησο τοῦ Αἵμου. Σέ λίγο κάθε ἔθνος-λαός θά ἀπαιτεῖ κρατική ὑπόσταση καί, σέ κάποιο μέτρο, θά τήν πραγματοποιεῖ. Μετά τούς Σέρβους καί Ἕλληνες οἱ Βούλγαροι. Μέ τά διπλωματικά μαιευτικά του ἐργαλεῖα ὁ κόμης Ἰγνάτιεφ-τί κάνει, ἀλήθεια, ἡ δύναμη καί τό πεῖσμα ἑνός ἀνθρώπου!- θά φέρει στή ζωή μιά νέα ὀντότητα, παραμορφωμένη βέβαια ἀρκετά ἀπό τόν ἐμβρυουλκό του, μά μέ ἐλπίδες ζωῆς καί ἀνάπτυξης: ὁ Βουλγαρικός λαός ἀρχίζει νά συνειδητοποιεῖ τήν ὀντότητά του, τή διαφορά του ἀπό τούς γειτονικοιύς λαούς (Σέρβους καί Ἕλληνες) καί ζητάει μιά θέση ἀνάμεσα στά «σύνοικα ἔθνη». Σημεῖο ἀναφορᾶς τους στήν ἀρχή ἡ ἀνεξάρτητη Βουλγαρική Ἐκκλησία. Πετυχαίνουν τό ἔργο αὐτό ἀκόμη καί μέ τή συμβολή καί βοήθεια τῶν Ὀθωμανῶν. Οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο δέν εἶχαν νά χάσουν τίποτα, ἀλλά καί νά κερδίσουν μέ τό κατασκεύασμα αὐτό: θά διχάσουν, θά σπείρουν τό φανατισμό καί τή διχόνοια μεταξύ τῶν ὁμοθρήσκων Ρωμιῶν καί Βουλγάρων. Τό δόγμα «διαίρει καί βασίλευε» τό ἔθεσαν σέ δράση. Ἔτσι τό 1870 μέ εἰδικό Φιρμάνι ἀνακηρύσσεται ἡ ἀνεξάρτητη Βουλγαρική Ἐκκλησία, ΕΞΑΡΧΙΑ ἀποκληθεῖσα, μέ τήν προϋπόθεση νά διατηρεῖ κάποιον κατ᾽ ἐπίφαση δεσμό-ἐξάρτηση μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Ἐπικεφαλῆς, πνευματικός ἡγέτη της, ὁ Ἔξαρχος, Μητροπολίτης Βούλγαρος, με ἕδρα την Κωνσταντινούπολη. Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀντιδρᾶ δυναμικά. Καί, κυρίως, προσπαθεῖ νά καταργήσει τό περίφημο ἄρθρο 10 τοῦ φιρμανίου αὐτοῦ.
Ἄρθρο-κίνδυνος θάνατος γιά τό ἴδιο καί γιά τό Βόρειο Ἑλληνισμό. Τό ἄρθρο αὐτό προέβλεπε πώς ἄν σέ μιά ὁποιαδήποτε περιοχή τῆς Εὐρωπαϊκῆς πλευρᾶς τῆς αὐτοκρατορίας τά δύο τρίτα τῶν χριστιανῶν δήλωναν προτίμηση στή Βουλγαρική Ἐξαρχία, ἡ περιοχή αὐτή ὑπάγονταν πλέον ὁριστικά στή Βουλγαρική Ἐξαρχία. Οἱ Βούλγαροι εὐτυχεῖς δέχθηκαν τό δῶρο. Καί ἄρχισαν νά τό ἀξιοποιοῦν. ‘H Ἀντίδραση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐναντίον τῆς βουλγαρικῆς αὐτῆς κίνησης μέ καθαρά φυλετικά καί γλωσσικά δεδομένα, ἡ καταδίκη τῶν Βουλγάρων στήν Πανορθόδοξη Σύνοδο τοῦ 1872, ἕνα ράπισμα ἐναντίον τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ, δέν θά φέρει τά ἀναμενόμενα ἀποτελέσματα. Δέν ἦταν μόνον ἡ ἀρνητική στάση τῆς Ρωσίας καί τοῦ Σουλτάνου. Ἦταν καί ἡ ἀνόητη στάση τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους, τό ὁποῖο λόγω ἄγνοιας ἔπαιζε τόν νεροκουβαλητή τῶν Βουλγάρων. Παίζοντας καί τότε τό παιχνίδι τῆς ἐλληνοτουρκικῆς φιλίας-ἀλοίμονο ἀκόμη δέν ξεχάσθηκε- σχεδόν ἀπονεύρωσε τή δύναμη τοῦ Πατριαρχείου, νομίζοντας ὅτι θά λύσει τό πρόβλημα αὐτό ἡ Τουρκία πρός ὄφελος δικό μας.Ἔφθασε μάλιστα ὁ μεγάλος Χαρίλαος Τρικούπης νά κατεβάσει ἀπό τόν οἰκουμενικό θρόνο τόν Πατριάρχη Ἰωακείμ Γ´, πού ἦταν ἄκρως ἀντίθετος μέ τήν ἑλληνοτουρκική προσέγγιση. Τό κατάλαβε βέβαια ὁ Τρικούπης, ἀλλά ἦταν πολύ ἀργά.
Οἱ Βούλγαροι ἐπεδόθησαν ἀμέσως στόν προσηλυτισμό τῶν ἀνθρώπων πού μιλοῦσαν βουλγαρικά, ἀνεξάρτητα ἄν ἔνοιωθαν καί Βούλγαροι. Ἀπό τό σημεῖο αὐτό ἀρχίζει τό πρόβλημα πού σέ λίγο θά λάβει διαστάσεις τεράστιες καί δραματικές. Οἱ ὁποῖες θά γίνουν ἀκόμη δραματικώτερες μετά τόν Ρωσοτουρκικό πόλεμο τοῦ 1877-78 καί τή συντριπτική ἦττα τῶν Τούρκων. Οἱ Ρῶσοι ἔφθασαν ἕξω ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, στό προάστιο Ἅγιος Στέφανος. Ἐκεῖ ὁ Σουλτάνος, μπροστά στόν κίνδυνο νά παραδώσει τήν Πόλη στόν Τσάρο, ὑπέγραψε τή γνωστή Συνθήκη τοῦ Ἁγίου Στεφάνου-Φεβρουάριος-Μάρτιος 1878. Μέ τήν ὁποία, ὡς γνωστόν, μεταξύ τῶν ἄλλων, δημιουργεῖτο ἡ Μεγάλη Βουλγαρία ἡ ὁποία περιελάμβανε σχεδόν ὅλη τή Βόρεια Ἑλλάδα. Ἄφηνε ἕξω μόνο τή Θεσσαλονίκη καί τή Χαλκιδική. Ὁ Κερδυλλιώτης ἀναγνώστης ἀντιλαμβάνεται τή σημασία τῆς Συνθήκης αὐτῆς καί τίς συνέπειές της γιά τόν Ἑλληνισμό. Συντριβή τῶν ὀνείρων τῆς Φυλῆς. Ἀλλά καί θρίαμβος τῆς Ρωσίας, θριαμβική ἔξοδος στά ζεστά νερά τῆς Μεσογείου μέ τό νεοΐδρυτο προτεκτοράτο της, τή Μεγάλη Βουλγαρία. Τή Συνθήκη αὐτή, πού ἔζησε 3-4 μῆνες τήν ἔδεσαν κόμπο ἀπό τότε οἱ Βούλγαροι καί τήν ἀναφέρουν συνεχῶς, μέχρι σήμερα. Βέβαια οἱ Εὐρωπαϊκές δυνάμεις δέν ἦταν δυνατόν νά ἀνεχθοῦν κάτι τέτοιο. Σχεδόν ἀμέσως συνῆλθε δεύτερη διάσκεψη-τό Συνέδριο τοῦ Βερολίνου- καλοκαίρι τοῦ 1878- καί τήν ἀνήρεσε μέ τήν ἀπειλή γενικοῦ πολέμου ἐναντίον τῆς Ρωσίας. ‘H Ρωσία συμμορφώθηκε καί ἡ Βουλγαρία περιορίσθηκε μεταξύ Αἵμου καί Δουνάβεως. Τότε χορηγήθηκε αὐτονομία ὑπό τήν ἐπικυριαρχία τοῦ Σουλτάνου, στήν ἑλληνικώτατη Ἀνατολική Ρωμυλία, Βόρεια Θράκη, πού σέ λίγο, τῆ ἀνοχῆ τῆς Ἀγγλίας, θά τήν καταπιεῖ, θά τήν προσαρτήσει ἡ Βουλγαρία (1885). Ὁ Σουλτάνος, ἀλλά καί οἱ ἀγγλόφιλοι Ἕλληνες πολιτικοί θά βάλουν τήν οὐρά τους στά σκέλια. ‘H ἀμβλύνοια καί ἡ ἔλλειψη κοινοῦ νοῦ ἦταν τά χαρακτηριστικά τῶν καθ᾽ ἡμᾶς πολιτικῶν πραγμάτων. Πίστευαν οἱ Ἕλληνες πολιτικοί, δεμένοι στό ἅρμα τῆς ἀγγλικῆς πολιτικῆς, ὅτι ὁ πανοῦργος Σουλτάν Χαμίτ, ὑπακούοντας στίς προτροπές τῶν Ἄγγλων, θά ἔλυνε τό Μακεδονικό παραδίδοντας τή Μακεδονία στήν Ἑλλάδα. Κι ὄχι μόνον αὐτό. Κλείνοντας τ᾽ ἀφτιά τους στίς ἐναγώνιες ἐκκλήσεις καί προτροπές τοῦ μεγάλου πατριάρχου Ἰωακείμ τοῦ Γ´ θά τόν ἀποπέμψουν ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο.
Οἱ Βούλγαροι, παρά τίς ἀποφάσεις τοῦ Βερολίνου, δέν τό ἔβαλαν κάτω.
Ἐπεδόθησαν σέ ἕνα ὄργιο ἀντιπατριαρχικῶν καί ἀνθελληνικῶν ἐνεργειῶν, ὥστε, μέ βάση τό περίφημο ἄρθρο 10, ἐπίσημα νά ἱδρύουν βουλγαρικές Μητροπόλεις ὅπου μποροῦσαν. Καί ἵδρυσαν πάμπολλες. Διέθεταν τό προνόμιο καί τή δύναμη τῆς γλώσσας στίς βόρειες περιοχές τῆς Μακεδονίας. Τό ἑλληνικό κράτος, ἀδύναμο καί δειλό, δέν μποροῦσε νά κάνει τίποτε τό σοβαρό. Οἱ Βούλγαροι ὠργίασαν. Τά ἀποτελέσματα ὅμως ὑπῆρξαν πενιχρά. Οἱ περισσότεροι ἑτερόγλωσσοι (σλαβόφωνοι, ἀλβανόφωνοι καί βλαχόφωνοι) δήλωναν κατηγορηματικά ὅτι ναί μέν μιλοῦν δημοσίως σλαβικά, τουρκικά, ἀλβανικά ἤ βλάχικα, στά σπίτια τους ὅμως συνεννοοῦνται μέ τή μητρική τους, πού εἶναι ἡ ἑλληνική, καί ἐπί τέλους, δέν εἶναι διατεθειμένοι, Ἕλληνες ὄντες, νά ἀρνηθοῦν τήν ἐθνική τους συνείδηση καί νά παίξουν τό παιχνίδι τῆς Ρωσίας καί Βουλγαρίας. Ἑτσι ἐκ τῶν πραγμάτων ἡ βουλγαρική πολιτική, εἰρηνική καί φιλική κατ᾽ ἀρχάς στούς ντόπιους, κάνει στροφή καί ἀρχίζει τίς πιέσεις. Οἱ ὁποῖες σύν τῶ χρόνω αὐξάνουν.
Οἱ ἔντονες πιέσεις ἐναντίον Ἑλλήνων προυχόντων, δασκάλων, ἱερέων, πλουσίων, θά δώσουν τή θέση τους στίς ἐξαφανίσεις. Τό σκοτάδι ἄρχισε νά καταπίνει σιγά σιγά τό ἄνθος τῶν Ἑλλήνων. Οἱ ἐξαφανίσεις, οἱ ξυλοδαρμοί, οἱ λεηλασίες ἀπό ἀσύδοτες βουλλγαρικές τσέτες καί τελικά οἱ δολοφονίες ἱερέων καί δασκάλων κυρίως θά λάβουν ἔκταση ἐπίφοβη. Μπροστά στην κατάσταση αὐτή τῆς βουλγαρικῆς ἀσυδοσίας ἡ σουλτανική Τουρκία κλείνει τά μάτια. Στάση πού εὐνοεῖ τούς Βουλγάρους καί τήν ἐκμεταλλεύονται. Πρό τοῦ κινδύνου αὐτοῦ, κινδύνου ἀφανισμοῦ, οἱ ντόπιοι Ἕλληνες ξυπνοῦν. Ξυπνοῦν καί φανατίζονται, περισσότερο ἀπό ὅλους, οἱ σλαβόφωνοι ἀλλά ἑλληνόφρονες. Τούς καταλαμβάνει μανία ἐναντίον τῶν Βουλγάρων. Εἶναι οἱ λεγόμενοι ὑβριστικά ἀπό τούς Βουλγάρους Γκραικομάνοι. Ξυπνοῦν καί ὀργανώνονται μονάχοι, μή περιμένοντας πλέον ἀπό πουθενά βοήθεια. Ἀλοίμονο ἄν περίμεναν νά ξυπνήσει τό ἐπίσημο ἑλληνικό κράτος.
Χαλυβδώνονται μέ δύναμη, πεῖσμα καί ὑπομονή. Ἀρχίζει ἕνας νέος ἀγώνας, ὁ Μακεδονικός. Δέν ἄρχισε ὁ Μ.Α. τό 1904 ἄρχισε σχεδόν ἀπό τό 1870.
Ἀγώνας κρυφός καί φανερός, τήν ἡμέρα ἀλλά καί τή νύχτα πού σκεπάζει τά ἐγκλήματα. Ἀγώνας ἀδυσώπητος, ζωῆς καί θανάτου. Ἀγώνας γιά ψυχές βαθειές καί ἀποφασισμένες. Ἀποφασισμένες νά ἀντισταθοῦν σέ δυό ἰσχυρούς ἐχθρούς-Τουρκία,Βουλγαρία- πού παίζουν κρυφά καί πολλές φορές φανερά τό ἴδιο παιχνίδι: τή συντριβή τῶν Ἑλλήνων.
Ὅταν ἡ βία μόνη της δέν ἀπέδωσε ἐπιστρατεύθηκε καί ἡ πολιτική. Ἀπό πλευρᾶς Βουλγαρίας ἐρρίφθη τό σύνθημα: ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, σάν τήν αὐτονομία τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμυλίας. Ἐρρίφθη καί τό ἄλλο σύνθημα: Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΣΤΟΥΣ ΜΑΚΕΔΟΝΕΣ. Καί πλάστηκαν καί δύο Κομιτάτα πού σχεδόν σέ τίποτα δέν διέφεραν. Τό VΕΜΕRΟ( πού ἱδρύθηκε στή Θεσσαλονίκη τό 1893) καί EMERO125. Τό ἕνα πιό σκληρό ἀπό τό ἄλλο· τό ἕνα δῆθεν δημοκρατικό, ἀλλά καί τά δύο τό ἴδιο φανατικά. Οἱ Βούλγαροι μέ ἐπικεφαλῆς εἰδικούς προπαγανδιστές καί ἀξιωματικούς πού φθάνουν συνεχῶς ἀπό τή Σόφια προσπαθοῦν νά παρασύρουν τά φιλελεύθερα καί δημιουργικά πνεύματα-ἀνεξαρτήτως ἐθνικότητος-στήν πολιτική αὐτή. Φανερά διεκήρυτταν τήν ἀνεξαρτησία τους ἀπό τήν ἐπίσημη βουλγαρική πολιτική τῆς ἄμεσης λύσης, κρυφά ὅμως σκόπευαν τό ἴδιο. Καί ἐνῶ οἱ προπαγανδιστές καί οἱ κομιτατζῆδες ὀργίαζαν, τό ἐλληνικό κράτος ἐκάθευδε. Ὑπῆρξε Ἕλλην ὑπουργός ἐξωτερικῶν πού δέν ἤξερε ποῦ ἦταν ἡ Φιλιππούπολη!
Τά πράγματα σκλήρυναν πιό πολύ τή δεκαετία τοῦ 1890, ἀπό τό 93 καί ἐξῆς γιά νά λάβουν δραματική καί τραγική τροπή γιά τούς Ἕλληνες μετά τή συντριβή μας κατά τόν αὐτοκτονικό ἑλληνοτουρκικό πόλεμο τοῦ 1897. ‘H Ἀθήνα σιωπᾶ. Κατεστραμένη οἰκονομικά, μέ διεθνῆ οἰκονομικό ἔλεγχο καί ντροπιασμένη στό βαλκανικό περίγυρο, φοβᾶται. Ὁ φόβος τῶν πολιτικῶν-ὅλων- ἀναρρίπισε τό βουλγαρικό θράσος. Τόσο, ὥστε στό κέντρο τῆς Θεσσαλονίκης ἡ παρουσία τους νά φοβίζει τούς Θεσσαλονικεῖς. Μόνοι πλέον οἱ βόρειοι Ἕλληνες σφίγγουν τήν καρδιά τους κι ἀναλαμβάνουν ὅλο τό βάρος. Κάτι παληκάρια ἀπό τό νότο, πού σέ λίγο θά γίνουν ἑκατοντάδες καί χιλιάδες (Κρήτη,Μάνη κ.λ.π.) καταφθάνουν γιά βοήθεια. Ἀκόμη κι ἀπ’ τήν Κύπρο. Εἶναι ἡ ἐποχή πού οἱ καπεταναῖοι τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα κάνουν ἐπίσημα τήν ἐμφάνισή τους παντοῦ.
Ὁ Μακεδονικός ἀγώνας δέν ὑπῆρξε παντοῦ τῆς ἴδιας ἐντασης. Ἐκεῖ πού πῆρε διαστάσεις τραγικές ἦταν στή Δυτική Μακεδονία περισσότερο καί γενικά στίς βόρειες περιοχές ὅπου συζοῦσαν μικτοί πληθυσμοί, Ἕλληνες καί Βούλγαροι. Στήν περιοχή Σερρῶν π.χ. ὁ ἀγώνας ἦταν σκληρός κατά μῆκος τῶν βορείων συνόρων, ἀπό τήν περιοχή Σιδηροκάστρου μέχρι Ζίχνης, τά βορινά χωριά, ἔνθεν καί ἔνθεν τῶν συνόρων, ὅπου ὑπῆρχαν ἐστίες βουλγαροφώνων καί βουλγαροφρόνων. Στήν περιοχή τῆς Βισαλτίας δέν εἴχαμε τέτοιες συνοικήσεις καί συμβιώσεις. Ποτέ δέν κατοίκησαν μόνιμα Βούλγαροι. Κι ἀλλοῦ εἴπαμε πώς τά πολύ λίγα σλαβικά τοπωνύμια ὀφείλονται σέ ἄλλους λόγους.
Παραλείποντας τήν ἀναλυτική παρουσίαση τοῦ Μ.Α. θά μιλήσουμε γιά τήν περιοχή μας. Γενικά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι μιλώντας γιά καπετανάτα καί ἔνοπλες ὁμάδες-σώματα- μέ ἀρχηγούς-καπεταναίους- δέν ἐννοοῦμε συστηματικές συσπειρώσεις ἀνδρῶν πού βγῆκαν στά βουνά γιά νά πολεμήσουν τούς Τούρκους καί ἐν συνεχεία τούς Βουλγάρους. Οἱ ὁμάδες αὐτές, συνήθως ἀποτελούμενες ἀπό δυο-τρεῖς ἄνδρες, ἦταν αὐτό πού λέμε «κλεφταρματολικές» ὁμάδες. Ἄνθρωποι δηλαδή καταδιωκόμενοι ἀπό τίς ἀρχές, φυγόδικοι συνήθως, βαρυμένοι μέ φόνους, κλοπές καί ληστεῖες. Παληκάρια σκληρά,. μαθημένα στό κυνηγητό τῶν διωκτικῶν Ἀρχῶν. Πολλές φορές ἦταν καί ἐκδικητές τῶν ἀδικιῶν εἰς βάρος τῶν ραγιάδων. Κατά τούς χρόνους πού μιλοῦμε οἱ ὁμάδες αὐτές μετατράπηκαν ἀμέσως-χωρίς προϋποθέσεις καί συμφωνίες- σέ ἐθνικές ὁμάδες καί σώματα. Πρέπει πάντως νά μή ξεχνοῦμε ὅτι εἶχαν νά ἀντιμετωπίσουν καί τήν Τουρκική Διοίκηση, καί ὄχι μόνο τούς Βουλγάρους κομιτατζῆδες. Πάρα πολλοί Μακεδονομάχοι ἔχασαν τή ζωή τους ἀπό τούς Τούρκους. Στήν περιοχή μας ἔχουμε πολλά τέτοια παραδείγματα.Ἀπό τή δεκαετία τοῦ 1890 καί μετά, τό γνωστότερο ὄνομα στήν περιοχή μας ἦταν ὁ ἄγριος λησταντάρτης ἀπό τη Νιγρίτα καπετάν Γιόργκας. Πολλοί δέν τόν ἀναφέρουν ὡς Μακεδονομάχο, διότι πολεμοῦσε κυρίως τούς Τούρκους τῆς περιοχῆς. ‘H περιοχή ὅμως πού ὑπερασπίζονταν ἦταν μέρος τῆς Μακεδονίας. Κατά τίς μέρες πού δροῦσε ὁ Γιόργκας τό σκεφτόταν πολύ οἱ Τοῦρκοι νά βάλουν χέρι σέ χριστιανούς τῶν χωριῶν γύρω ἀπό τό Τζίντζο. ‘H ἐκδίκηση τοῦ Γιόργκα ἦταν ἄμεση καί σκληρή. Τούς ἀδικοπραγοῦντας ὄχι μόνο ἐκδικοῦνταν, ἀλλά καί λήστευε καί τή λεία αὐτή τή μοίραζε σέ κείνους πού ἀδικήθηκαν, ἀλλά καί σέ φτωχούς τῶν χωριῶν. Θρῦλος ἀπό τή μιά μεριά, φόβος καί τρόμος ἀπό τήν ἄλλη. Ὁ Γιόργκας ἀποτελοῦσε «ἕναν ἰδιόρρυθμο τύπο Μακεδονομάχου»126 Γι᾽ αὐτό καί ἡ Τουρκική Διοίκηση τόν ἀπεκήρυξε καί ἔκανε τό πᾶν νά τόν συλλάβει. Δολοφονήθηκε, νέος ἀκόμη, στό κέντρο-στήν ἀγορά- τῆς Νιγρίτας τήν παραμονή τῆς μεγάλης πανήγυρης τῆς Νιγρίτας, πού πανηγύριζε ὁ δεύτερος ναός τῆς πόλης, ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος (Σύρπα), ὅπου μεταξύ τῶν ἀμέτρητων προσκυνητῶν ἦταν κι αὐτός, τήν 1 Μαίου 1898. Τόν καπετάν Γιόργκα τόν ἀναφέρουμε καί γιά ἕναν ἄλλο λόγο: ἦταν ὁ δάσκαλος, στήν τέχνη τοῦ ἄτακτου αὐτοῦ πολέμου, δάσκαλος τοῦ μεγάλου,ἀργότερα, Μακεδονομάχου τῆς Χαλκιδικῆς καί κυρίως τῆς περιοχῆς μας καπετάν Γιαγκλῆ, ἀλλά καί τῶν λοιπῶν καπεταναίων τοῦ νομοῦ Σερρῶν. Τό Γιόργκα τόν πένθησε ἀλλά καί τόν τραγούδησε ὅλη ἡ Βισαλτία:
Γιόρκα ξακουσμένε σ᾽ ὅλο τό ντουνιά
πού σ᾽ ἔτρεμαν οἱ Τοῦρκοι κι ὅλ᾽ ἀρβανιτιά.
Ἀπό τό 1900, ἀλλά κυρίως ἀπό τό 1903-04, τά πράγματα ἀλλάζουν. Μετά τό θάνατο τοῦ Παύλου Μελᾶ τό ἑλληνικό κράτος φαίνεται νά ξυπνάει. Ἀρχίζει ἡ συστηματική ὀργάνωση τοῦ Ἀγώνα μέ ἀποστολή στή Μακεδονία περισσότερων ἀξιωματικῶν καί ὑπαξιωματικῶν πού θά ἡγηθοῦν καί θά ὀργανώσουν τόν τοπικό πληθυσμό. Τά κατά τόπους Προξενεῖα γεμίζουν μέ «γραφειάδες» ἀξιωματικούς. Στίς Σέρρες τήν ἀναδιοργάνωση αὐτή τήν ἀνέλαβε ὁ περίφημος στρατιωτικός ἀκόλουθος Δημοσθένης Φλωριᾶς.
Ἐξαιρετικό ἐπιτελικό μυαλό, σχεδίασε μέ ὅλες τίς λεπτομέρειες σχέδιο δράσης ὅλων τῶν ἀνταρτικῶν ὁμάδων τοῦ νομοῦ. Τό Ὑπόμνημά του ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα στρατηγικῆς ὀργάνωσης καί τακτικῆς γιά κάθε περίπτωση.
Ὑπῆρξε ὁ κεντρικός ἐγκέφαλος στόν Ἀγώνα. Ἀπ᾽ αὐτόν οἱ πάντες ἔπαιρναν ἐντολές, πληροφορίες, σχέδια καί ὅ,τι ἀπαιτοῦσαν οἱ καιροί.
Τό Σχέδιο τοῦ Φλωριᾶ εἶχε τόν τίτλο: «Σημειώσεις διά τήν ἐν τῶ Σαντζακίω Σερρῶν γενομένην ἐθνικήν ἐργασίαν». Διαιροῦσε τό νομό σέ περιοχές μέ τίς ἁρμοδιότητες τῶν καπεταναίων ἀπόλυτες σ᾽ αὐτές.
Α) Περιοχή Μπέλες-Σιδηροκάστρου, καπετάνιος ὁ Ἀθανάσιος Χατζηπανταζῆς
Β) Περιοχή Ζίχνης-Παγγαίου καπετάνιος ὁ Δούκας Δούκας ἤ Ζέρβας,
Γ) Νιγρίτας (βουνά Βερτίσκος-Κερδύλλια) ὁ Γιώργης Γιαγκλῆς ( καί μέ τήν προστασία τῆς Βόρειας Χαλκιδικῆς-Χολομόντας),
Δ) Βόρεια τῆς Νιγρίτας, γιά πολύ λίγο, ὁ ἱερέας Παπαπασχάλης ἤ Ἀνδροῦτσος,
Ε) περιοχή τοῦ σημερινοῦ Στρυμονικοῦ (Ὄρλιακος) μέχρι τή Τζουμαγιά (Ἡράκλεια) ὁ Καπετάν Βλάχμπεης. Σέ λίγο θά δημιουργηθεῖ καί μιά ἀκόμη περιοχή: ἡ μεταξύ Σερρῶν καί Νιγρίτας πεδιάδα μέ καπετάνιο τό Μητρούση Γκογκολάκη.
Οἱ καπεταναῖοι αὐτοί ἦταν, βάσει τοῦ σχεδίου, ὑποχρεωμένοι νά βρίσκονται μεταξύ τους σέ στενή ἐπαφή καί ἀλληλοβοήθεια. Ἐν περιπτώσει μεγάλου κινδύνου καταφύγιο, ἀλλά καί κέντρο ἀνεφοδιασμοῦ ὁπλισμοῦ καί ἀνδρῶν ὡρίσθη ἡ Χαλκιδική. Κοντύτερα ὅμως τό βουνό Κερδύλλιο, ἔγινε αὐτό καταφύγιο καί οἱ ἀποθῆκες ὁπλισμοῦ τῶν ὁμάδων αὐτῶν ἦταν στήν περιοχή τῶν Τριῶν Κάμπων . Ὁ συγγραφεύς τοῦ παρόντος ἔχει ἀπόλυτη γνώση γιά τά κρυσφήγετα αὐτά καί τά σπίτια Κερδυλλιωτῶν πού ἦταν ἀποθῆκες ὅπλων.
Ἄλλωστε νωρίς σχηματίσθηκαν καί ἐδῶ μικροομάδες, βοηθητικές τῶν ἐπίσημων ἀνταρτικῶν σωμάτων, κυρίως τοῦ καπετάν Γιαγκλῆ, ἀλλά καί τοῦ καπετάν Δούκα. Τῶν ὁμάδων αὐτῶν πού μετεῖχαν ψυχωμένοι ἄνδρες, ἐπικεφαλῆς ἦταν, σέ κάθε χωριό, ὁ Σύνδεσμος, ὁ ὁποῖος μετέφερε ἀπό καπετάνιο σέ καπετάνιο πληροφορίες πάσης φύσεως. Τέτοιοι Σύνδεσμοι ἦταν στά Ἄνω Κερδύλλια ὁ Κωνσταντῖνος Ματσίκης, συνδεδεμένος κυρίως μέ τήν ὁμάδα τοῦ καπετάν Δούκα καί, στά Κάτω, ὁ Παναγιώτης Χούπης127 ὁμαδάρχης καί στενά συνδεδεμένος μέ τόν καπετάν Γιαγκλῆ.
Καί οἱ δύο ἔλαβαν μέρος σέ μάχες καί συμπλοκές ἀλλά καί πάμπολλοι ἐκ τῶν ἐκτελεσθέντων.
Εἶναι βέβαιο ὅτι ὁ Π.Χούπης ἔλαβε μέρος σέ μεγάλη μάχη μέ τόν καπετάν Γιαγκλῆ έναντίον τῶν Βουλγάρων στά Βρασνά τό 1907. Ἕνα βουλγαρικό ἀντάρτικο σῶμα-ὁμάδα- προερχόμενο ἀπό τό Νευροκόπι πέρασε ἕξω ἀπ’ τά χωριά μας κατευθυνόμενο στό Ἅγιον Ὄρος. ‘H ὁμάδα τῶν Κερδυλλίων εἰδοποίησε ἀμέσως καί κατευθύνθηκε στόν καπετάν Γιαγκλῆ. Κι αὐτός ὅπως ἤξερε, ἔστησε μιά φοβερή ἐνέδρα κατά τήν ὁποία διέλυσε καί ἔτρεψε σέ φυγή τούς Βουλγάρους. Ὅπως βέβαια παρόντες σέ κάθε ἐνέργεια τοῦ Γιαγκλῆ στή γύρω περιοχή ἦταν οἱ περισσότεροι κάτοικοι τῶν χωριῶν μας. Ἤθελαν ὅλοι νά μετάσχουν στόν Ἀγώνα, ἀλλά καί οἱ διστάζοντες δέν μποροῦσαν παρά νά ἀκολουθήσουν. Ἑδῶ ψηλά ἔπνεε ὁ ἀέρας τῶν καπετανάτων. Ὅτι οἱ Σύνδεσμοι καί οἱ ὁμάδες ἔκαναν δουλειά πού δέν μποροῦσαν νά κάνουν οἱ μαχητές, τά παληκάρια τῆς μάχης, φαίνεται ἀπό τό ἕξῆς γεγονός.
Τό 1905 ἐμφανίσθηκε στή Μακεδονία ὁ περίφημος καπετάν Νταφώτης Ἰωάννης μέ ναυλωμένο128 καράβι γεμάτο ὁπλισμό καί ὀγδόντα παληκάρια. Ὅτι κατευθύνονταν προς τήν παραλία τοῦ Στρυμονικοῦ κόλπου τό πληροφορήθηκαν οἱ Σύνδεσμοι, ἀπό τούς κρυφούς κατασκόπους Κερδυλλιῶτες τοῦ Τσάγιεζι.
Τό πρᾶγμα φυλάχτηκε μυστικό. Ἀμέσως εἰδοποιήθηκαν οἱ Σύνδεσμοι κι αὐτοί σέ συνεννόηση μέ τούς ἀνθρώπους τῶν Στεφανινῶν ὀργάνωσαν τήν ἐκφόρτωση καί φόρτωση τοῦ μεταφερόμενου ὁπλισμοῦ σέ 80 ἄλογα καί μουλάρια, μισά ἀπό τά Κυρδύλλια, μισά ἀπό τά Στεφανινά. ‘H ἀποβίβαση δέν ἔγινε, οὔτε μποροῦσε νά γίνει στό Τσάγιεζι, οὔτε στήν Ἀσπροβάλτα, ὅπως ἄκριτα ἀναφέρουν πολλοί. Ἔγινε -μέσα στό σκοτάδι πάντα- σέ μέρος πού δέν φαίνονταν οὔτε ἀπό τό Τσάγιεζι, ἀλλά οὔτε καί ἀπό τό τουρκικό καραούλι παρακάτω ἀπό τά Ζεστά Νερά-Λακκάρα. Ἔγινε κάπου στό Τζικώστα μέ Παλιόκαστρο. Καί ἡ ἐπιχείρηση πέτυχε, ἄν καί ἡ ὅλη ὑπόθεση προδόθηκε στούς Τούρκους ἀπό κάποιον δικό μας Ἕλληνα ἀπό ἕνα κοντινό μας χωριό. Ἄρα οἱ ὁμάδες ἦταν καλά ὀργανωμένες καί γρηγοροῦσες, ἄγρυπνες.
Δυστυχῶς χάθηκαν -ἐλπίζω ὄχι ὁριστικά- τά ἔγγραφα στά ὁποῖα ἦταν γραμμένα τά ὀνόματα τῶν μαχητῶν-μακεδονομάχων- καί τῶν δύο χωριῶν. Τά Πάνω Κερδύλλια ἦταν ἡ ἕδρα τῆς Ἐπιτροπῆς Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος πού κρατοῦσε τόν κατάλογο τῶν ἐνεργῶν μελῶν καί τούς σέ κάθε ζήτηση ἕτοιμους γιά τίς ἐνέργειες καί δράσεις. Τό «Ἀρχεῖο» αὐτό δέν κάηκε.
Ἔπεσε στά χέρια τοῦ Αρχιμήδη Μερτζιάνου, ἀδελφοῦ τοῦ μετέπειτα γραμματέως Ν.Κερδυλλίων Γεωργίου Μερτζιάνου. Καί τό εἶχε μέχρι τελευταῖα. Τό πῆρε ἀπό τον Κωνσταντῖνο Χατζούδη (Χατζηντίνα), πού κι αὐτός εἶναι βέβαιο ὅτι τό πῆρε ἀπό κάποιο μεγαλύτερο στήν ἡλικία, βασικό στέλεχος, ὅπως καί ὁ ἴδιος. Γιά νά τό διαφυλάξει ὁ Ἀρχιμήδης τό ἔκρυψε ἕξω ἀπό τό σπίτι του, στό «κιόσκι»κάτω ἀπό τά κεραμίδια. Στά ψευτοσπίτια πού ἔκαναν οἱ «καμένοι» μετά τήν καταστροφή. Ἦταν δέ φυλαγμένο μέσα σέ μεγάλη ὁβίδα. Ἀργότερα τό κιόσκι κατέρρευσε καί ἀνάμεσα στά χώματα, κεραμίδια, πέτρες καί τοῦβλα σκεπάστηκε καί ἡ ὁβίδα. Ποιός ἄραγε θά ἐνδιαφερθεῖ γι αὐτή τήν ἔνδοξη σελίδα τῆς ἱστορίας τοῦ τόπου; Δέ χρειάζονται παρά 2-3 φτιαριές μέ ἕνα φούξ! Ἔστω κι ἄν δέ βρεθεῖ.
‘H ὀργανωτική ἀναδιάρθρωση τοῦ Φλωριά ἔδωσε φτερά στούς φοβισμένους Ἑλληνες. Οἱ κομιτατζῆδες τό σκεφτόταν πολύ νά προκαλέσουν καί κυρίως νά περάσουν τό Στρυμόνα. Ὁ Παπαπασχάλης, δυτικά τῆς Νιγρίτας, ἦταν τό φόβητρό τους, δυστυχῶς γιά πολύ λίγο. Κι ἀπ’ τήν ἄλλη μεριά, τη Δυτική καί Νότια, δέσποζε τό θηρίο, ὁ καπετάν Γιαγκλῆς. Τόσο φόβο ἐνέπνεε στούς βουλγάρους, ὥστε ὁ Βούλγαρος ταγματάρχης(τοῦ τακτικοῦ Βουλγαρικοῦ στρατοῦ) τῶν κομιτατζήδων Μιχαηλόφσκυ νά λέει: «Δέ φοβᾶμαι ὅλους μαζί τούς Ἕλληνες, ὅσο φοβᾶμαι τό Γιαγκλῆ».Ἔτσι παρατηρεῖται μιά ἔντονη δραστηριότητα, πού φοβίζει τούς Τούρκους.Ἀφημένη ἡ πεδιάδα τῶν Σερρῶν προτύτερα στήν ἀσυδοσία τῶν βουλγαρικῶν τσετῶν, στίς ληστεῖες, τούς ἐμπρησμούς, τίς ἁρπαγές καί τις ἀθρόες δολοφονίες τῶν Ἑλληνων, μόλις ἡ ἑλληνική παρουσία ἄρχισε νά καταστρέφει τή δύναμή τους, βγάζοντας ἀπ’ τή μέση σκληρούς δολοφόνους, τότε ἡ τουρκική διοίκηση ἄρχισε νά ἐκδηλώνει τό μονομερές της ἐνδιαφέρον γιά τούς δῆθεν καταδιωκόμενους Βουλγάρους. Καί ἄρχισε ἄγριο κυνηγητό τῶν ἑλληνικῶν ἀνταρτικῶν σωμάτων. Ποιός σκότωσε τόν καπετάν Μητρούση; Ἀλλά καί ὁ στόχος τῶν Ἑλλήνων διπλός: φανερά κατά τῶν Βουλγάρων, κρυφά καί κατά τῶν Τούρκων. Τοῦτο βέβαια, δυσκόλευε τόν ἀγώνα. ‘H πιστή ὅμως ἐφαρμογή τοῦ σχεδίου Φλωριᾶ ἄλλαξε τά πράγματα. Πολλές φορές οἱ καπεταναῖοι δέν ἄκουγαν κανένα· οὔτε Φλωριά, οὔτε Πρόξενο. Δροῦσαν ἀνεξέλεγκτα καί μέ φοβερά καί τρομερά ἀποτελέσματα, ὅπως στό Καρατζᾶ-κιόϊ (Μονοκκλησιά, ἄνδρο τῶν φανατικῶν Βουλγάρων μέ τόν περίφημο ἀρχικομιτατζῆ Τάσκα129). Εἶναι πλέον γεγονός πώς ἀπό τό 1900 μέχρι τούς Βαλκανικούς πολέμους ἡ πατριωτική ἐργασία ὅλων τῶν παραγόντων εἶχε ἐνταθεῖ στό ἔπακρο. Κληρικοί, λαϊκοί, μορφωμένοι καί μή, ἄνδρες, γυναῖκες ἀκόμη « κι πιδούδια» ἦταν γεμάτοι ἐνθουσιασμό γιά τή μέρα τῆς ἀπελευθέρωσης πού ἤδη ἔφθανε.
Οἱ κυριώτεροι φορεῖς τοῦ πνεύματος αὐτοῦ ἦσαν οἱ δάσκαλοι.Ἄλλοι ἀνοιχτά κι ἄλλοι κρυφά. Τά Κάτω Κερδύλλια εἶχαν τό εὐτύχημα γιά μερικά χρόνια, ἴσως μεταξύ 1905 -1910, νά ἔχουν δάσκαλο τό Γεώργιο Καραμανλῆ, πατέρα τοῦ μετέπειτα Ἐθνάρχου Κωνσταντίνου Καραμανλῆ. Ὁ Γεώργιος, δάσκαλος στό ἐπάγγελμα, ἦταν ἡ ψυχή τῆς ἀντίστασης ἐναντίον τῶν Βουλγάρων στήν περιοχή Πρώτης, Ροδολίβους κ.λ.π. Σύνδεσμος καί παράγων, χωρίς τή γνώμη τοῦ ὁποίου τίποτα δέν γίνονταν στήν περιοχή του. Αὐτός λοιπόν ὁ ἐνθουσιώδης δάσκαλος κατήχησε τούς Κατωκερδυλλιῶτες στόν Ἀγώνα μέ ἄριστα ἀποτελέσματα.
Ἕνας ἄλλος, δάσκαλος κι αὐτός, μέ ψυχή βαθειά, ἦταν ὁ Βασίλειος Καραπέπερας, δάσκαλος στήν Παλαιοκώμη (Προβίστα, τότε) μέ δράση ὄχι μικρότερη τοῦ Γ.Καραμανλῆ, μέ τήν Ἱδρυση τοῦ Πατριωτικοῦ Ἀδελφάτου στό ἡρωικό καί μαχητικό Ἀηδονοχώρι «ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ», μέ τή μεγάλη του δράση στό Χουμνικό ἀπ’ ὅπου κατάγονταν. Παιδιά πνευματικά,ἀντάξια τοῦ δασκάλου τους ὑπῆρκαν οἱ Μακεδονομάχοι τοῦ Χουμνικοῦ ὁ Κυριάκος Λιάτσας καί οἱ Σαλονικάδες, πολλά ἀδέλφια, μεγάλη οἰκογένεια τοῦ Χουμνικοῦ. Τό Χουμνικό μάλιστα εἶχε ὁρισθεῖ μαζί μέ τό Ζερβοχώρι ὡς ἑδρα τοῦ Σώματος τοῦ Γιαγκλῆ. Μά τέτοιες ἕδρες τήν ἐποχή ἐκείνη δέν μποροῦσαν νά σταθοῦν. Ἁπλῶς ἔδειχναν τήν ὁμοψυχία(πανοικί) καί τό ἀποφασιστικό φρόνημα τῶν ἀνθρώπων τῶν χωριῶν αὐτῶν νά τά δώσουν ὅλα γιά τόν Ἀγώνα. Ἕδρες τῶν καπεταναίων ἦταν τά Βουνά, καί τά βουνίσια χωριά, Τρεῖς Κάμποι, Κερδύλλια, Στεφανινά, Σαητά κ.λ.π.
Ἄλλωστε κάθε λίγο καί λιγάκι ὁ καπετάν Γιαγκλῆς ἔτρωγε θαυμάσιες πίτες πού ἔκαναν γι αὐτόν οἱ Κερδυλιώτισσες στήν Πελέκα καί χόρευε στό καφενεῖο τοῦ Μήτσικα καί τοῦ Σκόρδα.
Ἕνας ἄλλος θρῦλος στήν περιοχή Βισαλτίας καί στά χωριά μας ἦταν ὁ καπεράν Κουρμπέσης, ἀπό τήν Τρίπολη-Μαγούλα Γορτυνίας. Δημήτριος Σταματόπουλος τό κανονικό του ὄνομα. Ἀνθυπολοχαγός τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, ἦρθε στά μέρη αὐτά καί ἀνέλαβε τήν ἀρχηγία τῶν Τμημάτων Σερρῶν-Λαγκαδᾶ-Χαλκιδικῆς. Τραγουδήθηκε γιά τήν παληκαρία καί τούς ἄθλους του. Στά σημερινά Ν. Κερδύλλια ἀκούγεται ἀκόμη τό ὄνομά του στό γνωστό τραγούδι «Ὁ σπίνος»: «Σέ φουντωμένο δένδρου κλωνάρι» κ.λ.π, καί στήν ἐρώτηση ποιός εἶναι ὁ δάσκαλός του πού τοῦ μαθαίνει τά μουσικά, ὁ τραγουδιστής τοῦ χωριοῦ ἀπαντοῦσε: « Μάθε παιδί μου διδάσκαλός μου πού μέ μαθαίνει νά πολεμῶ, εἶν’ ὁ Κουρμπέσης ὁ καπετάνιος» κ.λ.π. Δέν ἦταν λίγες οἱ φορές πού ἔκανε τήν ἐμφάνισή του στά χωριά μας, γινόμενος δεκτός μέ δάκρυα χαρᾶς. Στό πρόσωπό του οἱ πατριῶτες μας ἔβλεπαν τήν Ἑλλάδα πού πλησίαζε.
Τό 1908 ὅπως εἶναι γνωστό ἔγινε στή Θεσσαλονίκη Ἐπανάσταση τῶν Νεοτούρκων, πέτυχε καί ἐν συνεχεία ἐδόθη τό περίφημο Σύνταγμα πού πολλούς καί μάλιστα ἱκανούς κατά τά ἄλλα Ἕλληνες πολιτικούς ξεγέλασε οἰκτρά. Οἱ ἀθρόες ὐποσχέσεις τῶν Τούρκων περί ἰσοπολιτείας ἔγιναν δεκτές μέ φρενήρεις πανηγυρισμούς. Οἱ πάντες ἔσπευδαν νά παραδώσουν τά ὅπλα τους. Καί μάλιστα καί καπεταναῖοι, ὅπως ὁ καπετάν Στέργιος Βλάχμπεης καί ἄλλοι γινόμενοι πανηγυρικά δεκτοί στίς Σέρρες. Ὑπῆρχαν ὅμως καί ἄνθρωποι μέ σοφία, σκέψη καί περίσκεψη πού κράτησαν στάση ἐφεκτική. Μή βιάζεσθε, ἄσε νά δοῦμε. Καί εἶχαν δίκαιο. Μεταξύ αὐτῶν πού κράτησαν στάση σχεδόν ἀρνητική γιατί ἤξεραν τί σημαίνει Ἀβδούλ Χαμίτ καί Νεότουρκοι, ἦταν καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἰωακείμ ὁ Γ´, πού ἐνεφύσησε τή στάση του αὐτή καί στούς ψυχωμένους Μητροπολίτες πού εἶχε στείλει στή Μακεδονία κατά τόν Μακεδονικό Ἀγώνα. Ἔλεγε ὁ Πατριάρχης ἐκεῖνος: «Οἱ Νεότουρκοι θά εἶναι χειρότεροι τῶν Παλαιοτούρκων». Καί δέν ἄργησαν νά φανοῦν τά ἀποτελέσματα. Κι αὐτά στό πετσί τῶν Ἑλλήνων καί, μεταξύ αὐτῶν, καί τῶν Κερδυλλιωτῶν. Στίς ἐκλογές πού προκηρύχθηκαν τό 1910 πρωτοστάτησε ἡ νοθεία, οἱ ἐκβιασμοί τῶν Ἕλλήνων, οἱ νοθεύσεις τῶν ἐκλογικῶν καταλόγων μέ στόχο τή μείωση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν Ἑλλήνων ψηφοφόρων, ὥστε νά μήν ἐκλεγεῖ γιά τή νέα τουρκική Βουλή Σερραῖος ἀντιπρόσωπος. Παρά ταῦτα ἐξελέγη ὁ δικηγόρος Σερρῶν Δημήτριος Δίγκας.
Ἔτσι ἄρχισαν καί πάλι οἱ πιέσεις, ἡ βία, οἱ δολοφονίες, καί κυρίως οἱ ἀπάνθρωποι ξυλοδαρμοί. Τό πρᾶγμα ἔφθασε στό ἀπροχώρητο. Οἱ Τοῦρκοι βλέποντας ὅτι χάνουν τό παιχνίδι στή Βαλκανική ἔπνεαν μένεα ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων. Οἱ παράγοντες τῆς πόλης τῶν Σερρῶν μέ ἐπικεφαλῆς τό Μητροπολίτη Ἀπόστολο130 διαμαρτύρονται στήν τουρκική Διοίκηση, ἀλλά ἀποτέλεσμα οὐδέν. Χαρακτηριστικές εἶναι οἱ ἐπιστολές τοῦ μαρτυρικοῦ Μητροπολίτη Σερρῶν Ἀποστόλου στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, ὅπου ὁ ἅγιος αὐτός ἄνθρωπος ἐξιστορεῖ μέ τά μελανώτερα χρώματα τίς κακουργίες τῶν Τούρκων. Μέ τό πρόσχημα συνήθως ὅτι πολλοί Ἕλληνες δέν παρέδωσαν τά ὅπλα, ξεσποῦσαν ἀνεξαιρέτως ἐναντίον πάντων. Νά δυό λόγια ἀπό τίς ἐπιστολές:
«Ἀναγγείλας τηλεγραφικῶς τῆ Μητρί Ἐκκλησία τά κατά τήν περισυλλογήν τῶν ὅπλων δεινοπαθήματα τῶν χρισιανῶν μου, ἐκτίθημι ἤδη λεπτομερείας τινας... Μετά τά γεγονότα αὐτά ἤρξατο ὁ συστηματικός ἀφοπλισμός τῶν χριστιανῶν διά παντοίων κακώσεων. Ἰδού ὁ ὀνομαστικός κατάλογος τῶν χωρίων καί χριστιανῶν». Καί ἀπαριθμεῖ τά χωριά ὅπου μέ τά ἴδια του τά μάτια εἶδε τά δεινόπαθήματα καί τούς ἀπάνθρωπους ξυλοδαρμούς, μέχρι θανάτου.
« Ἐν Τζίντζω ἐδάρησαν ἀνηλεῶς... Ἐν Νιγρίτη... Ἐν Κοῦτσος...Ἐν Κάτω Κρουσόβω συνεπεία δαρμῶν κατεκλίθησαν ( δέν μποροῦσαν νά περπατήσουν καί εἶναι στά κρεβάτια)».
1. Ἀναγνώστης Τσουλίου
2. Ἰωάννης Στεργιάδης
3. Γεώργιος Φαραζᾶς
4. Θεόδωρος Παπακωνσταντίνου
5. Ἰωάννης Εὐαγγέλου
Ἐν Ἄνω Κρουσόβω συνεπεία δαρμῶν κατεκλίθησαν
1. Ἀγόλιος Χρυσάφης

Κρυστάλλης Ἀγγέλου

Ὁ ἀναγνώστης ἀντιλαμβάνεται ὅτι οἱ Τοῦρκοι δέν ἦρθαν τυχαῖα ἐδῶ ψηλά. Τά Κερδύλλια ἦταν γι αὐτούς « ταμιευτήριον ὅπλων». Καί ἤξεραν ὅτι τά περισσότερα καί τά πιό σύγχρονα δέν παρεδόθησαν. Οἱ καπεταναῖοι, περισσότερο φρόνιμοι καί προορατικοί ἀπό τούς πολιτικούς, ἤξεραν ὅτι, ἄν ὄχι γιά τούς Τούρκους, πάντως ὁπωσδήποτε γιά τούς Βουλγάρους, καί μάλιστα πολύ σύντομα, θά τά χρειασθοῦν. Καί ἔδωσαν ἐντολή: «Ὄχι ὅλα. Δῶστε τά παλιά καί σκουριασμένα, καί ὄχι πιστόλια» Αὐτό καί ἔγινε παντοῦ, μά περισότερο στά ὀρεινά καί χωριά.
Τώρα πλήρωναν. Ἀλλά, ὅπως ἔλεγαν ἐκεῖνοι οἱ πρωταγωνιστικά εκπληκτικοί ἄνδρες: « ἄς εἶνι᾽ νά πληρώσουμι για του Ἑλληνικό!!».
Ὁ Μακεδονικός Ἀγώνας γλύτωσε τή Μακεδονία καί ταυτόχρονα ἔσωσε τήν Ἑλλάδα. ‘H εὐχή τοῦ Ἵωνος Δραγούμη ὅτι σώζοντας τή Μακεδονία σώζουμε τήν Ἑλλάδα ἔγινε πραγματικότης. Ὁ Μακεδονικός Ἀγώνας, ἀκόμη, ὑπῆρξε γιά τήν Ἑλλάδα σκληρή ἀλλά σωτήρια πηγή ἔμπνευσης ἀλλά καί γνώσης τῆς ἄγριας πραγματικότητας στή Χερσόνησο τοῦ Αἵμου.
Φθάσαμε ἔτσι στούς Βαλκανικούς πολέμους τοῦ 1912-13.
Μέ τό διπλωματικό του δαιμόνιο ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος κατώρθωσε, ἔστω καί χωρίς ἐπίσημη κατοχύρωση τῶν ἐλληνικῶν θέσεων καί διεκδικήσεων, νά εἰσαγάγει τήν Ἑλλάδα στή συμφωνία-συμμαχία Σερβίας-Βουλγαρίας, πού προετοιμάζονταν γιά πόλεμο ἐναντίον τῆς Τουρκίας. Δέ ζήτησε τίποτα.

Ἦταν βέβαιος γιά τήν ἐπιτυχία του. Στόν πρῶτο αὐτό Βαλκανικό πόλεμο ἡ ἐπιτυχία ἦταν ἀνέλπιστη. ‘H ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης, καί μέ τήν παρουσία-γιά λίγο- τοῦ βραχνά τῆς παραμονῆς ἱκανοῦ Βουλγαρικοῦ στρατοῦ ὑπό τόν στρατηγό Θεοδωρώφ, ἦταν ὁ θρίαμβος τῆς πολιτικῆς του. Δέν πρόλαβαν κἅν νά καθαρογραφοῦν τά πρακτικά τῆς Συνδιάσκεψης τοῦ Λονδίνου καί ξέσπασε ὁ Β´ Βαλκανικός Πόλεμος μεταξύ Ἑλλάδος καί Βουλγαρίας. Κατά τό μεσοδιάστημα αὐτό στήν Ἀνατολική Μακεδονία ὀργίασαν καί πάλι οἱ Βούλγαροι. Ἡ κραυγή «Ἔρχονται οἱ Βούλγαροι» μέ ὅ,τι αὐτό συνεπάγονταν, θά ἀκουστεῖ ἄπειρες φορές στήν περιοχή μας καί γενικώτερα. Θέλησαν νά ἁρπάξουν τή Νιγρίτα (20-24 Φεβρουαρίου 1913) πού κατέχονταν ἀπό ἑλληνικά στρατεύματα. Ξεσηκώθηκαν οἱ Νιγριτινοί -ἄνδρες, γυναῖκες, νέοι, γέροι, παιδιά- καί ἡ φυγή τῶν Βουλγάρων ἀπάλλαξε τήν πόλη ἀπό τήν παρουσία τους. Τό ἴδιο θά συμβεῖ καί μετά μερικούς μῆνες. Μέσα Ἰουνίου 1913 ξεσπάει ὁ Ἑλληνοβουλγαρικός Πόλεμος. Χιλιάδες Βούλγαροι ἐπιτίθενται ἐναντίον τοῦ μετώπου πού περιελάμβανε καί τήν περιοχή Νιγρίτας-μέχρι τό Τσάγεζι. Φεύγοντας τροχάδην ἀπό τή Νιγρίτα δέν ξέχασαν τή δική τους εἰδικότητα: νά πυρπολοῦν ὅ,τι ἐγκαταλείπουν. Τήν πυρπολοῦν, ὅπως σέ λίγες μέρες θά κάψουν κυριολεκτικά καί τίς Σέρρες: τό τελευταῖο κακό πού ὑπέστη ἡ μαρτυρική αὐτή πόλη ἀπό τούς ἐπίδοξους «Πρώσσους τῶν Βαλκανίων». Θέλησαν ἐπίσης -τό μεσοδιάστημα- νά ἐγκατασταθοῦν καί στό Τσάγιεζι, ὀργανώνοντας δικό τους Τελωνεῖο καί κατασκευάζοντας δική τους ἀποβάθρα. ‘H ἐνέργεια ἦταν ἀπό μόνη της γελοία, ἀλλά καί ἐπικίνδυνη. Οἱ ἐκεῖ ἐργαζόμενοι, Κερδυλλιῶτες καί νησιῶτες, Μυτιληνιοί, Χίοι καί ἄλλοι ἐπιτέθηκαν, ἔπεσε ἀρκετό ξύλο, οἱ Βούλγαροι στρατιῶτες δέν τόλμησαν νά σηκώσουν ὅπλα, αἰχμαλωτίσθηκαν, καί σέ λίγο τό ἐγχείρημά τους ματαιώθηκε. Τά χωριά τῆς Βισαλτίας κατά τό διάστημα αὐτό τῆς πλήρους ἀνομίας καί ἔλλειψης κρατικῆς ἰσχύος-τίνος κράτους;- ὑπέστησαν τά πάνδεινα ἀπό τούς Βουλγάρους. Τό ἴδιο καί στά ἀπέναντι χωριά τοῦ Παγγαίου, τά ὁποῖα ὁ καπετάν Δούκας εἶχε ἐλευθερώσει «ἐν ὀνόματι τοῦ βασιλέως τῶν Ἑλλήνων». Ἐκεῖ ὅμως πού ἔμειναν καί θά μένουν στήν παγκόσμια ἱστορία τά ἀνομολόγητα ἐγκλήματα τῶν Βουλγάρων, ἦταν τά δεινά πού ὑπέστησαν στίς Σέρρες οἱ ἐκεῖ Τοῦρκοι.Ἦταν, αὐτό, τό εὐχαριστῶ τῶν Βουλγάρων γιά τή μεροληπτική ὑπέρ αὐτῶν στάση τῶν Τούρκων κατά τόν Μακεδονικό Ἀγώνα.
Ἀλλά, βέβαια, πρέπει, γιά ἄλλη μιά φορά, νά τονίσουμε καί τούς ἀγῶνες τῶν δικῶν μας Μακεδονομάχων μέ τό Γιαγκλῆ καί τούς ἄλλους καπεταναίους τήν περίοδο αὐτή. Τότε τά χωριά μας εἶχαν μετατραπεῖ κυριολεκτικῶς σέ ἀποθῆκες ὅπλων.
Νά σημειώσουμε ὅτι ὁ Βουλγαρικός στρατός κατά τήν περίοδο αὐτή τῶν Βαλκανικῶν πολέμων ἦταν τριπλάσιος τοῦ Ἑλληνικοῦ. Παρά ταῦτα ὑπέστη δεινή ἦττα. Ἀπειλήθηκε καί μάλιστα πραγματοποιήθηκε ἀπό μέρους τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ μερική εἰσβολή στά Βουλγαρικά ἐδάφη. ‘H Βουλγαρία εὑρέθη σέ δεινή κατάσταση.
Ἐπωφελούμενη ἡ Τουρκία ἀνακατέλαβε τήν Ἀνατολική Θράκη καί τήν Ἀνδριανούπολη καί ἡ Ρουμανία ἔκανε σχεδόν περίπατο ἔξω ἀπό τή Σόφια.
‘H Βουλγαρία ζήτησε ἀμέσως τήν ἐπέμβαση τῶν μεγάλων Δυνάμεων καί κατέθεσε τά ὅπλα.
Οἱ νικηταί συνῆλθαν στό Βουκουρέστι τό καλοκαίρι τοῦ 1913. Ἐκεῖ ἡ Ἑλλάδα, ἄν καί νικήτρια, βρέθηκε σέ δύσκολη θέση. ‘H Βουλγαρία εἶχε στό νοῦ της τήν Καβάλα. Στίς ἀπαιτήσεις τοῦ Βενιζέλου νά χαραχθοῦν τά ὅρια ἔξω ἀπό τήν Ἀλεξανδούπολη, στή Μάκρη, ἀντέτεινε πεισματικά ὡς ὅριο τῆς Ἑλλάδος τό Στρυμονικό Κόλπο. Τά πράγματα ἦταν πολύ δύσκολα, ἀλλά τήν κατάσταση ἔσωσε ἡ Βασίλισσα τῆς Ἑλλάδος, Σοφία, ἀδελφή τοῦ αὐτοκράτορα τῆς Γερμανίας Κάϊζερ, ὁ ὁποῖος μέ ἐπιστολή του στό βασιλιά τῆς Ρουμανίας Κάρολο μετέτρεψε τίς ἀντιρρήσεις τῆς Ρουμανίας καί ἐτάχθη ὑπέρ τῆς Ἑλλάδος.
Ἔτσι τό ἑλληνικό κράτος ἀπελευθέρωσε-ὄχι προσάρτησε- σχεδόν ὅλη τή Δυτική-σημερινή Θράκη. Νομικά πλέον ἀλλά καί στήν πράξη( DE JURE καί DE FACTO) ἡ Ἑλλάς ἦτο κατοχυρωμένη. Δέν θά παύσει ὅμως ἡ περιοχή αὐτή νά εἶναι ἀμφισβητούμενη ἐπί πολύ. Σέ τρία χρόνια ἀπό τώρα θά γίνει τό δέλεαρ- ἡ ἐπιβράβευση- πού ἔδιναν οἱ Μεγάλες δυνάμεις στούς Βουλγάρους: Καί ἡ ΑΝΤΑΝΤ καί οἱ Κεντρικές αὐτοκρατορίες μοίραζαν ἑλληνικό ἔδαφος, προκειμένου νά πείσουν τήν Βουλγαρία νά καταστεῖ σύμμαχός τους. Ἔφθασε μάλιστα καί ἡ Ἑλλάδα νά παραχωρήσει τό Ροῦπελ καί τήν Καβάλα(1916) στούς Βουλγάρους γιά νά μή δυσαρεστήσει τό Γερμανό αὐτοκράτορα-περίοδος τοῦ Διχασμοῦ.
Βρισκόμαστε στόν Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οἱ σέ ἡλικία εὑρισκόμενοι Κερδυλλιῶτες ὑπηρετοῦν τήν πατρίδα ἀπό τήν Ἀπελευθέρωση συνεχῶς. Σέ λίγο, πρίν ἀπολυθοῦν, ἀρκετοί θά λάβουν μέρος στήν Ἀπόβαση στή Σμύρνη κι ἐκεῖ θά ζήσουν μέρες δόξης ἀλλά καί σπαραγμοῦ κατά τήν Μικρασιατική Καταστροφή (Χρυσάφης Λιόλιος, Δημ.Τσάγκας καί ἄλλοι πολλοί).
‘H Ἑλλάδα ὁλοκληρώνεται ἀφήνοντας ἔξω ἀπό τόν κορμό της τήν Ἰωνία, τήν Ἀνατολική Θράκη καί τόν ἔνδοξο Πόντο. ‘H καταστροφή λογίζεται μεγαλύτερη καί ἀπό τήν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης.
Ἐν συνεχεία καί μέχρι τό 1950 θά ἔχουμε τά αἰώνια γνωρίσματα: ἐπαναστάσεις, πραξικοπήματα, δικτατορίες (Πάγκαλος), ἐξορίες βασιλιάδων, Δημοκρατίες ἀβασίλευτες, τελικά μιά δικτατορία τή δεκαετία τοῦ 30, τοῦ Μεταξᾶ, καί σέ λίγο ὁ Β´ Παγκόσμιος Πόλεμος, τό ἔπος καί ἡ δόξα τοῦ 40 γιά νά πέσουμε στό ὄνειδος καί τήν καταστροφή τοῦ Ἐμφυλίου μέ τίς κατακόμβες τῶν νεκρῶν ἀδελφῶν. Καταστροφές ἀσυγκρίτως μεγαλύτερες ἀπό τίς καταστροφές τοῦ Ἑλληνο-ιταλο-γερμανο-βουλγαρικοῦ πολέμου. Ἀποκατάσταση, σέ λίγο κι ἄλλη δικτατορία, Μεταπολίτευση γιά νά φθάσουμε στίς μέρες μας.
Πρίν συνεχίσουμε γιά τά φοβερά γεγονότα πού διαδραματίζονται κατά τόν πρῶτο χρόνο τῆς Κατοχῆς, γεγονότα πού σημάδεψαν ἀνεξίτηλα τόν τόπο καί τούς ἀνθρώπους του, κρίνω σκόπιμο νά παρεμβάλλω ἐδῶ λίγα γιά τό περίφημο Τσάγεζι καί τό γνωστό στούς παλιούς Τρενάκι τοῦ Σταυροῦ πού ἔφθανε μέχρις ἐδῶ καί βοήθησε τήν ἀνάπτυξη τῆς συγκοινωνίας καί τοῦ τότε λιμανιοῦ (Τσάγεζι).

ΤΣΑΓΕΖΙ (CAYEZI)

Τσάγεζι, τουρκική λέξη, σημαίνει τό ἐπιστόμιο τοῦ ποταμοῦ, παραποτάμια ἀκτή στίς ἐκβολές ποταμοῦ. Αὐτό ἀκριβῶς ἦταν τό Τσάγεζι. Τόπος δεξιά ὅπως κατεβαίνει καί χύνεται στή θάλασσα ὁ Στρυμόνας. Μέρος εὐνοημένο ἀπό τή φύση καί τήν ἱστορία.
Ἕνας σταθμός δια-μετακομιστικοῦ ἐμπορίου, μικρῆς βέβαια ἐμβέλειας, ἀλλά σταθμός σημαντικός γιά τήν ἐποχή καί τήν περιοχή του. Καί εἶχε πολλά πλεονεκτήματα. Ἀπό κεῖ διέρχονταν ἡ ρωμαϊκή Ἐγνατία, δρόμος πολυσύχναστος με εἰδῶν-εἰδῶν ταξιδιῶτες.

Τό Τσάγεζι δέν εἶναι δημιούργημα τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, ὅπως νομίζουν πολλοί. Οἱ ἀνασκαφικές ἔρευνες ἔδωσαν πολλούς καί λαμπρούς καρπούς ἐδῶ. Ὅπως ἀναφέρει ὁ ἐπίτιμος ἔφορος ἀρχαιοτήτων Ἀνδρέας Βαρβίτας132 «Χρυσᾶ νομίσματα, περιδέραια, δαχτυλίδια καί διάφορα ἄλλα ἀσημικά βρέθηκαν μέσα σέ τάφους πού ἀνέσκαψε ὁ ἄλλοτε ἔφορος ἀρχαιοτήτων Μακεδονίας Νικόλαος Γκοτζᾶς» .Ἀναφέρεται,, ἐπίσης, σέ πηγές Βυζαντινές καί Ὀθωμανικές. Ὁ Clarke μᾶς πληροφορεῖ ὅτι Πανδοχεῖο λειτουργοῦσε τό 1813-1815 στό Κρούσοβο καί ἐννοεῖ φυσικά τό Τσάγεζι.
Ἔχουμε μαρτυρία τοῦ Νικολάου Σχινᾶ εἰδικά ἀναφερόμενη στό Τσάγεζι μέ ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα καί ἀξίζει νά τήν παραθέσω κατά λέξη: (Τό Τσάγεζι) «κεῖται 1/4 δυτικῶς τῆς εἰς τόν Στρυμονικόν, Κοντέσσας ἤ Ὀρφάνου(sik) κόλπου ἐκβολῆς τοῦ ποταμοῦ Στρυμόνος καί παρά τήν ἀκτήν, εἶναι δέ τό μόνον ἐπίνειον τῶν ἐπαρχιῶν Σερρῶν καί Ζίχνης. Ἐν τῆ θέσει ταύτη ὑπάρχουσι μόνον, ἀποθήκη διώροφος, ἀνήκουσα τῶ Ἄμποτ καί ἔχουσα ἀνά τρία διαχωρίσματα εἰς ἕκαστον ὄροφον (360 ἀνδρῶν χωρητικότητος) ἑτέρα ἀποθήκη διώροφος, ἔχουσα ἄνω 3 δωμάτια καί ἰσογαίως σταῦλον, τελωνεῖον, σταθμός 15 ἀνδρῶν χωροφυλακῆς, δύο χάνια χωροῦντα 100 κτήνη, ὧν τό ἕν ἔχει ἄνω καί 12 δωμάτια ὡς καί ἐρείπιον χανίου ὀλίγον τῶν ἄνω ἀπέχον, καφεῖον καί εὐρύχωρον σαπωνοποιεῖον. Ὑδρεύεται δέ ἐκ βρύσεως καί ἐκ τοῦ 1/4 τῆς ὥρας ἀνατολικῶς αὐτοῦ ρέοντος ποταμοῦ Στρυμόνος. Ἐπ ἐσχάτων δ᾽ ἀνηγέρθησαν παρά τῶν ἐκ Σερρῶν ἀδελφῶν Χατζῆ-Δήμου ἐμπόρων καί τινα ἄλλα οἰκήματα ἔτι δέ καί πρόχειρος λίαν ἀποβάθρα κατεσκευάσθη»133
Ἀπό τά παραπάνω δημιουργεῖται ἡ ἐντύπωση ὅτι ὁμιλοῦμε γιά οἰκισμό καί μάλιστα τελείως ἀνεξάρτητο ἀπό τά χωριά μας, ἄν καί στή διοικητική τους περιοχή. Βέβαια κατά τήν περίοδο τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας κανείς δέν ἦταν κύριος κανενός πράγματος. Ὑπῆρχαν ὅμως νόμοι καί κανόνες πού ρύθμιζαν τά τῆς ἰδιοκτησίας τῶν ἀγρῶν καί τῶν δασῶν, γι αὐτό καί ἡ ἰδιωτική περιουσία ἦταν ἀγαθό ἀπόλυτα προστατευόμενο ἀπό τόν ἱερό μουσουλμανικό νόμο. Τό Τσάγεζι δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὑπάγονταν διοικητικῶς στά δύο Κρούσοβα με ἐπιρροή μεγαλύτερη τοῦ Κάτω χωριοῦ. Φαίνεται ὅμως ὅτι ἐξ αἰτίας τῆς στρατηγικῆς θέσης του, τόσο πολιτικῆς, ὅσο καί οἰκονομικῆς, τό τουρκικό κράτος διατηροῦσε τό δικαίωμα τῆς ἐκμετάλλευσης τοῦ τόπου, ἐνοικιάζοντας ἤ καί πωλώντας μέρος τῆς περιοχῆς. ‘H ἀναφορά τοῦ Σχινᾶ κανει λόγο γιά ἐγκαταστάσεις τοῦ Ἄμποτ καί τοῦ γνωστοῦ μεγαλοεπιχειρηματία τῶν Σερρῶν Χατζηδήμου πρό τοῦ 1886 καί μάλιστα ἐγκαταστάσεις σοβαρές. Δέν ἐπρόκειτο γιά ἐγκαταστάσεις πού ἁπλῶς καί ἐκ τῶν ἐνόντων ἐξυπηρετοῦσαν τούς διερχόμενους, ἀναγκασμένους γιά διαφόρους λόγους νά διαμείνουν ἕνα-δυό βράδια ἐκεῖ. Οἱ Ἄμποτ ἐκμεταλλεύονταν ὅλες τίς ἐγκαταστάσεις. Οἱ Χατζηδήμου εἶχαν με γάλες ἀποθῆκες.Ἔκαναν εἰσαγωγικό καί ἐξαγωγικό ἐμπόριο μέ τή Ρωσία.
Ἐπρόκειτο περί ὠργανωμένης ἐπιχείρησης ἐλεγχόμενης καί προστατευόμενης ἀπό τό κράτος. Ἀπόδειξη τό Τελωνεῖο καί κυρίως ἡ ἰσχυρά δύναμη χωροφυλακῆς: 15 τζαντερμάδες μέ τόν ἀρχηγό τους, τόν τσαούση. Μιλοῦμε ὄχι γιά ἁπλό χάνι, ἀλλά κυριολεκτικά γιά ἐμπορικές καί ξενοδοχειακές ἐγκαταστάσεις.
Ὅσοι μεσήλικες θυμοῦνται τήν παλιά Πλατεία Ἐμπορίου στις Σέρρες μέ τά μεγάλα χάνια, τήν πλατεία στή μέση τους, τό μέρος γιά τά ζῶα καί τά δωμάτια γιά τούς διαμένοντες, μποροῦν νά φαντασθοῦν τί συνέβαινε καί ἐδῶ μέ τήν καθημερινή κίνηση τοῦ «πληθυσμοῦ». Διότι εἶχε κίνηση καί μάλιστα μεγάλη. Τό πιό πάνω κείμενο ὁμιλεῖ γιά τεράστια ἀποθήκη πού μπορεῖ νά φιλοξενήσει μέχρι 350 ἀνθρώπους μαζί μέ τά ζῶα καί τά ἑμπορεύματά τους. Ἄλλη μέ δώδεκα δωμάτια καί ἄλλη μέ δυνατότητα σταυλισμοῦ ἑκατό ζώων. Τό κείμενο αὐτό εἶναι εὐνόητο ὅτι ἰσχύει καί γιά τήν πρό τοῦ 1886 ἐποχή. Δέν νομίζω ὅτι ὁ ἀτυχής πόλεμος τοῦ 97 μείωσε τήν κινητικότητα καί τήν ἐμπορική δραστηριότητα τοῦ Τσάγεζι. Ἐκεῖνο πού ἐπηρέασε ἀρνητικά ἦταν ὁ Μακεδονικός Ἀγών καί οἱ Βαλκανικοί πόλεμοι (1912-13).
Πρέπει ἐδῶ νά σημειώσω τό ἀπό τόν Δημητράκη Χούπη μαρτυρούμενο ὅτι στήν περιοχή αὐτή ὑπῆρχε τοποθεσία πού οἱ ντόπιοι τήν ὀνόμαζαν φάμπρικα, ἐργοστάσιο σαπουνοποιίας. Ἐλέγετο μάλιστα ὅτι τό ἐργοστάσιο αὐτό βρίσκονταν ἐπάνω σ᾽ ἕνα μικρό νησάκι πού σχηματίζονταν τότε στό δέλτα τοῦ Στρυμόνα, πρό τῆς ἐκτροπῆς τῆς κοίτης. Κερδυλλιῶτες πού ρώτησα ἔδειξαν ἄγνοια. ‘H πιό πάνω μαρτυρία τοῦ Σχινᾶ ἐπιβεβαιώνει τήν πληροφορία. Κανείς ὅμως δέν μπορεῖ νά ὑποδείξει τόν τόπο τοῦ ἐργοστασίου.
Τόν εἰκοστό αἰώνα τό Τσάγεζι πῆρε ἐπάνω του γιά πολλούς λόγους.
Ἰδιαίτερα κατά καί μετά τόν Α´ Παγκόσμιο πόλεμο, μέ τήν παρουσία ἐδῶ τῶν Ἄγγλων, μέ τήν κατασκευή τῆς σιδηροδρομικῆς γραμμῆς Λαγκαδᾶ-Σταυρός-Τσάγεζι (τό γνωστό τρενάκι τοῦ Σταυροῦ) ἡ κίνηση ἔγινε μεγάλη. Κέντρο διαμετακόμισης ἐμπορευμάτων νόμιμων ἀλλά καί παράνομων (τσιγαρόχαρτα,ποτά, καπνά,ὅπλα κ.λ.π.). Σήμερα δέν μπορεῖ κανείς νά ἀντιληφθεῖ τί ἦταν αὐτά τά γκρεμισμένα κτίρια, τά χέρσα χωράφια, ὅλο θαλασσινή ἄμμο μέ τά γνωστά θαλασσινά ἀγριόχορτα. Προσεκτική ὅμως παρατήρηση σοῦ ἀνοίγει τά μάτια. Ἐδῶ δίπλα, 100 μέτρα ἀπό τά κτίρια, ἔσπαζαν τά κύματα τῆς θάλασσας. Κι ὅταν ἦταν μεγάλα,σέ δυνατές φουρτοῦνες,ἔμπαιναν σχεδόν στά καφενεῖα καί τά μπακάλικα τῶν Κερδυλλιωτῶν κι ὄχι μόνο. Δεξιά ἀπό τά κτίρια ἐκτείνονταν μιά ἀρκετά μεγάλη ἁλυκή.
Πολύ ἁλάτι, τό ὁποῖο μάζευαν σέ εἰδική ἀποθήκη, ἀπ’ ὅπου πωλοῦνταν σέ ἐμπόρους καί μεταφέρονταν εἴτε μέ πλοῖα μακρυά, εἴτε μέ κάρα στό ἐσωτερικό ὄχι μόνο τοῦ Ν.Σερρῶν. Τό ἁλάτι, ὡς γνωστόν, μέχρι τελευταῖα ἦταν κρατικό μονοπώλιο. Γι αὐτό καί
ὑπῆρχε ἐκεῖ Τελωνεῖο καί Σταθμός χωροφυλακῆς.. Ἕνα καφενεῖο, τοῦ Πολυχρονίδη, μπροστά ἐξυπηρετοῦσε τούς παρόντες στό λιμάνι. Παρενθετικά νά ποῦμε πώς μέχρι τό 1940 λέγοντας λιμάνι οἱ Κερδυλλιῶτες ἐννοοῦσαν τό Τσάγεζι, ἀκόμη κι ὅταν ὁ Μεταξᾶς ἔκανε τό ἄλλο λιμάνι στήν ἀπέναντι πλευρά μετά τήν ἐκτροπή τῆς κοίτης. Τό Τσάγεζι ὄντως ἦταν ἐξαιρετικό λιμάνι.
Ἐκεῖ πού ἔφθαναν τά κύματα τό βάθος ἦταν μεγάλο. Ὑπῆρχε προκυμαία, ὅπου δένονταν τά καράβια, δηλ. τεράστια καΐκια. Ξεφόρτωναν ἐμπορεύματα ἀπό Καβάλα, Θεσσαλονίκη, νησιά κυρίως, λάδι, ἐλιές καί ἄλλα ἐμπορεύματα καί φόρτωναν ἁλάτι καί κάρβουνα, σιτάρι στόν καιρό τῆς πείνας, κρυφά, τή νύχτα, γιατί ἀπαγορεύονταν τό ἐμπόριό του. Ὅπως ἐπίσης, πρός χαρά τῶν καπνιστῶν, ἔρχονταν τά ἀπαγορευμένα τσιγαρόχαρτα. Παρά τήν Ἀστυνομία καί τό Τελωνεῖο τό παράνομο ἐμπόριο ἀνθοῦσε, ἀφοῦ καί οἱ τελωνειακοί καί οἱ χωροφύλακες κάπνιζαν... Ἔδεναν λοιπόν τά καΐκια στό μόλο καί φορτοεκφόρτωναν ὅ,τι εἶχαν καί ἔπαιρναν αὐτά πού ἤθελαν.
Ὅταν μάλιστα ἡ κίνηση τῶν ἐμπορευμάτων μεγάλωσε μέ τήν κατασκευή τῆς γραμμῆς τοῦ γνωστοῦ τρένου, ἡ κίνηση ἦταν πληθωρική, ἔσφυζε ζωή.
Μέ τήν ἐπέκταση μάλιστα τῶν γραμμῶν δύο περίπου χιλιόμετρα στό ἐσωτερικό, μέχρι τσ᾽ Ἀχλαδιᾶς τό λάκκο, ὅπου ἦταν τό πορθμεῖο ἡ διαδρομή ἦταν ἀπόλαυση. Τότε δέν ὑπῆρχε γέφυρα καί τά αὐτοκίνητα, φορτηγά κ.λ.π. περνοῦσαν τό ποτάμι μέ πορθμεῖο.
Ὑπῆρχαν δύο τέτοια· τό ἕνα πήγαινε καί τό ἄλλο ἔρχονταν συρόμενα μέ δυνατά σύρματα καί μέ τροχαλίες.
Μεγαλεῖα, δόξα καί ὄμορφες μέρες γνώριζε καί κάθε καλοκαίρι μέ τούς παραθεριστές πού κατασκήνωναν δεξιά τοῦ σημερινοῦ καθοδικοῦ δρόμου -ἐδῶ ψηλά, ὄχι στή σημερινή παραλία,-οἱ δέ κατασκηνώσεις αὐτές ἔφθαναν μέχρι τή Στροφή. Τότε ἡ θάλασσα ἦταν καθαρή. ‘H ἄμμος χρυσή, τά νερά πεντακάθαρα ὁ Στρυμόνας λέρωνε τότε τήν ἀνατολική πλευρά τῶν παραλίων. Τούζλα δέν ὑπῆρχε. Δυστυχῶς ἡ μεταφορά τῆς κοίτης σκότωσε τή ζωή κυριολεκτικά. Σιγά σιγά ἄρχισε νά ἐπικάθηται λάσπη μέ τήν ἐκτροπή στήν πλευρά τῶν Κερδυλλίων. Λυπᾶσαι γιά τήν κράζουσα νεκρή σιωπή του. Τό Τσάγεζι ἀχρηστεύθηκε. Σήμερα βρίσκεται στό ἐσωτερικό, τουλάχιστον τριακόσια μέτρα ἀπό τή θάλασσα.
Ἀκριβῶς πάνω ἀπό τό δυτικό τέρμα τῆς ἁλυκῆς, πρός τήν πλευρά τοῦ χωριοῦ καί σέ καλό μέρος, δεξιά γιά τόν κατερχόμενο σήμερα τήν ἄσφαλτο πρός τίς βάρκες μέ τούς ψαράδες, ὑπῆρχε τό Κερδυλλιώτικο καφενεῖο-ταβέρνα τοῦ μπάρμπα Μάλαμα Παπαγεωργίου μέ βοηθό τό γιό του Γιῶργο.
Στή μεριά τοῦ λιμανιοῦ-Τσάγεζι καφενεῖο-μπακάλικο καί φοῦρνο εἶχε ὁ Πολυχρόνης Παλυχρονιάδης, πρόσφυξ μικρασιάτης .Ὁπως λίγο πιό μέσα ὁ Λαδᾶς. Τά ἐρείπια τοῦ καφενείου του ὑπάρχουν καί σήμερα. Μέχρι τελευταία ὁ φοῦρνος τῶν Χούπηδων ἔκανε χρυσές δουλειές.
‘H κίνηση αὐτή μέ τίς πολλές καί γρήγορες ἐργασίες ἀπαιτοῦσε ἐργατικό δυναμικό, ἐργάτες πολλῶν «εἰδικοτήτων» πού δέν μποροῦσαν νά καλύψουν τά δυό χωριά μας. Ἔτσι ἔφθαναν πολλοί ἐργάτες κυρίως ἀπό νησιά. Πολλοί ἔμεναν στό Κάτω χωριό. Ἔτσι δημιουργήθηκαν καί εἰδύλια μέ Κερδυλλιώτισσες καί ἔχουμε γαμπρούς νησιῶτες.
Σήμερα οἱ ἀπό νησιῶτες προερχόμενες οἰκογένειες, πλήρως βέβαια ἀφομοιωθεῖσες, εἶναι οἱ ἑξῆς:
1. Ἀδαλῆ Στράτου, ἀπό τή Μυτιλήνη. Ὁ Στράτος χρημάτισε καί τελώνης στό Τσάγεζι.
2. Κιμερλῆ Ἀποστόλου ἀπό τή Μυτιλήνη
3. Μοσχούρη Νικολάου ἀπό τή Χίο καί
4. Τσομπάνη Χριστοφόρου ἀπό τή Χίο
Ἀμέσως μετά τήν καταστροφή ἐγκαταστάθηκαν ἐδῶ μερικές οἰκογένειες. Σιγά-σιγά καί μέχρι τά μέσα τοῦ1946 τό Τσάγεζι γέμισε «πρόσφυγες» καί ἡ ζωή συνεχίστηκε κάπως ἀνεκτά ἐδῶ.
Μιά παράδοση λέει ὅτι ἀπέναντι ἀπό τήν ἀρχαία Ἠιόνα ὑπῆρχε ἕνας συνοικισμός πού ὀνομάζονταν ‘Hρακλείτσα. Κανείς δέν ξέρει γι’ αὐτό. Ὁ Καναδός ἀρχαιολόγος Ζάκ Περώ μοῦ εἶπε (Ιούνιος 2006) πώς ἑτοιμάζεται γιά ἀνασκαφές τόσο στήν Ἠιόνα ὅσο καί τήν ‘Hρακλείτσα.

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΑBBOT

Κρίνω σκόπιμο νά ἐκθέσω ἐδῶ συνοπτικά τό θέμα πού στά νεώτερα χρόνια δημιουργήθηκε μέ τά κτήματα-ἰδιοκτησίες τῆς μεγάλης αὐτῆς οἰκογένειας.
Οἱ Ἄμποτ ἦταν πλούσιοι Ἄγγλοι, ἀσχολούμενοι μέ τό ἐμπόριο καί ὄχι μόνο. .Ἐγκαταστάθηκαν στή Θεσσαλονίκη κατά τή διάρκεια τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Ἤδη τό ἔτος 1789 (Γαλλική Ἐπανάσταση) βρίσκουμε Ἄμποτ Πρόξενο τῆς Βενετίας στή Θεσσαλονίκη. Οἱ Ἄμποτ ἔλαβαν ὑψηλά ἀξιώματα στό Ὀθωμανικό κράτος. Βαπτίσθηκαν χριστιανοί ὀρθόδοξοι, ἐξελληνίσθηκαν καί ἔγιναν ἀπό τούς πλουσιώτερους κατοίκους της. Ἐπί πολλά χρόνια ἐμπορεύονταν βδέλλες ἀπ’ ὅπου τους ἔμεινε τό παρατσούκλι «βασιλιάδες τῶν βδελλῶν» Τό κύριο ἐπάγγελμά τους ἦταν ἡ ληστρική τοκογλυφία. Τούς χρωστοῦσαν πολλά δανεικά οἱ Τοῦρκοι πασάδες καί ἄλλοι πρόκριτοι τῆς Θεσσαλονίκης, ἔτσι ἦσαν κράτος ἐν κράτει. Ἀναφέρεται ὅτι τό 1840 ἔκτισαν τήν περίφημη Ὀθωμανική Τράπεζα, τό ὡραιότερο κτίριο τῆς Θεσσαλονίκης, πού θά καεῖ ἀργότερα ἀπό Βουλγάρους πράκτορες, τούς «Βαρκάρηδες τῆς Θεσσαλονίκης». Ἔτσι, ἐπενδύοντας σέ γῆ, ἀγόρασαν τσιφλίκια καί στήν περιοχή μας ἀρκετή ἔκταση στό Τσάγεζι. Πιό πάνω εἴδαμε περιηγητές πού ἀναφέρουν στίς σημειώσεις τους τό ὄνομα Ἄμποτ στό Τσάγεζι. Οὐδείς ποτέ ἀμφισβήτησε τήν κυριότητά τους αὐτή. Μετά τόν Β´ Παγκόσμιο πόλεμο οἱ Ἄμποτ,πατήρ καί υἱός, Ροβέρτος καί Ἀλφρέδος, καί μέσα στή θολούρα τῆς ἐποχῆς, στηριζόμενοι σέ ἁμφισβητούμενου κύρους κιτάπια, διεκδικοῦσαν τεράστια ἔκταση ἑκατέρωθεν τῶν κτισμάτων περιφράξαντες σχεδόν ὅλο τό μέρος κάτωθεν τῆς τότε Ἐγνατίας καί ἀριστερά γιά τόν κατερχόμενο στό σημερινό λιμάνι μέ τίς ψαρόβαρκες. ‘H Κοινότητα ἐγείρει ἀγωγή (1963, Πρόεδρος ὁ Σταῦρος Χούπης) καί προσωρινά μέτρα. Τό ἴδιο καί οἱ Ἄμποτ μέ δικηγόρους μεγάλα ὀνόματα τῶν Ἀθηνῶν. ‘H Κοινότης μέ δικηγόρο τόν Νομικό Σύμβουλο τοῦ κράτους στό Νομό Σερρῶν Ἀθανάσιο Φωτιάδη. ‘H «δίκη» ἔγινε ἐπί τόπου μέ εἰσαγγελέα τόν περίφημο, ἀπό τή δίκη Λαμπράκη, Δελαπόρτα, πού ὑπῆρξε καταπέλτης. Οἱ Ἄμποτ χάνουν. Τούς ἀναγνωρίζεται ὡς ἰδιοκτησία τά οἰκήματα μέ εὔλογο γύρω τόπο. Ἀπό τό δρομάκι καί πάνω, ἀριστερά ὅπως πᾶμε στά σπίτια τους, ὁ τόπος κρίνεται ὡς κοινοτικός καί κάτω ἀπό τά σπίτια, μέχρι τή νῦν παραλία, λιμάνι, ὡς δημόσιος. Γιά τήν ἱστορία νά ἀναφέρουμε τό ὄνομα ἐνός ἀνθρώπου πού καί στό ζήτημα αὐτό καί στό πρόβλημα τῆς πλάζ ἔπαιξε θετικό γιά τά συμφέροντα τῶν Ν.Κερδυλλίων ρόλο: Παπακώστας, νομάρχης, τότε, Σερρῶν.

ΤΟ ΤΡΕΝΑΚΙ

Κατά τήν περίοδο τοῦ Α´ Παγκοσμίου Πολέμου οἱ σύμμαχοι, Ἀγγλογάλλοι κ.λ.π. ἄνοιξαν μέτωπο στό Στρυμόνα. Ἤδη εἶχαν καταλάβει τό Σταυρό134 τόν ὁποῖον ὡργάνωσαν ὡς βάση ἀνεφοδιασμοῦ τοῦ μετώπου τοῦ Στρυμόνα.
Ἀπό τή θάλασσα ἦταν πολύ δύσκολη καί ἐπικίνδυνη ἡ ἐνίσχυση τῶν στρατευμάτων τους στό ἐδῶ μέτωπο. Οἱ κρίσιμες στιγμές καί ἡ ἀπόλυτη ἀνάγκη ἐνισχύσεως τοῦ μετώπου τούς ὁδήγησε στήν ἀπόφαση νά δημιουργήσουν σιδηροδρομική γραμμή πρῶτα ἀπό τό Σταυρό στό Τσάγεζι. Αὐτό προέβλεπε τό σχέδιο τοῦ Ἄγγλου στρατηγοῦ, ἐπικεφαλῆς τῶν δυνάμεων τῆς περιοχῆς, MILNE. Προηγήθηκε λοιπόν ἡ γραμμή Σταυρός-Τσάγεζι. Τό 1916 ἄρχισαν οἱ ἐργασίες. Ἑκατοντάδες ἐργάτες ἐπιστρατεύθηκαν ἐπ᾽ ἀμοιβῆ ἀπό παντοῦ, ὥστε νά τελειώσει τό ἔργο ὅσο γρήγορα γινόταν. Πρῶτα στρώθηκαν οἱ γραμμές Σταυρός-Ἀσπροβάλτας (τότε μαχαλᾶς). Ἀσπροβάλτα σάν χωριό, ὅπως τά διπλανά χωριά Βρασνά καί Κρούσοβο, δέν ὑπῆρχε.
‘H ἀπόσταση τῆς γραμμῆς ἦταν 10 χιλιόμετρα. Τό πλάτος 0.60, πολύ στενό.

Ὁ ΜΙΛΝΕ ζήτησε νά κάνει κανονική γραμμή, ἀλλά τό ἀγγλικό Ὑπουργεῖο Ἄμυνας δέν εἶχε τέτοιες σιδηροτροχιές κι ἔτσι ἔγιναν οἱ στενές γραμμές μέ ἀνάλογο μικρό τρένο-τρενάκι. Ἡ ὑποδομή ὅμως ἦταν τέτοια, ὥστε, μποροῦσε, ὅποτε δίνονταν ἡ εὐκαιρία, νά φαρδύνουν οἱ γραμμές. Τό Φεβρουάριο τοῦ 1917 ἡ γραμμή ἐπεκτάθηκε στό Τσάγεζι. Καί ἀμέσως ἔγινε ἐπέκταση: τό τέρμα μεταφέρθηκε στό πορθμεῖο, λίγο παραπάνω ἀπό τή παλιά γέφυρα, πιό πάνω ἀπό τό λιοντάρι, «τσ᾽ Ἀχλαδιᾶς τού λάκκου». Γιά τήν ἱστορία νά προσθέσουμε ὅτι σχεδόν μετά ἀπό λίγο οἱ Ἄγγλοι ἔκαναν μιά προσπάθεια γιά μιά γραμμή: Νεοχώρι ( Ἀμφίπολη) - μέχρι Ἀγγίστα, στόν Ἀγγίτη, ἀλλά ἐγκαταλείφθηκε γρήγορα . ‘H δική μας γραμμή ξηλώθηκε τό 1939.
Ἕνα μέρος τοῦ ὑλικοῦ αὐτοῦ, βαγόνια,γραμμές μεταφέρθηκε στό Σταυρό καί τό ὑπόλοιπο δίπλα στή γέρυρα τοῦ Στρυμόνα, μεταβληθέν μετά τήν καταστροφή σέ σπίτια τῶν ἀνθρώπων μας135 . Τό τρενάκι τοῦ Σταυροῦ ἀπό τό 1921 ἔκαμνε κανονική συγκοινωνία Σταυρός-Σαρακλί (ἔξω ἀπό τό Λαγκαδᾶ), μάλιστα μέ βαγόνια Α´, Β´καί Γ´ θέσης. Κάλυπτε τήν ἀπόσταση αὐτή τῶν 65 περίπου χιλιομέτρων σέ 3,30´ ὧρες. Τό θυμᾶμαι καλά, ἀνταρτόπληκτος ὤν τά χρόνια ἐκεῖνα στό Σταυρό. Τελικά ἡ λειτουργία του σταμάτησε ὁριστικά ὡς οἰκονομικά ἀσύμφορο τό 1947. Ἐνῶ ἡ γραμμή Σταυρός-Τσάγεζι σταμάτησε πιό μπροστά διότι εἶχε προβλήματα τεχνικά. Τό1922 ἔγιναν συνεννοήσεις μεταξύ Ὑπουργείου Συγκοινωνιῶν καί Γενικοῦ Ἐπιτελείου Στρατοῦ ἀπό τή μιά μεριά καί ΣΕΚ (ὁ τότε ΟΣΕ) χωρίς ἀποτέλεσμα. Τελικά ἡ γραμμή αὐτή ξηλώθηκε τό 1939.
Πρέπει νά ὁμολογήσουμε ὅτι τό τρενάκι αὐτό ἦταν σωτηρία γιά τό Τσάγεζι καί ὅλη τήν περιοχή. Ἔδωσε πνοή, δύναμη, ἐνίσχυσε τό φρόνημα τῶν κατοίκων, ἀλλά καί πρόσφερε τεράστια οἰκονομικά καί ἄλλα ὀφέλη στούς ἀνθρώπους τῶν χωριῶν μας. Βεβαίως δέν εἶχαν ὅλοι μπακάλικα καί καφενεῖα. Πάρα πολλοί ὅμως δούλεψαν καί κέρδισαν τό ψωμί τους ἔμμεσα, δουλεύοντας δηλαδή γιά ἄλλους.
Ἀπό τότε ἔγινε ἐντονώτερη ἡ ἐπιθυμία, τό ὄνειρο καί ἡ προσδοκία τῶν Κερδυλλιωτῶν γιά λιμάνι.

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΜΑΣ

Ὅσο εὔκολα καί σύντομα περνάει κανείς τά γεγονότα πού σημάδεψαν τόν τόπο, τόσο πρέπει προσεκτικά νά σταθεῖ στά τεράστια προβλήμτα πού δημιούργησαν τά γεγονότα αὐτά. Ὁ διπλασιασμός τῆς Ἑλλάδος σέ δυό χρόνια, οἱ δυό Βαλκανικοί πόλεμοι, ὁ Α´ Παγκόσμιος, ἡ Μικρασιατική Ἐκστρατεία καί Καταστροφή, μά προπάντων ἡ ἔλευση στήν πατρίδα πάνω ἀπό 1.500.000 προσφύγων καί ἡ προσαρμογή καί ἀφομοίωσή τους, ἀπετέλεσαν προβλήματα κολοσσιαῖα πού ἡ ἐπίλυσή τους διήρκεσε χρόνια καί χρόνια.’H ἀποκατάσταση βέβαια τῶν προσφύγων κατά τά 4/5 στή Βόρειο Ἑλλάδα καί κυρίως στή Μακεδονία ἐν συνδυασμῶ μέ τήν ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν, θά δώσει στά μέρη μας μιά ἐκπληκτική ἐθνική ὁμοιογένεια. Οἱ μειονότητες εἶναι πλέον μηδαμινές, ἄν ὄχι μηδενικές. Οἱ κάτοικοι θά ἐπιδοθοῦν στά εἰρηνικά τους ἔργα καί ἀγκομαχώντας θά προσπαθήσουν νά βελτιώσουν τή ζωή τους. ‘H προσφορά τῶν προσφύγων σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς ζωῆς εἶναι θεμελιώδης, πέρα καί πάνω ἀπό κάθε πρόβλεψη. Ἔδωσαν ἄλλο ἀέρα, ἄλλη πνοή. Ἕνας νέος, ἀνανεωτικός ἄνεμος φύσηξε παντοῦ. Αὐτοί, πού ὁ ντόπιος κόσμος τούς ἀπέφευγε καί στραυροκοπιοῦνταν ὅταν συνέβαινε κανένας ἔρωτας με καμιά προσφυγοπούλα, ἀναδείχθηκαν στυλοβάτες τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί εἰδικά τοῦ Βόρειου. Τό τραγούδι «Τ᾽ ἀρχοντογιός παντρεύεται καί παίρνει προσφυγούλα» μαρτυρεῖ μέ σαφήνεια τά ἀρνητικά αἰσθήματα τοῦ ντόπιου πληθυσμοῦ, πού νόμιζε πώς ἦρθαν «οἱ ξένοι» ν’ ἁρπάξουν τίς περιουσίες τους. Καημένη προσφυγούλα, «σέ κλαῖν τά μάτια μου». Γενική ἀποστροφή, πανώλη, «ἀκουσμένες» οἱ γυναῖκες καί τά κορίτσια τῶν προσφύγων. Γι αὐτό φίδια τηγανισμένα στή νύφη. Καί ὅμως. Οἱ ξένοι γυμνητεύοντες καί ταλαιπωρούμενοι ἔκαναν τίς νέες πατρίδες τους ζηλευτές ἀπό ὅλους. Στά χωριά μας δέν ἐγκατέστησε τό κράτος πρόσφυγες, ποῦ ἄλλωστε... Ὁ ἀπόηχος ὅμως τῆς παρουσίας τους σέ διπλανά χωριά (Ἀσπροβάλτα-Σταυρός) καί ἡ ἐν ριπῆ ὀφθαλμοῦ μετατροπή τῶν τόπων αὐτῶν σέ οἰκισμούς λαμπρούς, θά προβληματίσει τούς ἀνθρώπους μας. Δυστυχῶς ὁ προβληματισμός αὐτός ἔμεινε λέξη κενή. Τό βάρος τῆς σκλαβιᾶς εἶχε ἐπιπέσει βαρύ ὄχι μόνο στά σώματα, μά καί στίς ψυχές τῶν ἐντόπιων κατοίκων. Ψηλά, ἐδῶ πάνω, καί στή δεκαετία ἀκόμη τοῦ 1925-35, ἡ κάθοδος καί ἡ ἔξοδος τῶν κατοίκων-πλήν τῶν προυχόντων καί τῶν ἐργαζομένων στό Τσάγεζι- ἦταν σπανιώτατη. ‘H μόνη ἔξοδος- κι αὐτή γιά τούς ἄνδρες- ἦταν τό Καστρί καί ἡ Εὐκαρπία, κυρίως γιά τούς μύλους. Ὁ μηχανικός μῦλος στο Κάτω χωριό δέν μποροῦσε νά προλάβει. Καί, βέβαια, ἡ γενική ἔξοδος ἀνδρῶν καί γυναικῶν, ἀκόμη καί παιδιῶν, ἦταν τά χωράφια. ‘H ἀγροτική οἰκονομία ἦταν τό θεμέλιο τῆς ζωῆς ὅλων. Μήπως καί σήμερα, μετά ὀγδόντα χρόνια ἀσύλληπτης βιομηχανικῆς προόδου, αὐτή ἡ ἀγροτική οἰκονομία δέν ἀποτελεῖ τή βάση τῆς ζωῆς τῶν ἐδῶ ἀνθρώπων μας; ‘H παντός τύπου καί εἴδους ἀγροτική ἐκμετάλλεση τῆς ἐποχῆς τοῦ μεσοπολέμου δέν διέφερε οὐσιωδῶς ἀπό τή Βυζαντινή ἐποχή καί καθόλου ἀπό τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας. Τό μόνο πού ἔλειψε ἀπό τίς νεώτερες αὐτές περιόδους ἦταν οἱ χαρακτηρισμοί «πάροικος», «γκιαούρ» καί ἡ τερατώδης σκληρότητα τῶν Ὀθωμανῶν. Ὅλοι πλέον ἦταν ἐλεύθεροι μά πεινασμένοι. ‘H ἐλευθερία αὐτή ξεκινοῦσε καί κατέληγε στά ὅρια τοῦ «γεωργικοῦ κλήρου». Ὁ τόπος ἦταν καί εἶναι μικρός. ‘H κατανομή του ἦταν ἡ γνωστή. Χονδρικά:
Α´ Περιοχή Ἄνω Κερδυλλίων: Τό τρίγωνο πού σχηματίζουν οἱ νοητές εὐθεῖες: Ἄνω Κ-Λουγκάρι-Στόβουλος-Γιάντσα- Παλιόκαστρο- σημερινή στροφή πρός τά παλιά χωριά. Ἀπό τό τρίγωνο αὐτό πρέπει νά ἀφαιρεθεῖ πρῶτον ἡ δασική καί χορτολιβαδική ἔκταση πού ὑπάρχει μέσα καί δεύτερον ἡ Μοναστηριακή γῆ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Νά προστεθοῦν καί λίγα ἐξωχώραφα στην περιοχή ἀπ’ τον Καστρόλακκα καί Κρυονέρι.
Β´ Περιοχή Κάτω Κερδυλλίων: Τό τρίγωνο πού σχηματίζουν οἱ νοητές εὐθεῖες: Σταυρός (Γκραντίσκος) - Νέα Κερδύλλια (Τσάγεζι)-ὅρια Εὐκαρπίας-Χωριό.
Ἀμφότερες οἱ περιοχές δέν ἦταν παρά χαρακτηριστικά ἄγονα ἐξωχώραφα μέ κάποια διαφορά θετική ὑπέρ τῶν Κάτω. ‘H περιοχή τους αὐτή ἦταν καί εἶναι αἰσθητά καλύτερη γιά ὅλες τίς παραγωγές., πού ἦταν ὅλες κι ὅλες μία: σιτάρι. ‘H ὑπάρχουσα λίμνη τ᾽ Ἀχιανοῦ ἦταν ἄδωρη γιά συστηματική ἐκμετάλλευση μέχρι τήν ἀποξήρανσή της καί τή διανομή -καί στά δυό χωριά- τῆς περίφημης βάλτας, (Ζά βάλτα στά Βυζ. κείμενα) (1934, 35, 36). Μέχρι τότε ὁ κόσμος κυριολεκτικά πεινοῦσε. ‘H στρεμματική ἀπόδοση ἦταν μηδαμινή. ‘H ταλαιπωρία ἀφάνταστη. Κυρίως γιά τούς Ἀνωκερδυλλιῶτες οἱ ἀποστάσεις πολύ μακρυνές. Ὅλη μέρα σκάψιμο, θέρισμα καί τό βράδυ ἡ ἀνηφόρα γιά τό χωριό, πρᾶγμα ἐξουθενωτικό. Ἔτσι πολλοί ἔμεναν σέ πρόχειρες κι ἄλλοι σέ κανονικές καλύβες, στό Στόβουλο, στο Κρυονέρι κι ἐξοικονομοῦσαν δυνάμεις γιά τό μεροκάματο τῆς ἑπομένης. Τά νερά λίγα. Οὔτε λόγος γιά ποτιστικές καλλιέργειες. Τά πάντα ξηρικά. Σιτάρι, καί στίς ἀπουλιάνες, στά χωράφια πού βρίσκονταν μέσα στά πουρνάρια, σίκαλη. Ψωμί συνήθως σταρένιο, μά ὄχι λίγες φορές καί σικαλίσιο. Ἄχ ἐκεῖνο τό σικαλίσιο ψωμί! Μιά φέτα τριακόσια δράμια, ἕνα γωνιάδ᾽ μισή ὀκᾶ. Καί νά τρώγονταν! Ὁ μικρός τοῦ σπιτιοῦ, μόλις ἔπαιρνε τό σικαλίσιο ψωμί, ἀμέσως τό ἄνοιγε καί πετοῦσε τήν ψύχα πού ἦταν σά πέτρα. Λίγα καλαμπόκια, βαμβάκι ξηρικό, λίγο κριθάρι γιά τά ζῶα, λίγο σουσάμι. ’H καλοκαιριάτικη δίαιτα ὅμοια μέ τή χειμωνιάτικη. Φασόλια, κι ἐκεῖνα λίγα, πιό πολύ ἀγορασμένα ἀπ’ τούς λίγους μπακάληδες.136
Ἔσπερναν βέβαια, μά δέν γίνονταν, ἴσα ἴσα μερικές βρασιές. Οἱ ντομάτες καί τά ἀγγούρια σπάνιο εἶδος, τά δέ πορτοκάλια, μανταρίνια καί τά λεμόνια μόνο γιά ἀρρώστους. Ὅταν τό 1950 κάποιος νεαρός Κερδυλλιώτης στό στρατό τοποθετήθηκε στή λέσχη ἀξιωματικῶν καί σέρβιρε φασολάδα στούς ἀξιωματικούς, διαλογίζονταν κρατώντας τό πιάτο:
- Ἔβλιπα τού καζάν’ κι ἔλεγα: ρέ γαμώτου, τί εἶν’ αὐτά τά στρουγγυλά σά κουρδουκλέντζια; Κι ντρέπουμαν νά ρουτήσου, ριζίλ᾽ . Ἕνας ἀξιουματικός μί εἶπι: φέρε μου ρέ φαντάρε λίγα καρότα ἀκόμα. Κι γώ τούν ἔβλιπα σά χαζός. Κατάλαβα τότι ὅτι ἤθιλι ἀπ’ αὐτά, τά-δέ θμοῦμαν κι ὁλα...καρότα. Ὁ ἴδιος διηγεῖται:
- Μιά φουρά πήγαμι μί τού μπαμπάμ κι τ´ μάναμ στούς παναήρ᾽ τσ᾽ Ἅγιοι Ἀνάργυρι, Ἤμαν καμιά 8-9 χρουνῶ. Γώ εἶδα κατ᾽ ἀγγούρια πού πλοῦσαν. Κατ´ ιὐθείαν στ᾽ μάμαμ. -Μάμα, δώσι μι ρέ μισό φράγκου.-Τί τοῦ θέλς´ πιδούδιμ; -Δέ σί λέου. Δώσι μι.- Θά πῶ τοῦ Μπαμπάσ νά σί δώσ᾽ . Κι ἰκεῖνους μί λέει: θά σί δώσου μιά δραχμή, μά τού βράδ´ θά πᾶς στού Καστρί ἕνα φουρτιό στάρ´ στού μύλου. Γώ πήδξα ἀπ’ τ᾽ χαράμ. Πῆρα τού φράγκου κι κατ᾽ ιὐθεῖαν ἀγόρασα ὄχ᾽ ἕνα μά δυό ἀγγούρια!!!
Χαμοζωή μέ ὅλη τή σημασία. ‘H ἀγροτική οἰκονομία στό ναδίρ. Ποῦ λεφτά στήν τσέπη τοῦ πατἐρα. Μόνο οἱ μεγαλονοικοκύρηδες(!) εἶχαν πέντε φράγκα γιά ἀνάγκη. Κι αὐτά ὅταν πουλοῦσαν τά καπνά. Ἄ, ναι, ἔβαζαν οἱ ἄνθρωποι καί καπνά, τόν περίφημο μπασμά. Μιά ἀπασχόληση ἀπ’ τό Μάϊο μέχρι τό Σεπτέμβρη κι ἀπό κεῖ μέχρι τό Δεκέμβρη μέ τό παστάλιασμα. Κι οἱ πωλήσεις, ὅταν ξαναέβαζαν τό χασλαμά, Μάϊο. Γι αὐτό καί στό παναήρ᾽ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων εἶχαν κάτι στήν τσέπη. Τότε καί οἱ γυναῖκες ἀγόραζαν ἕνα σιαμί, μιά μπλούζα καί, ἄν εἶχαν καί σύντομο γάμο, καί καμμιά φούστα, ἤ ἕνα κομμάτι ὕφασμα γιά φόρεμα. Καί κάτι γιά τήν προίκα τῆς κόρης. Οἱ ἄνδρες δέν ἐνδιαφέρονταν καί τόσο. Τήν εἰκοσαετία τοῦ Μεσοπολέμου(1920-40) οἱ πιό πολλοί ἄνδρες φοροῦσαν ροῦχα τοῦ ἀργαλιοῦ, ἀκόμα καί τά ἐσώρουχα.
- Ἄϊ ρέ Γιάνν’ νά σί πάρου κανά δυό βρακιά ἀπ’ τού παναήρ᾽, παρακαλοῦσε ἡ γυναίκα του τό Μαυρόγιαννο (Ἰωάννης Πολίτης). Κι ἐκεῖνος, τάχα πώς περιφρονοῦσε τά εὐρωπαϊκά βρακιά, ἀπαντοῦσε:
- Τί μαρή Βασλική, μιά ζουή τούν εἶχα λεύτιρο, τώρα θά μί τούν δέσς; Βέβαια, διότι τό βρακί τοῦ ἀργαλιοῦ ἦταν φαρδύ, σά μικρό μπινιβρέκ᾽, ἐνῶ τά πάνινα ἦταν στενά καί στενάχωρα στήν... κάτω χώρα.
‘H ἀνδρική φορεσιά ἦταν: τό βρακί τοῦ ἀργαλιοῦ, ἕνας ντουλαμᾶς ἀπό κάμπουτ μέ δυό τσέπες δεξιά κι ἀριστερά, ἕνα μπινιβρέκ᾽ ἕνα τζιγκρό (σκληρό) παλτό καί προπάντων ἕνα «κασκέτο», μιά τραγιάσκα μαύρη, ὄχι ἄλλο χρῶμα. Ὅλη ἡ στολή μαύρη. !.Παπούτσια; τί παπούτσια φοροῦσαν; Μά τῆς ἐποχῆς καί τῆς ντόπιας παραγωγῆς:τσαρούχια-τσαρβούλια. Καί τυχερός ὅποιος εἶχε τσαρούχια ἀπό δέρμα γουρουνιοῦ, ἄν καί τό πόδι γλυστροῦσε λίγο ἀπό τό λίπος, μά..βαστοῦσαν. Ἀλλά κι ἀπό δέρματα ἄλλων ζώων, ἀκόμη καί ψόφιων τά κατασκεύαζαν. Εἰδικός καί «λαμπρός» τσαρουχοποιός ἦταν ὁ Κώστας Μπουρνουσούζης. Ἄσε πού πολλές φορές τά παιδιά πού ἔκαναν ἀγροτικές δουλειές δέ φοροῦσαν τίποτα. Καί ἦταν ἀναγκασμένα νά πατοῦν στά χωράφια πού ἦταν γεμάτα τριβόλια. Κόλαση!
Εἴπαμε σπάνια τά ζαρζαβατικά, γιατί ἦταν σπάνιο, ὄχι λίγο, σπάνιο καί τό νερό. Κανά δυό μπαχτσούδια παρακάτω ἀπ’ τό Ντρυγανίτσι, φραγμένα καλά ἀπό τά ἁρπακτικά νεαρά παιδιά, ὑπῆρχαν, μά οἱ νοικοκύρηδες τά φύλαγαν σάν τά μάτια τους. Καί ντομάτες ὑπῆρχαν μά ξηρικές. Κι ἕνα δυό μπαχτέδες, μιά σποριά, στήν Πελέκα, ποτιζόμενοι μέ ἐπιμελημένα αὐλακάκια, ὥστε νά μή χάνεται καμιά σταγόνα νεροῦ. Καί μέσα σ᾽ αὐτούς τούς μπαξέδες δυό τρία ὁπωροφόρα δένδρα, μιά μηλιά, δυό τρεῖς ἀχλαδιές, μια συκιά καί τίποτα ἄλλο. . Μόνο ἀμυγδαλιές, πολλές ἀμυγδαλιές καί κατάσπαρτες ἀγκορνιτσές. Στά Κάτω τά πράγματα ἦταν διαφορετικά. Ἐδῶ ὑπῆρχε ἀρκετό νερό, προπάντων στόν « Ἀρκάδιου», κάτω ἀπό τούς Ἁγίους Ἀναργύρους.
Ἀρκετοί μπαχτσέδες μέ πολλά ζαρζαβατικά. Στό Σουλίστρο ἦταν ὁ μπαξές τοῦ Παπακωνσταντίνου, ὅπως ἕνας ἀκόμη στόν Τσεσμέ. Ζαρζαβατικά ἔβγαζε καί ὁ Ἀντώνης Παπάρας στό Στόβουλο, ἀρκετά, ὥστε νά πουλάει.
Ἄν τώρα κάνουμε μιά σύγκριση ὄχι μέ ἄλλα μέρη, μά μέ τά ἴδια τά Κερδύλλια πρίν ἐκατό χρόνια, θά δοῦμε τή διαφορά νά κλίνει ὑπέρ τῶν χρόνων ἐκείνων. Διαβάστε τίς πιό μπροστά σελίδες νά δεῖτε τί κουβαλοῦσαν οἱ μπακάληδες ὄχι ἀπ τή Νιγρίτα καί τίς Σέρρες μά ἀπ’ τό περίφημα Γιάννινα. Ἀπό τά παράξενα τῆς ἱστορίας. Πῶς λοιπόν τά κατάφερναν;
Δύσκολα, πολύ δύσκολα. Δέν εἶχαν καί τό μεράκι ν’ ἀσχοληθοῦν καί μέ τή θάλασσα οἱ τῶν Ἄνω, ἐνῶ οἱ τῶν Κάτω, καντά στό ποτάμι καί τίς ὄχθες τῆς λίμνης, ἔβγαζαν καί λίγα ψάρια. Κι ἀπ’ τά Κάτω βέβαια, κανείς ἐπαγγελματίας ψαρᾶς. Μισοεπαγγελματίας θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθεῖ μόνο ὁ Δημητρός Μπέης. Δούλευαν κι ὄλας καί στό Τσάγεζι καί κάτι γίνονταν.
Νηστικός ὁ κόσμος. Προπάντων κατά τήν περίοδο τῆς μεγάλης παγκόσμιας οἰκονομικῆς κρίσης τοῦ 1931, μέ τή μεγάλη πείνα, ὑπέφεραν τά πάνδεινα. Τούς ἔσωσε η κληρονομημένη σκληρή ζωή, ὁ καθαρός ἀέρας κι αὐτά τά παραπάνω πού σήμερα τά κρίνουμε τιποτένια. « Οἱ πατεράδες καί τ᾽ ἀδέλφια μας, οἱ σκοτωμένοι, ἔφυγαν νησκοί, δέν πρόλαβαν νά χουρτάσουν», μοῦ ἐπαναλαμβάνουν ἀκόμη. Κι ὁ «χορτασμός» αὐτός ἦρθε μέ τήν ἀποξήρανση τῆς λίμνης Τ᾽ Ἀχιανοῦ137. Τό μεγάλο αὐτό ἔργο ἄρχισε ἀπό τό 1932 καί τελείωσε τό 1936. Εἶναι γνωστόν ὅτι τήν ἐργολαβία ἀποξήρανσης τήν ἀνέλαβε μιά μεγάλη Ἀγγλική Ἑταιρεία Γιοῦλεν καί Σία. Σχεδόν ἀμέσως ἔγινε καί ἡ διανομή τῆς Βάλτας πού προέκυψε ἀπό τή λίμνη καί μέρος αὐτῆς, τό νοτιοδυτικό ἔλαβαν οἱ δυστυχεῖς Κερδυλλιῶτες. Ὑπῆρξε ἡ διανομή αὐτή ἡ μοναδική -στά χρόνια ἐκεῖνα- σανίς σωτηρίας. Κουβαλήθηκαν λοιπόν μηχανήματα, ἐξαρτήματα, εἰδικοί μηχανικοί καί προπάντων πολλοί, πάρα πολλοί ἐργάτες, εἰδικευμένοι καί μή. Τότε ἔπεσε πολύ χρῆμα στά Κερδύλλια, πιό πολύ στά Κάτω. Ἦρθαν ἐργάτες ἀπ’ ὅλη την Ἑλλάδα μά περισσότερο ἀπό τά νησιά, κυρίως Μυτιλήνη, Χίο κ.λ.π. Τό Τσάγεζι ἦταν λίγο γιά νά τούς στεγάσει.
Ἔτσι πολλοί νοίκιασαν σπίτια στό Κάτω χωριό, καί λιγώτεροι στο Ἄνω.
Τό χρῆμα ἄρχισε νά περπατάει, νά μπαίνει καί σέ σπίτια πού εἶχαν χρόνια νά τό δοῦν. Οἱ μπακάληδες πλήθαιναν. Ἕνας στά Πάνω κι ἕνας στά Κάτω μετέτρεψαν τά μαγαζιά τους σέ σύγχρονα σοῦπερ μάρκετ. Ἔβρισκες ὅ,τι ἤθελες. Κώστας Ντρίγκας (Λιόλιος) ὁ ἕνας, Γιῶργος Πλιάκας ξακουστός ὁ ἄλλος. Αὐτός ὁ δεύτερος ἦταν ὁ πλουσιώτερος καί τῶν δυό χωριῶν. Ἔκαμνε ὅλων τῶν εἰδῶν τό ἐμπόριο. Μά προπάντων τό κρυφό κι ἐπικίνδυνο: Τσιγαρόχαρτα: πού ἦταν κρατικό μονοπώλιο κι ἀπαγορεύονταν αὐστηρότατα τό ἐμπόριο ἀπό ἰδιῶτες. Μερικοί λέν πώς κι ἄλλου εἴδους ἐμπόριο ἔκαμνε. Δέν τό διεπίστωσα. Ἄρχισαν νά παίζουν τά γραμμόφωνα. Οἱ κοπέλες νά ἐμφανίζονται, ντροπαλές στήν ἀρχή, μετά ἀπό λίγο φανταχτερές. Γκαρσόνες κάποιες στό καφενεῖο τοῦ πατέρα τους Πολυχρόνη Μπουρλίτη στά Κάτω Κ. Εὐχαρίστως τίς χάζευαν οἱ ξένοι ἐργάτες πού ἔρχονταν στόν Πολυχρόνη δῆθεν γιά τούς καλούς μεζέδες του. Τότε ἔλαβαν χώρα καί πολλά εὐδύλια μέ κατάληξη τό γάμο.
Οἱ κοινωνίες ἄρχισαν νά κινοῦνται.Ὄχι βέβαια νέα διαστρωμάτωση.
Τό 1928 ὁ πληθυσμός τῶν δύο χωριῶν ἦταν 815 ψυχές. Ἄν, ὅπως ὑπολογίζω, ἡ πληθυσμιακή ἀναλογία μεταξύ Ἄνω καί Κάτω ἦταν ἀντίστοιχα 60 πρός 40, τότε τό 1928 τά Ἄνω εἶχαν 489 ἄτομα καί τά Κάτω 326. Διαφορά 163 ἄτομα. Γεννήσεις στά Ἄνω 32, στά Κάτω 21.
Τό 1940 τά Ἄνω εἶχαν 527 καί τά Κάτω 350 (787 καί τά δυό). Διαφορά ἀπό τό 1928 177 ἄτομα. Γεννήσεις στά Ἄνω 106, στά Κάτω 70.Τά Ἄνω 36 γεννήσεις παραπάνω. Αὐξήσεις κατά χωριό τή δεκαετία: Ἄνω 38, Κάτω 25.
Ἀπό τό 1936 ἄρχισε ἡ κατά κάποιο τρόπο ἀντίστροφη μέτρηση. ‘H ζωή ἄρχισε νά καλυτερεύει ἐν σχέσει μέ τά μαῦρα χρόνια πού προηγήθηκαν. Βέβαια ἡ ντοκάνη γιά τό ἁλώνισμα τοῦ σιταριοῦ, τό ξεσπύρισμα τοῦ καλαμποκιοῦ συνεχίζονταν, ἀλλά τό σικαλίσιο ψωμί ἐξαφανίσθηκε. Ὁ δρόμος Τσάγεζι -Κερδύλλια καλυτέρεψε. Παρα λίγο νά σκοτωθοῦν Πανωχωρίτες-Κατωχωρίτες γιά τό νέο δρόμο πού παρέκαμπτε τό Μοναστήρι καί χαράχθηκε πρόχειρα ἐκεῖ πού εἶναι σήμερα, ἐκεῖ κοντά στό Γκαρντίσκο. Τέλος καλά ὅλα καλά. Τό χρῆμα ἔδωσε τήν εὐκαιρία ν᾽ ἀλλάξει καί ἡ ψυχοσύνθεση τῶν ἀνθρώπων. Χαμόγελα καί γλέντια κάθε λίγο καί λιγάκι. ‘H βρασνιώτικη κομπανία κάθε λίγο καί λιγάκι ἐμφανίζονταν στά Χωριά, κυρίως στά Ἄνω, διότι στά Κάτω ὑπῆρχαν ὄργανα: μιά ὑποτυπώδης κομπανία τῶν Χούπηδων: ὁ Γιῶργος βιολί καί ὁ Παναγιώτης λαοῦτο· τα κατάφερναν στούς γάμους καί στά βαφτίσια, ἀλλά καί σέ κυριακάτικα γλέντια, ὅποτε ἔρχονταν στό κέφι τά παληκάρια ἤ οἱ «μπαρμπάδις», συνήθως στό Μαγαζᾶ. Τά ἀδέφια Ζαφερέληδες ἦταν ἀκόμη μικρά καί μαθητές στό παίξιμο.
Δέν ἦταν μόνο οἱ αὐξημένες καλλιέργειες καί οἱ «ἀπίθανες» γιά τούς ἀνθρώπους μας στρεμματικές ἀποδόσεις τῶν νεων χωραφιῶν. Ἦταν καί οἱ τιμές τῶν ἀγροτικῶν προϊόντων πού ἦταν πολύ καλές τήν περίοδο τοῦ καθεστῶτος Μεταξᾶ, ἄν βέβαια θέλουμε νά μή κρύβουμε τήν ἀλήθεια. «Ψουμί φτηνό, στάρ᾽ ἀκριβό, καλές μέρες γιά μᾶς», ἐπαναλαμβάνουν παλιοί γεωργοί μέχρι σήμερα. Ἔτσι, μ᾽ αὐτά καί μ᾽ αὐτά φτάσαμε στον Πόλεμο τοῦ 1940. Κι ἐδῶ ἐνθουσιασμός καί «πολεμικό πανηγύρι», μά πίσω ἀπό τά λόγια ὑπέφωσκε ὁ φόβος καί μαζί ἡ ἐλπίδα τῆς ἐπιστροφῆς. Οἱ Ἐκκλησίες γεμάτες πάντα· οἱ Παρακλήσεις συνεχεῖς. Οἱ στρατιῶτες ἅγιοι, Θεόδωροι καί Γεώργιος, στά στόματα τῶν μανάδων καί τῶν συζύγων. Μιά κάποια παρηγοριά τά καλά μαντάτα πού ἔφθαναν, ἔστω καθυστερημένα: «Τσ᾽ πῆραν τσ᾽ Ιταλοί παραμάσκαλα, γλήγουρα θά γυρίσουν». Καί γύρισαν, μά ἔλειπαν τρία παληκάρια.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ

Τεράστιο τό θέμα τοῦ Ὁλοκαυτώματος. Τομή, πληγή ἀνεξίτηλη στή διαιώνια ἱστορία τοῦ τόπου. Ἀπ᾽ ὅπου καί νά τό πιάσεις πονάει πολύ. Τά καμένα χωριά, οἱ χῆρες μανάδες καί τά ὀρφανά δέν ἀφήνουν τή λήθη νά κάνει τό ἄχαρο ἔργο της. Ἀκόμη καί τά πρόσωπα τῶν ἐπιγινομένων ἀλλοιώθηκαν. Πιάνει κανείς τό θέμα ἀκροποδιτί, μαλακά καί ἤπια. Πρίν ξεκινήσουμε παραθέτουμε ὁρισμένες βασικές σκέψεις πού πρέπει νά ἔχει ὑπ᾽ ὄψιν του ὁ ἐπισκέπτης καί προσκυνητής.
Τό Ὁλοκαύτωμα τῶν Κερδυλλίων εἶναι ἡ πρώτη στην Ἑλλάδα συλλογική ἀντίδραση τῶν Γερμανῶν καί στήν ἰδέα ἀκόμη τῆς ἀντίστασης τῶν Ἑλλήνων.
Στά ἐπιτελικά τους σχέδια περιλαμβάνονταν -αὐτό εἶναι πλέον γνωστό- καί τό ἐνδεχόμενο τοῦ συντριπτικοῦ χτυπήματος. Ἤξεραν ὅτι οἱ Ἕλληνες θά ἀντιστέκονταν. Οἱ Γερμανοί δέν ἀστειεύονταν. Ἤξεραν καί νά προβλέπουν καί νά προλαμβάνουν. Μ᾽ αὐτό τό σκεπτικό κινήθηκαν παντοῦ, ὄχι μόνο στην Ἑλλάδα. Γι αὐτό παντοῦ ἔχουμε ὁλοκαυτώματα. Οἱ ἐντολές γιά τέτοια χτυπήματα δέν ἦταν οὔτε τοῦ Διοικητοῦ τοῦ τάγματος τοῦ Σταυροῦ -σέ μᾶς- οὔτε κἄν τῆς Θεσσαλονίκης. Κι ἐδῶ κι ἀλλοῦ κι ὅπου γῆς τό σχέδιο ἦταν τό ἴδιο: κι ἑνός Γερμανοῦ στρατιώτη ὁ θάνατος θά πληρώνονταν πολύ ἀκριβά.
Ὅπως, βέβαια, στά σχέδια τῶν Γερμανῶν ἡ Ἑλλάδα εἶχε χαρακτηρισθεῖ ὡς «ζωτικός χῶρος» με ἵδρυση ἐδῶ γερμανικοῦ προτεκτοράτου.
‘H περίπτωση τῶν Κερδυλλίων ἀναδεικνύει ὁρισμένα ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά.
ΠΡΩΤΟΝ: Συντριπτική-ἐξουθενωτική πρόληψη.
Τό χτύπημα στά χωριά ἦταν ἐκτός τῶν κανόνων τοῦ πολέμου, πλήρως ἀνορθόδοξο καί καταδικαστέο στήν ἱστορία τοῦ πολέμου. Ἦταν τό ἀπόλυτο κακό. Μοιάζει μέ τό χτύπημα στό Ναγκασάκι καί τή Χιροσίμα ἀπό τήν ἄλλη μεριά. Καί δέν ἦταν χτύπημα ἀνταποδοτικό κάποιας ἐνέργειας ἀντιστασιακῆς καί φονικῆς ἀπό μέρους τῶν ἀνθρώπων τῶν χωριῶν μας. Γι αὐτό καί διπλά καταδικαστέο: ἔγκλημα πολέμου κατά ἀθώων.
Ἐπειδή δέ ἦταν χτύπημα πρόληψης, ἔπρεπε νά εἶναι τό πιό σκληρό καί ἀπάνθρωπο, καί τέτοιο ἦταν.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ: πιστοποιεῖ τό εἰδικό βάρος πού ἔχει ἕνα πρόσωπο στήν ἔκβαση ὁποιασδήποτε ἀπόφασης, ὅταν αὐτό ξέρει τί θέλει, ἀφοσιώνεται στήν ἰδέα του, συνέχεται, καταλαμβάνεται ἀπό αὐτήν, καί γιά τήν ἐφαρμογή καί πραγματοποίησή της δέν ὀρρωδεῖ πρό οὐδενός. Εἶναι οἱ μοιραῖοι ἄνθρωποι πού γράφουν τήν ἱστορία τους, τῶν συνανθρώπων τους ἤ καί τοῦ τόπου τους. Τόν ἀναδεικνύουν ἤ τόν θάπτουν. Ὁ μοιραῖος ἄνθρωπος τῶν χωριῶν μας ὑπῆρξε ὁ δάσκαλος τῶν ἄνω Κερδυλλίων Ἀθανάσιος Γκένιος.
ΤΡΙΤΟΝ: Ὁ ταυτισμός τοῦ ὄρους Κερδύλλιο μέ τά χωριά μας.
Στή γερμανική διοίκηση ἔφθαναν συνεχῶς ἐξογκωμένες εἰδήσεις ὅτι τά Κερδύλλια εἶναι γεμάτα ἀντάρτες-ληστοσυμμορίες τίς ἀποκαλοῦσαν- πού λυμαίνονταν τόν τόπο, ἀκόμη καί μέ ἐγκλήματα τοῦ κοινοῦ ποινικοῦ δικαίου, καί ἐπιτίθονταν ἐναντίον εὔκολων στόχων: αὐτοκινήτων, σκοπῶν κ.λ.π. καί κατ᾽ ἐπιλογήν ἐναντίον ἑλληνικῶν ἀστυνομικῶν τμημάτων. Αὐτό βέβαια ἦταν ἀληθινό. Ἄλλωστε ἡ ἐπίθεση καί ὁ ἀφοπλισμός τῶν Α.Τ Εὐκαρπίας, Μαυροθάλασσας καί Δάφνης, οἱ σποραδικές συγκρούσεις στήν περιοχή Νιγρίτας, Λαχανᾶ κ.λ.π. τό ἔγκλημα τῆς «ἐπανάστασης τοῦ Δοξάτου» ἦταν γνωστά σέ ὅλους. Καί ὅτι ὅλοι αὐτοί οἱ ἀντάρτες ψωμίζονταν καί παντοιοτρόπως ἐτροφοδοτοῦντο ἀπό τόν γενικό-περιεκτικό ὅρο Κερδύλλια κι αὐτό γνωστό. Τό κακό ἦταν ὅτι τά παληκάρια αὐτά ἤ οἱ στά χωριά συνεργαζόμενοι μαζί τους, τήν ἀλήθεια αὐτή πού ἔπρεπε νά τή φυλάγουν σάν τά μάτια τους, συλλαμβανόμενοι ἀποκάλυπταν καί μάλιστα μεγαλοποιοῦσαν, ὅτι τά Κερδύλλια εἶναι γεμάτα ἀντάρτες. Ἄριστη τροφή ὅλα τά ἀνωτέρω στά σχέδια τῶν Γερμανῶν. Παρά τή μπότα του, ὁ κατακτητής, ὁ ὁποιοσδήποτε καί σέ ὁποιοδήποτε μέρος κατακτητής, ἀπό τήν ψυχολογία του, εἶναι ἐπιρρεπής σέ φόβους καί φοβίες τίς ὁποῖες ὑποσυνείδητα μεγεθύνει. Καί προσπαθεῖ νά σμικρύνει ἤ ἐξαφανίσει μέ κάθε τρόπο. Αὐτό συνέβη στά Κερδύλλια. «Πρός γνῶσιν καί συμμόρφωσιν» ὅλων τῶν ἄλλων, ὅλων τῶν Ἑλλήνων, ὅπως ἐλέχθη.
ΤΕΤΑΡΤΟΝ: ‘H, ἄκαιρη ὅμολογουμένως, προσπάθεια τοῦ Γκένιου νά πρωτοταστήσει στή δημιουργία ἀντιστασιακῶν κομμουνιστικῶν πυρήνων. Τό σχέδιο αὐτό εἶχε καλά ὁργανωθεῖ ἀπό τό ἐπιτελεῖο τοῦ Κ.Κ.Ε. καί κυρίως τήν Κομμουνιστική Ὀργάνωση ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ138 (Θεσσαλονίκη)139, ἡ ὁποία τό ἔθεσε ἀμέσως σέ ἐφαρμογή, μετά τήν κατάληψη τῆς χώρας. Ὀργάνωση πού ἐνῶ εἶχε δεχθεῖ στήν ἀρχή καί ἀνθρώπους πού δέν εἶχαν ἤ δέν ἤθελαν νά ἔχουν σχέση μέ τό Κόμμα, πλήν τῆς συμμετοχῆς τους στόν ἀπελευθερωτικό ἀγώνα, σχεδόν ἀμέσως διεχώρισε τή γραμμή καί ἐτάχθη δημόσια ὑπέρ τοῦ Κομμουνιστικοῦ μετασχηματισμοῦ ὄχι μετά, ἀλλά μαζί μέ τήν ἀπελευθέρωση. Ἔτσι στρατολογοῦσε ἀπολύτως πιστά καί δοκιμασμένα στελέχη, πλήρως ἀφιερωμένα στό Κόμμα. Βέβαια οἱ ἁπλοῖ καί ἁπλοϊκοί χωρικοί ἦταν ἄσχετοι καί ἀνενημέρωτοι σχετικά μέ τούς βαθύτερους καί ἀπώτερους σκοπούς τοῦ κόμματος στό ὁποῖο πίστευαν. Πίστευαν ὅμως στούς λόγους τῶν στελεχῶν, λόγους οἱονεί δόγματα. Ὑπακοή στή «γραμμή». Αὐτή ἡ τυφλή ὑπακοή θά προβληματίσει πολλούς καί μάλιστα φιλικώτατα διακείμενους ἔναντι τοῦ ΚΚΕ καί, ἀκόμη χειρότερα, θά ὁδηγήσει βασικά καί ἱκανώτατα στελέχη, μέ τήν κατηγορία τῆς ἀνυπακοῆς, ἀκόμη καί τῆς ἐλλιποῦς ἐμπιστοσύνης, σέ διάφορα Μαϊμούν Ντερέ (Διάσταση Ραφτούδη-Γκένιου, μέ δολοφονία τοῦ πρώτου καί ἠθικό αὐτουργό τόν δεύτερο).
Αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἦταν οἱ πρῶτοι πυρῆνες, πού προηγήθηκαν τῶν ἐπίσημων σχηματισμῶν, δηλ τοῦ ΕΑΜ καί τοῦ πολεμικοῦ του βραχίονα, τοῦ ΕΛΑΣ. Τό Σεπτέμβριο, ἀκόμη καί τόν Ὀκτώβριο τοῦ 41, ΕΑΜ καί ΕΛΑΣ δέν ὑπῆρχαν στα μέρη αὐτά τῆς Μακεδονίας, πόσο μᾶλλον στά Κερδύλλια. Καί χωρίς τό ΕΑΜ κάθε κίνηση ἦτο ἀθεμελίωτη καί γι αὐτό ἀδικαίωτη.Αὐτό εἶναι τό κρίσιμο στοιχεῖο πού διαφοροποιεῖ τήν κίνηση Γκένιου ἀπό τις ἀντιστασιακές κινήσεις πού ὀργανώθηκαν ἀργότερα.
Ἄλλωστε στό πρῶτο ΕΑΜ ἔτρεξαν ὅλοι, ἀνεξαρτήτως πολιτικῶν τοποθετήσεων. Οἱ πρῶτοι «καθοδηγητές» ἦταν διαβασμένοι καί ἀπέφευγαν ἐπιμελῶς νά δίνουν λαβές γιά συζητήσεις. Καί, δυστυχῶς, λίγοι σχετικά κατάλαβαν ποῦ πήγαινε τό πρᾶγμα. Ὁ ἐνθουσιασμός καί τό ὅραμα τῆς ἐλευθερίας πήγαινε πιό μπροστά ἀπό τή λογική καί τήν περίσκεψη. ‘H ἄκαιρη ἐμπλοκή ὅμως πολιτικῶν ἐπιδιώξεων στόν ἀγώνα γιά ἐλευθερία καί πολλές φορές ἡ προτεραιότητα αὐτῶν, μόνο σέ καταστροφές ὁδηγεῖ καί ὀδήγησε. Ἐάν ὁ Γκένιος περίμενε μερικούς μῆνες, ἡ κρίση τῆς ἱστορίας ἴσως ἦταν διαφορετική γιά τό πρόσωπό του. ‘H κίνησή του ἦταν πολιτικό λάθος, πού ἔφερε τό Ὁλοκάυτωμα. Γι αὐτό καί τό ΚΚΕ μέ τό δυναμικώτερο μέλος τῆς Κεντρικῆς του Ἐπιτροπῆς, τή Χρύσα Χατζηβασιλείου, τήν ὁποία ἔστειλε στή Θεσσαλονίκη, ἀμέσως μετά τά γεγονότα αὐτά καί τῆς Δράμας (Δοξάτο κ.λ.π.) κατεδίκασσε ἀπερίφραστα καί σκληρά τήν κίνηση Γκένιου140.
Κανείς, βεβαίως, δέν μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι ὁ δάσκαλος καί οἱ νέοι πού ἀνέβηκαν στό βουνό δέν ἦσαν πατριῶτες. Ἀνέβηκαν στό βουνό πεπεισμένοι ὅτι «κάνουν ἀντίσταση». Μέ τήν ἔννοια αὐτή ἡ «ἀντίστασή» τους ἦταν ἡ πρώτη στήν Ἑλλάδα. Τί σχέση μπορεῖ νά εἶχαν τά παληκαράκια τῶν Ἄνω Κερδυλλίων μέ κοινωνικούς μετασχηματισμούς; Καμμία.
‘H ἐπακολουθήσασα ἀβυσσαλέα διάσταση καί ὁ ἀξεπέραστος διχασμός, ὡδήγησε ἐκ τῶν ὑστέρων σέ ἄκαιρους καί κενούς περιεχομένου χαρακτηρισμούς τῶν πέντε-ἕξι νεαρῶν μας, χαρακτηρισμούς σκληρούς καί ἐν μέρει ἄδικους.
ΠΕΜΠΤΟ: ‘H συμπεριφορά τοῦ κράτους ἔναντι τοῦ Ὁλοκαυτώματος. Μιά συμπεριφορά σχιζοφρενική. Ἀπό τή μιά πλευρά δέν μποροῦσε νά ἀγνοήσει τό γεγονός. Ἀπό τήν ἄλλη δέν ἤθελε νά τό ἀναδείξει μέ τήν ἐπίσημη παρουσία του. ‘H φρίκη τοῦ ἐμφυλίου καί ἡ μετεμφυλιακή τραγωδία εἶχε δημιουργήσει στερεότυπα συμπεριφορᾶς· ὁ ἀντικομμουνισμός ἔφθασε σέ κατάσταση ὑστερίας. Τοῦτο ὀφείλονταν καί ἐν μέρει στό ὅτι δέν μποροῦσε νά ἐμπιστευθεῖ μιά ἀλλοπρόσαλλη ἡγεσία, τά ἐγκληματικά λάθη τῆς ὁποίας αἱματοκύλισαν τή χώρα. Περίπτωση Γκένιου μεγεθυμένη πανελλαδικά!! Ἔτσι δέν μποροῦσε νά ἀνεχθεῖ τόν θρυλλούμενο μῦθο ὅτι ἡ πρώτη ἀντιστασιακή ἐνέργεια τῶν Ἑλλήνων, ἔγινε ἀπό «κομμουνιστές» καί μάλιστα-ἐδῶ- τήν ὁμάδα Γκένιου, καταδικασθεῖσα, ὅπως εἴδαμε.
‘H ἴδια σχιζοφρένεια καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά: ἡ διεκδίκηση τῆς πρωτιᾶς μιᾶς ἀνύπαρκτης ἐνέργειας πού στοίχισε τή ζωή τῶν δυό χωριῶν. Αὐτή ἡ ἰδιοποίηση τοῦ τραγικοῦ γεγονότος, ἀπορριπτόμενη μέ ὀργή ἀπό τή συντριπτική πλειονότητα τῶν κατοίκων, ὁδηγοῦσε σέ ἀκόμη μεγαλύτερο φανατισμό καί πεῖσμα στήν ἰδιοποίηση. Ὕφος καί ἱκανοποίση ὅτι τό γεγονός κατεγράφη ἀπό τό κράτος-ἔστω μέ τήν ἐμφανῆ ἀπουσία του- στό δικό τους χῶρο τούς ἐφαίδρυνε μέν τά πρόσωπα, δέν μποροῦσαν ὅμως νά χειροκροτήσουν μπροστά στίς δυόμισυ ἐκατόμβες καί στό σπαραγμό τῶν μαυροντυμένων γυναικῶν.
‘H ἑκατέρωθεν ἀρρωστημένη αὐτή συμπεριφορά ἦταν τόσο φανερή ἐπί μία ὁλόκληρη τριακονταετία, ὥστε οἱ ἐκδηλώσεις μνήμης νά ἀμαυρώνονται ἤ νά γίνονται κουτσουρεμένες, τελικά νά μή παίρνουν τόν θριαμβικό-μέσα στό πένθιμο ἦθος τους- χαρακτῆρα πού τό κράτος ἐπιδείκνυε παντοῦ, καί σέ πολύ μικρότερες ἀριθμητικά θυσίες.
Οἱ περισσότεροι ξένοι ἀγνοοῦσαν τό φοβικό αὐτό «σύμπλεγμα»
Τό Ὁλοκαύτωμα τῶν Κερδυλλίων ἔγινε πανελληνίως γνωστό τά τελευταῖα χρόνια. Χρόνια καί χρόνια ἀγνοοῦνταν ἡ θυσία, ἡ μή ἐπιζητηθεῖσα πάντως θυσία αὐτή, τῶν 230 ἀνθρώπων μας.
Ἑξῆντα πέντε χρόνια μετά τό κακό δέν χωροῦν πλέον ἀτομικές ἀπόψεις, ὁπτικές γωνίες καί γυαλιά χρωματιστά γιά τό τί, πῶς, ποιός καί γιατί συνέβη.
Ὁ συγγραφεύς τοῦ τμήματος αὐτοῦ τῆς ἱστορίας τῶν Κερδυλλίων εἶναι ἀπό πολλοῦ ἀποστασιοποιημένος, ὥστε ὅ,τι γράφει τό πιστεύει ἀπόλυτα. Δέν κάνει πολιτική, οὔτε χαρίζεται σέ κανένα. Κάνει ἔρευνα καί καταγράφει.Τά γραφόμενα ἐδῶ εἶναι τό συμπέρασμα βαθειᾶς μελέτης ὄχι μόνο τῶν δικῶν μας γεγονότων, μά ὅλων ἐκείνων πού τίναξαν τήν Ἑλλάδα στον ἀέρα σχεδόν ἀμέσως μετά τή νίκη τοῦ Δευτέρου Πολέμου. Ἔπαιξε σχεδόν ἡ μισή Ἑλλάδα τό παιχνίδι τῆς μεγάλης καί «κραταιᾶς» κάποτε δύναμης τοῦ Βορρᾶ, νά ἐγκατασταθεῖ στά Βαλκάνια, ὅπως ἀκριβῶς κάνει σήμερα ἡ Ὑπερδύναμη (ΗΠΑ), κομματιάζοντάς τα.
Μήπως ἡ δημιουργία Μακεδονικοῦ Κομμουνιστικοῦ Κράτους, μέρους τῆς ΒΚΟ (Βαλκανική Κομμουνιστική Ὁμοσπονδία) μέ ταυτόχρονη προσάρτηση τῆς Μακεδονίας σ᾽ αὐτό δέν ἦταν ἡ πεμπτουσία τοῦ Ἐμφυλίου; Ἄς μή κλείνουμε τά μάτια μιά ζωή. Ὁ ἰσχυρισμός μου αὐτός εἶναι ἀλήθεια τήν ὁποίαν ἀπέδειξαν τά γεγονότα καί τά γραπτά κείμενα, ἁλοίμονο, ἑκατέρωθεν.
Ὅλα αὐτά ὁ συγγραφέας τά ἄφησε κατά μέρος. Δέν ὑπάρχει πλέον τόπος γι᾽ αὐτά.

ΑΝΟΙΞΗ-ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ ᾽41

‘H Ἄνοιξη τοῦ ᾽41 ἦταν πένθιμη. Κι ἐδῶ, σέ μᾶς, γεμάτη ἰδιαίτερο φόβο.
Ὅλων τά βλέμματα ἦταν στραμμένα πρός τό Στρυμόνα καί τή Γέφυρα.
Ἔβαζαν τό χέρι, τίς πρωινές ὥρες, πάνω ἀπ’ τά μάτια νά δοῦν καλά. Μαζί μέ τούς Γερμανούς ἀκολουθοῦσαν οἱ ὕαινες νά κατασπαράξουν ὅ,τι βροῦν, οἱ Βούλγαροι. Γιά τρίτη τώρα φορά καί πάλι στά μέρη μας (1912-13, 1917-8).
Μά οἱ Γερμανοί δέν τούς παραχώρησαν την πέρα -ἐντεύθεν- ἀπό τό ποτάμι περιοχής. Πολύ τούς κακοφάνηκε. Κι αὐτά τά μέρη δικά τους τά θεωροῦσαν. Ἔτσι ἐπέπεσαν πάνω στούς δύστυχους Σερραίους μά πιό πολύ στούς Δραμινούς. Ἦρθαν ν’ ἀλλάξουν τά πάντα. Κι ἄλλαξαν τά πάντα. Μέχρι παπάδες Βουλγάρους κουβάλησαν ἀπ’ τή Βουλγαρία. Μά δέν πέτυχαν τίποτα. Ὁ κόσμος τους γυρνοῦσε τήν πλάτη. Στό κάτω-κάτω κοντά ὁ Στρυμόνας· μέ λίγη προσπάθεια καί τύχη ἔβγαινε κανείς σέ λιγώτερο ἐπικίνδυνο μέρος. Μά τά πολυβόλα τῶν Βουλγάτων θέριζαν τούς τολμητίες. Ἕνα τέτοιο ὑπῆρχε ἐκεῖ στό λόφο τῆς σημερινῆς Μεσολακκιᾶς καί ἀκούγονταν οἱ συνεχεῖς ριπές του. Σέ λίγο ἕνα, δυό, τρία, πέντε καί περισσότερα σώματα ἔπλεαν στό ποτάμι. Οἱ ὑπόλοιποι σκοτώνονταν στά καλάμια ἤ κατατρώγονταν ἀπ τά σκυλιά τους. Μια κάποια ἀσφάλεια ἐπικρατοῦσε ἐδῶ.
Ἕνα ἀπομεσήμερο, τις μέρες τῆς ὐποχώρησης -σμούχρια- ἔφθασαν στό Πάνω χωριό τέσσερις ἀνώτεροι Ἕλληνες ἀξιωματικοί καί μπῆκαν στό καφενεῖο τοῦ Μήτσικα. Σηκώθηκαν ὅλοι οἱ γέροντες καί τούς πλησίασαν. Κατακουρασμένοι, κεράστηκαν ἀπ’ τό μπαρμπα Κώστα. Μίλησαν γιά τόν πόλεμο, γιά τή μπαμπεσιά τῶν Γερμανῶν καί τόν ἡρωισμό τῶν στρατιωτῶν μας. Μά ἡ ὥρα περνοῦσε.
Εἶπαν, πώς ἤθελαν νά πᾶν στά Στεφανινά. Ἔδωσαν μίλιστα καί τό ὄνομα αὐτοῦ πού θά τους παραλάμβανε. Ὅλα ἦταν μιλημένα:Χριστούλος Στυλιανοῦ. Ὁ Περικλῆς Κωστούδης, ἀπό τούς παρευρισκόμενους, χωρίς νά πεῖ τίποτα πῆγε ἀμέσως στό σπίτι. Φώναξε τό γιό του, τόν πιτσιρικᾶ Γιαννακό, καί τοῦ ἔδωσε ἐντολή:
- Ἦρταν κάτ᾽ ἀξιουματικοί στού καφινείου.Θά τσ᾽ πααίνς᾽ στά Στιφανινά.

Δέν εἶχε δεύτερη κουβέντα. Κι ὁ Γιαννακός ἔφερε εἰς πέρας τήν ἀποστολή αὐτή. Μέσα ἀπό μονοπάτια πού γνώριζε ἀπ’ ἔξω κι ἀνακατωτά τούς ὁδήγησε στά Στεφανινά καί τούς παρέδωσε στό Μπαρμπαχριστόδουλο. Καί γύρισε ἀμέσως στό χωριό. «Τί ρέ, γύρσεις κιόλας; μπράβου»
Ἔτσι κύλησαν οἱ μέρες.
Καλοκαίρι τοῦ 41. ‘H ζέστα ἦρθε νωρίς, ἀκόμη κι ἐδῶ ψηλά. Ὁ κόσμος ἄφαντος στά χωράφια. Τά χωριά σχεδόν ἄδεια. Μονάχα μερικά γεροντάκια στάλιζαν στά καφενεῖα τοῦ μπαρμπα Μήτσικα καί τοῦ Σκόρδα. Στόν κάμπο, προπάντων στή βάλτα, «ὁ θέρος» εἶχε τελειώσει « κι ὅδι κεῖ» καί τ᾽ ἁλώνισμα Ἐδῶ ψηλά θέριζαν κάπως ἀργά, μέσα Ἰουλίου.
Οἱ ἄνδρες ἔνοιωθαν λίγη ξεκούραση. Οἱ φαντάροι ἦρθαν σχεδόν ὅλοι ἀπό τό μέτωπο. Τρία μόνο παληκάρια ἄφησαν τή ζωή τους στά σύνορα καί μάλιστα τά δύο ἐδῶ, σέ μᾶς, στό Μπέλες.
Τυλιγμένες οἱ γυναῖκες τά σαμιά στό κεφάλι, σκυμμένες, ἀληθινές σταχομαζῶχτρες τοῦ Παπαδιαμάντη, θέριζαν καί θέριζαν τόν εὐλογημένο καρπό. Φέτος ἡ σοδιά ἦταν πολύ μεγάλη. Μερικοί θυμοῦνταν τά ἄδεια τσουβάλια πρίν μοιραστεῖ ἡ βάλτα. Τά παιδιά κουβαλοῦσαν στ᾽ ἁλώνια τά δεμάτια κι ἔκαναν θημωνιές χοροπηδώντας πάνω τους. Σέ λίγο ἄρχιζε τ᾽ ἁλώνισμα. Οἱ ντοκάνες σέ δράση. Ἀπ᾽ τά χαράματα τά βόδια ἔκαναν τό μονότονο γύρο στό ἁλώνι κι τά γκουλιάρια «ξισκούφουτα» πάνω στή ντοκάνη μέ τή σουβλερή βέργα (γκάτσνους) τά ὀχλοῦσαν νά περπατᾶν γρηγορώτερα. Τ᾽ ἀπόγεμα τό λίχνισμα μ᾽ ἐκεῖνα τά λιχνιστήρια σά δάχτυλα τοῦ χεριοῦ. Στά εὐάερα αὐτά μέρη τό λίχνισμα ἦταν εὔκολο καί γρήγορο. Σέ λίγο τό καθαρό σιτάρι ἔμπαινε στά τσουβάλια πού φορτωμένα στά γαϊδούρια ἤ καί στήν πλάτη ἔφθανε στό σπίτι. Τ᾽ ἁλώνια ἦταν σχεδόν μέσα στό χωριό. Τό μπερεκέτι τῆς χρονιᾶς, δόξα τῶ Θεῶ. Ὅταν στά χρόνια τῆς ἀπόλυτης πείνας ἐξασφάλιζε κανείς τό σιτάρι, ἦταν εὐτυχής. ‘H ἀνέκαθεν λιτή καί σκληρή ζωή τῶν ἀνθρώπων μας ἔκανε ἐδῶ τήν ἀλλοῦ ἀφόρητη πείνα ἀνεκτή. Ἐδῶ σέ μᾶς δέν «πέθαιναν τῆς πείνας» ἄνθρωποι.Προπάντων μετά τό 1936 χόρτασαν ψωμί. Ποιός, ἄλλωστε, δέν εἶχε δυό-τρία βαλτίσια στρέμματα σπαρμένα, ἀλλά καί ποιός δέν ἔσπευδε σέ κάθε ἀναξιοπαθοῦντα. Τό καλαμπόκι «ξισπυρίζουνταν» στά σπίτια, ἤ τό ἔτριβαν μέ τόν τεράστια ἐκείνη κυλινδρική πέτρα (κόλιαντρο, γκούλντιαρα), ἀκόμη καί μέ τούς κόπανους. Μέ τά ἀρκετά πλέον ρεβύθια, τή φακή καί τά φασόλια, τελείωναν ὅλα, ἐκτός ἀπ’ τόν καπνό, τό μυρωδάτο μπασμᾶ. Θυμοῦνται πολλοί τό κάψιμό του, ὅταν οἱ μεσάζοντες ἔδιναν ἐξευτελιστικές τιμές: «Νά φύγτι τώρα. Δέ σᾶς δίνουμι τά καπνά μας. Θά τά κάψουμι» Καί τἄκαιγαν.
«Τά γενήματα μαζεῦκαν. Ἄϊντι κι τού χρόνου». Καί τοῦ χρόνου...
Ἐκεῖνοι πάντως πού περνοῦσαν καλύτερα, ἴσως περισσότερο ξεκούραστα, τουλάχιστον ἀπό την ἄνοιξη μέχρι τό φθινόπωρο- ἦταν οἱ κεχαγιάδες καί οἱ τσομπαναραῖοι. Τίς μέρες τοῦ θέρους κατέβαιναν γιά λίγο στόν κάμπο, ὅπου στούς γιακάδες142 εἶχαν τά μαντριά τους.. Ὑπῆρχε καλή τροφή στίς θερισμένες καλαμιές. Σέ λίγο θ᾽ ἀνέβουν τ᾽ ἀψήλου, στούς μεσέδες καί στίς ὀξυές. Ἔ, λίγος κόπος τό ἄρμεγμα, ἀλλά μέ τά γκουλιάρια «λαλτάδις»143 ὑποφερτός. Κι ὕστερα στά γκιούμια κι ἀπού κεῖ σ᾽ ἀκάτ᾽ , κατ᾽ εὐθεῖαν στό χωριό. Ἕνα καλό λούσιμο-κάθε βδομάδα ἤ δεκαπέντε- τρουβάδιασμα καί πίσω. Καλοί κτηνοτρόφοι οἱ Κώστας Μήτσικας μέ 500 γίδια, ὁ Χρυσάφης Λιόλιος μέ 150, ὁ Ἀτζαμούδης Ἀπουστόλς᾽ μέ 150 κι ὁ Στοϊλούδης Θεοδ. μέ καμιά 80ριά πρόβατα. Στό Κάτω χωριό οἱ Καστανᾶς Χριστόδουλος 500 γίδια, Βασιλικούδης Σταῦρος 500 γίδια, Παπαϊωάννου καί Φαραζᾶς μέ κοπάδια ἀγελάδων. Περίπου 2.500 γίδια σύνολο. Ἐνῶ τά γελάδια, μαζί μέ τά οἰκόσιτα, καμιά 400αριά.
Ἕνα ἀδιόρατο χαμόγελο ἱκανοποίησης διακρίνονταν στά πρόσωπα ὅλων.
Ἔτσι πέρασε ὁ Ἰούλιος. Ὁ Αὔγουστος θά περνοῦσε πιό εὔκολα. Ἡ δροσιά δυνάμωσε, οἱ βαρειές δουλειές μειώθηκαν. Πολλοί ἄνδρες βρίσκονταν ἤδη στό βουνό κάνοντας κάρβουνα. Μιά καλή κι ἀποδοτική δουλειά.
Οἱ μέρες πρίν ἀπ’ τήν Παναγία ἦταν ἰδιαίτερα εὐλογημένες. Οἱ Ἅγιοι Θεόδωροι κι ὁ Ἅγιος Γεώργιος γέμιζαν γυναῖκες καί ἄνδρες γιά στίς Παρακλήσεις τῆς Παναγίας. Οἱ Κερδυλλιῶτες, πιστοί καί φιλακόλουθοι, τηροῦσαν τά ἔθιμα καί τίς νηστεῖες. Στίς ἕξι Αὐγούστου, τῆς Μεταμόρφωσης, ἐμφανίστηκαν στόν Ἁηθόδωρο κάτι μισοάγρια σταφύλια νά τά εὐλογήσει ὁ νεαρός τότε Παπαδημήτρης. «Τί μαρ᾽ Σαλουνκιά, ντίπ ἄγρια τά σταφύλια σ᾽ » ψιθύριζε ὁ παπᾶς. Τό ἴδιο καί στό Κάτω, ὁ Παπαγιώργης. «Τί νά κάνου Παπαδημήτρημ᾽ δέν ἔφτασαν ᾽ κόμα» δικαιολογοῦνταν ἡ εὐσεβέστατη γυναίκα κι ἔνοιωθε τύψεις γιά τά ἄγουρα σταφύλια της. Τό μεσημέρι τά πιό πολλά σπίτια στ᾽ ἀκάτ᾽ τό χωριό ἔφαγαν λιμνήσια ψάρια: λιπαριές καί τσιρόνια, μερικά εἶχαν γριβάδια καί πιρκιά πλακύ. Τά θαλασσινά δέν τά πολυάρεζαν οἱ Κατωχωρίτες. Θαλασσινά ἔτρωγαν οἱ ἀριστοκράτες στ᾽ Ἀπάν.
Τήν παραμονή τοῦ Δεκαπενταυγούστου μιά παρέα, ἄνδρες, γυναῖκες, παιδιά, ἑτοιμάστηκαν καί πῆραν τό δρόμο γιά τά Στεφανινά, στό παναήρ᾽. Εἶναι αὐτοί πού ἔχουν συγγενεῖς στό χωριό αὐτό, καί μερικοί ὑποψήφιοι γαμπροί: Κωστούδηδες, Λιολιάδες, Κοντάδες, Σαμαράδες καί μερικά παληκάρια, ἔτσι γιά τή γιορτή καί γιά νά δοῦν τίς ξακουστές Στεφανιώτισσες. Στενός πολύ ὁ δεσμός τῶν Κερδυλλιωτῶν μέ τά Στεφανινά, ἐπί αἰῶνες. Γύρισαν μετά 3 μέρες καταχαρούμενοι.
Ὁ κόσμος παντοῦ ἥσυχος καί ἤρεμος. Στόν ὁρίζοντα δέ φαίνονταν κανένα σύννεφο. Τά σημάδια καλά. Κάτι ὁμως ὑπέβοσκε, κάτι ἔβραζε βαθειά, πού δέν μποροῦσε νά τό συλλάβει κανένας.
Πρώτη Σεπτεμβρίου. Τό πρωί ἀκούστηκε ἡ καμπάνα νά καλεῖ τούς μαθητές γιά ἑγγραφή καί μάθημα. Δέν χάνονταν τότε μάθημα, χάνονταν συνήθως οἱ μαθητές. Πότε στά χωράφια, πότε στά γίδια καί ἰδίως στά δυο-τρία σπιτικά γελάδια. Ἦταν τότε δυό δάσκαλοι στό Πάνω χωριό: ὁ Ἀθανάσιος Γκένιος ἀπό τό 1935 πού πέρισυ ἐπιστρατεύθηκε στήν Ἀλβανία. Ἀπό τότε ἦρθε στό χωριό δάσκαλος ὁ νεαρός Βασίλειος Ράγκος. Μά τίς μέρες τοῦ Μαίου τοῦ 41 ἐπιστρατεύθηκε καί τόν ἀντικατέστησε ὁ ἡλικιωμένος δάσκαλος Γουβέτας Κωνσταντῖνος ἀπό τήν Πρώτη. Ἦταν ὁ δάσκαλος τίς μέρες τοῦ Ὁλοκαυτώματος. Μάζεψε ὅσα παιδιά ἦρθαν. Προσευχή καί ἔπαρση τῆς σημαίας. Τά χώρισε σέ τάξεις καί τά ἔβαλε στίς δυό ὅλες κι ὅλες αἴθουσες.
Τά ἴδια καί στό Κάτω χωριό. Ἐδῶ πιό καλό τό Σχολεῖο καί λιγώτερα τά παιδιά. Ὁ δάσκαλος Γιάννης Μαρσέλος, ἀπ’ τά... Κύθηρα τά τακτοποίησε ἥσυχα. Δέ σήκωνε ἀταξίες. «Καί αὔριο κουρεμένοι, ὅλα τά μαλλιά, ἀκούσατε;»
Ὁ παλιός δάσκαλος τοῦ πάνω χωριοῦ, Ἀθ. Γκένιος, ἀνθυπο-λοχαγός στήν Ἀλβανία, μέ τήν ὑποχώρηση ἀπό τό Μέτωπο ἦλθε στήν πατρίδα του Ἡράκλεια -Τζουμαγιά γιά λίγες μέρες. Μετά ἐγκαταστάθηκε στά Κερδύλλια incognito. Καί ἄν καί βρίσκονταν στό χωριό, φιλοξενούμενος στό σπίτι τοῦ Νεστορούδη, δέν ἐμφανίστηκε στό σχολεῖο. Αὐτό θά θεωρηθεῖ, ὅπως καί ἦταν, «ἐγκατάλειψη θέσης, πειθαρχικό παράπτωμα».
Ἔκανε «ἐκδρομές» στό βουνό καί κυρίως γύριζε ἀπό χωριό σέ χωριό: Εὐκαρπία, Μαυροθάλασσα, Καστρί καί στά λοιπά χωριά τῆς Βισαλτίας.
Ἕδρα βέβαια τά Κερδύλλια. Μέ «ὑπασπιστή» γιά θελήματα τόν Κρουστάλλη Χουβαρδᾶ. Στήν ἀρχή φαίνονταν πώς προσπαθοῦσε νά κρύψει ἕνα μυστικό πού μόνο αὐτός γνώριζε. Κάτι μισόλογα γιά μιά κοινωνία ἰσότητας καί δικαιοσύνης, μιά κοινωνία καί ἐποχή ἀφθονίας ἁπλόχερης στούς φτωχούς πού τούς πίνουν τό αἷμα οἱ πλούσιοι, οἱ ἀστοτσιφλικάδες, ἄνεση καί εὐτυχία στούς κουρασμένους καί πονεμένους τῆς ζωῆς. Αὐτά βέβαια τά εἶχαν ἀκούσει ἀπ’ τόν ἴδιο καί πρίν τόν πόλεμο στό καφενεῖο, στά σπίτια, στίς ἐπισκέψεις του.Καί πολλές φορές πιάνονταν μέ τόν Μπαρμπαδημητρό Τσιάγκα, τον Κώτσιο τό Ματσίκ᾽ κι ἄλλους μυαλωμένους καί «συντηρητικούς»: «Σταμάτα τά πουλιτικά· σύ εἶσι δάσκαλους», τόν μάλωναν.
Ἦταν, ὁ νεαρός δάσκαλος, εὐχάριστος καί πειστικός στίς συζητήσεις. Οἱ ἡλικιωμένοι, «σηντηρητικοί» καί νουνεχεῖς, κρατοῦσαν ἀποστάσεις. Οἱ ἀφοσιωμένοι «φίλοι» του, ἁπλοῖ καί ἁπλοϊκοί Κερδυλλιῶτες, δέν καταλάβαιναν, βέβαια, ἀπό κοινωνιολογικές καί ἄλλες ἀναλύσεις καί συζητήσεις. «Τι εἶνι ρέ ἀφνοί ἀστοτσιφλικάδις πού ρουφοῦν αἶμα!», ἀποροῦσαν. Δέν τά καταλάβαιναν, μά καταλάβαιναν τό δάσκαλο μέ τήν τυφλή ὑπακοή τους. Λίγοι κι αὐτοί, μετριοῦνταν στά δάχτυλα. Αὐτό ἔφθανε. Τέτοιοι ἦταν οἱ Κρουστάλης Χουβαρδᾶς, Γιῶργος Σαϊταρῆς, Ζαχαρίας Λιάμτσος, Χρῆστος Στεφανούδης Γιῶργος Μιχούδης, Γιάννης Στοϊλούδης καί Ἀθανάσιος Μουλᾶς. ‘H ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὑπῆρχαν καί ἄλλοι, λιγώτερο παθιασμένοι, μά δικοί του. Τούς πέντε πρώτους εὔκολα τούς ἔπεισε καί τούς ἀνέβασε στό βουνό. «Θά εἶστε τά πρωτοπαλήκαρα τῆς λευτεριᾶς. Θά σᾶς ζηλεύουν ὅλοι, ὅσοι ἀπό φόβο καί δειλία κάθονται στά σπίτια τους, οἱ φασίστες». Τόσο ἤθελαν κι οἱ νεαροί καί τά βρόντηξαν κι ἀνέβηκαν στό βουνό. Οἱ δυό τελευταῖοι δέ βγῆκαν, ἁπλῶς τροφοδοτοῦσαν, καί τήν ἔνοιωθαν, τή ζοῦσαν αὐτή τήν ὑπηρεσία, ἔνοιωθαν συστρατευμένοι.
Ὅλοι αὐτοί ἀπ’ τά Πάνω.
Ἀπό τά Κάτω δέν ἀνέβηκε κανένας. Κι ὁ Κίκυρας; (γιατί καί γι αὐτόν ἐλέχθη ὅτι ἦταν μυημένος καί μέλος). Τί ἦταν ὁ Κίκυρας; Νά ποῦμε ἐδῶ παρενθετικά πώς ὁ Κίκυρας δέν ὑπῆρξε μέλος τῆς ὁμάδας.Ἴσως τόν χρησιμοποίησαν. Ἦταν ἄνθρωπος πού δέν συγχρωτίζονταν μέ τούς ἄλλους, ζοῦσε μοναχικά σέ μιά καλυβα στό Σουλίστρο καί περνοῦσε κλέβοντας διάφορα καί διάφορους. Εἶχε πραγματικά σχέση μέ τήν ὁμάδα Γκένιου; ἤ ἦταν ἕνας ἐπικίνδυνος ληστής, πού δέ φοβόταν νά φθάσει στά ἄκρα;
Ὁ Γκένιος ὅταν ἐπανῆλθε στήν Ἑλλάδα καί ρωτήθηκε γιά τόν Κίκυρα, ἀρνήθηκε ὁποιαδήποτε σχέση μαζί του, μάλιστα ὑποστήριξε ὅτι οὔτε τόν ἐγνώριζε προσωπικῶς.
Ἔτσι, ἀπό τόν Αὔγουστο, ἄρχισε ἡ ὀργάνωση νά συντονίζεται καί τά παληκάρια νά μαθαίνουν καί μιά ἄλλη μορφή τῆς ζωῆς τοῦ βουνοῦ κι ὄχι μόνο τοῦ ἀνθρώπου-ὑλοτόμου καί καρβουνᾶ. Τό πρᾶγμα ἄρχισε ν’ ἀνησυχεῖ τά συγγενικά τους πρόσωπα.
Ἕνα βράδυ ἕνας τῆς παρέας εἶπε στή γυναίκα του πώς ἔχει δουλειά καί θά μείνει στό βουνό. Ἀνησύχησε ἡ γυναίκα, μά μούλωξε. Τήν ἄλλη τό ἴδιο κι ὁ ἄλλος κι ὁ ἄλλος, τό ἴδιο καί στό Καστρί κι ἀλλοῦ. Μιά ὁμάδα συγκροτήθηκε ἀμέσως. Ὁμάδα δεμένη γερά μέ συνδετικό κρίκο τό δάσκαλο.
Ἔστελναν ὅλοι εἴδηση στά σπίτια τους νά μήν ἀνησυχοῦν: «τά καμίνια μέ τά κάρβουνα πᾶνε πολύ καλά» Κάπου-κάπου κατέβαιαν, πλύνονταν, κοιμοῦνταν δυό-τρεῖς ὧρες κι ἔφευγαν πρωί. Δέν μποροῦσαν, λέει, νά μείνουν στό χωριό. «Νά λέτε, ἅμα σᾶς ρωτοῦν, πώς κόβουμε ξῦλα καί κάνουμε κάρβουνα». Μά τά πράματα ἄρχισαν νά συννεφιάζουν. Τά ὅπλα ξετρυπώνονταν ἀπ’ τ᾽ ἀχούρια ὅπου ἦταν κρυμένα. Φυλαγμένα σέ κάποια κατώγια, ἔβλεπαν τό φῶς τῆς ἡμέρας, ξεσκονίζονταν, καθαρίζονταν κι ἔπαιρναν τό δρόμο γιά τό βουνό. Φρόντισαν νά τά μαζέψουν ἀπό τούς ὑποχωροῦντες στρατιῶτες μας, πού φοβούμενοι μή συλληφθοῦν περνοῦσαν ἀπό τά βουνά μας. Ἄφηναν ἀκόμη καί τίς στρατιωτικές τους στολές καί ντύνονταν χωριάτικα.
Τώρα λοιπόν ἦρθε ἡ ὥρα τῶν ὅπλων καί τῶν στολῶν.
Μαζί ὅμως μέ τά ὅπλα ἄρχισε νά ἀλλάσσει καί ἡ συμπεριφορά ὄχι μόνο τῶν παληκαριῶν τοῦ βουνοῦ, μά καί τῶν φιλικά προσκείμενων νέων τοῦ χωριοῦ.
Ὁ διχασμός πρό τῶν πυλῶν. Δέν ὑπῆρχε περίπτωση δημόσιου χοροῦ ὅπου κάποιο παληκάρι ἀπ’ τά γνωστά, νά μή προσβάλλει κάποιον τῆς ἀντίθετης παράταξης. Κι ἄρχιζε ὁ καβγᾶς καί τό ξῦλο. Μέ ὑπονοούμενα ἄφηναν νά νοηθεῖ ὅτι οἱ μή συμπορευόμενοι κινδυνεύουν. Θά τό δοῦμε αὐτό λίγο παρακάτω μέ πολλή ἐνάργεια.
Τό Σεπτέμβριο ἄρχισαν νά φυλάγουν σκοπιά ἔξω ἀπ’ τό χωριό, φανερά πλέον, προσέχοντας μήπως ἀνέβουν οἱ Γερμανοί, τά δέ τρόφιμα, φορτωμένα στά ζῶα, περνοῦσαν σχεδόν μέσα ἀπό τό χωριό. Ὁ Τάσος Σκόρδας, ἕνας καλοκάγαθος ἄνθρωπος, μέ τό καφενεῖο- μπακάλικό του στ᾽ Ἀκάτ᾽ τό χωριό, τό παράκανε: μέρα μεσημέρι ἔστελνε τά γαϊδουράκια φορτωμένα. Οἱ σκοπιές, ξαφνικά, τέλος Σεπτεμβρίου, σταμάτησαν. Ὅταν κάποιος ρώτησε γιατί «τώρα» δέν ὑπάρχουν σκοπιές, ἡ ἀπάντηση ἦταν: ἔτσι διέταξε ἡ Ὀργάνωση.
‘H Ἀντίσταση γενικά δέν εἶχε ἀκόμη ὁργανωθεῖ. Οὔτε ΕΑΜ, οὔτε ΕΛΑΣ. Νωρίς ὅπως ἦταν, κανείς δέν πρόλαβε νά συλλάβει τήν κρισιμότητα τῆς κατάστασης, νά ἐκλογικεύσει τον τρόπο καί τή δυνατότητα ἀντίστασης σέ πανελλαδικό ἐπίπεδο. Νά ὀργανώσει μέ τρόπο συνετό καί νά κατευθύνει σοφά καί μέ φρόνηση τό συναίσθημα πού εὔκολα ἄναβε. Ἕνας μόνο ὁργανισμός εἶχε τή δυνατότητα τότε νά ὁργανώσει ἀντίσταση συνδυάζοντάς την μέ τό ὅραμά του: τό μέχρι τόν πόλεμο παράνομο Κουμμουνιστικό Κόμμα Ἑλλάδος (ΚΚΕ). Μπόρεσε σχεδόν ἀμέσως νά ἀναδειχθεῖ ἡ ψυχή τῆς Ἀντίστασης ἐναντίον τοῦ κατακτητῆ καί νά τήν μονοπωλήσει. Τό ἀρχικό-πρῶτο ΕΑΜ συγκλόνιζε τίς ψυχές ὅλων τῶν Ἑλλήνων: Ἐθνικό Ἀπελευθερωτικό Μέτωπο! Ὅλοι μποροῦσαν καί ἔπρεπε νά συμβάλουν στόν ἀγώνα τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς πατρίδας, χωρίς διακρίσεις καί προϋποθέσεις. Γι᾽ αὐτό καί ἡ προσέλευση στήν ἀρχή ἦταν ἀθρόα, μαζική καί συγκινητική. Καί τό ἔργο τοῦ ΕΑΜ σοβαρό καί ὑπεύθυνο. Στήν κρισιμότητα ὅμως καί τό χάος τῶν πρώτων μηνῶν, τήν ἀδυναμία τῆς ἄμεσης ὀργάνωσης ἀντιστασιακῶν ἐνεργειῶν ὑποκατέστησε, γιά λίγο διάστημα, ἡ δημιουργία τοπικῶν «πυρήνων» μικρῆς δύναμης, ἀλλά πιστῆς καί ἀφοσιωμένης στό Κόμμα. Οἱ πυρῆνες αὐτοί ἀποτελοῦνταν ἀπό καθαρόαιμους ὁπαδούς. Τούτη τήν ἐντολή ἔδωσε ἡ Γενική Γραμματεία σέ ὅλα της τά μέλη καί προπάντων στούς κατά τόπους πιστούς ἀνθρώπους της: «Σχηματίστε πυρῆνες καί παρενοχλεῖτε τόν κατακτητή καί τούς συνεργαζόμενους. Προπάντων τά ἀστυνομικά τμήματα», τά ὁποῖα, συνεργαζόμενα μέ τήν τότε ἑλληνική κυβέρνηση θεωροῦνταν δοσίλογα καί συνεργάτες τῶν Γερμανῶν. ‘H συντριπτική βέβαια πλειονότητα τοῦ κόσμου δέν θεωροῦσε τούς ἀνθρώπους αὐτούς δοσίλογους καί συνεργάτες τῶν Γερμανῶν, καί δέν ἦταν. Συνέχιζαν, ὑπό ἄλλες προϋποθέσεις, τήν ὑπηρεσία τους στό κράτος. Τό χαρακτηρισμό «δοσίλογοι καί πουλημένα τομάρια» τόν ἔλαβαν πολύ πιό ἀργά. Καί κριτήριο τοῦ χαρακτηρισμοῦ αὐτοῦ ἦταν ἡ ἄρνηση πολλῶν, καί ὄχι μόνο χωροφυλάκων, νά ἐγγραφοῦν στήν Ὀργάνωση, τό ΕΑΜ, ὡς κανονικά καί ἐνσυνείδητα μέλη, ἀλλά καί ἡ ἐν πολλοῖς συμπόρευση πολλῶν «ἔνστολων» μέ τίς κατοχικές δυνάμεις.
Ὅταν μετά ἀπό λίγο οἱ ἀμφισβητίες πλήθαιναν, τά πράγματα ἔγιναν ἄγρια. Ἦταν ἡ ἐποχή πού ὁ διαβόητος ἀνώτατος «δικαστής» στά Ἀνταρτοδικεῖα τοῦ Βουνοῦ, Ἀβραάμ Παπαδόπουλος ἀπό τό Λευκώνα Σερρῶν, μαζί μέ τούς ἀμέτρητους πού ἔστειλε στό Μαϊμούν Ντερέ144, διακήρυττε: «Ὅστις, ἔστω καί κατά διάνοια ἀμφισβητεῖ τό ΕΑΜ, τίμημα θάνατος»!! 145
Κατά τήν κρίση τοῦ γράφοντος δέν ὑπῆρχε λόγος ἐπίθεσης καί ἀφοπλισμοῦ τῶν Ἀστυνομικῶν Τμημάτων καί τῶν ἀνδρῶν τους τουλάχιστον τίς πρῶτες αὐτές μέρες τῆς Κατοχῆς146. Αὐτό τό ἔκαμναν συστηματικά οἱ Βούλγαροι στήν πέρα τοῦ Στρυμόνος βουλγαροκρατούμενη περιοχή: ἡ πρώτη τους δουλειά μόλις μπῆκαν π.χ. στίς Σέρρες ἦταν νά καταλάβουν τά ἀστυνομικά τμήματα, νά ἀφοπλίσουν τούς χωροφύλακες καί νά τούς στείλουν στά σπίτια τους. Τό ἴδιο τόλμησαν νά κάνουν καί στή Νιγρίτα, μά ξεσηκώθηκαν ἀστραπιαῖα οἱ Νιγριτινοί καί μέ γενική διαδήλωση ἀπαίτησαν ἀπό τούς Γερμανούς νά ἀποσύρουν τό Βούλγαρο Δήμαρχο καί τούς Βούλγαρους ἀστυνομικούς, πρᾶγμα πού πέτυχαν147.
Πρέπει πάντως νά ὁμολογηθεῖ ὅτι ἡ Ἀντίσταση σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα εἶχε στέρεα βάση τό ΕΑΜ. Καί πρέπει νά μάθουμε ὅλοι νά διακρίνουμε τήν Ἀντίσταση ἐναντίον τῶν Γερμανῶν ἀπό τόν Ἐμφύλιο, πρᾶγμα πού πολλοί δέν τό ἐπιθυμοῦν... Τό ὅτι τό ΕΑΜ ὡς κατευθυνόμενο, καθ᾽ ὅ κυριαρχούμενο στή μεγάλη του πλειονότητα ἀπό μέλη καί στελέχη τοῦ ΚΚΕ, εἶχε στό πίσω μέρος τοῦ μυαλοῦ του τά δικά του σχέδια, τόν κομμουνιστικό μετασχηματισμό τῆς χώρας, αὐτό δέν πρέπει νά ἀποτελέσει κριτήριο καταδίκης τῶν ἀντιστασιακῶν (καί μόνο) ἀγώνων του. Σέ μιά μελλοντικά ἐλεύθερη πολιτεία τά πάντα, ὅλες οἱ προτάσεις τῶν κομμάτων, τίθενται στό τραπέζι τῶν ἐλεύθερων καί δημοκρατικῶν ἐπιλογῶν τοῦ λαοῦ διά τῶν ἐλεύθερων καί πάλι ἐπιλογῶν καί ἐκλογῶν. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τά φιλοβασιλικά καί ἄλλα κοινοβουλευτικά ἑλληνικά κόμματα τῆς ἐποχῆς, καθώς καί γιά τίς ἄλλες ἀξιόλογες ἀντιστασιακές ὁμάδες, γιά τίς ὁποῖες ἀποφεύγουν κάποιοι νά κάνουν λόγο.
Δέν εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ ὁμάδα Γκένιου πληθύνονταν συνεχῶς· ἴσως νά ἀποτελεῖτο ἀπό 50-60 ἄτομα( ἀπό ὅλα καί διασκορπισμένα σέ ὅλα τά χωριά τῆς περιοχῆς). Τήν ὀνόμασαν «Ἀνταρτικό Σῶμα Βισαλτίας Ὁδυσσέας Ἀνδροῦτσος». Ἔμεινε τελικά μόνο τό «Ὁδυσσέας Ἀνδροῦτσος» μέ τόν Γκένιο στρατιωτικό ἀλλά, σέ λίγο, καί πολιτικό ἀρχηγό μέ τό ψευδώνυμο Λασσάνης148. Χωρίσθηκαν σέ ὁμάδες. Μία ἀνέλαβε ὁ Τσέλιος (Στέργιος) Μουδιώτης149, ἄλλη ὁ Μιχάλης Μπογατσόπουλος150 καί ἄλλη ὁ Σταῦρος Βοσνάκης (Ἀηδονοχώρι). Ὁ Τέγος Ἀλεξανδρίδης ἦταν ἐπικεφαλῆς τοῦ πολιτικοῦ τμήματος. Τί ἔκαναν τά παιδιά αὐτά στό βουνό; Μήπως ἀσκοῦνταν στήν τέχνη τοῦ πολέμου, στή σκοποβολή κ.λ.π.; Μήπως ἔπαιρναν μαθήματα Μαρξιστικῆς καί Λενινιστικῆς φιλοσοφίας; Μήπως διδάσκονταν τόν ἱστορικό καί Διαλεκτικό Ὑλισμό; Μά αὐτά δέν τά ἤξεραν οὔτε οἱ πρωτοκαπεταναῖοι. Εἴκοσι πέντε ἐτῶν δάσκαλος ὁ Γκένιος στά Ἄνω Κερδύλλια ἦταν ἑνας συνήθης διαμαρτυρόμενος νέος πού κατά τύχη ἐντάχθηκε στό Κόμμα καί τό ὑπηρέτησε, ὅπως προηγουμένως ὑπηρέτησε ὑποχρεωτικά τό Μεταξικό καθεστώς ὡς Τετράρχης τῆς Ε.Ο.Ν. ἐπικεφαλῆς καί καθοδηγητής τῶν νέων τῶν χωριῶν Α. καί Κ. Κερδύλλια, Καστρί, Εὐκαρπία καί Ἀηδονοχώρι.
Δέν ἔκαναν λοιπόν τά παιδιά αὐτά τίποτα. Ἁπλῶς κάθονταν-καί -δυστυχῶς- δέν σκέπτονταν. Ἀναπολοῦσαν τά ὁράματα πού τούς ἐνέπνεε ὁ Ἀρχηγός.
«Στ’ Ρουσία», ἔλεγε ἕνας ἀπ’ αὐτούς ἕνα βράδυ στό σπίτι του πού τόν ἐπισκέφτηκαν μερικοί φίλοι, «εἶνι κάτ᾽ μηχανές, κι ἀπου πίσου ἔχουν ἀλέτρια. Πατᾶς ἕνα κουμπί κι αὐτές ζιυγαρίζουν μουναχές. Ὕστιρα θιρίζουν, ἀλέθουν καί πλάθουν κατ᾽ πλαστά νά! τά φουρνίζουν καί τό Κόμμα τά μοιράζ᾽ σι᾽ ὅλους· χουρταίν’ κόσμους ψουμί».
Νά σημειώσω ἐδῶ ὅτι τά λέγόμενα περί τοῦ γνωστοῦ Ἄγγλου Ταγματάρχη Μύλλερ καί τῆς παρουσίας του στα Κερδύλλια (βουνό) ἀνάγονται σέ πολύ μεταγενέστερη χρονολογία (1943-44). Ἐδῶ ἐμφανίστηκαν δύο Ἄγγλοι-Νεοζηλανδοι, πού χάθηκαν στήν «ὑποχώρηση» καί βρέθηκαν στά βουνά μας κρυπτόμενοι γιά ἀρκετό καιρό..
Ὁ Γκένιος συνήθως ἔλειπε «περιοδεία». Στό Λαχανᾶ στίς 22 Σεπτεμβρίου μιά τέτοια ὁμάδα «χτύπησε» γερμανικό αὐτοκίνητο μέ ἀποτέλεσμα νά τραυματισθοῦν δυό Ἕλληνες ταχυδρομικοί· ἄλλοι ἔλεγαν πώς σκοτώθηκαν δυό Γερμανοί. Τό συμβάν ἀναπτέρωσε τίς ψυχές τῶν ἀνταρτῶν μας. Ἔπρεπε ὅλοι νά δώσουν τό παρόν. Νά ψυχωθεῖ καί ὁ μουδιασμένος κόσμος στά καμποχώρια, ὅτι ἐδῶ πάνω ὑπάρχει μιά ἐλεύθερη Ἑλλάδα, πού ὀργανώνεται γιά τήν ἀπελευθέρωση. Στό πνεῦμα αὐτό πρέπει νά νοηθοῦν καί οἱ πετυχημένες ἀπόπειρες τῆς ὁμάδας τῶν Κερδυλλίων, λίγες μέρες νωρίτερα, νά ἐπιτεθεῖ α) ἐναντίον τοῦ Σταθμοῦ Χωροφυλακῆς Εὐκαρπίας στίς 7 Σεπτεμβρίου μέ τήν ὁμάδα Μποσνάκη-μαζί κι ὁ Γκένιος, β) στή Μαυροθάλασσα ἡ ὁμάδα Μπογιατζόπουλου (Kυριακή 9 Σεπτεμβρίου), γ) στή Δάφνη πάλι μέ τό Μπογιατζόπουλο (Σάββατο 15/9) καί στό Ἀηδονοχώρι μέ τόν Τέγο Ἀλεξανδρίδη. ‘H ὁμάδα τῶν Κερδυλλίων εἶχε ἕδρα τη δασική τοποθεσία Βυσνά.
‘H Εὐκαρπία εἶναι γνωστό ὅτι ὑπῆρξε ἀπό τότε καί εἰς τό ἑξῆς «ὁ τροφοδότης λογαριασμός» τῆς Ἀριστερῆς Ἀντίστασης, τροφοδοτώντας τό βουνό καί ἐνισχύοντας μέ κάθε τρόπο τήν Ὁργάνωση. Ἔτσι μέ τή στήριξη τῶν κατοίκων καί δυό τρεῖς ντουφεκιές οἱ χωροφύλακες, ἀμυνθέντες γιά τά μάτια στήν ἀρχή, τελικά παραδόθηκαν. Ὁ χωροφύλακας Ἀσβεστάκης πού πῆγε ν’ ἀντισταθεῖ κάπως πιό δυναμικά σκοτώθηκε. Οἱ ἀντάρτες δέν τούς πείραξαν. Ἕνας μόνο τραυματίσθηκε: στήν προσπάθειά του νά φύγει πήδηξε ἀπό τό παράθυρο τοῦ Σταθμοῦ κι ἔσπασε τό πόδι του, ὁ δικός μας Νῖκος Ἀγγελόπουλος. Ἐν τῶ μεταξύ τό Ἀστυνομικό Τμῆμα μεταφέρθηκε στη Μαυροθάλασσα. Τό γεγονός αὐτό ἐπαναλήφθηκε σέ δυό μέρες στή Μαυροθάλασσα μέ λεία τό μπακάλικο τοῦ λαδέμπορου καί, ὅπως λέν, μαυραγορίτη Ν. Μυλωνᾶ καί διανομή στούς «φτωχούς», κυρίως πρόσφυγες ἀπό τό βουλγαροκρατούμενο «ἀπέναντι».
Στή Δάφνη ἔγιναν καί πανηγύρια ὅλη νύχτα: θεωρήθηκε τό πρῶτο πείραμα σοβιετικοῦ χωριοῦ! Σ’ αὐτά τά συμβάντα οἱ Γερμανοί ἀπήντησαν. Στίς 27 Σεπτεμβρίου Γερμανικές δυνάμεις ἀναπτύχθηκαν ἀπό τό Ματσίκι καί κυνήγησαν τήν ὁμάδα Μποσνάκη. Τήν ἴδια μέρα ἄλλο Γερμανικό τμῆμα χτύπησε τήν ὁμάδα Μπογιατζόπουλου μέ τό Λασσάνη στό Ἀηδονοχώρι. Ἐδῶ εἶχαν ἀπώλειες καί οἱ Γερμανοί καί οἱ ἀντάρτες. Τούς δύο ἀπό τούς αἰχμαλώτους οἱ Γερμανοί τούς σκότωσαν ἐπιτόπου (Βοζίκη καί Κουφό), τούς ἄλλους (Καρακατσάνη καί Οἰκονομίδη) τούς σκότωσαν ἀργότερα.
Αὐτά τά γεγονότα εἶχαν σημαντικές καί δυσάρεστες συνέπειες γιά ὅλα τά χωριά, κυρίως ὅμως γιά τά Κερδύλλια. Οἱ Γερμανοί ἐξαγριώθηκαν. Ἔγιναν συνάξεις, σέ κάθε χωριό, ὅλων τῶν κατοίκων, μέ αὐστηρότατες προειδοποιήσεις. Συγκέντρωσαν μέ ἀπειλές καί βία ὅ,τι ὁπλισμό βρῆκαν καί προειδοποίησαν πώς καί μιά σφαῖρα νά βρεθεῖ στό ἑξῆς σέ ἕνα σπίτι, ἡ ποινή εἶναι θάνατος καί πυρπόληση. Ὁ κόσμος κατατρόμαξε. Ὅπως ἄρχισε νά τρομάζει καί με τις ἀπειλές ἀπό τό βουνό. Ἄρχισαν οἱ πιέσεις. Τά Χαριτούδια πιέστηκαν ν’ ἀνέβουν με τό ζόρι. Δέν πῆγαν. Σέ λίγες μέρες δυό γελάδια τους βρέθηκαν σκοτωμένα.
Στή γενική αὐτή φοβία ἦρθε νά προστεθεῖ καί τό συμβάν στό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, πού ἀποτέλεσε τή χαριστική βολή. Ὁ Σταυρός μέ τήν Γερμανική Διοίκηση παρακολουθεῖ τά συμβαίνοντα καί ἀναφέρει σχετικά στή Θεσσαλονίκη. Κι αὐτή, ἔχοντας σφαιρικότερη ἀντίληψη τῶν συμβαινόντων στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Κεντρικῆς καί (βουγλαροκρατούμενης) Ἀνατολικῆς Μακεδονίας, εἶναι ἕτοιμη νά δώσει τό τελικό καί τελειωτικό προειδοποιητικό χτύπημα. Ἔμενε ἀκόμη ἄγνωστος ὁ τόπος. Εἶναι βέβαιο ὅτι τά βλέμματά τους οἱ Γερμανοί τά εἶχαν στραμμένα στήν ὀροσειρά τοῦ Βερτίσκου-Κερδυλλίων. Οἱ ἀρνητικές πληροφορίες τους γιά τούς τόπους αὐτούς ἦταν πολλές καί βαρειές: ὑπόθαλψη, τροφοδοσία, ἐνεργός συμμετοχή. Ἔτσι τίς ἡμέρες αὐτές οἱ πληροφορίες τους τούς ὁδήγησαν στά χωριά μας. Τήν ὀργισμένη καί προειλημμένη ἀπόφασή τους δυνάμωσε ἀκόμη περισσότερο τό ἀπερίσκεπτο καί ἐγκληματικό, ἐκ τῶν προτέρων δέ καταδικασμένο «κίνημα» τῶν κομμουνιστικῶν ὁμάδων πού «ἔκαναν ἐπανάσταση» στή Δράμα καί εἰδικά στό Δοξάτο στίς 29 Σεπτμεβρίου τοῦ
Ἔδωσαν ἔτσι ἀφορμή νά ξεσπάσουν οἱ Βουλγαροι, πού ἦταν δυσαρεστημένοι μέ τή Γερμανική ἀνεκτικότητα ἔναντι τῶν Ἑλλήνων.
Ἐπέπεσαν ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων μέ χιλιάδες νεκρούς ἀθῶα θύματα. Οἱ καννιβαλικές σκηνές στό ὄμορφο Δοξάτο δέν περιγράφονται. Φρίκη.
Ἐδῶ, στήν καθαρά γερμανοκρατούμενη περιοχή, δέν ὑπῆρχαν Βούλγαροι γιά τέτοιες ἐκκαθαρίσεις. Τό ἔργο τό ἀνέλαβαν οἱ ἴδιοι οἱ Γερμανοί.


ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ ΠΡΙΝ...

Πέμπτη 2 Ὀκτωβρίου. Μικρή γερμανική δύναμη πέρασε κατατρομάζοντας τά χωριά, ἔκανε μερικές ἔρευνες σέ λίγα σπίτια. Δέν βρῆκε τίποτα κι ἔφυγε.
Τετάρτη 8 Ὀκτωβρίου. Λόχος Γερμανῶν μπαίνει στά χωριά. Μέ ἄγριες διαθέσεις σπρώχνουν, βρίζουν, χτυποῦν, δημιουργοῦν πανικό. Κι ἀπαιτοῦν νά παραδώσουν τούς ἀντάρτες. Ὁ διερμηνέας, Ἰωάννης Παπαγιάννης, γραμματέας Σταυροῦ, γερμανομαθής, ἐπεξηγεῖ ὅτι δέν ἀστειεύονται: θά σκοτώσουν καί θά κάψουν τά πάντα, ἄν μαθευτεῖ ὅτι ἔχετε καί τήν παραμικρή σχέση μέ τούς ἀντάρτες.
Ἔπιασαν ἀπ’ τό γιακά μερικούς καί τούς ἐκβίασαν νά μαρτυρήσουν τί ξέρουν. Μά... οἱ ἄνθρωποι... δέν ἤξεραν. Κι οἱ Γερμανοί ἤξεραν ὅτι ψεύδονταν. Ἐκεῖ πού ἦταν μαζεμένοι πρόσεξαν μερικούς πού φοροῦσαν ροῦχα σκληρά καί σέ χρῶμα διαφορετικό ἀπό τούς λοιπούς. Ρώτησαν τί εἶναι. Σαρακατσάνοι νομάδες, τούς ἀπήντησαν. Κάτι εἶπαν μέ τό διερμηνέα τους κι ἐκεῖνος τούς εἶπε ἐμπιστευτικά: «καλά θά κάνετε νά φύγετε ἀπό δῶ, οἱ Γερμανοί θά κάνουν μεγάλο κακό». Κι ἔτσι ἐκεῖνοι οἱ λίγοι Σαρακατσάνοι γλύτωσαν. Πρᾶγμα πού δέν ἔκαναν οἱ πολλοί ἄλλοι ἑτεροδημότες, κτίστες, τεχνίτες κ.λ.π. γιατί δέν πίστεψαν πώς θά τολμοῦσαν τέτοιο κακό.
Την μέρα αὐτή ἔξω ἀπ’ τά Πάνω Κερδύλλια, στήν Πελέκα, τραυμάτισαν τόν Περικλῆ Κωστούδη. Ἦταν στό ἀμπέλι γιά σταφύλια καί σῦκα, εἶδε ξαφνικά κόσμο πολύ-γυναικόπαιδα- νά τρέχουν τρομαγμένοι στίς πλαγιές, πήδηξε ἀπό τή συκιά καί τόβαλε κι ἐκεῖνος στό τροχάδι καί μάλιστα σέ ἀνοιχτό μέρος κι ἔγινε στόχος. Εὐτυχῶς τό τραῦμα ἦταν ἐλαφρό, στή φτέρνα. Τόν ἔπιασαν οἱ Γερμανοί καί τόν μετέφεραν στό Σταυρό γιά τίς πρῶτες βοήθειες. Τοῦ εἶπαν, μάλιστα, νά μείνει δυό τρεῖς μέρες, μά ἐκεῖνος τράβηξε στό τυχερό του...
Πέμπτη, 9 Οκτωβρίου. Ξαφνικά ἄλλο κακό, ἀκόμη μεγαλύτερο, μέ μεγαλύτερες ἀρνητικές ἐπιπτώσεις γιά τά χωριά. Τό χωριό βούηξε:
« Δημητρός Κίκυρας σκότουσι τούν καλόγηρου»! Οἱ ψυχές ὅλων ἔγιναν ἕνα κουβάρι. Μά τό κακό δέν ἦταν φόνος· ἦταν ἔγκλημα καί κάτι παραπάνω. Ὄλοι ἤξεραν τί σόϊ ἄνθρωπος ἦταν ὁ Κίκυρας. Τόσο διαφορετικός ἀπό τόν ἀδελφό του, τό Γιάννη. Ἄξεστος, ἀκοινώνητος, κλέφτης ἐπικίνδυνος πού δέν τόν σταματοῦσε τίποτα. Ἦρθαν μέ τόν ἀδελφό του ἀπό τή Χαλκίδα ὡς ἐργάτες.Ὁ ἕνας ἔγινε νοικοκύρης, ὁ ἄλλος δέ δούλεψε ποτέ. Σά ζητιάνος, ἔμενε στό Σουλίστρο σέ μιά καλύβα μέ παλιολαμαρίνες. Κι ὅλη μέρα ἔλειπε. Ὁ ἀδελφός του εἶχε κόψει κάθε σχέση μαζί του. Λένε πώς αὐτός καί κάτι ἄλλα, ὅμοια μ᾽ αὐτόν, παληκάρια λήστεψαν τό μαγαζί τοῦ Θανάση καί τοῦ Κώστα Ἀλβανοῦ. Πολλοί μάλιστα ἔλεγαν πώς αὐτός κι ἡ συμμορία του σκότωσε καί λήστεψε τό Σιτοχωρινό(Τζιτζνό) γαμπρό τοῦ χωριοῦ Κάτω Κερδύλλια Νικόλαο Ρήγα στή θέση Κούκουρα.
Αὐτός λοιπόν ὁ Κίκυρας σκέφτηκε ὅτι στήν ἀναμπουμπούλα αὐτή, στήν ἀτμόσφαιρα τοῦ φόβου καί τοῦ τρόμου, τοῦ δίνονταν ἡ εὐκαιρία νά κάνει τή μπάζα του. Ποῦ ἀλλοῦ θά ἔβρισκε ἀρκετά χρήματα, ἄν ὄχι στό Μαναστήρι; Ἤξερε ὅτι ὑπῆρχαν ἀκόμη μερικά πού δέν «ἔφυγαν» γιά τή Μονή Καρακάλου. Τό ἴδιο βράδυ τοῦ φόνου τοῦ Κ.Ψαρρᾶ, ζώστηκε τά μαχαίρια του καί κατ᾽ εὐθεῖαν στό Μοναστήρι. Μετά τά μεσάνυχτα μπῆκε ἀθόρυβα μέσα καί χτύπησε τήν πόρτα τοῦ Ἱερομόναχου Γρηγορίου. Ξύπνησε φοβισμένος ὁ ἄνθρωπος. Ἔβαλε τό χέρι του κάτω ἀπό τό κρεβάτι καί βεβαιώθηκε πώς τό μικρό τσεκούρι ἦταν ἐκεῖ. Ὅταν, ρωτώντας, ἄκουσε πώς ἔξω ἦταν ὁ Κίκυρας ὁ Δημητρός, κάτι ὑποψιάσθηκε, μά ἔδιωξε τόν πειρασμό, Ψωμί θά ἤθελε. Μά τέτοια ὥρα! Καθώς ἄνοιξε τήν πόρτα δέχθηκε δυνατό χτύπημα καί τήν ἀπειλή: «τά λεφτά ἤ σέ σκοτώνω». Προσπάθησε νά τόν καλμάρει, μά τίποτα. Τοῦ εἶπε νά περιμένει κι ἄρχισε δῆθεν νά ψάχνει νά τά βρεῖ. Ἔσκυψε, πῆρε τό τσεκούρι, τό ἔκρυψε στό ράσο καί ξαφνικά τοῦ δίνει μιά στό κεφάλι. Φώναξε δυνατά ὁ Κίκυρας, τόν πῆραν τά αἵματα καί ἔπεσε στό πάτωμα. Ὁ καλόγερος ἀπό τό ἀποχωρητήριο, στό πίσω μέρος τοῦ δωματίου, πήδηξε κι ἔφυγε τρέχοντας στό Σταθμό Χωροφυλακῆς στό Τσάγεζι.153 Ἐκεῖ διηγήθηκε τό συμβάν. Τόν κράτησαν γιά νά συνέλθει καί τέσσερις χωροφύλακες, δύο Ἕλληνες καί δυό Γερμανοί ἀνέβηκαν στό Μοναστήρι γιά ἔρευνα.
Στό σημεῖο αὐτό νά ποῦμε, παρενθετικά, ὅτι σχεδόν ὅλοι, ὅσοι ἔγραψαν γιά τά Κεδρύλλια (Γ.Καφταντζῆς, Β.Τζανακάρης κ.ἄ.) ἀναφέρουν ὅτι ὁ Κίκηρας, πρίν μπεῖ στό δωμάτιο τοῦ μοναχοῦ, σκότωσε τό φύλακα- ὑπηρέτη τοῦ Μοναστηριοῦ Δημήτριο (ἤ Γιῶργο) Κάρκα. Περιέργως τό γεγονός αὐτό ἄν καί δέν ἐπιβεβαιώνεται ἀπό κανένα κάτοικο τῶν Κερδυλλίων, ἡ ἔρευνα ἀπέδειξε την ἀλήθεια.
Ὁ Κίκυρας σέ λίγο συνῆλθε καί πλημμυρισμένος αἵματα πῆρε τό δρόμο γιά τά Κάτω Κερδύλλια. Χτύπησε τήν πόρτα τοῦ ἀδελφοῦ του, μά ἐκεῖνος τόν ἔδιωξε. Ἔτσι πῆρε τό δρόμο γιά τό Καστρί μέ σκοπό νά φθάσει στό γιατρό τῆς Εὐκαρπίας Φίλιππο Φυλακτό154. Ὁ Φυλακτός ἀργότερα ἐξομολογήθηκε ὅτι τόν Κίκυρα τόν ἔφεραν στήν πόρτα τοῦ ἰατρείου κάποιοι. Ποιοί; Οἱ συνεργάτες του, λέν πολλοί. Πού σημαίνει ὅτι στό Μοναστήρι συνοδεύονταν καί ἀπό ἄλλους ληστές, οἱ ὁποῖοι δέν μπῆκαν στό δωμάτιο.
Ἄλλοι ἰσχυρίζονται ὅτι μεταξύ Κάτω Κ.καί Καστρίου τόν πρόλαβαν οἱ Χωροφύλακες. Τό ποιοί ἦταν οἱ συνεργάτες του εἶναι μιά ἄλλη ἱστορία πού δέν μᾶς ἐνδιαφέρει... Οἱ χωροφύλακες μετά τό Μοναστήρι, ἀκολουθώντας τίς πατημασιές μέ αἵματα ὁδηγήθηκαν στόν ἀδελφό του, ἀπό κεῖ, μετά τό Καστρί, ἔφθασαν στήν Εὐκαρπία καί πῆγαν στό ἰατρεῖο τοῦ Φυλακτοῦ, ὅπου βρῆκαν τόν τραυματισμένο. Πρίν φθάσουν, ὁ Κίκηρας δήλωσε στό γιατρό ὅτι ἦταν τῆς ὁμάδας Γκένιου, Κερδυλλιώτης κ.λ.π. καί τραματίσθηκε.
Ἐξυπνότερος ὁ γιατρός, γιά καλό καί γιά κακό, τοῦ ἔκοψε μιά ἀπόδειξη 1000 δρχμ. ἡ ὁποία καί τόν ἔσωσε ἀπό τούς Γερμανούς. Οἱ Γερμανοί τόν συνέλαβαν καί μαζί μέ τό γιατρό τούς ὁδήγησαν στήν ἕδρα τοῦ γερμανικοῦ Τάγματος στό Σταυρό. Ὁ γιατρός ἐπέστρεψε στήν Εὐκαρπία μετά τό Ὁλοκάυτωμα. Τόν Κίκυρα τόν κράτησαν στό Σταυρό. Αὐτά συνέβησαν στό Μοναστήρι μέ τούς πρωταγωνιστές πού εἴπαμε. Τό συμβάν ὅμως αὐτό πρόσθεσε ἀκόμη μεγαλύτερη δυσπιστία στούς Γερμανούς. Ἔγινε πλέον πεποίθησή τους πώς ἐδῶ πάνω τά πράγματα εἶναι περισσότερο σοβαρά ἀπ’ ὅσο πίστευαν. Καί πίστευαν πώς παρά τήν τρομοκράτηση οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἐχθροί ἐπικίνδυνοι. Πρόκληση στήν ἡσυχία πού ἤθελαν.
Τά γεγονότα αὐτά, συγκλονιστικά καί ἄκρως ἐπίφοβα γιά τούς ἀνθρώπους τῶν δύο χωριῶν, συνετέλεσαν στό νά ἀρχίζουν νά κουμπώνονται σχεδόν οἱ περισσότεροι ἔναντι τῶν ἀνταρτῶν. Ἄρχισαν νά δυσανασχετοῦν σοβαρά γιά τήν τροφοδοσία καί γιά τίς συχνές ἐπισκέψεις τους .Ἄρχισαν νά λαμβάνουν χώρα σκηνές ἄσχημες στό χωριό. Μά τό ἴδιο καί χειρότερα, ἄρχισαν νά ἀπειλοῦν καί οἱ ἀντάρτες. Ἀπειλές γιά ἀπαγωγές καί πυρπολήσεις σπιτιῶν ἐκείνων πού ἀρνοῦνταν τροφοδοσία καί βοήθεια. Οἱ νουνεχέστεροι καταλάβαιναν πώς ἄν δέν συμμορφωθοῦν μέ τίς ἐντολές τῶν Γερμανῶν κι ἄν σ’ αὐτό δέν βοηθήσουν καί οἱ ἀντάρτες, ἡ κατάσταση θά χειροτέρευε ἀκόμη περισσότερο. Δημιουργήθηκε μιά ἔνταση πού δέν θά ἔβγαζε πουθενά, ἤ μᾶλλον στήν καταστροφή. Ὁ Γκένιος εἰδοποίησε μάλιστα νά μή διανοηθεῖ κανείς νά παρακούσει ἤ νά συμβιβασθεῖ ἤ νά ζητήσει τήν προστασία τῶν Γερμανῶν, ἐπί ποινῆ θανάτου. Τό κλῖμα τοῦ φόβου καί τρόμου ἔφθασε στό κατακόρυφο λίγες μέρες μετά.
Κυριακή 12 Ὀκτωβρίου.
Πρίν ἀκόμη χτυπήσει ἡ δεύτερη κυριακάτικη καμπάνα, οἱ Γερμανοί ἦταν στά χωριά. Τίς ξαναχτύπησαν τώρα ἔντονα καί παρατεταμένα.Ὁ κόσμος ξύπνησε ἀναστατωμένος. Κατάλαβαν. Ὁ Παπαδημήτρης σταμάτησε τόν Ὄρθρο, ἔβαλε πάνω του τό ράσο καί βγῆκε νά δεῖ. Ὁ πατέρας του, Χατζηντίνας, τοῦ ἔκανε νόημα «σσσ.. πάηνι μέσα», ὁ παπάς μούλωξε καί μπῆκε συνεχίζοντας τήν ἀκολουθία. Τό ἴδιο καί στό Κάτω.
Ὁ Γερμανός ἀξιωματικός πάνω σέ μιά πέτρα, στ᾽ ἁλώνια, μίλησε σκληρά, ἀποφασισμένα. Γι᾽ αὐτό καί ἦταν περισσότερο ἐπίφοβος. Συνήθως τσίριζαν κι ἔφευγαν. Σήμερα ἦταν ἥσυχοι. Τούς εἶπε δυό λόγια: ἤ παραδίνετε τούς ἀντάρτες ἤ σκοτώνουμε καί καῖμε τά χωριά, μετέφραζε δυνατά καί κατά λέξη ὁ Παπαγιάννης. Μετά ἔβγαλε ἕνα χαρτί καί θέλησε νά διαβάσει μά δέν μποροῦσε. Τό πῆρε ὁ Παπαγιάννης, τό διάβασε καί ρώτησε: ποῦ εἶναι τά σπίτια αὐτῶν τῶν ἀνταρτῶν; Τσιμουδιά. Ἐπανέλαβε ὁ ἄνθρωπος: δεῖξτε τα γιά νά μήν πάθετε μεγαλύτερο κακό. Τά βρῆκαν καί τάβαλαν φωτιά. Κι ὄχι μόνο τῶν ἀνταρτῶν, ἀλλά καί τῶν τροφοδοτῶν (Μουλλᾶ καί Στοϊλούδη). Σέ δυό λεπτά παρανάλωμα. Φλόγες μέχρι τόν οὐρανό. Καί πῆραν φωτιά κι ἄλλα διπλανά, κολλημένα τό ἕνα στό ἄλλο, περίπου 15. Στό σπίτι τῶν Μιχούδηδων, ἕνα παληκαράκι ἔβαλε τά κλάματα: ἄαα! τού σπίτι μας, καί χοροπηδοῦσε ἀπό ἀγωνία. Τό ἔπιασε ἀπ’ τό γιακά ὁ Ἀξιωματικός καί τό πέταξε δυό μέτρα. Ὁ μικρός σωριάστηκε κι ἄρχισε νά κλαίει δυνατώτερα. Τό φώναξε πάλι καί κάτι τοῦ εἶπε. Κι ὁ Παπαγιάννης μετέφρασε: παιδί μου, εἶπε-«κοντά σέ ξερά καίγονται καί τά χλωρά». Ὁ νεαρός ἐκεῖνος, ὁ σημερινός Μιχαῆλος Μιχούδης, δέ θά τό ξεχάσει ποτέ. Τά σπίτια κάηκαν, οἱ οἰκογένειες ἔμειναν στό δρόμο. Πέρασαν τίς λίγες ἀκόμη μέρες πού τούς ἀπέμειναν σέ συγγενικά σπίτια, Πάνω καί Κάτω. Οἱ Γερμανοί μαζεύτηκαν, ξαναέδωσαν ἕνα χαρτί στόν Παπαγιάννη κι ἐκεῖνος ἐκφώνησε μερικά ὀνόματα: Μουλλᾶς Ἀθανάσιος, Στοϊλούδης Ἰωάννης καί Χατζούδης Χρυσόστομος.Αὐτούς τούς πῆραν μαζί τους στό Σταυρό, ὡς ἐπικίνδυνους συνεργάτες καί τροφοδότες, ὅπως καί τούς Καλώτα Ἀναστάσιο, Πριμούδη Χρυσάφη καί Σαμαρᾶ Ἰωάννη γιατί βρέθηκαν ὅπλα στά σπίτια τους. Πῶς γνώριζαν οἱ Γερμανοί ποιους νά πάρουν; Ἀφελής ἡ ἐρώτηση. Οἱ Γερμανοί ἤξεραν....
Τό Κάτω χωριό κυκλωμένο μέ μυδράλια. Μάζεψαν, γαυγίζοντας σά σκύλοι, ὅλους τούς κατοίκους στ᾽ ἁλώνια τοῦ Κουφούδη, τοῦ Μπουρνουσούζη, ἐκεῖ παραπάνω ἀπό τό μῦλο. Τούς πῆραν καί τά λουριά ἀπό τά πανταλόνια γιά νά μή μποροῦν νά τό σκάσουν. Πρωινό ἄσχημο, Ψιλόβρεχε κι ὅλα τά σκέπαζε ἡ ὁμίχλη. Τούς κάθισαν κάτω.
‘Hσυχία. Σέ λίγο ἄρχισαν τσιρίζοντας τίς ἀπειλές: -ἄν δέν μᾶς παραδώσετε τούς ἀντάρτες φωτιά καί τσεκούρι σέ ὅλους σας. Πάλι ἡσυχία. Κατά τίς 9-10 π.μ. πῆγε νά σπάσει τά σύννεφα ὁ ἥλιος. Τό κρύο τσουχτερό. Ὁ Κώστας Ψαρρᾶς, ἕνας ὁμορφάνδρας τριάντα ἑπτά ἐτῶν, σηκώθηκε, τράβηξε λίγο τό πανταλόνι του νά μήν τοῦ πέσει καί πῆγε δίπλα στόν ἀχυρώνα νά τόν δεῖ ὁ ἥλιος καί νά κατουρήσει. Ὁ Γερμανός πολυβολητής πού βρίσκονταν στό καμπαναριό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τόν εἶδε καί νομίζοντας ὅτι ἑτοιμάζεται νά τό σκάσει τόν πυροβόλησε καί τόν ἄφησε στόν τόπο. Πετάχτηκαν ὅλοι, μά μιά ἄγρια φωνή τοῦ ὑπαξιωματικοῦ τούς κάθισε κάτω. Τά μάτια ὅλων στραμένα στό νέο πού ξεψυχοῦσε. Τελείωσε ἡ συγκέντρωση. Ὁ Γερμανός διάβασε τρία ὀνόματα: Ἀναστάσιος Σκόρδας, Θεόδωρος Μουρμούρης καί Στέργιος Χάϊτας. Τούς πῆραν μαζί τους ὡς ἐπικίνδυνους τροφοδότες καθώς καί τόν Ἀνδρέα Ζαφειρέλη γιατί στό σπίτι του βρέθηκε ἕνα ὅπλο. Ὅλοι αὐτοί καί ἀπό τά Ἄνω καί Κάτω, ἀφοῦ σταλοῦν στή Θεσσαλονίκη γιά ἀνακρίσεις ἐπιστρέφουν στά χωριά δυό μέρες πρίν τό μεγάλο κακό. Ἐδῶ ἀπαιτεῖται μιά παρένθεση γιά νά διευκρινισθεῖ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό γραπτό τοῦ γιατροῦ Φυλαχτοῦ πού παραθέτει ὁ Βασίλης Τζανακάρης γιά τήν ἡμέρα αὐτή, ὅτι δηλ. οἱ Γερμανοί πῆραν μαζί τους μέ δυό καμιόνια στό Σταυρό περίπου 80 Κερδυλλιώτες. Νά τό κείμενο: «Ἀπό τήν Εὐκαρπία μέ ἕνα φορτηγό μέ μετέφεραν στό φρουραρχεῖο τοῦ Σταυροῦ. Προηγουμένως ( ἡ ὑπογράμμιση δική μου) ὅμως περνώντας ἀπό τό «Λιοντάρι τῆς Ἀμφίπολης» εἶδα ὅλη τήν πλαγιά τοῦ βουνοῦ σχεδόν γεμάτη ἀπό ἀνθρώπους τούς ὁποίους οἱ Γερμανοί φόρτωναν στά ἄλλα καμιόνια πού μᾶς ἀκολουθοῦσαν καί τούς ἔπαιρναν μαζί τους.
Ὅταν φθάσαμε στό Σταυρό μᾶς μάντρωσαν στήν αὐλή τοῦ ἐκεῖ δημοτικοῦ σχολείου καί μᾶς ἄφησαν νά περιμένουμε μέχρι τό βράδυ ὁπότε καί μᾶς μετέφεραν σέ ἕνα θάλαμο τοῦ σχολείου γιά νά κοιμηθοῦμε....Τήν ἄλλη μέρα μᾶς πῆγαν στήν Ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ ὅπου ἄρχισαν τίς ἀνακρίσεις... Ἀργότερα ἦρθαν καί οἱ κάτοικοι τῶν Κερδυλλίων πού θά πρέπει νά πῶ ὅτι ἦταν τουλάχιστον καμιά ὀγδονταριά(ὑπογρ. δική μου) χωρίς ὅμως νά ξέρουν γιατί βρίσκονταν ἐκεῖ ὅπως δέν ἤξερα κι ἐγώ ὁ ἴδιος Οἱ ἀνακρίσεις (διήρκεσαν) τρεῖς-τέσσερις μέρες. Τήν προτελευταία τά μέτρα πίεσης ἀπό μέρους τῶν Γερμανῶν πρός τούς κρατουμένους ἄνδρες τῶν Κερδυλλίων χαλάρωσαν κι ἔτσι μπορούσαμε νά λέμε καμιά κουβέντα.. Τελικά τόσο ἐγώ ὅσο καί οἱ Κερδυλλιῶτες ὅτι ἡ ὑπόθεση εἶχε λήξει καί δέν θά ἔπρεπε νά φοβόμαστε τίποτα. Κι ἔτσι ἐκεῖνο τό τελευταῖο βράδυ πέσαμε νά κοιμηθοῦμε περισσότερο ξένοιαστοι. Δίπλα μου κοιμόταν ἕνας μπακάλης τῶν Κάτω Κερδυλλίων πού ὀνομαζόταν Σκόρδας... Πρίν τό ξημέρωμα οἱ Γερμανοί χωρίς νά τό περιμένει κανένας εἰσέβαλαν στήν αἴθουσα τοῦ σχολείου, μᾶς σήκωσαν μέ φωνές ἀπό τόν ὕπνο καί φόρτωσαν ὅλους τούς Κερδυλλιῶτες σέ καμιόνια... Ἀργά πρός τό σούρουπο τά αὐτοκίνητα πού εἶχαν ξεκινήσει μέ τούς Κερδυλλιῶτες ἐπέστρεψαν ἄδεια. Πρός τό βράδυ ἦρθε καί μέ πῆρε ἕξω ἕνας Γερμανός ἀξιωματικός. Ἐκεῖ εἶχε ἕνα διερμηνέα μέ τόν ὁποῖον καί συνεννοοῦνταν στά γαλλικά. Μόλις μέ εἶδε μοῦ εἶπε: «Σήμερα πήγαμε πάνω στά Κερδύλλια ἐκτελέσαμε ὅλους τούς κατοίκους καί κάψαμε τά χωριά».155
Τό κείμενο αὐτό εἶναι καθ᾽ ὁλοκληρία ἀναληθές για νά μην πῶ φανταστικό. Ὁ Φυλαχτός συνελήφθη στίς 9 Ὀκτωβρίου καί ὁδηγήθηκε στό Σταυρό μαζί μέ τόν Κίκηρα. Τήν ἡμέρα αὐτή δέν εἶδε κανένα Κερδυλλιώτη στό Λιοντάρι, οὔτε οἱ πλαγιές ἐκεῖ ἦταν γεμάτες ἀνθρώπους, ἐκτός ἄν ὑπῆρχε κανένα κοπάδι γίδια.
Στό Σταυρό σέ λίγες μέρες (στίς 12, Κυριακή) ἦρθαν κρατούμενοι δέκα (10) Κερδυλλιῶτες. Οἱ δέκα δέν εἶναι οὔτε ὀγδόντα, οὔτε τούς πῆραν ἀπό καμιά πλαγιά, ἀλλά ἀπό τή μέση τῶν χωριῶν. Οὔτε, βέβαια, ἐκτέλεσαν ὅλους τούς κατοίκους. Ἄν τό κείμενο γράφτηκε μετά ἀπό πενῆντα χρόνια (πέθανε στήν Ἀθήνα τό 1991), μετά τήν ἐπάνοδό του ἀπό τήν Πολωνία, τότε δικαιολογοῦνται οἱ ἀναλήθειες, λόγω λήθης... Πολλά σχόλια θά μποροῦσε νά κάνει κανείς....
Ἐπανερχόμαστε.
Ὁ θάνατος τοῦ Ψαρρᾶ καί ἡ πυρπόληση τῶν σπιτιῶν στά Ἄνω Κερδύλλια ἦταν τό πένθιμο προανάκρουσμα ὅσων θά ἀκολουθοῦσαν σέ λίγες μέρες. ‘H τύχη τῶν ἀνθρώπων μας ἦταν πλέον προδιαγεγραμμένη.
Ἔφυγαν σέ λίγο οἱ Γερμανοί καί οἱ συγκεντρωμένοι τόβαλαν στά πόδια καί κλείστηκαν στά σπίτια τους. Λίγοι μονάχα ἡλικιωμένοι κάθισαν καί μοιρολογοῦσαν στο καφενεῖο τοῦ Τάσου Σκόρδα. Ὁ Πρόεδρος, Χριστόδουλος Καστανᾶς, τούς καθησύχαζε λέγοντας πώς δέ θά τολμήσουν ἄλλο κακό. Πώς θά διαμαρτυρηθοῦν ἐπίσημα μέ τούς Ἀνωκερδυλλιῶτες στό Σταυρό, στή διοίκηση τοῦ τάγματος. Ἐξ ἄλλου τό Κάτω χωριό δέν ἔχει ἀντάρτες στό βουνό. Μά τόν τρόμο, αὐτό τό ἀόρατο φίδι πού τρώει τά σωθικά, χειροπιαστό σχεδόν, τόν ἔβλεπες· κυκλοφοροῦσε παντοῦ: στά σπίτια, στούς δρόμους, στά μάτια τῶν γυναικῶν καί τῶν παιδῶν, ἀκόμη καί στ᾽ ἄψυχα.
Ὅλα αὐτά ἔγιναν γνωστά στό βουνό τήν ἴδια στιγμή. Κι ἀπό κεῖ ἦρθε πάλι ἡ ἀπειλή: μή τολμήσετε νά ζητήσετε τήν προστασία τῶν Γερμανῶν.....
‘H ἀπειλή ὅταν ἐκτοξεύεται ἀπό ψηλά, μακρυά ἀπό τόν ἐπικρεμάμενο κίνδυνο, κίνδυνο ζωῆς ἑκατοντάδων ἀνθρώπων, δέν εἶναι πλέον ἀπειλή, μά ἔγκλημα ἐσχάτης προδοσίας. Καί αὐτά μέν ὁ ἀρχηγός τῆς ὁμάδας. Διότι, μήν εἴμαστε ἀφελεῖς, οὔτε ὁ Κρυστάλλης Χουβαρδᾶς, οὔτε κανένας ἄλλος εἶχαν τό θάρρος νά διαφωνήσουν μέ τόν «καπετάνιο».
Στό χωριό ὅμως ὑπῆρχαν ἄνθρωποι πού σκέφτονταν ἀλλοιῶς. Ἀπό τό λαιμό μας -πίστευαν- κρέμεται ἡ ζωή ὅλων. Κι αὐτοί οἱ λίγοι ἦταν κυρίως ὁ Πρόεδρος, τό Κοινοτικό Συμβούλιο, ὁ δάσκαλος, ὁ παπᾶς κι ἄλλοι σοβαροί ἄνθρωποι. Τήν ἴδια μέρα -Κυριακή- τό ἀπόγευμα ὁ Πρόεδρος Δημήτριος Τσάγκας εἰδοποίησε τούς συμβούλους του γιά συνεδρίαση στήν Κοινότητα. Μά θεωρήθηκε ἐπικίνδυνο. Οἱ φίλοι τῶν ἀνταρτῶν δέν θά ἄφηναν νά συνέλθη, νά γίνει συζήτηση καί νά παρθοῦν οἱ ἀναγκαῖες ἀποφάσεις. Ἔτσι ἐκρίθη νά συναντηθοῦν ἔξω ἀπό τό χωριό, στά πεῦκα, τό βράδυ. Αὐτό βέβαια ὑπερέβαινε κάθε ἀνεκτό ὅριο. Ὁ τρόμος πλέον τούς πιέζει ἑκατέρωθεν. Καί καλά ἀπό τούς Γερμανούς, μά κι ἀπ’ τούς δικούς μας; Συναντήθηκαν, καί τότε φάνηκε ἡ σημασία καί τό βάρος τῆς «ἄνωθεν» ἀπειλῆς. Ὁ Πρόεδρος πρότεινε: μιά τριμελής ἐπιτροπή νά πάει στή Θεσσαλονίκη, νά δεῖ
τόν πολιτικό καί στρατιωτικό Διοικητή, Ἕλληνα καί Γερμανό, νά ἐκθέσει τήν κατάσταση, νά ἀποδείξει τήν ἀθωότητα τῶν κατοίκων, νά ζητήσει τήν προστασία καί νά δηλώσει πρόθυμη νά συνεργασθεῖ γιά τό καλό τοῦ χωριοῦ. Καί ἡ Ἐπιτροπή αὐτή νά ἀποτελεῖται ἀπό τόν ἴδιο, τόν ἀντιπρόεδρο Γεώργιο Πατσιᾶ καί τό γραμματέα Γεώργιο Παμπόρη. Ἔντρομος ὁ Γιῶργος Πατσιᾶς εἶπε: «Ὄχ’ , ὄχ’ , γώ δέν πααίνου. Δέν μπορῶ, φουβοῦμι». Τοῦ ζήτησαν ἐξηγήσεις κι ὁ ἄνθρωπος ἐξομολογήθηκε φοβισμένος: «Ἦρθαν σπίτ’ ἄνθρωποι (εἶπε ὀνόματα) τοῦ Γκένιου καί τῶν ἀνταρτῶν, συγγενεῖς μας, καί μέ ἀπείλησαν. ‘H Λένκω κριμάσκι ἀπ’ τού λιμόμ’ κί μι ὥρκισι νά μή πάω. Δέν μπορῶ, ἄς πάει ἄλλος», καί κάθισε στά χορτάρια ἀπό τήν ταραχή του. Τό ξανασκέφτηκαν καί πάλι μετά τήν ἄρνηση τοῦ Πατσιᾶ, μά δέν ὑποχώρησαν. Σέ ἀντικατάστασή του ὥρισαν τόν Κοινοτικό σύμβουλο Ἀλέξανδρο Παπάρα. Ὅλη τή νύχτα δέν κοιμήθηκε κανένας τους. Συλλογίζονταν ἄν ἔπρεπε νά κάνουν τό διάβημα αὐτό. Κι ἄν δικαιώνονταν; Κι ἄν δέ γίνονταν τίποτα; Τουλάχιστον ἔκαναν ὅ,τι μπόρεσαν... Τήν ἄλλη μέρα χαράματα ἄφησαν τόν τόπο τοῦ θανάτου.
Στό Σταυρό χάνουν τό τρενάκι καί διανυκτερεύουν ἀνακρινόμενοι ἀπό τούς Γερμανούς. Τήν ἄλλη μέρα (Τετάρτη) μέ τό τρενάκι στό Λαγκαδᾶ κι ἀπό κεῖ στή Θεσσαλονίκη.
Ἄγνωστοι ἐν μέσω ἀγνώστων πηγαίνουν στό Ξενοδοχεῖο Η ΝΙΓΡΙΤΑ, τοῦ μακαρίτη Γιώργου Ράμμου. Ἐκεῖ διέμεναν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τῆς Βισαλτίας.
Ποῦ νά πᾶν; Πλησιάζουν τή Γενική Διοίκηση Βορείου Ἑλλάδος (τό νῦν Ὑπουργεῖο Μακεδονίας-Θράκης), μά δέν μποροῦν νά μποῦν μέσα. Στό Ξενοδοχεῖο ἔμενε κι ἕνας Σερραῖος δικηγόρος, ὁ Θανάσης Παπαναγιώτου, πού εἶχε προσβάσεις στή Γεν.Διοίκηση. Μ᾽ αὐτόν μπροστάρη κατορθώνουν νά μποῦν τήν Πέμπτη 16 Ὀκτωβρίου. Γενικός Διοικητής-τρόπον τινά ὑφυπουργός-ἦταν τότε ὁ Βασίλειος Σιμωνίδης. Ἔλειπε. Τούς δέχεται ὁ Γεν. Γραμματέας Σταῦρος Ἀφουξενίδης, ἀναπληρωτής Γεν.Διοικητῆ. Τοῦ ἐκθέτουν τήν κατάσταση μέ τά μελανώτερα χρώματα καί ἱκετεύουν τή μεσολάβησή του. Τό ἴδιο κάνουν καί στόν ἰδιαίτερο τοῦ ἰδιαιτέρου, Καραθόδωρο, ἕναν πουλημένο στά στρατεύματα Κατοχῆς δοσίλογο, πού κατά πᾶσα πιθανότητα ἡ κρίση του βάρυνε στήν ἀπόφαση τῶν Γερμανῶν, νά τελειώνουν μέ τά Κερδύλλια. Μετά ἀπό διαδικασίες καί κωλυσιεργίες ἀπό Γερμανικῆς πλευρᾶς προσπαθοῦν νά δοῦν τό Γερμανό Πολιτικό Διοικητή Θεσσαλονίκης καί Αἰγαίου (δέν ἤθελε νά τούς δεχθεῖ- τό πρᾶγμα ἦταν τελειωμένο γι αὐτόν) Κάρλ Μπάρμπαχ, καί τό κατορθώνουν . Τούς δέχεται δυό λεπτά, τούς μιλάει σκαιά, προτείνει νά ὑπογράψουν ἕνα Ὑπόμνημα καί τούς διώχνει.
Ἀμέσως ὁ δικηγόρος Παπαναγιώτου, πού ἤξερε γερμανικά, τό μεταφράζει καί σχεδόν χωρίς νά τό διαβάσουν τό ὑπογράφουν ἀπό μέρους ὅλων τῶν κατοίκων. Δέν ὑπῆρχε οὔτε χρόνος, οὔτε διάθεση γιά συζητήσεις γύρω ἀπό τό περιεχόμενο. Προεῖχε ἡ σωτηρία τοῦ τόπου καί μόνο. Ἄλλωστε οἱ ἄνθρωποί μας εἶχαν ὑποσχεθεῖ τά πάντα: μόνο νά σωθοῦν τά χωριά. Μέ μιά ὑπογραφή νά σώσεις δυό χωριά δέν εἶναι μικρή ὑπόθεση. Ἰδού:
«Μέ συμμορίτες δολοφόνους δέν ἔχομεν καμίαν σχέσιν, τίποτα τό κοινόν.
Ἀπεφασίσαμεν τά ἀκόλουθα, τά ὁποῖα καί δημοσίως καθιστῶμεν γνωστά:
1. Πιστοποιοῦντες ὅτι τά μέτρα τά ληφθέντα παρά τῶν γερμανικῶν ἀρχῶν ἐναντίον τῶν συμμοριτῶν, οἱ ὁποῖοι δυστυχῶς εὑρίσκονται εἰς τήν περιφέρειαν τῆς κοινότητός μας ἦσαν ἀπολύτως δίκαια.
2. Καταδικάζομεν τούς συμμορίτας αὐτούς ὡς ἐγκληματίας καθ᾽ ὅτι αἱ πράξεις των εἶναι ἐγκληματικαί καί ἀντεθνικαί.
3. Θά καταρτίσωμεν πολιτοφυλακήν ὅπως συνδράμωμεν τήν ἑλληνικήν ἀστυνομίαν εἰς τάς ἐνεργείας της.
4. Θά καταγγείλωμεν πρός τάς ἀστυνομικάς ἀρχάς πάντα ὕποπτον, ὁ ὁποῖος θά παράσχη τροφήν καί ἄσυλον εἰς μέλος οἱασδήποτε συμμορίας.
5. Θά ἐκτελέσωμεν προθύμως κάθε τι τό ὁποῖον θά μᾶς ὑποδείξη ἡ ἑλληνική ἀστυνομία.
6. Εἴμεθα πεπεισμένοι ὅτι εἰς τό μέλλον θά ὑπάρξη ἄρρηκτος φιλία μεταξύ ἡμῶν καί τῶν γερμανικῶν στρατευμάτων. Μόνον ἔτσι θά ζήσωμεν ἀφόβως.
‘H δήλωσις αὕτη εἶναι κατηρτισμένη εἰς τριπλοῦν καί ὑπογεγραμμένη παρά τοῦ προέδρου τῆς κοινότητος καί τῶν περισσοτέρων κατοίκων».
Ἤδη οἱ ψυχές τους βάραιναν πολύ, ἀσήκωτα. Ὁ Ἀφουξενίδης τούς ὑποσχέθηκε νά μεσολαβήσει. Πιέζοντας τόν ἑαυτό τους προσπάθησαν νά βάλουν λίγο κουράγιο καί μιά στάλα αἰσιοδοξίας στίς ψυχές τους, μά δέν γίνονταν. Κάθισαν λίγο στό ξενοδοχεῖο νά πάρουν μιάν ἀνάσα. Βουβοί, ἄλλοτε ὁ ἕνας ἔβλεπε βαθιά στά μάτια τοῦ ἄλλου κι ἄλλοτε ἀναστέναζαν. Μιλιά. ‘H σιωπή τους ἦταν ἐκκωφαντική... σοῦ ἔσπαζε τά τύμπανα. Καταστάλαζε μέσα τους ἡ ἰδέα πώς τό τέλος ἔρχεται. Τό ψευτοϋπόμνημα πού ἀναγκάστηκαν νά ὑπογράψουν, τούς χαμογελοῦσε τώρα σαρκαστικά. Πῆραν τό τρενάκι καί τήν Παρασκευή τό ἀπόγευμα ἔφθασαν στό Σταυρό.
Ἐκεῖ μαθαίνουν τήν καταστροφή. Ξεχνώντας τρουβάδες κι ὅ,τι ἄλλο εἶχαν μαζί τους ἔφυγαν τρέχοντας. Ἀσθμαίνοντας πλησίασαν τόν τόπο ἐκτέλεσης.
Ἀπό μακρυά τούς εἶδαν μερικοί γέροι καί κάτι νεαροί πού ἦταν μαζεμένοι στόν «τόπο».. Ἔτρεξαν πρός τό μέρος τους, μά ἐκεῖνοι ἔπεσαν πάνω στά ὑγρά «μνήματα» ὅπου μισοφαίνονταν τά σώματα οὐρλιάζοντας. Δέν μποροῦσαν νά βροῦν κανένα δικό τους κι αὐτό μεγάλωνε τόν καημό. Κάθησαν στό χῶμα πού τούς σκέπαζε ὦρες. Ἅπλωσαν λίγο βαθύτερα τά χέρια τους καί ἄγγιξαν τά σώματα πού ἀκόμα ἦταν χλιαρά. Ἕνα βογγητό, ἕνας βαθύς γόος συνεπῆρε μαζί ὅλους.

17η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ

Τή νύχτα, βαθειά χαράματα Παρασκευῆς, τῆς 16 Ὀκτωβρίου, μέ τρία αὐτοκίνητα μετακινήθηκε τό γερμανικό Τάγμα τοῦ Σταυροῦ στήν περιοχή τοῦ Τσάγεζι. Τό ἕνα σταμάτησε στό Στόβουλο156 καί ξεφόρτωσε τούς πάνοπλους Γερμανούς στρατιῶτες. Τό ἄλλο σταμάτησε πρίν τό Τσάγεζι, ἐκεῖ πού σήμερα εἶναι ἡ στροφή γιά τά χωριά καί τό τρίτο τράβηξε πρός Εὐκαρπία. Μά στό Χάντακα157 σταμάτησε καί ξεφόρτωσε. Δύο λόχοι. Γύρω στά 400 ἄτομα. Πῆραν τά μονοπάτια-τά ἤξεραν κι ἀπ’ τίς ἄλλες φορές- καί σάν κλέφτες τή νύχτα, κύκλωσαν πρωί-πρωί τά χωριά. Ἔκαναν τρεῖς ζῶνες, ὥστε νά καστατεῖ ἀδύνατη ἔστω καί μιά διαφυγή. Οὔτε τά σκυλιά τῶν κοπαδιῶν τούς πῆραν χαμπάρι. Ἕξι ἡ ὥρα βγῆκε νά κατουρήσει ὁ Νάκος Κωστούδης καί τούς εἶδε-μές στό μισοσκόταδο. Στις ἑπτά ἡ ὤρα εἶχαν πλημμυρίσει καί τά δυό χωριά. Τό σχέδιο ὅμοιο. Μέ φωνές καί χτυπήματα στίς πόρτες σήκωσαν ὅλους τούς κατοίκους.
- Καλά ἔλεγα ἐγώ νά μήν ἔρθω ψές τό βράδυ, μονολογοῦσε ὁ ἕνας.
- Γιατί ρέ νά μή γυρίσω πίσου; ὁ ἄλλος πού κατεβάζοντας τό γάλα καί τούς εἶδε ἀπό μακρυά.-« Ἄς εἶνι, τί θά μι κάνουν; κι ἄλλ᾽ φουρά ἦρταν».
Ἀγουροξυπνημένος ὅλος ὁ κόσμος. Πολλοί ὀσμίστηκαν τό θάνατο. Μά οἱ περισσότεροι τό ἔβγαζαν ἀπ’ τό μυαλό τους. «Ἕνα χωριό ὁλόκληρο»! ‘H πρωτοφανής ἀγριότητα τῶν προηγούμενων ἡμερῶν δέ στάθηκε ἱκανή νά τούς ἐμβάλλει τήν ἀπειλή πού ἦταν ὀλοφάνερη. Τούς μάζεψαν στ᾽ ἁλώνια ψηλά σέ δυάδες καί μέ προτεταμένα τά ὅπλα. Ἔντρομες οἱ γυναῖκες, κάνοντας τό σταυρό τους, ἀκουλουθοῦσαν. Μία ἀπ’ αὐτές, ἡ μάνα τοῦ Παπαδημήτρη, δέν ἄντεξε. Ὁ φόβος πού τήν ἔλυωνε, τά πολλά χρόνια, ἡ ἀνηφόρα μέ τήν ἀπειλή τοῦ κοντακιοῦ τοῦ ὅπλου πού ἔπεφτε σέ πλάτες καί πόδια, τή σώριασε στό χῶμα. Ἔτρεξαν οἱ ἄλλες, μά ἦταν ἀργά. ‘H γερόντισσα, ἡ Φωτεινή Χατζηντίναινα, ἦταν νεκρή. Σχεδόν τήν ἄφησαν μόνη. Στόν κρανίου πλέον τόπο χώρισαν τά γυναικόπαιδα σπρώχνοντας, καί βρίζοντας τά ὡδήγησαν στο δρόμο για τό Καστρί. Παρέμειναν ἐκεῖ 2-3 στρατιῶτες με προτεταμένα τά ὅπλα. Τούς ἄνδρες ὅλους, μέ δεμένα τά χέρια τούς ὁδήγησαν στό ἁλώνι τοῦ Κολυφοῦ καί τούς ἔσπρωξαν στό κάτω μέρος κι ἀπέναντι, ὥστε νά φαίνονται ἀπό ψηλά. Ὅλοι συνωστίζονταν ὁ ἕνας κοντά στόν ἄλλο, χωρίς μιλιά. ‘H πνοή τοῦ θανάτου τούς ἄγγιξε καλά, τήν ἔνοιωθαν. Ἀνάμεσά τους μερικά νεαρά παιδιά πιασμένα στά χέρια τῶν πατεράδων τους πού τά ἔδιναν κουράγιο: «μή φουβᾶσι ρέ, δέ μᾶς κάμνουν τίπουτα». Ἕνας στρατιώτης τά ἐντόπισε: Βασίλειος Σαμαρᾶς, Βασίλειος Καμμούδης καί Παναγιώτης Τσάγκας. Τούς πῆγαν στόν ἀξιωματικό. Τούς ρώτησε πόσων ἐτῶν εἶναι, εἶπαν 14 καί τούς ἔδιωξε: Μama, mama, στή μαμά σας. Ξαφνικά θόρυβος. Σηκωτό παίρνουν κάποιο, πάνω στόν ὁποῖο βρῆκαν πιστόλι. Τόν πῆγαν στόν ἀξιωματικό κι αὐτός τόν ρώτησε ποῦ τό βρῆκε
- Ἐσεῖς μοῦ τό δώσατε, μοῦ τό ἐπιστρέψατε.
Ὁ Νῖκος Εὐθυμίου, δασικός, δημόσιος ὑπάλληλος. Τοῦ τό ἔδωσε πίσω καί τόν ἔδιωξε στό κρατητήριο τῆς Κοινότητας μέχρι πέρατος τῆς «διαδικασίας». Μαζί μέ τό Δάσκαλο, τόν Κώστα Γκουβέτα καί τόν Παπαδημήτρη, χώρισαν καί 15 γέροντες ὑπερήλικες καί τούς πῆγαν καί τούς ἔκλεισαν στήν Κοινότητα, μέσα, ὄχι ἔξω.
Ἐκεῖ παραπέρα, στό ἴδιο ἁλώνι, ἦταν καθισμένος ἕνας Γερμανός στρατιώτης μέ τό πολυβόλο νά τούς σκοπεύει. Ὁ Γερμανός ἀξιωματικός ἤξερε λίγα σπασμένα ἑλληνικά. Σήμερα δέν εἶχαν διερμηνέα. Δέν ἤθελαν ἕναν ἐπίσημο μάρτυρα τοῦ ἀνοσιουργήματος πού θά ἔκαμναν σέ λίγο.Ὅταν μπῆκαν στό χωριό, πῆραν ἀπό τήν κοινότητα τό Δημοτολόγιο. Στή συνάθροιση αὐτή ὁ ἀξιωματικός ζήτησε τόν Πρόεδρο. Ἀπών. Φώναξαν τόν Ἀντιπρόεδρο. Ὁ ἄτυχος Γιῶργος Πατσιᾶς ἀνέβηκε στό ψήλωμα, πῆρε τό βιβλίο. Τοῦ ὑπέδειξαν νά διαβάζει μόνο ἐκείνους πού γεννήθηκαν ἀπό τό 1880 μέχρι τό 1925: ἀπό 16 μέχρι 60 ἐτῶν. ‘H διαδικασία αὐτή, τό πόσοι καί ποιοί θά ἐκτελεσθοῦν, ποιοί θά ἐξαιρεθοῦν ἀνῆκε ἀποκλειστικά στή διάκριση καί εὐχέρεια τοῦ ἐπικεφαλῆς ἀξιωματικοῦ. Διάβασε τά ὀνόματα φωναχτά. Ἄκρα τοῦ τάφου σιωπή. Στό τέλος ἔκλεισε τό βιβλίο καί τό ἔδωσε στό Γερμανό. Αὐτός ἀφοῦ τό πῆρε, τοῦ ἔδωσε δυό σπρωξιές κι ἐκεῖνος κύλησε πρός τά κάτω, στό σύνολο τῶν μελλοθάνατων. Μαζί μέ τούς κατοίκους τῶν χωριῶν ὑπῆρχαν καί ἀρκετοί ἑτεροδημότες. Κι αὐτούς τούς συμπεριέλαβαν στούς μελλοθανάτους. Καί μόνο ἡ παρουσία τους θεωρήθηκε ἐνοχή.
Τό ἴδιο καί Στά Κάτω Κερδύλλια. Ἐκεῖ μαζεύτηκαν στίς Περιστεριές. Ἐδῶ ξεφόρτωσαν αὐτούς πού κρατοῦσαν στό Σταυρό (Σκόρδα Τάσο καί Θεόδωρο, Μουρμούρη,-Ὄχι τόν Κίκυρα. Αὐτός εἶχε μεταφερθεῖ στή Θεσ/νίκη, στό Ἑπταπύργιο (Γεντί Κουλέ) ὅπου καί ἐκτελέσθηκε158. Μαζί μ᾽ αὐτούς κατέβασαν καί τούς Μουλλᾶ,Στοϊλούδη καί Χατζούδη, ἀπό τό πάνω χωριό.159
Τό ἀπάνθρωπο τῶν Γερμανῶν σοῦ ἔκοβε τήν ἀνάσσα. Στό χωριό τήν προηγούμενη μέρα, στίς 16, ἦρθε ἕνας παπᾶς ἀπό τήν Κάρυανη: Παπαχριστόδουλος Δημανίδης. Ἕνας ἀγαθός λευίτης. Ἔφερε τά δυό του παιδιά, παληκαράκια, πού ἔπασχαν ἀπό ἐλονοσία. Καίγονταν στόν πυρετό. Τἄφερε γιά τό κλῖμα, τόν καθαρό ἀέρα, ἀλλά καί γιά νά τά γλυτώσει ἀπό τούς Βουλγάρους. Κατάκοιτα τά παιδιά, ἄρρωστα τοῦ θανατᾶ, δέν ἀπετέλεσαν ἐξαίρεση παρά τίς παρακλήσεις καί τά δάκρυα τοῦ ἱερέα.
Ἐδῶ τά ὀνόματα τά διάβασε ὁ δάσκαλος τοῦ χωριοῦ Ἰωάννης Μαρσέλος.
Ἔβγαλαν ἀπό τό σύνολο τούς νεαρούς Βάγιο Θεοδόση, Γιάννη Εὐαγγελούδη καί Σταῦρο Χούπη, πού μεγαλόδειχναν καί τούς λίγους ὑπερήλικες γέροντες καί ὅλους τούς ἔκλεισαν στό Σχολεῖο. Τούς ὑπόλοιπους τούς ὡδήγησαν στό γνωστό μας τόπο τοῦ μαρτυρίου τους, στίς Κοῦτρες.
ΩΡΑ 9 π.μ. Ξαφνικά ἔλαμψε στό μουντό οὐρανό μιά φωτοβολίδα μέ κόκκινο χρῶμα. Ἦταν τό σύνθημα. Χωρίς διαταγές τά πολυβόλα ἄρχισαν νά ξερνοῦν τό θάνατο καί στά δυό χωριά. Θερίζουν κορμιά πού πέφτουν τό ἕνα πάνω στό ἄλλο. Βόγγοι θανατεροί, κραυγές πού σκίζουν τήν πλαγιά καί πού σιγά-σιγά καταλαγιάζουν ἀδύναμες. Ὁ θάνατος ἦρθε πολύ γρήγορα. Γιά νά ὁλοκληρωθεῖ μετά ἀπό λίγο μέ τή χαριστική βολή. Δέν ὑπῆρχε καμιά διαφυγή σωτηρίας. Κάποιο παληκάρι, ὁ Στεργιανός, ἔκανε ἕνα ἀπονενοημένο ἐγχείρημα: ὥρμησε πρός τά πάνω νά ξεφύγει, μά ἡ ριπή τόν βρῆκε ἀμέσως.
Ἴσως ἄν ὅλοι ὡρμοῦσαν, κάποιοι θά γλύτωναν. Tό μοναδικό αὐτό πτῶμα βρέθηκε ἀπ’ τούς γέροντες λίγο παραπάνω καί μεταφέρθηκε μαζί μέ τά ἄλλα.
Μετά τό φονικό οἱ Γερμανοί στρατιῶτες πέρασαν ἀπό τά σπίτια, ἄνοιξαν τίς αὐλές νά φύγουν τά ζῶα. Ζωόφιλοι οἱ μισάνθρωποι ἐγκληματίες.
Πέρασαν λίγες στιγμές. Τότε οἱ στρατιῶτες πού φύλαγαν τά γυναικόπαιδα εἶπαν σ᾽ ὅλους νά πᾶν στά σπίτια τους καί νά πάρουν ὅ,τι καί ὅσα πράγματα μποροῦν, γιατί θά κάψουν τά χωριά. Τό ἀνθρωπομάνι αὐτό, τό συντριμμένο, σάν ἀπό ἔνστικτο, ζωντάνεψε καί ὁρμησε στά σπίτια. Τά εἶχαν χαμένα. ‘H ψυχή ἔφθασε στό στόμα: τί νά πρωτοπάρουν, τί ν’ ἀφήσουν; Ἔκαμαν μποξιάδες160 κι ἔβαλαν μέσα ὅ,τι ἔβρισκαν μπροστά τους. Φόρτωσαν ἀπό ἕναν στά παιδιά μικρά-μεγάλα κι ἀπό κεῖ γιά τό Καστρί. Μά σταμάτησαν στό δρόμο καί στό λάκκο, παρακάτω, στόν Τοπουλᾶ.
Σχεδόν ἀμέσως οι Γερμανοί περνώντας ἀπό κάθε σπίτι χωριστά ἔριχναν μιά ἐμπρηστική σκόνη καί ἄναβαν φωτιά. Κόλαση σέ ἕνα λεπτό. Τά σπίτια λαμπάδιασαν ἀμέσως. Φλόγες κατάτρωγαν τά πάντα φωτίζοντας τόν οὐρανό μέρα μεσημέρι· ὁ καπνός σκέπασε τά πάντα κάνοντας τήν ἀτμόσφαιρα ἀποπνικτική. Ἦταν τόσος πού φαίνονταν ὄχι ἀπλῶς ἀπό τά ἀπέναντι χωριά, μά ἀπό πολύ μακρυά. Θυμᾶμαι, στά Στεφανινά, ὁ κόσμος ψιθύριζε πώς κάτι κακό γίνεται. Τέτοια φωτιά δέν εἶχαν ματαδεῖ. Κάηκαν σπίτια 114. Ἐξαίρεση μία καί στά δυό χωριά: οἱ Ἐκκλησίες.
Στό Κάτω χωριό ἔβγαλαν ὅλο τόν κόσμο, τόν ἀνέβασαν πρός τό ξέφωτο, δίπλα στήν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγ. Γεωργίου καί τούς ἀνάγκασαν νά πάρουν τόν κατήφορο μέ τό δρομάκι πρός τό Καστρί. ‘H ἴδια διαδικασία κι ἐδῶ. Κανείς δέν τολμοῦσε νά πάει στά πτώματα. Οἱ Γερμανοί, μετά τή δολοφονία καί τή χαριστική βολή, ἔβγαλαν τούς κρατούμενους ἀπό τήν Κοινότητα στά Ἄνω Κερδύλλια, τό ἴδιο καί στά Κάτω καί τούς ἔφεραν στόν τόπο μέ τά πτώματα. Τούς διέταξαν νά τά θάψουν. Ἐκεῖνοι ὅμως ἔψαχναν τούς δικούς τους. Δυό ριπές τούς συνέφεραν. Πῆραν φτιάρια κι ἄρχισαν νά σκάβουν. Μά δέ σκάβονταν ὁ τόπος, ἦταν σχεδόν λάσπη. Ἔξυσαν τά χόρτα, μιά πιθαμή, τοποθέτησαν κολλητά σχεδόν ὅλα τά πτώματα καί τά παράχωσαν. Ἐδώ φαίνονταν ἕνα χέρι, παραπέρα ἕνα πόδι μέ τό παπούτσι, πιό ἐκεῖ γλύστρησε τό χῶμα καί φάνηκε τό κεφάλι. Πῆγαν στά καμμένα σπίτι κι ὅπου ἀλλοῦ καί κουβάλησαν λαμαρίνες. Μ᾽ αὐτές σκέπασαν τά πτώματα κι ἔρριξαν ἀπό πάνω καί στα ἄκρα λίγο χῶμα. Ποῦ καιρός γιά ταφή! Ἔφθασαν σέ λίγο τρεῖς χωροφύλακες ἀπό τήν Εὐκαρπία καί βοήθησαν στό ἔργο τῆς «ταφῆς».
Ὅλα αὐτά γίνονταν ἀπό τίς 9 τό πρωί μέχρι τίς 2 τό μεσημέρι.
Τά ἴδια καί στά Κάτω. Ὁ κόσμος πίσω ἀπό τόν Ἁηγιώργη. Ὥρμησαν κι αὐτοί στό σύνθημα τοῦ Γερμανοῦ στρατιώτη πρός τά σπίτια τους. Φορτώθηκαν ὅ,τι μπόρεσαν καί πῆραν τό δρόμο γιά τό Καστρί. Τό ἴδιο φρικτό θέαμα μέ τούς ἀνθρώπους τῶν Ἄνω. Κάηκαν σπίτια 65.
Τήν ἄλλη μέρα ἔγινε τό μέγα πένθος καί ὁ μεγάλος θρῆνος: ἡ ἀναγνώριση τῶν πτωμάτων. ‘H γραφίδα τοῦ συγγραφέα δέν μπορεῖ νά περιγράψει τό θρῆνο, τόν ὀδυρμό, τούς γόους καί τούς κοπετούς. Τό σκίσιμο τῶν ρούχων, τῶν προσώπων, τίς κραυγές καί τά ἀγκαλιάσματα τῶν νεκρῶν συζύγων, πατεράδων, παππούδων, ἀδελφῶν... καί...τόν ἀπόχωρισμό.161
Πῶς μπορεῖ κανείς νά φαντασθεῖ τό ἀδιανόητο; Δύο ὁλόκληρα χωριό πεσμένα μέ τά μοῦτρα σέ ἕνα στρέμμα χωράφι, πάνω στό ὁποῖο εἶναι ἀραδιασμένη ἡ ζωή τοῦ τόπου νεκρή, κερωμένη καί παγωμένη στήν Ὀκτωβριανή παγωμένη ὀμίχλη. Πατέρας μέ τέσσερα παιδιά καί τέσσερες γαμπρούς. Παπποῦς μέ ὅλα τά παιδιά κι ἐγγόνια, ἐκεῖ κατάχαμα ὁριζοντιωμένοι μέ τά μάτια τους ἀνοιχτά, γεμάτα δάκρυα. Παραπέρα νιόπαντρη, πού σέ λίγο θά γεννήση τό «κοιλάρφανο», ξεσκίζεται. Πιό πέρα μάνα παιδιῶν μόνη πλέον καί ἔρημη, χωρίς ἄντρα, μέ δυό μποχτσιάδες στά χέρια. Τί νά τήν κάνει τή ζωή. Ὅλες κι ὅλα φαίνονται σαλεμένα. Ἀκόμη καί τόν τόπο σκότωσαν. Οἱ κραυγές «μᾶς σκότουσαν» δέν εἶναι σχῆμα λόγου. Ὄντως μαζί μέ τούς φονευθέντες πέθαναν ὅλοι: παπποῦδες, μάνες, γυναῖκες, παιδιά, ἀκόμη κι ἐκεῖνα πού δέ γεννήθηκαν. Μιά μόνο κραυγή, μιά οἰμωγή ἔσκιζε ὅλων τά στήθη:
«ΜΑΣ ΣΚΟΤΩΣΑΝ»
Ὠιμέ, ἀλοίμονο! Ποιός θά μπορέσει ποτέ νά περιγράψει τήν τραγωδία αὐτή! Μόνο ἕνας μέγιστος συγγραφέας κι ἕνας γίγαντας καλλιτέχνης. ‘H φράση αὐτή εἶναι ἡ πεμπτουσία τοῦ μεγάλου κακοῦ καί πρώτου, πού ἔμεινε ἀνεξίτηλο στίς ψυχές καί στά βλέμματα τῶν ἀνθρώπων τῶν χωριῶν μας.Ἕνας σπαραγμός πού διαρκεῖ καί διαρκεῖ καί σήμερα στά μάτια καί τίς ψυχές τῶν μετά ἀπό τρεῖς γενιές νέων, μικρῶν Κερδυλλιωτῶν. Εἴθε νά μή χαθεῖ, νά μή ξεχασθεῖ: « Ὅταν μᾶς σκότωσαν».
Ὅλα τά ἄλλα εἶναι περιττά.


ΦΟΝΕΥΘΕΝΤΕΣ ΚΕΡΔΥΛΛΙΩΤΕΣ
ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΔΗΜΟΤΕΣ
(Γεννηθέντες ἀπό 1882-1925 μέ ἀλφαβητική σειρά)

1. Ἀγοραστός Ἀθανάσιος τοῦ Βασιλείου 1910 Mεσολακκιά
2. Ἀγρουλιᾶς Δημήτριος τοῦ Θεοδώρου 1895
(ΕΣΒ: το όνομα της οικογένειας δεν υπάρχει πλέον)
3. Ἀγρουλιᾶς Θεόδωρος τοῦ Γεωργίου 1924
4. Ἀλβανός Ἀθανάσιος τοῦ Χρήστου 1920
5. Ἀλβανός Ἀριστοτέλης τοῦ Ἀποστόλου 1921
6. Ἀλβανός Θεμιστοκλῆς τοῦ Ἀποστόλου 1922
7. Ἀλβανός Σπῦρος τοῦ Νικολάου 1904
8. Ἀλεξάνδρου Ἀθανάσιος τοῦ Ἀλεξάνδρου 1907
παρατσούκλι «παπποῦς» ἐργένης
9. Ἀνδριώτης Παναγιώτης τοῦ Δημητρίου 1920- Κάρυανη
10. Αντωνιάδης Ἀντώνιος τοῦ Ἀντωνίου 1888 Κάρυανη
11. Ἀποστόλου Γεώργιος τοῦ Δήμου 1922 κανένα ἄλλο στοιχεῖο.
12. Ἀσμαντρούδης Ἰωάννης τοῦ Χριστοφόρου 1893
13. Ἀσμαντρούδης Διαμαντῆς τοῦ Χριστοφόρου 1897
14. Ἀτζαμούδης Ἀντώνιος
15. Βαλτόπουλος Ἰωάννης τοῦ Διαμαντῆ 1908 ἐκ Σερρῶν
16. Βάντης Ἀθανάσιος τοῦ Δημητρίου 1886
17. Βάντης Ἀνδρέας τοῦ Ἀθανασίου1917 ΕΣΒ
18. Βάντης Ἰωάννης τοῦ Ἀθανασίου 1924
19. Βάντης Κων-τῖνος τοῦ Ἀθανασίου 1921
20. Βασιλείου Νικόλαος τοῦ Βασιλείου 1909
21. Βασιλικούδης Σταῦρος τοῦ Γεωργίου 1914
22. Βλάχος Ἀθανάσιος τοῦ Στεργίου 1921
23. Βλάχος Στέργιος τοῦ Δημητρίου(1887
24. Γιαννούδης Ἰωάννης τοῦ Θεοδώρου1916
25. Γιαννούδης Κωνσταντῖνος τοῦ Θεοδώρου1903
26. Γιαννούδης Χρῆστος τοῦ Θεοδώρου1913
27. Γιαρμιᾶς Βασίλειος τοῦ Ἀθανασίου1915
28. Γκάλιος Γεώργιος τοῦ Τριανταφύλλου1902
29. Γκάλιος Ἀθανάσιος τοῦ Τριανταφύλλου1905

30. Γκόλφης Νικόλαος τοῦ Σπύρου1905
31. Γότσιος Θεόδωρος τοῦ Ἀριστ. ; 1912 ΕΣΒ
32. Γότσιος Κων-τῖνος τοῦ Ἀριστ ; 1915 ΕΣΒ
33. Γούλας Ἰωάννης τοῦ Δημητρίου1912
34. Γούλας Παναγιώτης τοῦ Σπύρου1915
35. Δάλας Ἄγγελος τοῦ Κυπαρίση1904 ΕΣΒ
36. Δάλας Λοίζος τοῦ Γρηγορίου1889
37. Δασκαλάρας Θεόδωρος τοῦ Ἰωάννου1904
38. Δασκαλάρας Χαράλαμπος τοῦ Ἰωάννου1909
39. Δασκαλούδης Κρουστάλλης τοῦ Ἰωάννου1915
40. Δασκαλούδης Χαρίσης τοῦ Ἰωάννου1903
41. Δημανίδης Γεώργιος τοῦ Χριστοδούλου1915 Κάρυανη
42. Δημανίδης Κων/τῖνος τοῦ Χριστοδούλου1922 παπαδοπαίδια
43. Διδασκάλου Δῆμος τοῦΔημητρίου1890 Εὐκαρπ.Γραμμ...
44. Διαλέτης Στέργιος τοῦ Κων/τίνου1896 Κοκκινοχ Καβάλας
44. Ζαφειρέλλης Θεόδωρος τοῦ Ἀνδρέα1920
45. Ζαφειρέλλης Τριαντάφυλλος τοῦ Ἀνδρέα1922
46. Ζιοῦνος Βασίλειος τοῦ Διαμαντῆ1912 ΕΣΒ
47. Ζιώγας Ἀθανάσιος τοῦ Στεργίου1921
48. Ζιώγας Ζαχαρίας τοῦ Δημητρίου1900
49. Θεριανός Ἀριστοτέλης τοῦ Θεμιστοκλῆ 1909 ΕΣΒ
50. Καλώτας Ἀργύριος τοῦ Γεωργίου1923
51. Καλώτας Γεώργιος τοῦ Κων/τίνου 1923
52. Καλώτας Νικόλαος τοῦ Γεωργίου 1914
53. Καμούδης Ἀθανάσιος τοῦ Διαμαντῆ 1892
54. Καπούδης Κων-τῖνος τοῦ Ἀθανασίου 1893
55. Καπούδης Μιλτιάδης τοῦ Κων/τίνου 1920
56. Καραγιάννης Στέργιος τοῦ Νικολάου 1913
57. Καρακοντῖνος Κων/τῖνος τοῦ Νικολάου 1901 ΕΣΒ
58. Καραπέτσας Κρουστάλλης τοῦ Εὐθυμίου 1906
59. Κασσίμης Κων-τῖνος τοῦ Γεωργίου 1905
60. Κασσίμης Κων-τῖνος τοῦ Τριανταφύλλου 1915
61. Καστανᾶς Μόσχος τοῦ Χριστοδούλου 1917
62. Καστανᾶς Χριστόδουλος τοῦ Δημητρίου

63. Καταραχιᾶς Δημήτριος τοῦ Κων/τίνου 1908 ΕΣΒ
64. Κατσιός ούδης) Γεώργιος τοῦ Χαριστοῦ
65. Κατσιός Χρῆστος τοῦ Γεωργίου 1908 ΕΣΒ
66. Κατσιούδης Διαμαντῆς τοῦ Γεωργίου
67. Κατσιούδης Κων/τῖνος τοῦ Γεωργίου 1914
68. Κλείμας Ἰωάκείμ τοῦ Γεωργίου 1923
69. Κολυφός Ἀναστάσιος τοῦ Ἀλεξίου ; 1912
70. Κολυφός Γεώργιος τοῦἈλεξίου 1905
71. Κολυφός Κων/τῖνος τοῦ Ἀλεξίου
72. Κοτρούχας Εὐάγγελος τοῦ Ἀποστόλου 1920 ΕΣΒ
73. Κοτρούχας Μιχαήλ τοῦ Ἀποστόλου 1915 ΕΣΒ
74. Κουφούδης Ἀργύριος τοῦ Γεωργίου 1912 ΕΣΒ
75. Κουφούδης Γεώργιος τοῦ Ἀργυρίου ΕΣΒ
76. Κουτκούδης Ἀδάμ τοῦ Ἀδάμ 1925
77. Κουτκούδης Κων/τῖνος τοῦ Ἀδάμ 1921
78. Κουτλούδης Βασίλειος τοῦ Ἀδάμ 1919
79. Κουτλούδης Γεώργιος τοῦ Ἀδάμ 1923
80. Κουτλούδης Κρουστάλλης τοῦ Ἀδάμ 1910
81. Κουτλούδης Κων-τῖνος τοῦ Ἀδάμ 1905
82. Κωστούδης Θωμᾶς τοῦ Ἰωάννου 1906
83. Κωστούδης Περικλῆς τοῦ Ἰωάννου 1899
84. Κωτούλας Κων/τῖνος τοῦ Νικολάου 1894
85. Κυρατζῆς Ἀργύριος τοῦ Ἀποστόλου 1920
86. Κυρατζῆς Βασίλειος τοῦ Ἀποστόλου 1924
87. Κυρατζῆς Γεώργιος τοῦ Ἀποστόλου 1923
88. Κυρατζῆς Θεόδωρος τοῦ Ἀποστόλου 1913 ΕΣΒ
Αδέλφια κτίστες ἀπό Προφήτη Ἠλία Κοζάνης
89. Λαγούδης Ἀναστάσιος τοῦ Ἰωάννου 1920 Λ ΕΣΒ
90. Λαγούδης Διαμαντῆς τοῦ Ἀναστασίου 1890
91. Λαγούδης Ἰωάννης τοῦ Ἀναστασίου 1886
92. Λεμονῆς Γεώργιος τοῦ Κων/τίνου 1896 Μ.Παναγία
93. Λεωνίδας Ἀθανάσιος τοῦ Χρήστου 1905
94. Λιακούδης Δημήτριος τοῦ Βασιλείου 1898-
95. Λιακούδης Νικόλαος τοῦ Βασιλείου 1914-
96. Λιάμτσιος Κων/τῖνος τοῦ Δημητρίου 1904
97. Λιόλιος Γεώργιος τοῦ Παναγιώτη 1924
98. Λιόλιος Ἰωάννης τοῦ Γεωργίου 1906

99. Λιόλιος Ἰωάννης τοῦ Γεωργίου 1911
100. Λιόλιος Κων/τῖνος τοῦ Χρυσάφη 1925
101. Λιόλιος Χρυσάφης τοῦ Γεωργίου 1899
102. Λιόντας Γεώργιος τοῦ Νάκου 1901
103. Λίτας Ἀλέξανδρος τοῦ Χριστοφόρου 1914 ΕΣΒ
104. Λίτας Χριστόδουλος τοῦ Χαρίτου 1885 ΕΣΒ
105. Λίτας Χρυσόστομος τοῦ Χριστοδούλου 1916 ΕΣΒ
106. Μακαρίτης Ἀθανάσιος τοῦ Δημητρίου 1924 ΕΣΒ
107. Μακαρίτης Γεώργιος τοῦ Δημητρίου 1921 ΕΣΒ
108. Μακαρίτης Νικόλαος τοῦ Δημητρίου 1915 ΕΣΒ
109. Μάκκος Χρῆστος τοῦ Ἀθανασίου 1896 - Κάρυανη
110. Μανδαρῆς Χριστόδουλος τοῦ Στεργίου 1915 - Ν.Εὐκαρπία
111. Μαραγκός Γεώργιος τοῦ Κρουστάλλη 1899
112. Ματσιανούδης Ἀθανάσιος τοῦ Ἰωάννου 1908 ΕΣΒ
113. Ματσιανούδης Γεώργιος τοῦ Ἰωάννου 1910 ΕΣΒ
114. Ματσιανούδης Κων/τῖνος τοῦ Ἰωάννου 1923 ΕΣΒ
115. Ματσιανούδης Στέργιος τοῦ Ἰωάννου 1916 ΕΣΒ
116. Μήτσικας Κρουστάλλης τοῦ Κων/τίνου 1919
117. Μήτσικας Χρῆστος τοῦ Κων/τίνου 1915
118. Μιχούδης Ἀριστείδης τοῦ Μιχαήλ 1896
119. Μιχούδης Γεώργιος τοῦ Δήμου 1913
120. Μιχούδης Δῆμος τοῦ Μιχαήλ 1890
121. Μιχούδης Κων/τῖνος τοῦ Χρήστου 1915
122. Μιχούδης Μιχαήλ τοῦ Χρήστου 1909
123. Μιχούδης Χρῆστος τοῦ Μιχαήλ 1884
124. Μολλᾶς Ἀθανάσιος τοῦ Δημητρίου 1914
125. Μολλᾶς Δαμιανός τοῦ Ἀθανασίου 1898
126. Μουκατᾶς Ἀλέξανδρος τοῦ Ἀθανασίου 1919 ΕΣΒ
127. Μουχτάρης Νικόλαος τοῦ Ἀθανασίου 1886 ΕΣΒ
128. Μουχτάρης Χριστόδουλος τοῦ Νικολάου 1920 ΕΣΒ
129. Μπέης Διαμαντῆς τοῦ Βασιλείου 1897 .
130. Μπέης Νικόλαος τοῦ Βασιλείου 1905
131. Μπιτσικλῆς Κων/τῖνος τοῦ Δημητρίου 1924
132. Μποϊκούδης Δημήτριος τοῦ Χαρίτου 1912
133. Μποσνάκης Εὐάγγελος τοῦ Νικολάου 1923 -Ἀηδονοχώρι
134. Μπουρνουσούζης Δημήτριος τοῦ Χριστοδούλου 1900

135. Μπουρνουσούζης Θεοδόσιος τοῦ Κων/τίνου 1906
136. Νεστορούδης Θεόδωρος τοῦ Κων/τίνου 1919
137. Νεστορούδης Νέστωρ τοῦ Κων/τίνου 1921
138. Νεστορούδης Νικόλαος τοῦ Κων/τίνου 1925
139. Ξένος Γεώργιος τοῦ Ἀποστόλου 1922 οὐδέν ἕτερον
140. Παληός Ἀνδρέας τοῦ Γεωργίου 1908
141. Παπαγεωργίου Ἀριστοτέλης τοῦ Παπαγιώργη 1890
Καλαϊτζόπουλος
142. Παπαγεωργίου Κων-τῖνος τοῦ Νικολάου 1915
143. Παπαϊωάννου Γεώργιος τοῦ Ἀθανασίου 1910
144. Παπαϊωάννου Δῆμος τοῦ Δημητρίου 1910
145. Παπαδόπουλος Δημήτριος τοῦ Θεοχάρη 1905
146. Παπάλας Δημήτριος τοῦ Ἀργυρίου 1900 ΕΣΒ
147. Παπάρας Ἀντώνιος τοῦ Δημητρίου 1910
148. Παπάρας Γεώργιος τοῦ Χαριστοῦ 1905
149. Παπάρας Κων-τῖνος τοῦ Χαριστοῦ 1901
150. Παπαρούδης Ἀθανάσιος τοῦ Στεργίου 1923 ΕΣΒ
151. Πατσιᾶς Γεώργιος τοῦ Ἀργυρίου 1907
152. Πατσιᾶς Διαμαντῆς τοῦ Ἀργυρίου 1912
153. Πλιάκας Γεώργιος τοῦ Κων/τίνου 1888 ΕΣΒ
154. Πράνης Ἀθανάσιος τοῦ Γεωργίου 1913
155. Πράνης Δημήτριος τοῦ Γεωργίου 1907
156. Πριμούδης Γεώργιος τοῦ Χρυσάφη 1921
157. Πριμούδης Δημήτριος τοῦ Χρυσάφη 1913
158. Πριμούδης Κων-τῖνος τοῦ Κων/τίνου 1886
159. Πριμούδης Νικόλαος τοῦ Κων/τίνου 1921
160. Πριμούδης Στέργιος τοῦ Χρυσάφη 1918
161. Πριμούδης Χρῆστος τοῦ Χρυσάφη 1923
162. Πολίτης Κων-τῖνος τοῦ Ἰωάννου 1924 ΕΣΒ
163. Ράδος Φίλιππος τοῦ Δημητρίου 1906
164. Ρήγας Νικόλαος τοῦ Δημητρίου 1905 -Σιτοχώρι-
165. Σαϊταρῆς Διαμαντῆς τοῦ Δήμου 1886 EΣB
166. Σαμαρᾶς Ἄγγελος τοῦ Ἰωάννου 1919
167. Σαμαρᾶς-Ἀντωνάκης Θεόδωρος τοῦ Ἀντωνίου 1986

168. Σημαντρούδης Ἀθανάσιος τοῦ Διαμαντῆ 1924
169. Σημαντρούδης Ἰωάννης τοῦ Χρήστου 1894
170. Σκόρδας Ἀναστάσιος τοῦ Γεωργίου 1906 ΕΣΒ
171. Σκόρδας Γεώργιος τοῦ Μαργαρίτη 1922 ΕΣΒ
172. Σκόρδας Μαργαρίτης τοῦ Γεωργίου 1892 ΕΣΒ
173. Σπανός Ἄγγελος τοῦ Δημοσθένη 1905
174. Στεργιαννίδης Βασίλειος τοῦ Δημοσθένη 1896
κάτ. Κικκινοχώματος Καβάλας
175. Στεφανούδης Ἀθανάσιος τοῦ Στεφάνου 1886
176. Στεφανούδης Γεώργιος τοῦ Ἀθανασίου 1915
177. Στεφανούδης Κων-τῖνος τοῦ Ἀθανασίου 1923
178. Στεφανούδης Νικόλαος τοῦ Στεφάνου 1899
179. Στεφανούδης Νικόλαος τοῦ Ἀθανασίου 1919
180. Στοϊλούδης Ἰωάννης τοῦ Χρήστου 1911
181. Στοϊλούδης Στεργιανός 162 τοῦ Χρήστου 1920
182. Τζιρίτης Γεώργιος τοῦ Τριανταφύλλου 1884
183. Τζιρίτης Δημήτριος
184. Τζιρίτης Κων-τῖνος τοῦ Γεωργίου 1918
185. Τζιρίτης Νικόλαος τοῦ Ἀποστόλου 1919
186. Τζώνης Σπῦρος τοῦ Γεωργίου 1908
187. Τζιάρας Ἀντώνιος τοῦ Κων/τίνου 1882 οὐδέν στοιχ.
188. Τσαγανός Στέργιος τοῦ Ἀργυρίου 1913κ.Μεσολακκιᾶς;
189. Τσερκέζης Μόσχος τοῦ Ἰωάννου 1894
190. Τσερκέζης Θεολόγης τοῦ Ἰωάννου 1901
191. Τσελεπῆς Θεμιστοκλῆς τοῦ Δημητρίου 1918
192. Τσελεπῆς Στέφανος τοῦ Δημητρίου 1921
193. Τσιάγκας Ζαχαρίας τοῦ Ἀθανασίου 1921
194. Τσιάγκας Σπῦρος τοῦ Ἀθανασίου 1925
195. Τσιάγκας Ἀντώνιος τοῦ Ἀθανασίου 1918
196. Τσίγκος Κων-τῖνος κάτ. Στεφανινῶν Βλάχος
197. Τσιρίδας Ἀλέξανδρος τοῦ Γεωργίου 1921
198. Τσιρίδας Δημήτριος τοῦ Γεωργίου 1924
199. Τσιρίδας Χρῆστος τοῦ Γεωργίου 1925

200. Τσιρίδας Γεώργιος τοῦ Ἀναστασίου 1890
201. Ὑψηλός Ἀντώνιος τοῦ Δημητρίου 1918
202. Ὑψηλός Κων-τῖνος τοῦ Χριστοδούλου 1915
203. Φαναρούδης Ἀθανάσιος τοῦ Διαμαντῆ 1891 ΕΣΒ
204. Φαναρούδης Χρῆστος τοῦ Διαμαντῆ 1901 ΕΣΒ
205. Φαντάζος Ἀργύριος τοῦ Ἀποστόλου 1923 ΕΣΒ
206. Φαραζᾶς Ἰωάννης τοῦ Ἀντωνίου 1900
207. Φαραζᾶς Μιχαήλ τοῦ Γεωργίου 1887
208. Φαραζᾶς Μιχαήλ τοῦ Γεωργίου 1894
209. Φαραζᾶς Χρῆστος τοῦ Ἀντωνίου 1904
210. Φαραζᾶς Χρῆστος τοῦ Κων/τίνου
211. Φρυδᾶς Κων-τῖνος τοῦ Χρήστου
212. Χασάπης Ἀχιλλέας τοῦ Ἰωάννου 1890 - κ Καβάλας
213. Χατζηκωστῆς Βασίλειος τοῦ Κων/τίνου 1896 κ. Θεσ/νίκης
214. Χατζούδης Βασίλειος τοῦ Γεωργίου 1918
215. Χατζούδης Γεώργιος τοῦ Κων/τίνου 1908
216. Χατζούδης Νικόλαος τοῦ Γεωργίου 1925
217. Χατζούδης Μιχαήλ τοῦ Κων/τίνου 1905
218. Χατζούδης Χρῆστος τοῦ Δημητρίου 1889
219. Χατζούδης Χρυσόστομος τοῦ Κων/τίνου 1920
220. Χιονούδης Ἀντώνιος τοῦ Γωεργίου 1917 ΕΣΒ
221. Χιονούδης Κων-τῖνος τοῦ Γεωργίου 1914 ΕΣΒ
222. Χούπης Δημήτριος τοῦ Παναγιώτου 1894
223. Χούπης Θωμᾶς τοῦ Δημητρίου 1923
224. Χούπης Κων-τῖνος τοῦ Παναγιώτου 1896
225. Χούπης Παναγιώτης τοῦ Γεωργίου 1908
226. Ψαλλίδας Κων/τῖνος τοῦ Ἀθανασίου 1912 Κουλοχέρης-Γκουλιάμς
227. Ψαρᾶς Κων/τῖνος τοῦ Μαυρουδῆ 1904
228. Ψαρᾶς Μιχαλάκης τοῦ Μαυρουδῆ 1906

229. Ψαρόπουλος Στέργιος Δωμάτια Καβ. 1905




ΦΟΝΕΥΘΕΝΤΕΣ
ΑΝΩ ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ

1. Ἀγρουλιᾶς Δημήτριος
2. Ἀγρουλιᾶς Θεόδωρος
3 Ἀλεξάνδρου Ἀθανάσιος
4. Ἀντωνάκης Θεόδωρος -Σαμαρᾶς
5. Ἀτζαμούδης Ἀντώνιος
6. Βάντης Ἀθανάσιος
7. Βάντης Ἀνδρέας
8. Βάντης Ἰωάννης
9. Βάντης Κωνσταντῖνος
10. Βλάχος Ἀθανάσιος
11. Βλάχος Στέργιος
12. Γιαννούδης Ἰωάννης
13. Γιαννούδης Κωνσταντῖνος
14. Γιαννούδης Χρῆστος
15. Δασκαλούδης Κρουστάλλης
16. Δασκαλούδης Χαρίσης
17. Ζιοῦνος Βασίλειος
18. Ζιώγας Ἀθανάσιος
19 Ζιώγας Ζαχαρίας
20. Θεριανός Ἀριστοτέλης
21. Καλώτας Ἀργύριος
22. Καλώτας Γεώργιος
23. Καλώτας Νικόλαος
24. Καμούδης Ἀθανάσιος
25. Καπούδης Κωνσταντῖνος
26. Καπούδης Μιλτιάδη
27. Καραπέτσας Κρουστάλλης
28. Καταραχιᾶς Δημήτριος
29. Κατσιός Γεώργιος
30. Κατσιός Χρῆστος τ.Γεωργ
31. Κατσιούδης Διαμαντῆς
32. Κατσιούδης Κωνσταντῖνος
33. Κλείμας Ἰωακείμ
34. Κολυφός Ἀναστάσιος
35. Κολυφός Γεώργιος
36. Κολυφός Κωνσταντῖνος
37. Κουτκούδης Ἀδάμ
38. Κουτκούδης Κωνσταντῖνος
39. Κουτλούδης Βασίλειος
40. Κουτλούδης Γεώργιος
41. Κουτλούδης Κρουστάλλης
42. Κουτλούδης Κωνσταντῖνος
43. Κωστούδης Θωμᾶς
44. Κωστούδης Περικλῆς
45. Λαγούδης Ἀναστάσιος
46. Λαγούδης Διαμαντῆς
47. Λαγούδης Ἰωάννης
48. Λεωνίδας Ἀθνανάσιος
49. Λιάμτσιος Κωνσταντῖνος
50. Λιόλιος Γεώργιος
51. Λιόλιος Ἰωάννης
52. Λιόλιος Ἰωάννης
53. Λιόλιος Κωνσταντῖνος
54. Λιόλιος Χρυσάφης
55. Λιόντας Γεώργιος
56. Λίτας Ἀλέξανδρος, Χαριτούδης
57. Λίτας Χριστόδουλος
58. Λίτας Χρυσόστομος
59. Μακαρίτης Ἀθανάσιος
60. Μακαρίτης Γεώργιος
61. Μακαρίτης Νικόλας
62. Μαραγκός Γεώργιος
63. Ματσιανούδης Ἀθανάσιος
64. Ματσιανούδης Γεώργιος
65. Ματσιανούδης Κων/ντῖνος
66. Ματσιανούδης Στέργιος
67. Μήτσικας Κρουστάλλης
68. Μήτσικας Χρῆστος
69. Μιχούδης Ἀριστείδης
70. Μιχούδης Γεώργιος
71. Μιχούδης Δῆμος
72. Μιχούδης Κωνσταντῖνος
73. Μιχούδης Μιχαήλ
74. Μιχούδης Χρῆστος
75. Μολᾶς Ἀθανάσιος
76. Μολᾶς Δαμιανός
77. Μουχτάρης Νικόλαος
78. Μουχτάρης Χριστόδουλος
79. Μπιτσικλῆς Κωνσταντῖνος
80. Νεστορούδης Θεόδωρος
81. Νεστορούδης Νέστωρ
82. Νεστορούδης Νικόλαος
83. Παπαγεωργίου Ἀριστοτέλης
84. Παπαγεωργίου Κων/ντῖνος
85. Παπάλας Δημήτριος
86. Παπάρας Ἀντώνιος
87. Παπάρας Γεώργιος
88. Παπάρας Κωνσταντῖνος
89. Παπάρας (ούδης) Ἀθανάσιος
90. Πατσιᾶς Γεώργιος
91. Πατσιᾶς Διαμαντῆς
92. Πράνης Ἀθανάσιος
93. Πράνης Δημήτριος
94. Πριμούδης Γεώργιος τ. Χρυσ.
95. Πριμούδης Δημήτριος
96. Πριμούδης Κωνσταντῖνος τ. Κωστ.
97. Πριμούδης Νικόλαος τ. Χρυσ.
98. Πριμούδης Στέργιος τ.Χρυσ.
99. Πριμούδης Χρῆστος τ.Χρυσ
100. Πολίτης Κωνσταντῖνος
101. Ράδος Φίλιππος
102. Σαϊταρῆς Διαμαντῆς
104. Σαμαρᾶς Ἄγγελος
105.Στεφανούδης Ἀθανάσιος
106.Στεφανούδης Γεώργιος
107. Στεφανούδης Κων/ντῖνος
108. Στεφανούδης Νικόλαος τ.Στεφ.
109. Στεφανούδης Νικόλαος τ.Ἀθαν.
110.Στοϊλούδης Ἰωάννης
111. Στοϊλούδης Στεργιανός
112.Τσελεπῆς Θεμιστοκλῆς
113.Τσελεπῆς Στέφανος
114.Τσιάγκας Ἀντώνιος
115. Τσιάγκας Ζαχαρίας
116. Τσιάγκας Σπῦρος
117.Τσιρίδας Ἀλέξανδρος
118. Τσιρίδας Γεώργιος
119. Τσιρίδας Δημήτριος
120. Τσιρίδας Χρῆστος
121. Φαναρούδης Ἀθανάσιος
122.Φαναρούδης Χρῆστος
123.Φρυδᾶς Κωνσταντῖνος
124. Χατζούδης Βασίλειος
125. Χατζούδης Γεώργιος
126. Χατζούδης Νικόλαος
127. Χατζούδης Μιχαήλ
128. Χατζούδης Χρῆστος
129. Χατζούδης Χρυσόστομος
130. Χιονούδης Ἀντώνιος
131. Χιονούδης Κωνσταντῖνος
132. Ψαλλίδας Κωνσταντῖνος (Γκουλιάμς)


ΚΑΤΩ ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ

1. Ἀλβανός Ἀθανάσιος
2. Ἀλβανός Ἀριστοτέλης
3. Ἀλβανός Θεμιστοκλῆς
4. Ἀλβανός Σπῦρος

5. Ἀσμαντρούδης Ἰωάννης
6. Ἀσμαντρούδης Διαμαντῆς
7. Βασιλείου Νικόλαος
8. Βασιλικούδης Σταῦρος
9. Γιαρμιᾶς Βασίλειος
10. Γκάλιος Γεώργιος
11. ΓκάλιοςἈθανάσιος
12. Γκόλφης Νικόλαος
13. Γότσιος Θεόδωρος
14. Γότσιος Κωνσταντῖνος
15. Γούλας Ἰωάννης
16. Γούλας Παναγιώτης
17. Δάλλας Ἄγγελος
18. Δάλλας Λοίζος
19. Δασκαλάρας Θεόδωρος
20. Δασκαλάρας Χαράλαμπος
21. Ζαφειρέλλης Θεόδωρος
22. Ζαφειρέλλης Τριαντάφυλλος
23. Καραγιάννης Στέργιος
24. Καρακοντῖνος Κων/ντῖνος
25. Κασσίμης Κωνσταντῖνος
26. Κασσίμης Κωνσταντῖνος
27. Καστανᾶς Μόσχος
28. Καστανᾶς Χριστόδουλος-Πρόεδρος
29. Κοτρούχας Εὐάγγελος
30. Κοτρούχας Μιχαήλ
31. Κουφούδης Ἀργύριος
32. Κουφούδης Γεώργιος
33. Κωτούλας Κωνσταντῖνος
34. Λιακούδης Δημήτριος
35. Λιακούδης Νικόλαος
36. Μουκατᾶς Ἀλέξανδρος
37. Μπέης Διαμαντῆς
38. Μπέης Νικόλαος
39. Μποϊκούδης Δημήτριος
40. Μπουρνουσούζης Δημήτριος
41. Μπουρνουσούζης Θεοδόσιος
42. Παληός Ἀνδρέας
43. Παπαδόπουλος Δημήτριος
44. Παπαϊωάννου Γεώργιος
45. Παπαϊωάννου Δῆμος
46. Πλιάκας Γεώργιος
47. Σημαντρούδης Ἀθανάσιος
48. Σημαντρούδης Ἰωάννης
49. Σκόρδας Ἀναστάσιος
50. Σκόρδας Γεώργιος
51. Σκόρδας Μαργαρίτης
52. Σπανός Ἄγγελος
53. Τζιρίτης Γεώργιος
54. Τζιρίτης Δημήτριος
55. Τζιρίτης Κωνσταντῖνος
56. Τζιρίτης Νικόλαος
57. Τζώνης Σπῦρος
58. Τσερκέζης Μόσχος
59. Τσερκέζης Θεολόγης
60. Ὑψηλός Ἀντώνιος
61. Ὑψηλός Κωνσταντῖνος
62. Φαντάζος Ἀργύριος
63. Φαραζᾶς Ἀργύριος
64. Φαραζᾶς Ἰωάννης
65. Φαραζᾶς Μιχαήλ
66. Φαραζᾶς Χρῆστος
67. ΦαραζᾶςΧρῆστος τ.Κωνσταντίνου
68. Χούπης Δημήτριος
69. Χούπης Θωμᾶς
70. Χούπης Κωνσταντῖνος
71. Χούπης Παναγιώτης
72. Ψαρᾶς Κωνσταντῖνος
73. Ψαρᾶς Μιχαλάκης

ΕΤΕΡΟΔΗΜΟΤΕΣ

1. Ἀγοραστός Ἀθανάσιος τοῦ Βασιλείου, Μεσολακκιά
2. Ἀνδριώτης Παναγιώτης Δημητρίου 1920, Κάρυανη
3. Ἀντωνιάδης Ἀντώνιος τοῦ Ἀντωνίου 1888 ,Κάρυανη
4. Βαλτόπουλος Ἰωάννης τοῦ Διαμαντῆ 1908 , Σέρρες
5. Δημανίδης Γεώργιος Χριστοδ. 1915 Kάρυανη
6. Δημανίδης Κων-τῖνος Χριστοδ. 1922 Kάρυανη
7. Διδασκάλου Δῆμος Δημητρίου 1890 , Εὐκαρπία
8. Διαλέτης Στέργιος Κων/ντίνου 1896 , Κοκκινόχωμα Καβάλας
9. Κυρατζῆς Ἀργύριος Ἀποστόλου 1920 , Προφ. Ἠλίας Κοζάνης
10. Κυρατζῆς Βασίλειος Ἀποστόλου 1924 Προφ. Ἠλίας Κοζάνης
11. Κυρατζῆς Γεώργιος Ἀποστόλου 1923 Προφ. Ἠλίας Κοζάνης
12. Κυρατζῆς Θεόδωρος Ἀποστόλου 1913 Προφ. Ἠλίας Κοζάνης
Ἀδέλφια-κτίστες
12. Λεμονῆς Γεώργιος Κων/ντίνου 1896 , Μ.Παναγία Χαλκιδικῆς
13. Μάκος Χρῆστος Ἀθανασίου 1896 , Κάρυανη
14. Μανδαρῆς Χριστόδουλος Στεργίου 1915, Εὐκαρπία
15. Μποσνάκης Εὐάγγελος Νικολάου 1923 , Ἀηδονηχώρι
16. Ξένος Γεώργιος Ἀποστόλου 1922 οὐδέν στοιχεῖο
17. Ρήγας Νικόλαος Δημητρίου 1905, Σιτοχώρι
18. Στεργιαννίδης Βασίλειος Δημοσθένη 1896 ,
Κοκκινόχωμα Καβάλας
19. Τζιάρας Ἀντώνιος Κων/ντίνου 1882 , Οὐδέν στοιχεῖο
20. Τσαγανός Στέργιος Ἀργυρίου 1913 , Μεσολακκιά
21. Τσίγκος Κων/ντῖνος Στεφανινά-βλάχος, Ἀητομηλίτσα
22. Χασάπης Ἀχιλλεύς Ἰωάννου 1890 , Καβάλα
23. Χατζηκωστῆς Βασίλειος Γεωργίου 1896 , Θεσ νίκη
24. Ψαρόπουλος Στέργιος ; 1905 , Δωμάτια Καβάλας
Κατά χωριά:
ΣΥΝΟΛΟ 229
1 Ἀηδονοχώρι..............................1
2. Δωμάτια Καβάλας.................1
3. Εὐκαρπία..................................2
4. Θεσσαλονίκη...........................1
5. Καβάλα......................................1
6. Κάρυανη....................................5
7. Κοκκινόχωμα..........................2
8. Μεσολακκιά............................2
9. Μεγ. Παναγία.........................1
10. Προφ.Ἠλίας Κοζάνης........4
11. Σιτοχώρι..................................1
12. Στεφανινά.............................1
13. Ἀγνώστου τόπου.................2

ΣΥΝΟΛΟ....................................24

Μεταξύ τῶν θυμάτων περιλαμβάνω καί τή μητέρα τοῦ Παπαδημήτρη Χατζούδη πού πέθανε ἀπό φόβο καί τρόμο (Συγκοπή-ἀνακοπή). Τό ὄνομά της Φωτεινή Χατζούδη, ὅπως βέβαια νά ὑπομνησθεῖ ὅτι καί τούς ξένους-ἑτεροδημότες, πού ἐνῶ τούς προέτρεψαν νά ἐγκαταλείψουν τά χωριά, ἐκεῖνοι δέν πίστεψαν πώς μποροῦσε νά γίνει τέτοιο κακό.
Ἄρα 230

ΟΙ ΠΟΛΥ ΜΙΚΡΟΙ ΣΕ ΗΛΙΚΙΑ

6 ἡλικίας 16 ἐτῶν
8 ἡλικίας ἐτῶν 17
11 ἡλικίας18 ἐτῶν
Δέν ὑπῆρξε οἰκογένεια πού νά μήν εἶχε θύματα, κοντινά ἤ λιγώτερο. Τά δύο καί τρία εἶναι συνήθη. Ἀναφέρω ἐνδεικτικά τίς οἰκογένειες πού εἶχαν ἀπό τέσσερα 4 καί ἄνω.
Οἰκογένεια Ἀλβανοῦ................................................5
Οἰκογένεια Βάντη......................................................4
Οἰκογένεια Κατσιοῦ.................................................5
Οἰκογένεια Κουτλούδη...........................................4
ΟἰκογένειαΛιόλιου...................................................5
Οἰκογένεια Ματσιανούδη......................................4
Οἰκογένεια Μιχούδη................................................6 !
Οἰκογένεια Πριμούδη..............................................6 !
Οἰκογένεια Στεφανούδη.........................................5
Οἰκογένεια Τζιρίτη...................................................4
Οἰκογένεια Τσιρίδα..................................................4
Οἰκογένεια Φαραζᾶ..................................................5
Οἰκογένεια Χατζούδη..............................................6 !
Οἰκογένεια Χούπη.....................................................4

Πέραν τοῦ φρικτοῦ καθ’ ἑαυτό γεγονότος, φαντάζεται ὁ ἀναγνώστης τί σήμαινε 4, 5, καί 6 θύματα σέ μιά οἰκογένεια. Ποιός ἄραγε θά μπορέσει -ἔστω καί μετά ἀπό ἑξῆντα χρόνια- νά μετρήσει τό θανατερό πένθος αὐτῶν τῶν οἰκογενειῶν. Ἄν ὁ πόνος γιά τό θάνατο καί ἑνός ἀγαπημένου εἶναι ἀβάσταχτος, πόσο μᾶλλον, ὅταν χάνεις ὅλο τό σπιτικό σου. Ποιός, ἀλήθεια, θά μποροῦσε νά μπεῖ στήν ψυχή καί τήν καρδιά μιᾶς τέτοιας μάνας πού χάνει τά πάντα. Ποιόν νά πρωτοκλάψει; Γι αὐτό ἀπό τότε τά Κερδύλλια ἄλλαξαν.
Καί ὁ τόπος ἀκόμη ἄλλαξε.
Πολλές οἰκογένειες ἐξαφανίσθηκαν καί τό ἐπίθετό τους δέν ἀκούγεται πλέον. Ἤδη ἔχουν σημειωθεῖ.

ΕΞΑΙΡΕΘΕΝΤΕΣ-ΥΠΕΡΗΛΙΚΕΣ

Ἄνω Κερδύλλια 17

Κάτω Κερδύλλια 7


ΔΙΑΣΩΘΕΝΤΕΣ

Πολλοί ἔλειπαν τήν καταραμένη ἐκείνη βραδυά καί μέρα ἀπό τά χωριά γιά διαφόρους λόγους. Πολλοί βέβαια ἔμεναν ἐκτός χωριοῦ, στό Ματσίκι, στό Στόβουλο καί ἄλλοι στό Τσάγεζι. Κι ἄλλοι βρίσκονταν σέ γειτονικά ἤ μακρυνά χωριά γιά δουλειές. Ὅπως ἐπίσης σώθηκαν κι ὅσοι ἄρρενες εἶχαν γενηθεῖ πρό τοῦ 1882.
Πρῶτα ἐσώθησαν οἱ ἱερεῖς καί οἱ δάσκαλοι: ΙΕΡΕΙΣ Παπαδημήτρης Χατζούδης (Α.Κερδύλλια), Παπαγιώργης Οἰκονομίδης καί Παπακωνσταντῖνος συνταξιοῦχος, τότε, (Κ.Κερδύλλια).
ΔΑΣΚΑΛΟΙ: Γουβέτας Κωνσταντῖνος (Α.Κερδύλλια) καί Μαρσέλος Ἰωάννης (Κ.Κερδύλλια).
Ὁ Δημ. Ὑπάλληλος-Δασονόμος Νικόλαος Εὐθυμίου, γαμπρός τῶν Κερδυλλίων ἀπό τό Καταφύγι.
Ἀπό τους λοιπούς καταγράφω:

 ΑΝΩ ΚΕΡΔΥΛΙΑ

1. Ἀβραμούδας Γεώργιος
2. Δασκαλούδης Ἀδάμ
3. Δασκαλούδης Γεώργιος
4. Καμούδης Βασίλειος
5. Καμούδης Κωνσταντῖνος
6. Καμούδης Χρυσόστομος
7. Καλώτας Ἀναστάσιος
8. Καραπέτσας Ἀγαπητός
9. Καραπέτσας Γεώργιος
10. Καραπέτσας Θεόδωρος
11. Κομήτης Ἀναστάσιος
12. Κουτκούδης Ἀδάμ
13. Κουτκούδης Βασίλειος
14. Κουτκούδης Κωνσταντῖνος
15. Κουτλούδης Ἀθανάσιος
16. Λιόλιος Παναγιώτης
17. Λουπράνης Χρῆστος
18. Ματσιανούδης Κων/ντῖνος
19. Μήτσικας Γεώργιος
20. Μήτσικας Κωνσταντῖνος
21. Μυλωνᾶς Ἀθανάσιος
22. Μιχούδης Μιχαήλ
23. Ξαφούδης Χρυσάφης
24. Παμπόρης Γεώργιος, γραμματεύς
25. Παπαγεωργίου Ἀριστοτέλης
26. Παπαγεωργίου Μάλαμας
27. Παπάρας Ἀλέξανδρος, Κοιν. Σύμβουλος
28. Πολίτης Γεώργιος
29. Πριμούδης Χρυσάφης
30. Σαϊταρῆς Ἀντώνιος
31. Σαραντζάνης (Σέκερς) Ἀθανάσιος
32. Στοϊλούδης Θεόδωρος
33. Τσελεπῆς Θεοφάνης
34. Τσιάγκας Δημήτριος, Πρόεδρος
35. Χαραλαμπούδης Δημήτριος
36. Χιονούδης Γεώργιος
37. Χουβαρδᾶς Γεώργιος

ΚΑΤΩ ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ

1. Ἀλβανός Ἀθανάσιος
2. Ἀλβανός Κωνσταντῖνος
3. Ἀλβανός Χρῆστος
4. Βάγιος Γεώργιος
5. Βασιλείου Ἰωάννης
6. Γκάλιος Χριστόδουλος
7. Εὐαγγελούδης Γεώργιος
8. Κίκηρας Ἰωάννης
9. Κυριαζῆς Ἀθανάσιος
10. Λιακούδης Παναγιώτης
11. Μπαλαμπάνης Ἰωάννης
12. Μπέης Βασίλειος
13. Μπουρνουσούζης Κωνσταντῖνος
14. Παπαγιάννης Δημήτριος
15. Ὑψηλός Βασίλειος
16. Φουτούδης Χριστόδουλος
17. Χούπης Γεώργιος Ἀθαν.
18. Χούπης Γεώργιος Παναγ



ΕΓΓΡΑΦΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ


Ψάχνοντας σέ ἀρχεῖα δέν μπόρεσα νά βρῶ κανένα γερμανικό ἔγγραφο, ἀκόμη καί πρόχειρη καί τῆς σειρᾶς ἐντολή σχετική μέ τό Ὁλοκαύτωμα. Καί νά ὑπῆρχαν οἱ Γερμανοί μέ τήν ὑποχώρηση καί ἀποχώρησή τους ἀπό τήν Ἑλλάδα τά κατέστρεψαν. Δέν ἄφησαν γραπτά σημάδια τῆς κακουργίας τους. Τό μόνο ἐπίσημο ἔγγραφο πού προέρχεται ἀπό ἑλληνική κρατική ἀρχή εἶναι ἡ Ἀπόρρητη Ἔκθεση τῶν γεγονότων τῶν Κερδυλλίων. Συντάχθηκε ἀπό τό Γραφεῖο Εἰδικῆς Ἀσφάλειας τῆς Διοίκησης Χωροφυλακῆς Θεσσαλονίκης καί ἀπευθύνεται στή Δ/νση Χωροφυλακῆς τοῦ Ὑπουργείου Δημοσίας Ἀσφάλειας στήν Ἀθήνα. Τήν ὑπογράφει ὁ Διοικητής τῆς Διοικήσεως Χωροφυλακῆς Θεσσαλονίκης, ταγματάρχης Π.Μποκοβός.Ἰδού:
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ
ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ
Γραφεῖον Εἰδ. Ἀσφαλείας ἀριθμ 41)1356)54
ΑΠΟΡΡΗΤΟΣ-ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ
ΕΠΙ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙ
Ἐν Θεσσαλονίκη 1η Δεκεμβρίου 1941
ΠΡΟΣ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
(Δ/νσιν Χωροφυλακῆς)
ΕΙΣ ΑΘΗΝΑΣ«Περί ἐμπρησμοῦ τῶν χωρίων Ἄνω καί Κάτω Κερδυλίου καί τυφεκισμοῦ τῶν κατοίκων».
Λαμβάνω τήν τιμήν, ν’ ἀναφέρω τά κάτωθι:
Κατά τάς ἀρχάς τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ. προσήχθη ἐνώπιον τῶν Γερμανικῶν Στρατιωτικῶν ἀρχῶν τῆς Φρουρᾶς Σταυροῦ, ὁ συλληφθείς τότε λησταντάρτης Δημήτριος Κίκυρας κρατούμενος ἤδη εἰς τάς φυλακάς Ἑπταπυργίου, ὅστις ἀνῆκεν εἰς τήν ληστανταρτικήν ὁμάδα τοῦ Μπογατσοπούλου καί Δημοδιδασκάλου Γκένιου καί ὅστις ἐξετασθείς παρά τῶν Γερμανικῶν Ἀρχῶν ἀνέφερε τά ὀνόματα τῶν ἀνταρτῶν τῶν καταγομένων ἐκ τῶν χωρίων Ἄνω καί Κάτω Κερδυλίου ἤτοι:
1) Ἀθανασίου Γκένιου, πρώην διδασκάλου, Ἄνω Κερδυλίου καί πρώην ἐφέδρου Ἀξιωματικοῦ 2) Μιχαήλ Μπογατσοπούλου, 3) Γεωργίου Σαϊταρῆ, 4) Κρυστάλλη Χουβαρδᾶ, 5) Ζαχαρία Λιάμτσου 6) Χρήστου Στεφανούδη. 7) Γεωργίου Μιχούδη ὡς καί τά ὀνόματα τῶν τροφοδοτῶν αὐτῶν ἤτοι: 1)Ἰωάννου Στοϊλούδη, 2) Ἀθανασίου Μουλᾶ κατοίκων Α.Κερδυλίων καί τριῶν εἰσέτι κατοίκων Κάτω Κερδυλίου, ὧν τά ὀνόματα δέν ἐξηκριβώθησαν, πλήν τοῦ ὡς ἄνω κακοποιοῦ καί τήν ἐξακρίβωσιν τῶν ἀνωτέρω στοιχείων, διετάχθη δύναμις Γερμανῶν Στρατιωτῶν ἥτις μετέβη τήν 12ην Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ. εἰς τ’ ἀνωτέρω χωρία καί ἀνεζήτησεν τούς ὡς ἄνω ἀντάρτας καί τροφοδότας ἐκ τῶν ὁποίων συνελήφθησαν μόνον οἱ δύο τελευταῖοι τροφοδόται, ἐνεπρήσθησαν δέ τήν ἰδίαν ἡμέραν καί αἱ οἰκίαι τόσον τῶν ἀνταρτῶν, ὅσον καί τῶν προδοτῶν. Οἱ συλληφθέντες δύο τροφοδόται μετήχθησαν εἰς Σταυρόν, ἔνθα ὑπεβλήθησαν εἰς ἀνάκρισιν καταθέσαντες ψευδῶς εἰς τάς Γερμανικάς Ἀρχάς ἐνοχοποιητικά στοιχεῖα ἐναντίον ὅλων τῶν κατοίκων τῶν χωρίων Ἄνω καί Κάτω κερδυλίων ἤτοι ὅτι τό ἥμισυ τῶν κατοίκων ἦσαν ἀντάρται, τό δέ ἕτερον ἥμισυ τροφοδόται αὐτῶν, καί τοῦτο, διότι ἡθέλησαν νά ἐκδικηθοῦν τούς ὁμοχωρίους των, οὕς ἐθεώρησαν ὑπαιτίους τῆς συλλήψεώς των. Ὡς προκύπτει ὅμως ἐκ πληροφοριῶν τῆς Υ.Χ.Βισαλτίας, τό ἀληθές εἶναι ὅτι, οἱ λησταντάρται κατά τήν ἐποχήν ἐκείνην ἐκυκλοφόρουν εἰς τό ὄρος Κερδύλιον, κατήρχοντο δέ τάς νυκτερινάς ὥρας ἐντός τῶν ἀνωτέρω χωρίων καί ὑπό τήν ἀπειλήν τῶν ὅπλων των ἐλάμβανον τρόφιμα καί ὅ,τι ἄλλο ἐχρειάζοντο, ἀπειλοῦντες διαρκῶς ὅτι θά πυρπολήσουν τάς οἰκίας των καί θά φονεύσουν τούς ἀρνουμένους νά δώσουν εἰς αὐτούς ἄρτον καί τρόφιμα, οἱ δέ κάτοικοι ἀνίσχυροι νά ἀμυνθοῦν ὑπέκυπτον εἰς τάς ἀπαιτήσεις τῶν ἀνταρτῶν τούτων. Κατ᾽ ἐπανάληψιν ἠπείλησαν τούς Προέδρους Κοινοτήτων ἰδία τόν τοιοῦτον τοῦ Ἄνω Κερδυλίου, ὅτι θά τούς ἐξοντώσουν καί θά κάψουν τάς οἰκίας των ἐάν ἀντιδράσουν εἰς τό ἔργον τῶν ληστανταρτῶν.Πρό τῆς τοιαύτης καταστάσεως ὁ Πρόεδρος Ἄνω Κερδυλίου ἀφίκετο εἰς Θεσ/νίκην καί διεμαρτυρήθη εἰς ΓενικήνΔιοίκησιν Μακεδονίας, πλήν ὅμως δέν κατώρθωσε νά φέρει οὐδέν ἀποτέλεσμα, οὕτω δέ ἡ κατάστασις ἐξηκολούθη νά ἐξελίσσεται εἰς βάρος τῆς ὁλότητος τῶν κατοίκων. Αἱ Γερμανικαί Ἀρχαί βασισθεῖσαι εἰς τάς ψευδεῖς καταθέσεις τῶν προαναφερθέντων δύο συλληφθέντων τροφοδοτῶν, οἱ ὁποῖοι σημειωτέον ἐτύγχανον φανατικοί κομμουνισταί, ἀπέστειλαν δύναμιν ἐκ δύο λόχων Γερμανῶν στρατιωτῶν, ἥτις μεταβᾶσα νύκτωρ τήν 17ην Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ. ἡμέραν Παρασκευήν εἰς τά χωρία ταῦτα, προέβη εἰς τήν κύκλωσιν αὐτῶν καί εἰς τήν σύλληψιν ἁπάντων τῶν ἀνδρῶν ἀπό ἡλικίας 14-60 ἐτῶν. Οἱ συλληφθέντες ἄνδρες εἰς οὕς συμπεριελήφθησαν καί οἱ δύο πληροφοριοδόται, παρετάχθησαν ἐπί τριῶν ζυγῶν ἐπί τοῦτο ἐκσκαφέντος ὀρύγματος καί ἐν θέσει ταύτη ἐφονεύθησαν διά πολυβόλων καί ἐτάφησαν. Ταυτοχρόνως μέ τόν πολυβολισμόν καί τόν φόνον τῶν κατοίκων ἐτέθη πῦρ εἰς ἁπάσας τάς οἰκίας αἱ ὁποῖαι ἐνεπρήσθησαν καί ἀποτεφρώθησαν. Ἐκ τοῦ ἐμπρησμοῦ τούτου οὐδέν διεσώθη ἀλλ᾽ ὁλόκληρα τά χωρία μετεβλήθησαν εἰς ἐρείπια.
Ὁ ἀριθμός τῶν φονευθέντων ἀνδρῶν εἶναι ὁ ἑξῆς: 1) Κάτοικοι Α.Κερδυλίου 130 ἐκ τῶν ὁποίων οἱ ἐννέα ἦταν ξένοι εὑρισκόμενοι ἐν τῶ χωρίω τούτω καί τῶν ὁποίων ἡ ταυτότης δέν ἐξηκριβώθη πλήν ἐνός ὅστις ὀνομάζεται Τσίγινας Κων ἐξ᾽ Ἀητομηλίτσης-Ἠπείρου. 2) Κάτοικοι Κάτω Κερδυλίου 81. Ἤτοι ἐν ὅλω 211. Ἀριθμός ἑμπρησθεισῶν οἰκιῶν: 1)Χωρίου Ἄνω Κερδυλίου 114 2)Χωρίου Κάτω Κερδυλίου 65. Σύνολον 170. Αἱ προξενηθεῖσαι ζημίαι δέν ἐξηκριβώθησαν ἀναλυτικῶς, συνολικῶς ὅμως ὑπολογίζονται εἰς μέν τό χωρίον Ἄνω Κερδύλιον πεντακόσια ἑκατομμύρια δραχμῶν περίπου εἰς δέ τό χωρίον Κάτω Κερδύλιον διακόσια πενῆντα ἐκατομμύρια περίπου δρχμ. (ὑποσημ. δική μου).
Τά διασωθέντα γυναικόπαιδα καί γέροντες ἐστεγάσθησαν προσωρινῶς εἰς τά πλησίον χωρία Καστρί, Εὐκαρπία καί Ἀηδονοχώριον διά συμπτήξεως τῶν οἰκογενειῶν τῶν χωρίων τούτων, ἔχουν δέ ἄμεσον ἀνάγκην στεγάσεως καί περιθάλψεως.
Ὁ Διοικητής τῆς Διοικήσεως
Π.Μποκοβός.Ταγ)ρχης.
Κοινοποιεῖται
1)Γενικήν Δ)νσιν Μακεδονίας
Δ)νσιν Ἐσωτερικῶν καί Ἐπιθ.Νομαρχιῶν
2) Ἀρχηγεῖον Χωροφυλακῆς
Τμῆμα Ἀσφαλ.Γραφ. ΙΙ, Ἀθήνας
3) Ἀνωτέρα Δ.Χ.Κ.Μακεδονίας
Γραφ. Εἰδικῆς Ἀσφαλείας
Ἀθήνας
**********************

ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΟΝΤΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΚΑ

Πενῆντα (50) χρόνια μετά τό Ὁλοκαύτωμα καί ἀφοῦ εἶχε μεσολαβήσει σωρεία παντοειδῶν διαβημάτων καί ἐνεργειῶν, προσωπικῶν παραστάσεων καί πιέσεων τῶν ἑκάστοτε προέδρων, ἰδίως δε τοῦ Μόσχου Γκάλιου, εὐδόκησε τό ἑλληνικό κράτος νά ἀναγνωρίσει τά Κερδύλλια, μαζί μέ ἄλλα 28 χωριά τῆς Ἑλλάδος ὡς μαρτυρικά. Θεωρεῖται, ἀκόμη κι αὐτό, μιά, μικρή ἔστω, δικαίωση.
Ἔκτοτε καμιά μέριμνα.Τά χόρτα τῆς λήθης καί τό χῶμα τῆς ἀκηδίας σκεπάζουν πλέον τά χωριά αὐτά. Κι ἄν δέν ἔδιναν τρανταχτό καί βαθύ τό παρόν οἱ νεοκερδυλλιώτισσες γυναῖκες, τώρα οὔτε οἱ ναοί θά στέκονταν στά πόδια τους. Πενῆντα χρόνια δέν ἀξιώθηκε τό κράτος νά στρώσει λίγα χιλιόμετρα δρόμο164, νά σηκώσει δυό εὐπρεπισμένα μνημεῖα165, νά κάνει μιά ἰσχνή δαπάνη κατεβάζοντας λίγω νερό στα μαρτυρικά αὐτά χωριά. Ποτέ δέν εἶναι ἀργά. Οἱ Μακεδόνες καί οἱ Βορειοελλαδίτες δικαίως παραπονοῦνται.
Ἀλλοῦ διετέθησαν ἀμέτρητα χρήματα, οἱ τόποι ὡραίστηκαν, τιμήθηκαν ὅπως ἔπρεπε καί ἀνεδείχθησαν. Τό ἀπογοητευτικό εἶναι ὅτι οὔτε καί οἱ «μεγάλοι πατριῶτες», συνταγματάρχες τοῦ 1967, δέν ἔκαναν τίποτε. Τουλάχιστον νά τακτοποιοῦνταν, παλαιότερα, ὡς δημόσιοι ὑπάλληλοι ἀρκετοί ὀρφανοί νέοι. Μά ποῦ τέτοια πρόνοια!
‘H ἀνακήρυξη ὡς μαρτυρικῶν χωριῶν δέν ἔχει παρά σημειολογική σημασία, ὅταν δέν ἀκολουθεῖται ἀπό ἀντάξια τῆς μαρτυρικῆς τους ἀξίας ἔργα.
Προξενεῖ ἀλγεινήν ἐντύπωση ὅτι μεταξύ τῶν προϋποθέσων πού ἐπικαλεῖται τό Π.Δ. τῆς ἀνακήρυξης, ἀναφέρει ὅτι αὐτή γίνεται ὑπό τήν προϋπόθεσιν ὅτι δέν προκαλεῖται ἐπιβάρυνση τοῦ κρατικοῦ προϋπολογισμοῦ.Ἔλεος ! Σ᾽ αὐτά ὅλα δέν εἶναι βέβαια μικρή καί ἡ δική μας εὐθύνη.
Παραθέτω ἀμέσως τό Προεδρικό Διάταγμα, πού ἔχει τήν ὑπογραφή τοῦ τότε Προέδρου τῆς Δημοκρατίας, ὁ ὁποῖος ἐτίμησε τά Κερδύλλια μέ τήν παρουσία του κατά τήν 17ην Ὀκτωβρίου τοῦ 2001.

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠἈΡΙΘΜ. 399

Χαρακτηρισμός μαρτυρικῶν πόλεων καί μαρτυρικῶν χωριῶν Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ἔχοντας ὑπ᾽ ὄψι
1. Τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 18, παρ. 5 τοῦ Ν. 2503/1977(Α-107)
2. Τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 29α τοῦ Ν.1558/1985 «Κυβέρνηση καί Κυβερνητικά ὄργανα(Α-137), πού προστέθηκε μέ τό ἄρθρο 27 τοῦ Ν. 2081/1992(Α-154) καί ἀντικαταστάθηκε μέ τήν παράγρ. 2α τοῦ ἄρθρου 1 τοῦ Ν.2469/1997(Α-38)
3. Τό γεγονός ὅτι ἀπό τις διατάξεις τοῦ παρόντος διατάγματος δέν προκαλεῖται δαπάνη εἰς βάρος τοῦ κρατικοῦ προϋπολογισμοῦ
4. τήν ἀπό 28-7-1998 αἰτιολογημένη πρόταση τῆς Ἐπιτροπῆς πού συστάθηκε στό Ὑπουργεῖο Ἐσωτερικῶν Δημόσιας Διοίκησης καί Ἀποκέντρωσης, σύμφωνα μέ τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 18 παρ. 5 τοῦ Ν. 2503)1997, γιά τό χαρακτηρισμό τῶν πόλεων καί χωρίων ἐκείνων πού ἔχουν ὑποστεῖ μεγάλες καταστροφές σέ ἀνθρώπινες ζωές καί σέ ὑλικές ζημιές κατά τήν ἀντίσταση ἐναντίον τῶν δυνάμεων κατοχῆς 1941-1944, ὡς μαρτυρικῶν πόλεων καί μαρτυρικῶν χωριῶν
5. Τήν ὑπ’ ἀριθμ 515/1988 Γνωμοδότηση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας
6. Τήν ὑπ’ ἀριθμ.3827/12-11-1998 ἀπόφαση τοῦ Πρωθυπουργοῦ καί τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν,Δημόσιας Διοίκησης καί Ἀποκέντρωσης «Ἀνάθεση ἁρμοδιοτήτων τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν,Δημόσιας Διοίκησης καί Ἀποκέντρωσης στόν Ὑφυπουργό Ἐσωτερικῶν, Δημόσιας Διοίκησης καί Ἀποκέντρωσης Γεώργιο Φλωρίδη» (Β-1178), μέ πρόταση τοῦ Ὑφιπουργοῦ Ἐσωτερικῶν, Δημόσιας Διοίκησης καί Ἀποκέντρωσης, ἀποφασίζουμεἌρθρο μόνο
Οἱ Δῆμοι Διστόμου Νομοῦ Βοιωτίας, Δοξάτου καί Δράμας Νομοῦ Δράμας,Κλεισούρας Νομοῦ Καστοριᾶς, Νέας Ἀγχιάλου Νομοῦ Μαγνησίας, Ἀνωγείων Νομοῦ Ρεθύμνης, Ὑπάτης Νομοῦ Φθιώτιδος, καί Κανδάνου Νομοῦ Χανίων, χαρακτηρίζονται μαρτυρικές πόλεις.
Οἱ Κοινότητες Κομμένου Νομοῦ Ἄρτας, Ρογῶν Νομοῦ Ἀχαϊας, Χορτιάτη Νομοῦ Θεσσαλονίκης, Λιγκιάδων καί Μουσιωτίτσας Νομοῦ Ἰωαννίνων,Ἀργινίων Νομοῦ Κεφαλληνίας, Μεσοβούνου καί Πύργων Νομοῦ Κοζάνης, Δομένικου καί Τσαριτσάνης Νομοῦ Λάρισας. Γδοχίων, Μουρνῶν καί Μύρτου Νομοῦ Λασιθίου, Ἄνω Μέρους, Γερακαρίου, Βρυσών Ἀμαρίου καί Κρύας Βρύσης Νομοῦ Ρεθύμνης,Νέων Κερδυλλίων Νομοῦ Σερρῶν,Δροσοπηγῆς καί Λεχόβου Νομοῦ Φλωρίνης, καί Μαλαθύρου Νομοῦ Χανίων, χαρακτηρίζονται μαρτυρικά χωριά.
Στόν Ὑφουπουργό Ἐσωτερικῶν, Δημόσιας Διοίκησης καί Ἀποκέντρωσης ἀναθέτουμε τή δημοσίευση καί ἐκτέλεση τοῦ παρόντος διατάγματος.
Ἀθήνας 7 Δεκεμβρίυ 1988
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ



..................................................................................................









Η ΜΟΥΣΑ ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ

Σχεδόν ἀμέσως ὁ λαϊκός ποιητής καί συνθέτης, συγκλονισμένος ἀπό τό ἀποτρόπαιο συμβάν, βιώνοντας τό κακό μέσα του, ἔβγαλε τήν ψυχή του στούς παρακάτω ἄτεχνους καί στοιχειώδεις στίχους, ἐκβιάζοντας βέβαια τή ρίμα, μά δίνοντας διέξοδο στά αἰσθήματα πού τόν ἔπνιγαν καί, ταυτόχρονα, δίνοντας τή δύναμη στούς πονεμένους Κερδυλλιῶτες νά ἐκφράσουν καί τή δική τους ὀδύνη μέ στίχους καί μελωδία.
Τό τραγούδι στιχοπλόκησε- συνέθεσε ὁ ἀπό τά Βρασνά, πασίγνωστος τότε καί μετά,βιολίστας Γιῶργος Κύρκος. Ἄν καί σέ ἦχο πού ἀπό τή φύση του εἶναι πανηγυρικός, παρά ταῦτα, τό τραγούδι τραγουδήθηκε γιά ἀρκετά χρόνια σέ πολλά μέρη, μέχρις ὅτου περιέπεσε κι αὐτό στή λήθη, ἀκόμη καί στά Κερδύλλια. Τοῦ ἔδωσα τόν τίτλο Τό ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ.
ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ
Καθῆστε νά σᾶς διηγηθῶ
γιά τό Σαράντα Ἕνα
καταστροφή πού γίνηκε
τῶν δύο Κερδυλλίων
‘Hμέρα ἦταν Παρασκευή
πρωί ὥρα ἐννέα
βάλαν φωτιά οἱ Γερμανοί
καί καίγανε «γενναῖα»!
Τούς ἄνδρες τούς μαζέψανε
τούς δέσανε τά χέρια
τά πολυβόλα βάλανε
σάν κοφτερά μαχαίρια
Σκούζουν φωνάζουν Γερμανοί
γυναῖκες κάντε πίσω
γιατ’ ἔχω τέτοια διαταγή
γιά νά σᾶς ἐκτοπίσω
Τίποτε δέ σεβάστηκαν
ἀνήλικα παιδάκια,
οὔτε κουτσούς οὔτε τυφλούς,
οὔτε κι αὐτούς τούς ξένους
Ἀνάθεμά σας Γερμανοί
κι ἐσεῖς καί τά καλά σας
μᾶς πήρατε τούς ἄνδρες μας
μέσ’ ἀπ’ τήν ἀγκαλιά μας
Κι ἐσεῖς χωριά γειτονικά
στά μαῦρα νά ντυθεῖτε
κι ὅπου θά δεῖτε Γερμανό
νά τόν ἐκδικηθῆτε.

Κάποιος δάσκαλος ἀπ’ τά Κερδύλλια σ᾽ ὅλη τή διάρκεια τῆς
ὑπηρεσίας του, σ᾽ ὅποιο σχολεῖο κι ἄν ὑπηρέτησε, στίς 17 Ὀκτωβρίου ἀφηγοῦνταν καί ἀφηγεῖται γιά τό Ὁλοκαύτωμα τῆς πατρίδας του.
Οἱ μαθητές του συμμετέχουν καί ζοῦν ἀληθινά τό συμβάν, τόσο
ὥστε τά μάτια πολλῶν γεμίζουν δάκρυα. ‘H μαθήτριά του τῆς Στ᾽
τάξης Μαρία-Λουίζα Τσίκαλα ἀπό τό Ὡραιόκαστρο Θεσσαλονίκης
τόσο συγκινήθηκε, ὥστε ἔγραψε τό παρακάτω συγκλονιστικό ποί-
ημα. Γιά τήν ἡλικία της εἶναι ὄντως ἐκπληκτικό. Τό ποίημα αὐτό
βραβεύτηκε ἀπό τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας Κ.Στεφανόπουλο σέ σχετικό διαγωνισμό τοῦ Δήμου Καλαβρύτων.
Τό τιτλοφόρησα
ΓΙΑ ΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΕΦΥΓΑΝ

Ὤ ἐσεῖς ἀθῶα θύματα
πού τό φιλί τοῦ θανάτου
μές στά ματωμένα δρομάκια δεχθήκατε·
στή μνήμη μας θά ᾽στε πάντα σεῖς
καί τά γυναικόπαιδα
πούζησαν μές στήν ἀνέχεια,
θά ᾽στε γραμμένοι σέ ματωμένη σελίδα
μαζί μ᾽ ἕνα βαρύ μοιρολόϊ.
Ὁ δάσκαλος αὐτός εἶναι ὁ Ἀθανάσιος (Σάκης) Ἰωάννου Λιάχας.

ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ

Τό θέμα τῶν πολεμικῶν ἀποζημιώσεων ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά μεγάλα διεθνῆ προβλήματα πού θέλησε μέν ἡ παγκόσμια κοινότητα νά λύσει καί νομοθέτησε σχετικῶς, ἡ ἐφαρμογή ὅμως τῶν νόμων ἀποτελεῖ τό μεγάλο ἀγκάθι στίς διακρατικές σχέσεις. ‘H Γερμανία βγῆκε ἀπό τόν Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο τελείως κατεστραμένη. Μέ τήν Ἀμερικανική βοήθεια -σχέδια ἐπί σχεδίων- ἀνοικοδομήθηκε ἀπό τήν ἀρχή καί ἔγινε σχεδόν σέ μιά δεκαετία ἡ μεγάλη Εὐρωπαϊκή δύναμη πού εἶναι σήμερα. Βεβαίως ἐτέθη ἀπό τούς νικητές τά θέμα τῶν ἀποζημιώσεων. Ἀλλά, ὅπως εἶναι φανερό, τό ἡτημμένο καί ὑπόδικο κράτος προέβαλλε μύριες ὅσες ἀμφισβητήσεις στίς ἀπαιτήσεις ἀποζημιώσεων. Ἔθεσε θέμα ἑρμηνείας τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου καί κυρίως θέμα ἑτεροδικίας, ἄν δηλαδή ἕνα κράτος μπορεῖ νά ἐνάγεται σέ δικαστήρια ἄλλου κράτους. Καί ὅταν τά γεγονότα τοῦ πολέμου ἦταν νωπά, ἔκανε μιά χειρονομία καλῆς θέλησηςς καί προσέφερε ἐνδεικτικῶς ἐλάχιστο μέρος τῶν ἀποζημιώσεων, κυρίως ὅσον ἀφορᾶ τά θύματα: 30.000 δραχμές σέ δύο δόσεις. ‘H πρώτη ἐλήφθη καί... ἀναμένεται ἡ δεύτερη. Με κύριο αἴτιο τό... δικό μας κράτος. Τό σκέφτεται κανείς καί τά χάνει. Εἶναι δυνατόν τό ἑλληνικό κράτος νά ἰδιοιποιήθηκε τέτοια χρήματα;
Μέ τήν πάροδο τῶν ἐτῶν καί τίς στενές διεθνεῖς σχέσεις μεταξύ εὐρωπαϊκῶν κρατῶν κανένα κράτος, πού εἶχε σχέσεις συμμαχικές, πολιτικές καί, κυρίως οἰκονομικές, με τη Γερμανία δέν προσέφυγε ἐπισήμως ἐναντίον της. Ἄφηνε τό θέμα στούς πολίτες του κι αὐτοί προσέφευγαν στά δικά τους δικαστήρια χωρίς κανένα ἀποτέλεσμα. Τό θέμα ἔλαβε ἔκταση τά τελευταῖα δέκα χρόνια.
Κύριος παράγων ὅλου αὐτοῦ τοῦ δικαστικοῦ ἀγώνα ὑπῆρξε ὁ πρώην Νομάρχης Λαμίας καί τ. εὐρωβουλετής Ἰωάννης Σταμούλης, πού προσέφυγε σέ τοπικό δικαστήριο στή Λιβαδιά ἐναντίον τοῦ ἑνωμένου πλέον Γερμανικοῦ κράτους. Τό τοπικό διαστήριο δικαίωσε τούς κατοίκους τοῦ Διστόμου.
‘H προσφυγή τῆς Γερμανίας στόν Ἄρειο Πάγο δέν ἀπέφερε θετικά γι αὐτήν ἀποτελέσματα, ἀλλά, τελικῶς, τό Ἀνώτατο Εἰδικό Δικαστήριο δικαίωσε τή Γερμανία μέ βάση τό Διεθνές καί ὄχι τό Δίκαιο τῆς Ε.Ε. Στίς 8 Νοεμβρίου 2006 ὁ Γενικός εἰσαγγελέας τοῦ Δικαστηρίου τῶν Εὐρωπαϊκῶν Κοινοτήτων ἀπεφάνθη ὅτι ἡ διαφορά τῶν Ἑλλήνων μέ τή Γερμανία δέν εἶναι ἀστική(!!) (ὥστε νά ἔχει ἡ Ἑλλάδα ἀπαιτήσεις). ‘H Γερμανία ὅ,τι ἔπραξε στήν Ἑλλάδα τό ἔπραξε σύμφωνα μέ τό δίκαιο τοῦ πολέμου («de jure imperii»), ὡς διοικητική πράξη.
‘H δικαστική διελκυστίνδα συνεχίζεται.
Νά προσθέσουμε ἐδῶ καί μερικά στοιχεῖα τῶν καταστροφῶν ἀπό τά Γερμανικά στρατεύματα κατά τό διάστημα 1941-44 καί τίς ἀπαιτήσεις τῆς Ἑλλάδος. Μόνο γιά τή σφαγή καί καταστροφή στό Δίστομο(218 ἐκτελέσεις) τό ποσό πλησιάζει τά 60 ἑκατομμύρια ΕΥΡΩ. Ὅλοι οἱ ἐκτελεσθέντες στήν Ἑλλάδα ἀνέρχονται στίς 135.000. Ὅπως ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀναγνώστης πρόκειται γιά ποσά ἰλιγγιώδη. Γι αὐτό καί ἡ Γερμανική κυβέρνηση ἀντιδρᾶ μέ δυναμικότητα. Ὁψόμεθα σύντομα τήν ἀπόφαση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ δικαστηρίου, ἀρχές τοῦ 2007 ἤ και μελλοντικά.

ΘΥΜΑΤΑ Β´ ΠΑΓΚ.ΠΟΛΕΜΟΥ- ΕΜΦΥΛΙΟΥ
 Β´ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Ἀπό τούς πάμπολλους ἐπιστρατευθέντας κατά τόν Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο, οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ὁποίους ὑπηρετοῦσαν στό Μπέλες, σκοτώθηκαν οἱ
1. Πριμούδης Κωνσταντῖνος τοῦ Χρυσάφη Α
2. Σαδρατζάνης Παναγιώτης τοῦ Ζαχαρία( Ζάχαρς..) Α
3. Χιονούδης Βασίλειος τοῦ Γεωργίου Α

ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Πρέπει νά ὁμολογηθεῖ ὅτι ὁ Ἐμφύλιος ἔκανε θραύση στά Κερδύλλια. Ὁ ἀριθμός τῶν θυμάτων, σχεδόν τριάντα, εἶναι τρομακτικός. Σέ ἄλλα μέρη ἀνέβηκαν στό βουνό ἄνθρωποι, πού λόγω πολιτικῆς τοποθέτησης ἀνῆκαν στό Κομμονιστικό Κόμμα. Ἐδῶ δέν ὑπῆρχαν πλέον τέτοιοι ἄνθρωποι μετά τό Κακό. Ἐδῶ, σέ μᾶς, ἡ ἡλικία ἦταν τό κυριώτερο αἴτιο μαζί μέ τήν ἀκολουθοῦσα ἀνωριμότητα καί τόν συνακόλουθο ἐνθουσιασμό.Οἱ χοροσπερίδες πού ὀργάνωνε τό ΕΑΜ ἦταν τό μέγα ὅπλο προσέλκυσης. Πολλά παιδιά πήγαιναν στό βουνό παρασυρόμενα ἀπό τήν παρέα, ἀπό τήν κοπέλα πού συμπαθοῦσαν κ.λ.π.. Παρατηρεῖ κανείς ὅτι ἡ πλειοψηφία τῶν παιδιῶν πού ἀνέβηκαν προέρχονταν ἀπό οἰκογένειες πού ὡς ἀνταρτόπληκτοι κατοικοῦσαν στήν Εὐκαρπία, τή μικρή τότε Μόσχα, ὅπως τήν ἀποκαλοῦσαν. Στήν Εὐκαρπία δέν ὑπῆρχε σπίτι νά μήν ἔχει ἄνθρωπο στό βουνό. Ὁ συγχρωτισμός αὐτός Κερδυλλιωτῶν καί Εὐκαρπιωτῶν συνετέλεσε στό νά παρασυρθοῦν πολλοί νεαροί Κερδυλλιῶτες.
1. Ἀλβανός Κωνσταντῖνος Κ
2. Βάϊος Γεώργιος Α
3. Βασιλικούδη Ἀθανασία Κ ( ἀληθινή καλλονή)
4. Βλάχος Δημήτριος Α
5. Βλάχου Μαριάνθη Α
6. Γεωργιάδης Θεοδόσιος Α
7. Γεωργαντᾶς Ἀθανάσιος Κ
8. Παπαγεωργίου Νικόλαος Α
9. Καλώτα Χριστίνα, σύζ. Δημητρίου Α
10. Κασίμης Ἀθανάσιος (Νταντάος) Κ
11. Κύκηρας Ἰωάννης Κ
12. Κυρούδης Βασίλειος (Ἀρναία)
13. Λιάμτσος Ζαχαρίας Α
14. Λιάμτσου Μαρία-Μαρώσω Α
15. Λουπράνης Γεώργιος τοῦ Δημητρίου Α
16. Λουπράνης Δημήτριος τοῦ Γεωργίου Α
17. Μαραγκός Νικόλαος τοῦ Γεωργίου Α
18. Μαργαρίτης Γεώργιος Κ
19. Μήτσικας Γεώργιος Α
20. Μιχούδης Γεώργιος Α
21. Μουλλᾶ Στεργιανή Α
22. Πολίτης Γεώργιος Α
23. Σαϊταρῆς Ἀντώνιος Α
24. Σαϊταρῆς Γεώργιος Α
25. Σαμαρᾶς Ἀθανάσιος τοῦ Θεοδώρου Α
26. Στεφανούδης Χρῆστος166 Α
27. Στοϊλούδης Ἰωάννης Α
28. Φαραζᾶ Ἀθανασία Κ
29. Χουβαρδᾶς Κρυστάλλης Α
30. Χούπη Γραμμένη τοῦ Κωνσταντίνου Κ
31. Χούπης Γεώργιος τοῦ Ἀθανασίου Κ
Πολλά ἀπό τά θύματα αὐτά δέν σκοτώθηκαν στόν καθ’ αὐτό Ἐμφύλιο (1946-1949), μά στην περίοδο 1941-1945. Ἐπειδή ὅμως δέν ἦτο δυνατόν νά περιληφθοῦν στούς δολοφονηθέντας στίς 17 Ὀκτωβρίου, τούς περιέλαβα στόν Ἐμφύλιο. Στήν πραγματικότητα ἔπεσαν καί πάλι ἀπό ἑλληνικά χέρια, (ἀντάρτες, ΠΑΟ, στρατός, χωροφυλακή ἤ καταδικάστηκαν ἀπό Στρατοδικεῖο πλήν λίγων πού δολοφονήθηκαν στοῦ Παύλου Μελᾶ ἤ στο Ἑπταπύργιο ἀπό τους Γερμανούς).

ΠΡΟΣΦΥΓΙΑ ΚΑΙ ΟΡΦΑΝΙΑ

‘H τραγωδία συνεχίστηκε γιά χρόνια, στά πέτρινα χρόνια τῆς Κατοχῆς καί τοῦ Ἐμφυλίου. Συντετριμμένος ὁ κόσμος, τήν ἴδια μέρα τοῦ Ὁλοκαυτώματος πῆρε τούς δρόμους, μακρυά ἀπό τό θάνατο. Τό δρᾶμα, βέβαια, ἦταν ἡ θέση τῶν ἀπροστάτευτων γυναικῶν καί ὀρφανῶν. Κατεβαίνοντας τό μονοπάτι στοιβάχτηκαν ὅλοι στό Καστρί. Μά τό Καστρί δέν χωροῦσε σχεδόν τίποτα. Κάποιοι βολεύτηκαν σέ συγγενικά καί φιλικά σπίτια. Ὅλα πλέον τό σπίτια ἦταν περισσότερο ἀπό φιλικά. Πολλοί μπῆκαν στήν Ἐκκλησία, τούς Ταξιάρχες. Ἔγινε κι αὐτή σπίτι καί στεγάστηκαν ἀρκετοί. Ἄλλοι μπῆκαν σέ ἔρημα κι ἐρημωμένα, ἀφημένα ἀπό τούς κατόχους σπίτια, πού μέσα δέν εἶχαν τίποτα. Ἔκαναν κρεβάτια μέ κλωνάρια ἀπό πλατάνια, Γέμισαν καί ἕνα ραμμένο σεντόνι ἄχυρα κι ἔκαναν στρῶμα. Οὔτε μαξιλάρια, οὔτε σκεπάσματα. Ἄλλοι ξημέρωσαν ἔξω. Πάγωσαν. Ὅλα τά χωριά κινητοποιήθηκαν. Προπάντων ἡ Εὐκαρπία. Ἐδῶ, σχεδόν ἀμέσως, ἦρθε τό Κάτω χωριό. Συμπτύχθηκαν οἰκογένειες, ἄδειασαν δωμάτια, ἄδειασαν σπίτια γιά νά τακτοποιηθοῦν οἱ καμμένοι Κρουσιβνοί-ἀκόμα ἔτσι τούς φώναζαν. Ἔβαλαν τό κεφάλι τους κάτω ἀπό κεραμίδα. Εὐλογία μεγάλη αὐτό. ‘H πεῖνα, ἐν τῶ μεταξύ, θέριζε τόν κόσμο. Εὐτυχῶς τό σιτάρι τῶν ἀνθρώπων σχεδόν ὅλων τῶν χωριῶν ἦταν κοινό γιά ὅλους τούς Κερδυλλιῶτες. Ἀλλά κι αὐτό τελείωνε. Ἔτσι δέν ἦταν λίγοι -προπάντων χῆρες καί παιδιά- πού πῆραν τό δρόμο τῆς ζητιανιᾶς. Δυό παιδάκια ἔφθασαν κάποτε μέ τά πόδια κι ἕνα τσουβάλι στόν ὧμο... στό Σιτοχώρι. Οἱ Σιτοχωρινές τρελάθηκαν μέ τό φαινόμενο. Ἄρχισαν τά κλάμματα. Κινητοποιήθηκαν ἀμέσως. «Τρέξτι μαρί νά πάρουμε σπίτ᾽ κατ᾽ Κουρσιβνούδια᾽ ἦρταν νά ζητιανέψουν» Τά πῆραν -μεσοχείμωνα- τά ζέσταναν, τά τάϊσαν, τά κοίμησαν καί τήν ἄλλη μέρα τά «τρουβάδιασαν» μέ ὅ,τι καί ὅσα καλά εἶχαν. Τά παιδιά φορτώθηκαν τά καλούδια, μά ἔξω ἀπό τό χωριό ἔπεσαν κατάκοπα. Τά βρῆκαν καί τά ἔφεραν οἱ ἄνθρωποι τοῦ Σιτοχωρίου στίς μάνες τους, στήν Εὐκαρπία. Τό συμβάν αὐτό μπορεῖ ὁ ἀναγνώστης νά τό πολλαπλασιάσει μέ ὅποιον ἀριθμό θέλει.
Ἄλλοι βολεύτηκαν στή Μαυροθάλασσα καί μερικοί στό Ἀηδονοχώρι.
Εὐγνωμοσύνη μεγάλη χρωστοῦμε σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους αὐτούς. Οἱ δεσμοί μας μ᾽ αὐτούς ἔγιναν ἀκόμη στενώτεροι. Τοῦτο δέν ξεχνιέται.




ΚΡΥΟΝΕΡΙ

Πέντε χιλιόμετρα βορειοδυτικά τῶν Ν.Κερδυλλίων καί σχεδόν πάνω στό δρόμο γιά Νιγρίτα, ἀκριβῶς μετά τόν Καστρόλακκα, ἀριστερά, σέ ἕνα μόλις ἀναδυόμενο λοφίσκο, βρίσκεται τό Κρυονέρι. Κρυονέρι εἶναι ἡ εὑρύτερη περιοχή. Πῆρε τό ὄνομά της ἀπό τήν πολύ παλιά πηγή, (ἀναφέρεται καί σέ βυζαντινά κείμενα) μέ ἐξαιρετικό κρύο νερό, κάτω ἀπό τό σημερινό δημόσιο δρόμο. Σήμερα ἔχει-δυστυχῶς-χαθεῖ ἀκόμη καί ὁ τόπος τῆς πηγῆς. Ὁ «λοφίσκος», πού «βλέπει» ἀνατολικά, εἶναι μικρός σέ ἔκταση, 5-6 στρέμματα καί τό ὑψόμετρό του 25-30 μέτρα ἀπό τή θάλασσα. Λίγο παρακάτω ἀπό τό λόφο καί λίγα μέτρα παραπέρα ἀπό τήν πηγή, ἔτρεχε ὁ Στρυμόνας καί ἄρχιζε ἡ λίμνη τοῦ Ἀχιανοῦ. Αὐτό ἔχει σημασία γιά τά ὅσα θά ποῦμε γιά τήν ἱστορία τοῦ τόπου. Ὁ τόπος εἶναι σημειωμένος-σημαδεμένος ἀκόμη ἀπό τήν προϊστορία. Ἐδῶ ἐντοπίσθηκε νεολιθικός οἰκισμός, 4.000 χρόνια πρό Χριστοῦ. Καί, ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ οἰκισμοί αὐτοί, οἱ νεολιθικοί, γίνονταν συνήθως σέ ρέματα -Καστρόλακκας- πού ἦταν τότε παραπόταμος τοῦ Στρυμόνα- καί στά ποτάμια, ὅπως ἐδῶ, δίπλα στό Στρυμόνα. Δέν ἔγιναν βέβαια ἀνασκαφικές ἐργασίες. Τά ἐπιφανειακά ὅμως εὑρήματα167 πιστοποιοῦν τήν ἀλήθεια τοῦ πράγματος. Τά εὑρεθέντα ἀντικείμενα εἶναι σπαράγματα-κομμάτια, μικρά καί μεγαλύτερα πού μέ λίγη φαντασία παίρνουν τό φυσικό τους σχῆμα καί μέγεθος. Συνήθως κομμάτια ἀπό φιάλες, ἀγγεῖα (βάση, χεῖλος, λαιμός) κ.λ.π.
Στό Κρυονέρι -δέ θυμᾶται κανείς ἀπό πότε- «ἀπ’ ἀνέκαθεν»- ὑπῆρχαν καμιά τριανταριά ἀχυρῶνες καί ἁλώνια. Ἀχυρῶνες κτισμένοι μέ πλιθιά (κιπρίτσια, τουρκικά) κι ἀπό πάνω καλαμιές. Ὅπως φαίνεται καί ἀπό τά προηγούμενα, ἦταν φύσει κατοικήσιμος τόπος. Τά καλοκαίρια, μέ τίς πολλές δουλειές στά χωράφια, πάρα πολλοί ἀπό τά Ἄνω Κερδύλλια ἔμεναν ἐδῶ οἰκογενειακῶς.
Τώρα λοιπόν κατέφυγε ἐδῶ ἕνας ἀρκετά σοβαρός ἀριθμός οἰκογενειῶν -γύρω στίς τριάντα (30)- ἀρχικά μόνο ἀπό τά Ἄνω καί δημιούργησαν ἕναν πρόχειρο οἰκισμό. Τό 1943 ἦρθαν ἄλλες τριάντα οἰκογένειες μικτές (Ἄνω καί Κάτω). Κατασκεύασαν καλύβες καί στοίβαξαν τή δυστυχία τους. Ἔγινε ἕνα νέο «χωριό», ἕνας μαχαλᾶς μέ πρόχειρες ἀγροικίες (τά βυζαντινά ἀγρίδια) καί ὀργανώθηκε ὅσο μποροῦσε νά ὀργανωθεῖ σέ μιά ἐποχή τόσο δύσκολη ἀπό ὅλες τίς ἀπόψεις. Εἶχε μάλιστα καί καφενεῖο-μπακάλικο, τοῦ Θανάση Κουτλούδη. Ἐδῶ ἔμεινε καί ὁ τότε πρόεδρος Δημήτριος Τσάγκας. Γιά σχολεῖο δέ γίνεται λόγος, οὔτε γιά Ἐκκλησία. Ὁ Παπαδημήτρης προσπαθοῦσε νά οἰκονομήσει τά πράγματα καί κατάφερνε νά κάνει τίς ἀκολουθίες πρόχειρα καί ἐκ τῶν ἐνόντων. Ὁ οἰκισμός αὐτός διατηρήθηκε μέχρι τόν Μάρτιο-Ἀπρίλιο τοῦ 1946. Μέχρι τότε ἦταν κέντρο διερχομένων ἐπισκεπτῶν: ἀνταρτῶν καί ἀνδρῶν τῆς ΠΑΟ. Ἐν ὄψει τοῦ Ἐμφυλίου οἱ ἄνθρωποί μας ὑποχρεώθηκαν νά τόν ἐγκαταλείψουν. Πολλοί μάλιστα ἔφυγαν νωρίτερα καί ἐγκαταστάθηκαν στά καμμένα χωριά.
Ὅταν δηλαδή τό πένθος ἄρχισε νά καταπραύνεται, ὅταν ὁ χρόνος ἔβαλε στίς πληγές κάπαρα, πολλοί Κερδυλλιῶτες θεώρησαν σκόπιμο, προκειμένου νά μένουν σέ καλύβες στόν κάμπο, νά ἀνέβουν ἐπάνω. Ἔτσι ἀδειάζει τό Κρυονέρι, ἀλλά καί πολλοί ἀπό τήν Εὐκαρπία, ἀκολουθοῦν. Κι ἀρχίζει μιά δῆθεν ἀνοικοδόμηση. Στούς ἀκόμη ὄρθιους τοίχους τῶν καμμένων σπιτιῶν μπήγουν, στερεώνουν ὁριζοντίως μεγάλα δοκάρια πού κόβουν ἀπό τό δάσος,σκεπάζουν τήν κατασκευή μέ λαμαρίνες, ἀκόμη καί μέ καλαμιές, κάνουν μιά ὑποτυπώδη ξύλινη πόρτα, ἤ κρεμοῦν μιά κουβέρτα καί συνάζουν μέσα τή δυστυχία καί τό βιό τους... Στά Πάνω Κερδύλλια ἐγκαταστάθηκαν ἔτσι γύρω στίς 80 οἰκογένειες. Στά κάτω περίπου 30-35. Ἔμεινε τότε δεῖγμα σκληρότητας ἡ συμπεριφορά ὁρισμένων ἀπό τά Πάνω, ἔναντι κατοίκων τῶν Κάτω καί κυρίως γυναικῶν, πού κι αὐτές πήγαιναν στό βουνό νά κόψουν τέτοια ξῦλα γιά τά ὑπό κατασκευή «σπίτια» τους. Στή μέση τῶν Ἄνω Κερδυλλιωτών παράγων τότε τοῦ χωριοῦ σταμάτησε τά ζῶα, ξεφόρτωσε τά ξῦλα καί ἀπείλησε τίς γυναῖκες νά μή ξανανέβουν στό βουνό «τους», ἀσυγκίνητος ἀπό τίς κραυγές καί τούς θρήνους τῆς ἀπελπισίας καί τίς παρακλήσεις τους. Καί ἄλλα τέτοια γεγονότα μεταξύ συγχωριανῶν ἔλαβαν χώρα σέ μιά κοινωνία -τότε- ἄνομη, διαλυμένη καί μέ παντελῆ ἀπουσία τοῦ κράτους. Χωρίς τήν παραμικρή κρατική ἐπίβλεψη καί μέριμνα. Οἱ ἰσχυροί καί δυνατοί -ὄχι βέβαια ὅλοι- παρουσίασαν συμπεριφορά ἄδικη σέ βάρος τῶν ἀδυνάτων καί κυρίως τῶν χηρῶν. Ἁρπαγές χωραφιῶν ἄπειρες. Παραβιάσεις ἀρχῶν καί ἀξιῶν, ἀπειλές καί ἐκβιασμοί ὄχι λίγοι. Τό μέγα κακό πού βρῆκε τούς ἀνθρώπους μας, ἀντί νά τούς μαλάξει τίς καρδιές, σέ πολλούς ἔφερε τά ἀντίθετα ἀποτελέσματα: σκληρότητα καί ἀπανθρωπιά.Ὁ ἄνθρωπος γιά τό συνάνθρωπό του λῦκος. Φαινόμενα πού παρατηροῦνται παντοῦ, ὄχι μόνον ἐδῶ. Ὁ ἄνθρωπος στίς κρίσιμες καί ὁριακές καταστάσεις γίνεται θηρίο ἀνήμερο.
Ταλαιπωρίες κι ἐδῶ μέ τούς ἀπρόσκλητους ἐπισκέπτες ὁπλισμένους ἀντάρτες καί παοτζῆδες.
Καί στό Τσάγεζι, πρίν τόν Ἐμφύλιο, κατοίκησαν ἀρκετοί χωριανοί.
Κι αὐτοί μετοίκησαν καί πάλι, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 1946, σέ διάφορα χωριά.
Ἀρκετοί ἔφθασαν καί μέχρι τίς Σέρρες. Πάρα πολλοί ὅμως καί κυρίως αὐτοί πού εἶχαν ζῶα φιλοξενήθηκαν στήν Ἀμφίπολη, μερικοί ἔφθασαν μέχρι το Ροδολίβος. Οἱ Ἀμφιπολῖτες ἔδωσαν στούς ἀνθρώπους μας τόν καλύτερο ἑαυτό τους, κανείς δέν τό ξεχνᾶ. Ἀλλά ἡ Ἀμφίπολη ἦταν πολύ μικρή γιά νά λύσει τό πρόβλημα στέγασης τόσων ἀνθρώπων. Τά σπίτια λίγα. Πολλές-πάρα πολλές- οἰκογένειες συστεγάστηκαν στά κτίρια τοῦ τότε ΟΣΕ, τεράστιες ἀποθῆκες, στά βαγόνια καί ἀλλοῦ. Θάλαμοι ὁλόκληροι μέ πολλές οἰκογένειες ἡ μια δίπλα -κυριολεκτικῶς- στήν ἄλλη.Ἄλλοι ξαναπῆγαν στήν Εὐκαρπία, Μαυροθάλασσα κ.λ.π. Τότε τό κράτος κατασκεύσε δίπλα στή γέφυρα τοῦ Στρυμώνα λαμαρινένια τόλ, ὅπου ἐγκαταστάθηκαν ἀρκετές οἰκογένειες. Προφυλάσσονταν ἐκεῖ ἀπό τήν ἀρκετή στρατιωτική δύναμη -«τό φυλάκιο»- πού φύλαγε τή γέφυρα.
‘H κατάσταση αὐτή, τῶν ἀνταρτόπληκτων, διήρκεσε μέχρι τό 1949.
Παρενθετικά νά ποῦμε πώς ἡ περιοχή αὐτή, ἐκεῖ δηλ. πού σήμερα εἶναι ἐγκατεστημένο τό φεστιβάλ Ἀμφίπολης, ἔσφυζε ἀπό ζωή καί στούς ἀρχαίους χρόνους μέ τήν πασαλόπηκτη γέφυρα πού ὑπῆρχε στό μέρος αὐτό τοῦ Στρυμόνα, πίσω καί δυτικά τῆς Ἀμφίπολης. Ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀναγνώστης τήν τεράστια κίνηση πού γίνονταν ἐδῶ ὅλο τό εἰκοσιτετράωρο καί καθ᾽ ὅλη τή διάρκεια τοῦ ἔτους, μέ ἐγκαταστάσεις ἀπό τίς δύο μεριές, ταξιδῶτες, κόσμο πολύχρωμο, πολύγλωσσο, ἀκόμα καί πολυεθνικό.
Ἀλλά καί κατά τη Βυζαντινή περίοδο ὁ τόπος ἦταν πολυσύχναστος. Τό δείχνουν οἱ πύργοι, ὁ ἕνας ἐδῶ κι ὁ ἄλλος λίγο παπραπάνω, πύργοι πού χρησίμευαν ὡς ἀποθῆκες τῶν ἀγιορείτικων μετοχίων. Ὅλος ὁ τόπος ἐδῶ ἦταν μετόχια. Ἀπό την πλευρά τῆς Ἀμφιπόλεως εὑρίσκετο τό ἀπό τούς Βυζαντινούς ἱστοριογράφους γνωστό μας Μαρμάριον.



Ο ΛΕΩΝ ΤΩΝ ΚΕΡΔΥΛΛΙΩΝ - ΑΜΦΙΠΟΛΕΩΣ


Τό γνωστό μας Λιοντάρι εἶναι σῆμα κατατεθέν, ἡ μασκότ, τῶν Κερδυλλίων περισσότερο, παρά τῆς Ἀμφίπολης, παρά τό ὄνομα μέ τό ὁποῖο εἶναι γνωστό. Εἶναι προϊόν καί κατασκεύασμα τῆς Ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς, ἐφάμιλλο τοῦ λέοντος τῆς Χαιρώνειας. Ὑψώθηκε πρός τιμή καί μνήμη τοῦ στρατηγοῦ τοῦ Μ.Ἀλεξάνδρου καί Διοικητοῦ τῆς Ἀμφίπολης Λαομέδοντα. Κανείς δέν ξέρει ἄν βρίσκονταν ἀνατολικά ἤ δυτικά τοῦ Στρυμώνα. Κατά πᾶσαν πιθανότητα ἀνατολικά, πάντως σε Κερδυλλιώτικο ἔδαφος. Βρέθηκε κομμάτια ἐδῶ κι ἐκεῖ στή δυτική πλευρά δεξιά τοῦ ροῦ τοῦ ποταμοῦ. Τά πρῶτα τμήματα κατά τους Βαλκανικούς πολέμους καί τά ὑπόλοιπα κατά τόν Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο καί μάλιστα τό 1917 ἀπό Ἄγγλους στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι θέλησαν νά τό «σώσουν» φυγαδεύοντάς τό στήν Ἀγγλία. Τό κακό ἀπεφεύχθη καί τά τμήματα μεταφέρθηκαν στήν τοποθεσία πού βρίσκεται σήμερα . Ἀπό τό 1930-31 καί ὕστερα ἀρχίζει ἡ διαδικασία τῆς ἀναστήλωσης. Αὐτή ὀφείλεται στό ἐνδιαφέρον τοῦ Ἀμερικανοῦ Πρέσβυ καί στούς μηχανικούς τῆς Ἑταιρείας MONKS-ULEN COMPANY,πού ἐργάζονταν τότε στά ἔργα τῆς λίμνης τοῦ Ἀχιανοῦ. Οἱ ἐργασίες κράτησαν 6 χρόνια καί ἡ ἀναστήλωση ἔγινε τελικῶς τό 1937. Τό ὕψος του εἶναι 10 μέτρα, πλάϊ δέ ὑπάρχουν πάμπολλες πλάκες πού φαίνεται πώς ἦταν ἡ εὐρεία πιθανῶς βάση του.
Δυστυχῶς ἡ Ἐγνατία τόν ἄφησε στά ἀζήτητα καί τώρα θλιμμένος ἀναπολεῖ τίς ὡραῖες μέρες μέ τούς χιλιάδες ἐπισκέπτες καί τά ἄπειρα σχολεῖα πού σταματοῦσαν ἐκεῖ ὑποχρεωτικά νά βγάλουν τή φωτογραφία τους. Τοῦ μένει πάντα τό αὐστηρό βλέμμα, ξάγρυπνος φρουρός τῆς ἱστορίας τοῦ τόπου, στητός καί ἄγριος ἀπέναντι στούς ὑποψήφιους παραχαράκτες.
Ἄστοχη μοῦ φαίνεται ἡ ἐσχάτως ριφθεῖσα ἰδέα μεταφορᾶς τοῦ λ. σέ θέση πού νά τό βλέπουν οἱ διερχόμενοι τήν Ἐγνατία. Ἐκεῖνο πού ἐπείγει εἶναι ὁ καθαρισμός του καί ὁ ἀξιοπρεπής εὐπρεπισμός τοῦ ἐκεῖ χώρου.






ΤΑ ΝΕΑ ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ

Οἱ Κερδυλλιῶτες, τήν ἐποχή αὐτή, εἶχαν τήν τύχη νά ἔχουν μεταξύ τῶν ἐναπομεινάντων ἡλικιωμένων ἀνθρώπους σοβαρούς καί νουνεχεῖς. Διακρίθηκαν μεταξύ αὐτῶν ὁ Ἀθανάσιος Ἀλβανός ἀπό τά κάτω Κερδύλλια, διατελέσας πρόεδρος πρό καί μετά τό Ὁλοκαύτωμα, ὁ Δημήτριος Τσάγκας, πρόεδρος τῶν Ἄνω κατά τήν καταστροφή καί λίγο μετά καί ὁ Γεώργιος Μερτζάνος, γραμματεύς τῆς ὑπό ἵδρυση κοινότητας. Ὅλοι τους στάθηκαν κοντά στούς συγχωριανούς τους καθ᾽ ὅλη τή δοκιμασία καί κατά τό μέτρο τῶν δυνάμεων καί δυνατοτήτων τους βοήθησαν τούς πάντες.
Ὑπῆρξαν οἱ σύμβουλοι ὅλων γιά ὅλα τά θέματα-τά ἄπειρα-πού τούς ἀπασχολοῦσαν. Τόν Ἀλβανό μάλιστα ὅλοι τόν ἀποκαλοῦσαν «μπάρμπα-θεῖο Θανάση», προφέροντας μαζί τήν τουρκική καί τή μετάφρασή της. ‘H ἔννοια ἐδῶ τοῦ «θείου» δέν ἐσήμαινε συγγενική σχέση, ἀλλά τόν κατ᾽ ἐξοχήν σεβαστό. Τό χειροφίλημα τοῦ Θείου Θανάση ἦταν ἀπαύγασμα βαθύτατου σεβασμοῦ, σχεδόν ἀπόλυτου. Τό ἴδιο καί γιά τό Δημήτριο Τσάγκα. Τό σύγχρονο χωριό τούς χρωστάει παντοτινή εὐγνωμοσύνη. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἔπαιξαν σπουδαιότατο ρόλο καί στήν ἐπιλογή τοῦ τόπου, ὅπου θά θεμελιώνοντταν τό νέο χωριό.
Ἕνα, ἐπίσης, γεγονός πού ἔπαιξε κι αὐτό θετικό ρόλο στήν ἑδραίωση καί πρόοδο τοῦ χωριοῦ ἦταν ὁ διορισμός ὡς γραμματέως ἀπό τό 1950 καί ἑξῆς τοῦ Γεωργίου Μερτζάνου, ὁ ὁποῖος προσέφερε ἀτίμητες, κυριολεκτικά, ὑπηρεσίες, καί μαζί μέ τούς γνωστούς μας δύο προέδρους ἀποτελοῦν μιά τριανδρία ἀνεπανάληπτη.
Ὅπως συμβαίνει πάντα, ὅλοι εἶχαν λόγο καί ὅλων οἱ ἐπιθυμίες προβάλλονταν μέ ἀπαιτήσεις. Κανείς βέβαια δέν μποροῦσε τότε νά φαντασθεῖ τήν ἁλματώδη ἀνάπτυξη τῆς Ἑλλάδος καί τήν ὁλοκληρωτική μεταμόρφωση τῶν τόπων αὐτῶν. Ἐκεῖνο πού βάρυνε ὡς κριτήριο ἐπιλογῆς, στή συντριπτική πλειονότητα τῶν κατοίκων, ἦταν ἡ ἐπιβίωση καί μόνο. Ποῦ καιρός, ἀλλά καί δυνατότητες πρόβλεψης!
Οἱ δύο πιό πάνω ἔπιασαν τά σημεῖα τῶν καιρῶν καί, συνεννοούμενοι μέ ὅλους τούς τότε κρατικούς παράγοντες τοῦ Νομοῦ Σερρῶν - Νομαρχία -Τεχνική Ὑπηρεσία - Πρόνοια-Δασική καί Γεωργική Ὑπηρεσία- κατόρθωσαν νά ἐπιτύχουν ἕνα συμβιβασμό καί νά θεμελιώσουν τό χωριό ἐδῶ πού εἶναι σήμερα.







Οἱ ἐπιλογές τῶν ἀνθρώπων ἦταν δύο κυρίως καί εἶχαν σχέση μέ τήν παλιά διαίρεση τῶν γεωργικῶν κλήρων. Τά περισσότερα χωράφια τῶν κατοίκων τῶν Ἄνω Κεδρυλλίων βρίσκονταν στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Πλάζ, ἀπό τό Ματσίκι μέχρι τό νέο χωριό. Ἤθελαν λοιπόν τή θεμελίωση στήν ὡς ἄνω παραλιακή περιοχή. Ἀντίθετα τῶν κατοίκων τῶν Κάτω Κεδρυλλίων τά χωράφια βρίσκονταν στήν ἄλλη πλευρά. Γι αὐτό προτιμοῦσαν νά θεμελιωθεῖ τό χωριό γύρω σ᾽ αὐτή τήν περιοχή, κοντά στό Κρυονέρι.
Ἄν λάβουμε ὑπ᾽ ὄψη τίς προπολεμικές ἔριδες μεταξύ Ἀνωχωριτῶν καί Κατωχωριτῶν, πού ἦταν ἔντονες, ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀναγνώστης τή διάσταση τοῦ προβλήματος. Διάσταση πού πολλές φορές ἔπαιρνε τή μορφή ἄγριων καυγάδων.
Πρόσθετο πρόβλημα ἦταν ὅτι τά χωράφια ὅπου θά κτίζονταν τό χωριό ἦταν ἰδιοκτησίες τῶν Κατωκερδυλλιωτῶν, πού θά τά ἔχαναν. Τό κράτος ὑποσχέθηκε νά τούς ἀποζημιώσει, ἀποζημίωση πού ἔλαβαν μετά τριάντα χρόνια (1970-75). Χρειάστηκε ἡ ὑπομονή, ἡ σύνεση καί ἡ δπλωματικότητα τῶν ὡς ἄνω ἀνθρώπων, ὥστε οἱ πάντες νά ἀποδεχθοῦν τή λύση.
Τό 1946 τίς γενικές ἐκλογές δέν ἀκολούθησαν καί οἱ κοινοτικές. Ἔτσι ἦταν φυσικό, τήν προεδρία κατέλαβαν καί πάλι: γιά τά Ἄνω ὁ Δημ.Τσάγκας, γιά τά Κάτω ὁ Ἀθ.Ἀλβανός. Μέ ἀνανεωμένες πλέον δυνάμεις ἐπιδόθηκαν στό πιό πάνω πρόβλημα. Παρά τόν Ἐμφύλιο οἱ παρουσίες τους στίς νομαρχιακές ὑπηρεσίες ἦταν τακτικές καί πιεστικές. Πρέπει βέβαια νά ἀναγνωρίσουμε καί τό ἔντονο καί συγκινητικό ἐνδιαφέρον ὅλου τοῦ κρατικοῦ μηχανισμοῦ γιά τά δυό χωριά καί τούς ἀνθρώπους τους. ‘H Πρόνοια ἔπαιξε σημαντικώτατο ρόλο δίνοντας κάθε μορφή βοήθειας, κινώντας πολλές φορές τή δυσαρέσκεια ἄλλων Σερραίων πού κι ἐκεῖνοι ὑπέφεραν. Τῆς ἀναγνώρισε τό κράτος αὐτές τίς ἐπεμβάσεις. Τῆς ἔδωσε μάλιστα καί τό προνόμιο νά δώσει αὐτή, ὕστερα ἀπό σαράντα περίπου χρόνια(!), τούς ὁριστικιούς τίτλους τῶν σπιτιῶν.Γι αὐτό οἱ Κερδυλλιῶτες ἔλεγαν πώς τά σπίτια ἦταν τῆς Πρόνοιας.
Τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ χωριοῦ ἀνέλαβε τό Ὑπουργεῖο Δημοσίων Ἔργων. Στίς Σέρρες δική του ὑπηρεσία ἦταν ἡ ΤΥΔΚ. Καί τά κονδύλια ἔφθαναν στίς Σέρρες ἀπό τό Ὑπουργεῖο αὐτό. Ἀπό τό Μάρτιο τοῦ 1946, μετά τίς συζητήσεις γιά τόν τόπο170 καί τήν ὁριστική κατάληξη, οἱ μηχανικοί τοῦ Δημοσίου ἔρχονταν καί ξαναέρχονταν, χαρτογραφοῦσαν τόν τόπο, ἔκαναν σχέδια ἐπί σχεδίων, πολεοδομικές γραμμές, κ.λ.π. καί κατά τό τέλος τοῦ ἔτους αὐτοῦ ἔγιναν καί οἱ μειοδοτικοί διαγωνισμοί γιά πρόσληψη ἐργολάβων πού θά ἀναλάμβαναν τίς ἐργασίες. Γέμισε ὁ τόπος κτίστες καί μαστόρους, ἐργάτες, βοηθούς κ.λ.π. πού προέρχονταν κυρίως ἀπό τή Νέα Μάδυτο, ἀλλά ἦρθαν καί Μυτιληνιοί.
Οἱ ἐργασίες προχωροῦσαν γρήγορα. Παρενθετικά νά ποῦμε πώς και ἡ οἰκονομική ἐνίσχυση τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν ὑπῆρξε πολύ μεγάλη.
Στό τέλος τοῦ 1949 σχεδόν ὅλα τά σπίτια ἦταν ἕτοιμα. Ἄρχισαν νά καταφθάνουν οἱ οἰκογένειες.Καί ἔπιαναν ὅποιο σπίτι ἔβρισκαν ἄδειο. Σιγά-σιγά γέμισε τό χωριό. Ὅρισαν μάλιστα καί δυό σπίτια, ἕνα γιά σχολεῖο καί ἕνα γιά Ἐκκλησία. Γιά ναό τό σπίτι τοῦ Λιόντα (τῆς Χρυσούλας) στήν ἀρχή καί κατά τά ἔτη 1952,53,54, 55 τό σπίτι τοῦ Θύμιου Τσικλητήρα (Ματσίκη) στό κάτω μερος τοῦ χωριοῦ καί γιά σχολεῖο τό σπίτι τοῦ Καρακοντίνου-ψηλά.
Ὕστερα ἀπό ἀρκετό χρονικό διάστημα θά γίνει ἡ κλήρωση γιά τίς μόνιμες ἐγκαταστάσεις τους. Ὅλα τά σπίτια ἦταν κτισμένα μέ πέτρες, ὅλο κι ὅλο δυό δωμάτια, καί δίπλα, ἐξωτερικά, μιά βρύση καί μιά ἀποθηκούλα κολλημένη στόν τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ πού χρησίμευε καί γιά κουζίνα. Ὑπῆρχε ὅμως μεγάλο οἰκόπεδο, ἕνα στρέμμα. Τούς δυσκόλευε μόνο τό...νερό. Ὅλοι ἔτρεχαν στά τρία-τέσσερα πηγάδια πού ὑπῆρχαν. Ἀπροσάρμοστοι στό νέο τόπο, πολλοί ἔχαναν τόν προσανατολισμό τους, μπερδεύοντας τό πρόσκαιρο μέ τό ὁριστικό. Οἱ φαντάροι μάλιστα πού δέν βρίσκονταν ὅταν μοιράστηκαν τά σπίτια, φθάνοντας στό χωριό ρωτοῦσαν ποῦ εἶναι τό σπίτι τους. Μ᾽ αὐτά καί μ᾽ αὐτά, ὅλα σιγά-σιγά ἔστρωσαν καί ἡ ζωή πῆρε τό δρόμο της. Στήθηκαν καφενεῖα, μπακάλικα, ἄρχισε μιά κίνηση ἀρκετά καλή μέ τήν παρουσία τῶν ξένων πού ἀκόμη ἔκαναν τά τελευταῖα μαστορέματα καί πολλοί ἔμειναν γαμπροί. ‘H Κοινότητα μπῆκε πλέον γιά καλά στά νερά της με τό νέο σφριγηλό γραμματέα. Οἱ Σαρακατσαναῖοι ἀγόραζαν οἰκόπεδα στά κράσπεδα τοῦ χωριοῦ καί μόνοι τους ἄρχισαν νά κτίζουν τά σπίτια τους, ἄτσαλα ὅμως οἱ εὐλογημένοι, μή κρατώντας μέ ἐπιμέλεια τήν ἤ τίς οἰκοδομικές γραμμές. Ποῦ πολεοδομία τότε! Δέν ὑπῆρχε καμιά Ἐλευθερία Κασαπίδου... Δυσκολίες ἡ μιά δίπλα στήν ἄλλη, ἔκαναν τή ζωή περισσότερο ἀπό δύσκολη. Τά χρόνια ἄ-χαρα. Παρά ταῦτα καί οἱ χαρές δέν ἔλειπαν καί τά μικρογλέντια ἔκαναν τήν ἐμφάνισή τους τακτικά.

ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΣ - ΥΔΡΕΥΣΗ

Τή δεκαετία τοῦ 1950 δέν μποροῦσε νά γίνει λόγος γιά ἠλεκτρικό ρεῦμα. Λάμπες καί πάλι λάμπες μέ πετρέλαιο. Ἐκεῖ δίπλα τους οἱ μαθητές τοῦ Δημοτικοῦ καί τοῦ Γυμνασίου (Μαυροθάλασσα) περνοῦσαν τίς ὦρες τους τίς νύχτες. Θαρρεῖ κανείς πώς τό πετρέλαιο τῆς λάμπας σφήνωνε τά γράμματα πιό βαθειά στό μυαλό τῶν παιδιῶν ἐκείνων. Κάποιος ἰσχυρίζεται πώς τό ἠλεκτρικτικό ρεῦμα ἦρθε τό 1961. Τό πῆραν, λέει, ἀπό ἀπέναντι ἀπ’ τόν ἠλεκτρικό Σταθμό τῆς Ἀμφίπολης. Οἱ πιό πολλοί τό ἀμφισβητοῦν. Τό ρεῦμα ἦρθε στίς 15 Αὐγούστου, τῆς Παναγίας, σκοπίμως τήν πανηγυρική αὐτή μέρα, τοῦ 1967. Φῶς πλημμύρισε τό χωριό.
Τό νερό τό ἔφερε ἀπό τή Νευρονταριά ὁ τότε πρόεδρος Ἀθανάσιος Κουτλούδης. Ἔκαναν καί μιά γεώτρηση, μά τό νερό καί τῶν δύο πηγῶν ἦταν λίγο καί, τῆς γεώτρησης, τελείως ἀκατάλληλο. Μ᾽ αὐτή τήν κατάσταση πέρασε τό χωριό μέχρι τά πρῶτα χρόνια τῆς δεκαετίας τοῦ 1980. Ἔπρεπε νά περάσει μιά εἰκοσαετία γιά νά πλημμυρίσει ὁ τόπος πολύ καί ἄφθονο νερό, ὅπως σήμερα, ἀπό τίς γεωτρήσεις (τρεῖς ἀπό τίς πέντε πού «χτύπησαν») καί πού ἔγιναν ἐπί προεδρίας Γκάλιου. ‘H μία ἀπό αὐτές παρέχει σήμερα τήν ὕδρευση στήν Πλάζ καί τά γύρω καί οἱ δυό διοχευτεύουν ἀπό τόν Καστρόλακκα στό χωριό νερό ἐξαιρετικό, σχεδόν μέ σπάνια (ἄν ἔγινε ποτέ) χλωρίωση. ‘H Κοινότητα τότε 1983-84 δέ δαπάνησε οὔτε μία δραχμή. Τό ἔργο χρηματοδοτήθηκε ἀπό εἰδικό Πρόγραμμα τοῦ Ὑπουργείου Ἐσωτερικῶν.
Μιά πού μιλοῦμε γιά νερά νά σημειώσω ἐδῶ ὅτι ὁ πρόεδρος Μ.Γκάλιος τό 1993 εἶχε προτείνει νά τραβήξουν δυό γραμμές ὥστε νά πάει τό νερό στά δύο καμμένα χωριά. Θεωρήθηκε, τότε, ἡ δαπάνη σοβαρή καί τό πρᾶγμα, δυστυχῶς ματαιώθηκε. Ὅπως δυστυχῶς ματαιώθηκε, ἀπό ἔλλειψη προοπτικῆς τῶν κατοίκων, ἡ ὑλοποίηση τοῦ σχεδίου καί τῆς πρότασης τοῦ Ὑπουργείου Γεωργίας περί δημιουργίας οἰκισμοῦ στά πάνω χωριά. Καμιά ἀνταπόκριση στήν πρόταση, παρά τίς ἔντονες προτροπές τοῦ τότε ἀντιπροέδρου Μ.Γκάλιου: « Τι λέ ρέ, νά μᾶς πάρουν τά (καμμένα) σπίτια;» .
Ὅπως ματαιώθηκε -κάκιστα- καί ἡ ἐγκατάσταση στρατοπέδου στό πάνω μέρος τοῦ χωριοῦ...

ΑΡΔΕΥΣΗ

Τά χρόνια περνοῦσαν καί τά πράγματα βελτιώνονταν. Ἐπεῖγε τό πρόβλημα τῆς ἄρδευσης. Τά χωράφια δέν ἀπέδιδαν τά ἀναμενόμενα ἀπό βάλτα. Τό 1983 ἔγινε μιά προσπάθεια, νά κάνει τό ἔργο ἡ Κοινότητα. Ἔγιναν μελέτες, ἐγκρίθηκαν, ἀλλά καί πάλι ματαιώθηκε, διότι κρίθηκε ὅτι τό ἀναλογοῦν σέ κάθε οἰκογένεια κόστος ἦταν πολύ ὑψηλό. Μεχρις ὅτου τό 1991 καί ἑξῆς ὁ πρόεδρος κατώρθωσε νά τό ἐντάξει στό Πρόγραμμα τῶν Ἐγγείων Βελτιώσεων τοῦ Ὑπουργείου Γεωργίας (Πρόγραμμα Λειψυδρίας), μέ ἀρχικό ἐξασφαλισθέν ποσόν 380.000.000 πού τελικά ἔφθασε τό 1 δις, μέ τις ἐπεκτάσεις πού ἔγιναν (ὅλα τά λεφτά ἀπό τήν τότε ΕΟΚ). Ὁ κάμπος πλημμύρισε νερό. Σχεδόν 4.000 στρέμματα ἔγιναν ξαφνικά ποτιστικά.
Ἀποτέλεσμα οἱ τεράστιες ἀποδόσεις καί ἡ κατακόρυφη αὔξηση τῶν εἰσοδημάτων καί ἡ αἰσθητή βελτίωση τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου.

ΑΣΦΑΛΤΟΣΤΡΩΣΗ

Ἕνα χωριό νεόκτιστο εἶναι γεμάτο ἐλλείψεις. Οἱ δρόμοι χάλια· λάσπη τό χειμώνα καί σύννεφα σκόνη τό καλοκαίρι. Ἔπρεπε νά ἀσφαλτοστρωθοῦν.
Ἕνας μόνο δρόμος ὑπῆρχε ἀσφαλτοστρωμένος: ἀπό τήν ἐθνική ὀδό μέχρι τήν Κονότητα καί λίγος μέ τσιμέντο μέχρι τό σπίτι τοῦ Γ.Λιόλιου.
Ἀσφαλτοστρώθηκαν ὅλοι οἱ ὁριζόντιοι δρόμοι, πλήν τῶν λίγων καθέτων κι αὐτό ἀπό τίς ἰδιοτροπίες τῶν κατοίκων-νά μήν μποῦν λίγο μέσα-Τελευταῖα ἔγιναν κι αὐτοί κάθε ἄλλο παρά κάθετοι. Μαζί μέ τήν ἀσφαλτόστρωση ἔγινε τότε καί ἡ διαπλάτυνση τῆς Ἐθνικῆς ὁδοῦ μέ τό μεσαῖο χώρισμα, φωτίστηκε ὁ δρόμος καί ἔδειξε στόν ταξιδιώτη πώς περνάει ἀπό ἕνα χωριό τῆς προκοπῆς.

ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ

Ἕνα ἄλλο πρόβλημα σοβαρό πού δημιουργοῦσε κατάσταση ἀφόρητη ἦταν ἡ κατάργηση τῶν βόθρων καί ἡ δημιουργία ἀποχετευτικοῦ συστήματος.
Ἐδῶ τά πράγματα ἔγιναν ἀνάποδα. Ἀντί νά προηγηθεῖ ἡ ἀποχέτευση, προηγήθηκε ὁ Βιολογικός Καθαρισμός. Ὁ πρόεδρος Μ.Γκάλιος κατώρθωσε διά τοῦ τότε Ὑπουργοῦ Γ.Ρωμαίου, νά ἐξασφαλίσει τό ποσόν γιά τό Βιολογικό Καθαρισμό καί δέν ἔχασε τήν εὐκαιρία. Ὑπῆρχε ἕνα εἰδικό Πρόγραμμα Βιολογικῶν Καθαρισμῶν, μεγάλος θόρυβος τότε γιά τέτοια ἔργα, καί ἔβαλε καί τήν Κοινότητα στό Πρόγραμμα . Ἔτσι στά γρήγορα ὁλοκληρώθηκε τό ἔργο.
Ἀλλά τί νά καθαρίσει χωρίς ἀποχέτευση;

ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗ

Καί πάλι μέ τίς ἔξυπνες κινήσεις του ὁ πρόεδρος Μ.Γκάλιος ἔγινε φίλος στενός τοῦ τότε Ὑπουργοῦ Ἀναπληρωτοῦ Ἐσωτερικῶν Γ.Δασκαλάκη (Κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ) καί πέτυχε τήν ἔγκριση τῆς πρότασης τῶν Κερδυλλίων.
Ἐξασφαλίστηκαν τά κονδυλια, περίπου 250.000.000 καί ἄρχισε τό ἔργο (1994) πού μετά περιπέτειες ὁλοκληρώθηκε ἐπί δημαρχίας Δ. Παπαδοπούλου (Καποδίστριας).

ΑΓΡΟΤΙΚΟΙ ΔΡΟΜΟΙ

‘H ἄρδευση τοῦ κάμπου μετά ἀπό λίγο δημιούργησε ἄλλο πρόβλημα. Τά πολλά νερά δημιουργοῦσαν ἀξεπέραστες δυσκολίες στην πρόσβαση τῶν γεωργῶν. Ἔπρεπε νά γίνουν ἀγροτικοί δρόμοι προσβάσιμοι. Άλλες φασαρίες κι ἐδῶ: γιατί ἀπό κεῖ κι ὄχι ἀπό δῶ ὁ δρόμος. Οἱ ἀγροτικοί αὐτοί δρόμοι ἦταν μια τεράστια εὐλογία.

ΤΙΤΛΟΙ ΚΥΡΙΟΤΗΤΟΣ

Ἡ βελτίωση τοῦ γενικοῦ δείκτη εὐημερίας ἔδωσε θάρρος στούς κατοίκους νά βελτιώσουν τά μικρά σπίτια τους. Παράνομα πολλοί εἶχαν κτίσει κάτι κουζινίτσες δίπλα, ἀλλά ὑπῆρχε πρόβλημα. Δέν ὑπῆρχαν τίτλοι κυριότητος, χωρίς τούς ὁποίους ἦταν παράνομη ἡ οἰκοδόμηση καί ἑνός κοτετσιοῦ. Τρεξίματα στήν Πρόνοια Σερρῶν, στό Ὑπουργεῖο Πρόνοιας, ὅπου θριάμβευε ἡ γραφειοκρατία, καί τελικῶς δόθηκαν, μετά τριάντα χρόνια, οἱ περιπόθητοι τίτλοι.

ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ

Τά χρόνια τῆς δεκαετίας τοῦ 1980 δόθηκαν καί ὁρισμένες συντάξεις σέ πονεμένους ἀνθρώπους, κυρίως θύματα τοῦ Ὀλοκαυτώματος (γυναῖκες), ὡς θύματα Ἐθνικῆς Ἀντίστασης. Ὅσο κι ἄν φαίνεται ἁπλό τό θέμα αὐτό, δυσκόλεψε πολύ-παρά τό συρμό καί τίς ἀθρόες τότε παροχές τέτοιων συντάξεων.

ΑΝΑΔΑΣΩΣΗ

Ἕνα τελευταῖο πού πρέπει νά μνημονεύσουμε εἶναι ἡ ἐπιχειρηθεῖσα ἀναδάσωση. Ὄντως ἀναδασώθηκαν 8.000 στρέμματα κοινοτικοῦ δάσους μέ πεῦκα κυρίως καί ἀκακίες (Μπάρες), μά οἱ ἔντονες διαμαρτυρίες τῶν κτηνοτρόφων καρποφόρησαν περισσότερο ἀπό την ἀναδάσωση...
Δέν εἶναι λίγα τά ὅσα ἔγιναν σέ τόσα λίγα χρόνια. Ὅλοι ἔτρεξαν νά συμβάλουν, νά κάνουν τό «χωριό» ὄντως χωριό. Κυρίως βέβαια ἡ Κοινότης, καί ὁ ἐπικεφαλῆς, ἑκάστοτε πρόεδρος. Κι ἀλλοῦ καί ἐνδιάμεσα ἀνέφερα τά ὀνόματά τους. Κι αὐτοί πού δέν ἀναφέρθηκαν ὀνομαστικά κι αὐτοί κατά τίς δυνάμεις τους καί τίς περιστάσεις πρόσφεραν. Ἐκεῖνος ὅμως πού ἀναλώθηκε στήν ὑπηρεσία τοῦ χωριοῦ του ἦταν ὁ Μόσχος Γκάλιος. Τά ἀριθμημένα καί ὄχι μόνο ἔργα εἶναι προσωπικές ἐπιλογές καί πραγματοποιήσεις δικές του. Δέν ἦταν λίγες οἱ περιστάσεις πού ὁ ἴδιος με σχετικά ἐργαλεῖα ἔτρεχε πρῶτος ὅπου ὑπῆρχε ἀνάγκη. ‘H περίοδος ἀπό τήν πρώτη προεδρία του -1982- μέχρι τήν τέταρτη καί τελευταία-1998, δέκα ἕξι χρόνια -ρεκόρ σχεδόν πανελλήνιο- στήν ἱστορία τοῦ χωριοῦ θά μποροῦσε νά ὀνομασθεῖ περίοδος Μόσχου Γκάλιου. Ὁ συγγραφεύς τῆς ἱστορίας αὐτῆς δέν ἔχει προσωπικούς δεσμούς οὔτε οἰκογενειακές σχέσεις μέ τόν τέως πρόεδρο (αὐτό εἶναι γνωστό σέ ὅλους), ὥστε νά θεωρηθεῖ ὅτι μεροληπτεῖ. Ἁπλῶς καταγράφει τά γενόμενα.
Αὐτά ἔγιναν ἀπό τή δημιουργία τῶν Νέων Κερδυλλίων μέχρι σήμερα.
Σήμερα σέ γενικές μόνο γραμμές τό χωριό μοιάζει μέ τό τοῦ 1949. Νά κάνουμε τή γνωριμία του περιεργαζόμενοι σπίτια, καταστήματα καί ἀνθρώπους. Πρέπει νά ποῦμε ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά μιλήσει γιά τά σημερινά Κερδύλλια, ἄν δέν ἀρχίσει ἀπό πολύ μακρυά. Ὁ τόπος πρός τή Θεσσαλονίκη καί κατά μῆκος τῆς παλαιᾶς ἐθνικῆς ὁδοῦ γέμισε σπίτια. Τό μέρος πού ἔμεινε περισσότερο γνωστό ἀρχικά ἦταν τό ΜΑΤΣΙΚΙ μέ τό γνωστό ἐστιατόριο.
Ἐπί δεκαετίες ἔσφυζε ζωή. Ἦταν ὑποχρεωτικός, σχεδόν, σταθμός ὅλων τῶν μέσων συγκοινωνίας ἀπό Ἀνατολική Μακεδονία πρός Θεσσαλονίκη καί ἀντίθετα. ‘H οἰκογένεια Ματσίκη ἦταν ἐκεῖ ἐγκατεστημένη ἀπό χρόνια, μέ σπίτια, οἰκόπεδα καί μπαξέδες. Τό Ματσίκι ἦταν ἡ σωτηρία τῆς οἰκογένειας αὐτῆς ἀπό τό μέγα κακό τῶν Κερδυλλίων.
Ἐδῶ λοιπόν σταμα τοῦσαν ὅλα τά λεωφορεῖα. Κάθε ὥρα τοῦ εἰκοσιτετραώρου κόσμος, πολύς κόσμος. Καί τά καλοκαίρια γεμάτο σκηνές τῶν Σερραίων ἀγροτῶν πού κατασκήνωναν ἐδῶ γιά δεκαπέντε μέρες. Τά «μπάνια τοῦ λαοῦ»! Kαί... δουλειά γιά ἀρκετούς Κερδυλλιῶτες.
Πλησιάζοντας συ-ναντοῦμε τήν περιοχή ὅπου ἀπό τό 1960-61 καί ἑξῆς λειτουργεῖ ἡ γνωστή μας ΠΛΑΖ. Ὁ τόπος πολύ ὡραῖος. Με πρωτοβουλία τοῦ ρέκτη τότε γραμματέως Γεωργίου Μερτζάνου ἡ Κοινότητα ἀπαλλοτρίωσε τριάντα περίπου στρέματα χωράφια Ἀνωκερδυλλιωτῶν καί σχεδίασε αὐτό πού βλέπουμε σήμερα. Κάτω ἀπό τήν ἄσφαλτο ἔκτισε τό γνωστό συγκρότημα: οἰκοδόμημα-ἐστιατόριο καί ἀρκετά σπιτάκια, πού δυστυχῶς ποτέ δέν ἀνεγνώριζε ὁ ΕΟΤ δημιουργώντας προβλήματα στή λειτουργία. Εὐτυχῶς ὁ τότε Νομάρχης Παπακώστας στήριξε τό ἔργο. Πόσο διαφορετικά θά ἦταν τά πράγματα ἄν ὁ κρατικός αὐτός ὀργανισμός ἀγκάλιαζε ἀπ τήν ἀρχή τήν κοινοτική αὐτή πρωτοβουλία! Τά σπιτάκια αὐτά ἡ Κοινότητα τά ἐνοικίαζε σέ Σερραίους παραθεριστές. Ἀπό τη δεκαετία τοῦ 1980 καί ἑξῆς τό πρᾶγμα πῆρε τήν κάτω βόλτα. Ὕστερα ἀπό συνεχεῖς ἐνοικιάσεις σέ ἰδιῶτες, φθάσαμε στη σημερινή πλέον κατάσταση μέ τίς πολύ καλές ἐπενδύσεις τοῦ Σερραίου ἐπιχειρηματία Τζώνη καί τίς παιδικές κατασκηνώσεις. Τότε ἡ πλάζ ἔσφυζε ζωή. Κόσμος μπαινόβγαινε καί ἔδινε ἀξία στούς Κερδυλλιῶτες ἐπιστάτες πού φρουροῦσαν καί ἐπέβλεπαν τούς εἰσερχομένους. Θυμᾶμαι τόν ἐπιστάτη καί φύλακα Χρῆστο Μπουϊκούδη, τόν Καραπέτσα καί τελευταῖο τόν Κρυστάλλη Μαραγκό μέ τό περίπτερο. Γιατροί, δικηγόροι, ἔμποροι, ἔκαναν τά μπάνια τους στήν Πλάζ τῶν Κερδυλλίων. Κόσμος πολύς, χαρά Θεοῦ. Περιβάλλον ἀληθῶς κοσμοπολίτικο, για την ἐποχή ἐκείνη. Αὐτά κατά τη δεκαετία τοῦ 60 καί 70.
Τήν ἐκμετάλλευση, δυό τρία χρόνια (1962- 65), ἀλλά καί τήν βελτίωσή της ἀνέλαβε ὁ γνωστός δημοσιογράφος Ἴκαρος (Πρόεδρος τότε ὁ Σταῦρος Χούπης). Ἄρχισαν νά κτίζονται σπίτια (Θωμάκος, ἔμπορος ἀπό τίς Σέρρες, ὁ ζωγράφος μας Γιάννης Παπαδόπουλος καί ἄλλοι). Τά σπίτια κάτω καί πάνω ἀπό τό δρόμο πολλαπλασιάστηκαν. Ἀκόμη καί πολυκατοικίες ἀνεγέρθηκαν. Τά οἰκόπεδα χρυσάφι. Τό χρῆμα ἄρχισε νά γεμίζει τίς τσέπες τῶν κατοίκων. Τυχεροί, ὅσοι εἶχαν χωράφια κατά μῆκος τοῦ δρόμου.
Λίγο πιό ἐδῶ, στό Τζικώστα, τό ἴδιο. Ἐδῶ τό πλεονέκτημα ἦταν καί εἶναι ὅτι ἡ θάλασσα ἦταν περισσότερο καλή καί ἡ ἀμμουδιά ἐξαιρετική. Σπίτια κι ἐδῶ, συνοικισμοί παντοῦ, μέχρι μέσα στό λάκκο, στήν Γιάντσα, μέσ᾽ στα πλατάνια, πιό μπροστά καί λίγο μετά τό Τζικώστα. Συνεχίζουμε γιά τό χωριό. Ὁ δρόμος κόβει στή μέση τήν ἀρχαία Ἄργιλο. Μετά τή στροφή ἄλλος συνοικισμός, μεγαλύτερος καί περισσότερο μοντέρνος μέ δυό τρία σπίτια ψηλά σά βιγλάτορες. Εἶναι ὁ συνοικισμός Καλλιθέα, μέ τήν πασίγνωστη ταβέρνα Ο ΜΑΚΗΣ (Καραπέτσας).
Παίρνουμε πλέον τό δρόμο γιά τό χωριό. Προσπερνοῦμε τήν παλιά Ψαροταβέρνα ΤΡΙΚΑΛΙΩΤΗΣ καί, σχεδόν φθάσαμε. Ὁ δρόμος ἴσιος, σχίζεται στή μέση μέ διαχωριστικό, μόλις μπαίνουμε στό χωριό. Καινούργια σπίτια, μοντέρνα.
Δεξιά τό βενζινάδικο τοῦ μακαρίτη Νίκου Γούλα, τοῦ ὀμορφάνδρα αὐτοῦ καί παθιασμένου Κερδυλλιώτη. Ἀπέναντι, χρόνια τώρα τό Φαρμακεῖο τοῦ Κώστα Φυλαχτοῦ, δίπλα τό κρεοπωλεῖο τοῦ Ἀργύρη Καλώτα καί πιό ἑδῶ τό καφενεῖο-Καφετέρια τοῦ Θέμη Ματσίκη μέ τήν εὐγενική Βάγια. Ὅλοι οἱ μερακλῆδες στό χαρτί κάνουν τήν ἐμφάνισή τους ἀπό τίς... πρωινές ὧρες. ‘Hμίφως, ἀτμόσφαιρα ἀποπνικτική ἀλλά καί εὐχάριστη μέ τίς φωνές, τούς καπνούς καί τά πειράγματα. Ἀπέναντι ἀκριβῶς ἡ καφετέρια τοῦ Δημήτρη Φαραζᾶ. Ἔξω ἕνα σωρό κοῦρσες. Εἶναι οἱ σκληρά ἐργαζόμενοι νεολαῖοι πού τή γεμίζουν τά ἀπογεύματα καί τίς Κυριακές. Πέντε βήματα παραπέρα, ἀριστερά, τό περίφημο, σ᾽ ὅλη σχεδόν τήν Ἀνατολική Μακεδονία καί ὄχι μόνο, ἀρτοποιεῖο τοῦ (μακαρίτη πλέον) Γιώργου Γάκη. Ἐξαιρετικά, σπάνια ψωμιά.Ἐδῶ, πρίν πενῆντα χρόνια, ὑπῆρχε ἕνα πολύ καλό καφενεῖο, τοῦ παλιοῦ κρητικοῦ χωροφύλακα Δημήτρη Παναρετάκη. Γάμοι, χοροί, γλέντια.
Πιό ἐδῶ, τό πάλαι ποτέ ὑπερυψωμένο καφενεῖο μέ τό δροσερό πλάτανο, μετεβλήθη σέ σοῦπερ μάρκετ τοῦ Χρήστου Ράπτη κι ἀκριβῶς ἀπέναντι ἡ περίφημη ψαροταβέρνα, τοῦ «θείου», τοῦ Θεοδόση Βάγιου,αὐτοῦ πού τόν ἔβγαλαν οἱ Γερμανοί ἀπό τή σειρά τῶν μελλοθανάτων. Θαυμάσιος ὁ Θεοδόσης, μέ τή Χρυσανθή βοηθό, κεφάτος, γλεντζές, ἐξαιρετικός μάγειρας καί ἀκόμη καλύτερος παρασκευστής μεζέδων. Πολλά γλέντια στή καφενεῖο του μέχρι πρίν λίγα χρόνια, ὅταν πλέον τό ἐνοικίασε στό Γιῶργο Μήτσογλου μέ τή θαυμάσια γυναίκα του, τή Σεβαστή (Τώρα τό ζεῦγος αὐτό ἔχει ἀναπτύξει μιά μικροεπιχείρηση τουριστικῶν δωματίων ἀπέναντι ἀπό τήν ταβέρνα τοῦ Τρικαλιώτη). Καί σήμερα εἶναι τό μπουγατσατζίδικο τοῦ Καραπέτσα. Ἐδῶ δίπλα ἦταν τό ξακουστό ἰχθυοπωλεῖο τοῦ Κυριάκου Σίτσα. Ψάρι τῆς ὥρας. Σταθμός τῶν κάθε εἴδους τσορμπατζήδων: πλούσιων περαστικῶν, ἀνωτέρων ὑπαλλήλων, Ὑπουργῶν, Βουλευτῶν, Νομαρχῶν κ.λ.π. Πρόσωπο γνωστό, σεβαστό ὁ Κυριάκος, ὅπως καί σοβαρός ἐπιτυχημένος ἐπαγγελματίας. Δυστυχῶς δέν τόν αξιοποίησαν οἱ Κερδυλλιῶτες.
Δίπλα τό περίπτερο τῆς ὡραίας χήρας Ἀνθούλας καί τώρα τῆς ἐπίσης ὄμορφης κόρης της. ‘H ἱστορία τῶν Κερδυλλίων τό περίπτερο αὐτό.
Λίγο πιό πέρα τό ψηλό σπίτι τοῦ Σπυρόπουλου, μέ τό μεγάλο καφενεῖο. Κι ἐδῶ γλέντια καί κέφια καί κάπου-κάπου καί καυγάδες. Ἀπό δῶ καί πέρα δέν ὑπάρχουν σπίτια, μόνο σέ ἀπόσταση πεντακοσίων μέτρων κάτι νέα.
Ἀπ᾽ τήν ἄλλη μεριά τοῦ δρόμου, ἀριστερά, ὅπως ἐρχόμαστε καί ἀπέναντι ἀπό τό περίπτερο, ἐκεῖ πού ἀπό τήν ἐθνική ὀδό μπαίνουμε στό χωριό, στή γωνία τό ψηλό σπίτι τοῦ Χρήστου Ψαρρᾶ μέ τήν ἀντιπροσωπεία τῶν ἐλαστικῶν.
Παραπέρα τό σοῦπερ μάρκετ τοῦ περίφημου Μωυσῆ-τώρα τοῦ Σάκη Βάγιου. Μετά, 3-4 σπίτια καί ἀπό κάτω μαγαζιά. Τοῦ τέως προέδρου Μόσχου Γκάλιου καί ἀπό κάτω τό μαγαζί τοῦ γιοῦ του ἡλεκτρολόγου αὐτοκινήτων.Πιό ἐδῶ πωλοῦνται καί ἐπισκευάζονται λάστιχα, τό μαγαζί τοῦ Χρήστου Ράφτη.
Πιό πέρα τό σπίτι τοῦ μακαρίτη Γρηγόρη Γιαννούλου. Μυτιλινιός τήν καταγωγή ὁ γιά χρόνια ἠλεκτρολόγος αὐτοκινήτων καλός κ᾽ ἀγαθός Γρηγόρης. Ὁ πατέρας του, Μπαρμπαγιώργης, ἦταν ἀπό τούς καλούς κτίστες τοῦ νέου χωριοῦ καί τοῦ ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Μετά εἶναι δυο-τρία βενζινάδικα: Φαραζᾶ καί Μπακιρτζίδη. Παλαιότερα παραπέρα ἦταν ὁ μῦλος τοῦ μακαρίτη Μιχάλη Μελαχρίδη.
Τό χωριό κτίστηκε μέ σχέδιο. Δυστυχῶς οἱ τότε πολεοδόμοι δέν φρόντισαν γιά καθέτους δρόμος, παρά μόνο γιά ἕνα, τόν κεντρικό. Ὁ κεντρικώτερος εἶναι κάθετος πρός τήν παλιά Ἐγνατία, τόν ὁποῖο καί ἀκολουθοῦμε. Διασχίζει τό χωριό καί φθάνει μέχρι τά...πουρνάρια, ψηλά.
Φαρδύς καί πάντα καθαρός. Μέ κράσπεδα φαρδιά καί κάπου κάπου ξύλινα παγκάκια γιά τούς περιπατητές. Παλιά ἡ «βόλτα», ὁ περίπαταος ὅλων, μά προπάντων τῶν νέων, τό νυφοπάζαρο, ἦταν τό μέρος τῆς Ἐγνατίας, ἀπό τό περίπτερο μέχρι τοῦ Γούλα. Ἀργότερα αὐτός, ὁ κεντρικός δρόμος γιά τόν ὁποῖο μιλοῦμε. Σήμερα ἡ βόλτα καταργήθηκε. Τά παιδιά, οἱ νέοι δέν περπατοῦν. Φέρονται ὀχούμενοι. Δυό τρεῖς μόνο ἡλικωμένοι, ὁ Μάλαμας Παπαγεωργίου μέ κανένα μπράτμο του κάνουν καναδυό ἀνεβοκατεβάσματα καί ξεκουράζονται στά παγκάκια. Ἀριστερά τό καφενεῖο τοῦ Λάκη Ματσίκη καί δίπλα τό παλιό παντοπωλεῖο τοῦ πεθεροῦ του Χρήστου Μήτσικα (κοιλάρφανος). Περνᾶμε τόν πρῶτο κάθετο δρόμο καί προχωροῦμε πάνω. Ἀριστερά μας τό κοινοτικό πάρκο μέ τίς παιδικές χαρές. Μιά πνοή δροσιᾶς, χαρᾶς καί ξενοιασιᾶς γιά τά μικρά παιδάκια.
Στήν πιό κεντρική διασταύρωση, στό κέντρο τοῦ χωριοῦ, ἀριστερά τό περίπτερο. Κεντρικό πρόσωπο ἐδῶ ἡ Ἑλένη Σαμαρᾶ. Σά σπιτάκι τό ἔκανε. Σόμπα τό χειμώνα, στήν κληματαριά ἔξω τό καλοκαίρι. Πάντα κάποιοι κάθονται στό παγκάκι δίπλα καί κάνουν «σόμπουρο», κοτσομπολιά, συζήτηση. Λίγο τό γέρνει πρός τ᾽ ἀριστερα ἡ Ἑλένη, ἀλλά δέν τῆς φαίνεται. « Γιατί Ἰλέν’ τ᾽ ἀριστιρό τοῦ χέρι σ᾽ εἶνι πιό δυνατό;», τῆς λέω κι ἐκείνη χαμογελάει μέ νόημα. Πιό μέσα ἕνα ψηλό νεόκτιστο κτίριο, τό κοινοτικό κατάστημα, πού δέν πρόλαβε νά λειτουργήσει ὡς τέτοιο· τό πρόλαβε ὁ Δῆμος. Τώρα στεγάζει, μέ ἐνοίκιο, τό ἐξαιρετικό κεντρικό καφενεῖο τοῦ Χρήστου Φαραζᾶ. Καί τό χειμώνα μά,προπάντων, τό καλοκαίρι, μέχρι τό μεσημέρι μέ τόν ἴσκιο τῶν πλατανιῶν καί τήν μεγάλη τους δροσιά, τό νά πίνεις λίγο τσίπουρο ἤ 1-2 πενηνταράκια ἐδῶ εἶναι ἀπόλαυση. «Κάνει μι ἕνα σαχανάκ’ κουτσουμούρις» φωνάζει κάποιος. «Δέν ἔχου κουτσουμοῦρις». -«Καλά ρέ Χρήστου τί ἔχς’ ; ». «Φέρει λίγου ταραμᾶ». « Δέν ἔχου». Χαλασμός. « Τί νά σι κάνου πού δέν είνι δώ Καζᾶς». Ἔτσι μέ φωνές καί καλαμπούρια περνάει ἡ ὥρα στό ὄντως πολύ καλό καφενεῖο. «Δέν εἶναι ὅτι δέν ἔχω, μοῦ ψιθυρίζει, μά σκοπός εἶναι νά πληρώνομαι κι ὅλας καλά, κι δῶ, Κιρδυλλιώτες, δέν εἶναι τοῦ δώσει... μό χαρτιά παίζουν».
Ἀκριβῶς ἀπέναντι, ἀπ’ τήν ἄλλη μεριά τοῦ δρόμου, ἀφημένο κι ἔρημο τό πάλαι ποτε ἔνδοξο καφενεῖο τοῦ Δημητράκη Χούπη. Καλό μέρος. Τό καλοκαίρι ἀπό τίς 11 καί μετά πάντα τραβάει μπουκαδούρα, πού κάνει τό οὐζάκι πιό εὔγευστο. Καλός μαγαζάτορας ὁ Δημητράκης, μέ μαγειρεμένο φαγητό πάντα γιά μεζέ. Κι ἡ Σαλονικιά (Σαλουνκιά) μαζί του, συνεταῖρος.
Ἐδῶ ἦταν καί τό Πρατήριο ἄρτου. Δίπλα, παλιότερα, κολλημένο τό κρεοπωλεῖο τοῦ Γιώργη Λιόλιου, ἀδελφοῦ τῆς Σαλουνκιᾶς. Μετά τόν Χούπη τό καφενεῖο τό πῆρε ἕνα φεγγάρι ὁ Λάκης Νικολακούδης· τό ἄφησε γιά νά πάει στή Γερμανία. Μετά ὁ Βασίλης Καλογερούδης· τό ἄφησε κι αὐτός.
Πιό πίσω τό ψηλό σπίτι τοῦ Βαγγέλη Ματσίκη μέ τή Στεφανιώτισσα Μαρίκα. Κάτω παντοπωλεῖο πού πέρασε σέ πολλά χέρια: τῆς Ἀθηνᾶς Γροθάραινας, τοῦ Δ. Καζᾶ καί τώρα τοῦ Πέτρου Βάγιου ἀπ’ τήν Ἀγριανή, παντοπωλεῖο, γαλακτοπωλεῖο καί λίγο ζαρζαβάτι.
Ἄν πᾶμε λίγο παραπέρα θά συναντήσουμε, δεξιά, τό μπακάλικο τοῦ Χρυσόστομου Σακελλαρίδη (Μπουλοῦκος, τό παρατσούκλι), Καστριώτη τήν καταγωγή. Ποιός δέ θυμᾶται τόν μπαρμπα-Χρυσόστομο, μέ τά κέφια του, τά ἀνέκδοτά του καί προπάντων τό πολύ καλό βιολί πού ἔπαιζε. Σήμερα τό μπακάλικο τό ἔχει ὁ γιός του Χρῆστος κι ἀντί γιά βιολί παίζει μπουζούκι πολύ καλό, καί σχεδόν ἐπαγγελματικά. Ὅπως βέβαια, νά μή ξεχάσουμε ὅτι ἠμιεπαγγελματίες ὀργανοπαῖχτες εἶναι οἱ ἀδελφοί Καζᾶ, ὅπως παλαιότερα ὁ Γιῶργος Ἀναγνωστᾶς μέ τό κλαρίνο του. Ἀκριβῶς ἀπέναντι στόν εὐρύ χῶρο πού ἀνοίγεται μπροστά μας εἶναι τό περίφημο Σπίτι τοῦ Παιδιοῦ, πού τόσα προσέφερε στούς κατοίκους, γενιές ὁλόκληρες. Στό Σπίτι τοῦ Παιδιοῦ πήγαιναν-φοιτοῦσαν καί ἀγόρια, ἀλλά κυρίως κορίτσια καί ἔμαθαν οὐκ ὁλίγα: μαγείρεμα, ραπτική, τρόπους καλῆς συμπεριφορᾶς, ἀλλά καί διασκεδαζαν με ἐπιτραπέζια παιχνίδια, συγκεντρώσεις κ.λ.π. Τό καλοκαίρι ἐκδρομές Ὅλοι καί ὅλες τό θυμοῦνται μέ νοσταλγία. Ψυχή του γιά πάμπολλα χρόνια ἡ γυναίκα τοῦ γραμματέως τῆς Κοινότητας Εὐριπίδη Μερτζάνου, Ἀνδρομάχη, γνωστή ὡς Μάχη. Πολλοί καί πολλές θυμοῦνται κι ἄλλες κοπέλλες πού δούλεψαν στό Σπίτι, ὅπως ἡ πρώτη-πρώτη μέ τό ὄνομα Κορίνα, μιά ἄλλη, Ρίτα, καί τελευταία ἡ Μάχη.
Ὁ δρόμος μπροστά μας, κάθετος στόν κεντρικό, ἀρχίζει ἀπ’ τοῦ μακαρίτη Βασίλη Σαμαρᾶ καί φθάνει (δυτικά) στή στροφή πρός τά Νεκροταφεῖα.
Επανερχόμαστε στήν κεντρική διασταύρωση.
Ἀπέναντι, στή γωνία, δεξιά ἀπό ἐδῶ πού βρισκόμαστε, εἶναι τό παλιό κοινοτικό κατάστημα, ἡ Κοινότητα. Παλιό οἴκημα πού ἀκόμη χρησιμοποιεῖται ἀπό τόν πάρεδρο καί τούς ἐπισκεπτόμενους τό χωριό δημοτικούς ὑπηλλήλους. Κι ἀκριβῶς ἀπέναντι, στήν ἄλλη γωνία, τό σπίτι τοῦ μακαρίτη Θανάση Κουτλούδη μέ τήν κυρά Φωτεινή. Μπακάλικο γιά χρόνια κι ἀργότερα καφενεῖο τοῦ Ἀθανασίου Καζᾶ. Τώρα ἕνα μέρος του εἶναι μαγαζάκι γιά κινητά τηλέφωνα. Ἀπέναντι καί πίσω ἀπό τήν Κοινότητα ἦταν τό σπίτι καί καφενεῖο τοῦ Ἀποστόλου Παπαπαναγιώτου. Μετά τό πῆρε ὁ Βασίλης Καλογερούδης γιά νά τό ἀφήσει κι αὐτός καί ν’ ἀσχοληθεῖ μέ τά γελάδια. Χάθηκε ἀπ’ τό χωριό ὁ Βασίλης. Συνέχεια στό βουνό, στά Πάν’ κι στά Κάτ᾽ Κερδύλλια. Τώρα τό σπίτι τό ἀγόρασε ὁ Σάκης Καζᾶς.Τό ἀνακαίνισε, σχεδόν καινούργιο. Τό ἑτοίμαζε γιά ταβέρνα, μά ἐγκατέλειψε τό ἐγχείρημα.
Συνεχίζουμε τόν κεντρικό δρόμο καί τίς διαστραυρώσεις του μέ τούς ὁριζόντιους μέχρι πάνω ψηλά. Πάνω ἀπό τόν τελευταῖο ὁριζόντιο καί τά σπίτια δίπλα στό δρόμο, ἀρχίζουν τά σαρακατσάνικα, κτισμένα ὅπως εἴπαμε ὄχι πάνω στό παλιό ρυμοτομικό σχέδιο, ἀνάκατα. Πολλοί βέβαια σαρακατσάνοι ἔχουν σπίτια καί μέσα στό χωριό.
Τά σπίτια σήμερα, σχεδόν ὅλα εἶναι καινούργια, μοντέρνα, μέ αὐλές καί γκαζόν, μέ δένδρα καί ποικίλες ἐγκαταστάσεις. Ἐκεῖνο πού ἐνοχλεῖ λίγο εἶναι τά ἀραγμένα τρακτέρ στούς δρόμους. Πολλά τρακτέρ καί μηχανήματα, ἔνδειξη ἀνάπτυξης καί οἰκονομικῆς εὐμάρειας. Μόνο πού οἱ συνεχεῖς ἐπεμβάσεις Δήμου, ΔΕΗ, ΟΤΕ κρατοῦν τούς δρόμους σέ ἄσχημη κατάσταση, χρόνια τώρα. Ἐπείγει ἡ γενική ἀσφαλτόστρωση ὅλων τῶν δρόμων.

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ



http://enoriakerdillion.blogspot.gr/

Κι ἀπέναντι ἀκριβῶς σέ εὐρύ χῶρο τό ‘Hρῶον. Τιμή καί μνήμη τῶν «ἀδίκω θανάτω ἐκτελεσθέντων ὑπό τῶν Γερμανῶν (καί ὄχι μόνο) πατέρων καί ἀδελφῶν Κερδυλλιωτῶν», καί πιό πίσω(δυτικά) δεσπόζει μεγαλοπρεπής ὁ Ἱερός Ναός τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Ἕνα ἐξαιρετικό καθ᾽ ὅλα κατασκεύασμα πού οἰκοδομήθηκε σχετικά γρήγορα χάρη στην κρατική βοήθεια. Ὅλοι οἱ βουλευτές Σερρῶν βοήθησαν, μά πολύ περισσότερο ὁ τότε Ὑπουργός Δημοσίων ἔργων Ἀχιλλέας Καραμανλῆς. ‘H σκληρή πίεση πού ἀσκοῦσε ὁ παπα-Γιάννης Λιάχας τοῦ ἦταν ἀβάσταχτη. Ρυθμός Βασιλικῆς με τροῦλο. Με μεγάλο αὔλειο χῶρο πού μόλις τώρα ὀμόρφηνε, ἐπί παπα-Μιχάλη. Ἐδῶ τελοῦνταν παλαιότερα καί ἡ πάλη κατά τήν πανήγυρη τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, πού ἀπό χρόνια πολλοί, καί οἱ ἱερεῖς, ἐπέμεναν νά καταργηθεῖ, ὥς πού την κατάργησαν... Διότι, πρέπει νά ποῦμε, τό πανηγύρι θέλει δουλειά κι ὄχι κριτική καί κατάκριση. Στή γωνία τό μεγάλο καμπαναριό, ἀπομίμηση τοῦ καμπαναριοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, μέ τό ρολόϊ ψηλά καί πρός τό μέρος τῆς θάλασσας. Μπαίνουμε στο ναό. Σχετικά εὑρύς ὁ νάρθηκας μέ τό προσκυνητάρι. Κάνουμε τό σταυρό, ἀνάβουμε ἕνα κεράκι γιά τούς πεθαμένους μας (τό ἀνάβουμε στό κάτω δοχεῖο μέ ἄμμο) καί σχεδόν μπήκαμε μέσα. Δεξιά καί ἀριστερά τά δυό Προσκυνητάρια. Μᾶς ἕλκει τό δεξιό μέ τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, τήν παμπάλαια αὐτή εἰκόνα πού κάποιος εἰδήμων τήν τοποθέτησε στόν 14ο αἰώνα, καί μάλιστα εἶπε πώς εἶναι ἀκριβές καί γνήσιο ἀντίγραφο τῆς Κωνσταντινουπολίτισσας Παμμακαρίστου. Εἶναι, γιά τούς κατοίκους, τό κέντρο τοῦ ναοῦ, ἡ ἐφέστια εἰκών. Νεόκτιστος, ὅπως εἴπαμε, ὁ ναός, δέν ἔχει νά ἐπιδείξει σχεδόν τίποτα, ἐκτός ἀπό τό ξύλινο τέμπλο μέ συμβατικές εἰκόνες βυζαντινῆς τεχνοτροπίας. Οἱ παλιές, πού σώθηκαν ἀπό τήν Καταστροφή, φυλάγονται καλά. Ὅταν ὁ μακαρίτης Μητροπολίτης Σερρῶν καί Νιγρίτης Μάξιμος, θέλησε νά προφυλάξει τίς παλιές εἰκόνες ὅλων τῶν ναῶν τῆς Μητροπόλεως ἀπό τούς κλέφτες ἐμπόρους εἰκόνων πού λυμαίνονταν τό Νομό, δέν τόλμησε νά ἔλθει στά Κερδύλλια. Ἔστειλε καί πῆραν μερικές, τίς καλύτερες.
Σύσσωμος ὁ κόσμος πῆγε στίς Σέρρες, στρώθηκε ἔξω ἀπό τή Μητρόπολη καί ἀπαίτησε νά πάρει τίς μεταφερθεῖσες ἐκεῖ εἰκόνες. Καί νίκησε. Οἱ εἰκόνες ἐπέστρεψαν. Πρέπει νά ὁμολογήσουμε πώς ὁ ναός αὐτός ἀποτελεῖ ἔργο καί καύχημα τοῦ Παπαγιάννη Λιάχα.
Κάτω ἀπό τό ναό, πάνω στόν ὀριζόντιο δρόμο πού ὁδηγεῖ δυτικά, οἰκοδομήθηκε μιά πολύ ὡραία αἴθουσα, πού ὁ ρέκτης καί μερακλῆς παπα-Μιχάλης τήν ἔκανε, ἐκτός ἀπό αἴθουσα ἐπίσημων δεξιώσεων, καί ἐκκλησιαστικό μουσεῖο μέ ἐξαιρετικές εἰκόνες (τίς παλιές) καί ἄλλα πολύτιμα ἐκκλησιαστικά ἀντικείμενα. Νά μή ξεχάσουμε νά ποῦμε πώς σέ κρύπτη τοῦ ναοῦ φυλάσσεται μιά ἐξαιρετικῆς σημασίας μαρμάρινη πλάκα μέ ἀνάγλυφη παράσταση.

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΘΕΟΔΩΡΟΙ

Εἶναι σχεδόν ἀδύνατο παλιό βυζαντινό χωριό νά μήν ἔχει Ἐκκλησία ἤ ἔστω παρεκκλήσιο στό ὄνομα τῶν Ἁγίων Θεοδώρων. Οἱ Βυζαντινοί εὐλαβοῦνταν ἰδιαίτερα τούς ἁγίους αὐτούς. Ἔτσι πρέπει νά θεωρηθεῖ καί ὁ ναός αὐτός παλαιότατος, ἔστω καί ἄν οἱ ἐπιγραφές γράφουν 19ο αἰώνα. Πρόκειται προφανῶς περί νέας οἰκοδόμησης πάνω στά παλιά θεμέλια.’H κτιτορική του ἐπιγραφή στόν ἀνατολικό τοῖχο ἔγραφε 1836. Ὑπῆρχε πρίν πενῆντα χρόνια. Τήν ψάχνω ἀλλά δέν τή βρίσκω. Μοῦ εἶπαν πώς κάτι παληκάρια ἔβγαζαν τίς ἐνεπίγραφες πλάκες ἀπ’ ὅπου τίς ἔβρισκαν.
Ὁ ναός πρίν μιά 25ετία εἶχε νά ἐπιδείξει ἠμικατεστραμμένη, μά θαυμαστή τοιχογραφία, ἀπό τήν ὁποία ἔμεινε, κατόπιν ἐπισταμένης ἀπόξεσης τοῦ ἀσβέστη, ἕνα θαυμάσιο πρόσωπο τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, στόν ἐσωνάρθηκα, πίσω ἀπό τό παγκάρι-σήμερα. Τότε ἦταν ὁλόκληρος.
Τί μανία μ᾽ αὐτή τήν ἀσβέστη ἐκεῖ πού δέν πρέπει! Ἔτσι χάθηκαν ὅλες οἱ τοιχογραφίες τοῦ ναοῦ κι ὄχι μόνον ἐδῶ. Ἄν μποροῦσε νά γίνει ἕνα θαῦμα, μέ σύγχρονες τεχνικές μεθόδους-πού ὑπάρχουν- νά


φαγωθεῖ-νά ξυστεῖ τό στρῶμα-τά στρώματα τῆς ἀσβέστης, θά βρισκόμαστε μπροστά σ᾽ ἕνα θαῦμα μεταβυζαντινῆς τοιχογραφίας. Μά ποῦ τέτοια τύχη. Πρέπει νά ὁμολογήσω πώς ἐνθουσιάστηκα μέ τή θέα τοῦ ναοῦ ἀπό ψηλά. Νοικοκυρωσύνη στήν ἐντέλεια. Μπράβο Χρυσόστομε!172 Μπράβο γυναῖκες μυροφόρες πού ἀνηφορίζετε κάθε λίγο ν’ ἀνάψτε τά καντήλια, νά κάνετε «ἀγρυπνία» καί νά λειτουργηθεῖτε. Μπράβο οἱ κατά καιρόν ἱερεῖς-κυρίως βέβαια ὁ ἐπί τριακονταετία Παπαγιάννης Λιάχας. Μεγάλη του ἡ προσφορά. Κατηφορίζω συγκινημένος κι ἀνάλαφρος.
Περιτοιχισμένος ὁ αὔλειος χῶρος, μυρίζει τό φρέσκο τσιμέντο. Ἕνα μέτρο ὕψος τό τοιχίο κι ἀπό κεῖ πάνω στρογγύλια ἀνά 25 ἑκατοστά γύρω - γύρω. Καθημερινή, κι ἡ πόρτα νόμισα κλειδωμένη. Πηδάω τά στρογγύλια. Πατάω στό καταπράσινο τριφύλι. Δίπλα τό παλιό πηγάδι-ξερό τώρα, μά περιποιημένο. Διάδρομος στολισμένος μέ σπαράγματα ἀρχαίων λίθων, τμῆμα μικροῦ κίονος.. .κι ἀριστερά ξύλινος πάγκος. Προχωρῶ. Ἀριστερά προφυλαγμένο τό παλιό καραγάτσι μέ πάγκους ξύλινους καί πολύ κοντά γύρω-γύρω οἰονεί τραπέζι προστατεύει τόν κορμό. Ἐδῶ οἱ «Μπαρμπάδις» παίρνουν τόν καφέ μετά τή Λειτουργία. ‘H αὐλή πεντακάθαρη, ἀγριάδα φρεσκοκομμένη, μέ φυτευμένα δένδρα, κυπαρίσια κι ὄχι μόνο. Θέλω νά μπῶ στό ναό. Ὁ νῦν ναός εἶναι σύνολο δύο κατασκευῶν. Πρίν μποῦμε στόν κυρίως βάζουμε τό πόδι μας στήν πόρτα τοῦ ἐξωνάρθηκα κι ἀπέναντί μας τά «ἀφεντικά». Δυό παληκάρια καβαλάρηδες μέ γλυκές φυσιογνωμίες: οἱ Θεόδωροι, Τήρων καί Στρατηλάτης. Θά σοῦ μιλήσουν. Κάτω δεξιά διαβάζω: Γιάννης Παπαδόπουλος. Κι ἀριστερά: «Εἰς μνήμην τοῦ συζύγου καί πατέρα μας Ἀθανασίου Μυλωνᾶ». Ἔ..μπαρμπα Θανάση νἆσαι καλά ἐκεῖ πού εἶσαι. Πρίν προλάβω, μέ χαιρετοῦν οἱ Ἅγιοι κι ἀνταποδίδω. Κατεβαίνω 4-5 σκαλοπάτια στό νέο ἐξωνάρθηκα, πού εἶναι συνέχεια τοῦ παλιοῦ.. Σωστά μεγάλωσε αὐτός ὁ ἐξωνάρθηκας γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν προσκυνητῶν.
Ἕνας χῶρος εὑρύς (χώλ) μέ μιά «κουζίνα» γιά τούς καφέδες, δεξιά κάτι σιδερένιοι καναπέδες, νομίζεις παλιά καθίσματα λεωφορείου-ἀναπαυτικά ὅμως. Αὐτά ἀναπαύουν καί τά «κουρασμένα παληκάρια» πού δέν ἀντέχουν τήν σχετικά ὀλιγόωρη λειτουργία. Κάθονται ἐδῶ, ἐνῶ πολλοί θεριακλῆδες παίρνουν τό τσιγάρο τους κάτω ἀπό τό καραγάτσι, ἔξω. Ἐτοιμάζομαι νά μπῶ ἀλλά μέ καθηλώνει ὁ ἐξωτερικός-δυτικός τοῖχος τοῦ ναοῦ (μέσα στό «νέο» πρόναο). Τά χάνω. Θαυμάσιες τοιχογραφίες-ὑδρόχρωμα δύο-τριῶν αἰώνων. Οἱ τοιχογραφίες αὐτές καθώς καί τό σωζόμενο πρόσωπο τοῦ Ἀρχαγγέλου στόν ἐσωτερικό «πρόναο» μοῦ γεννοῦν τόν πειρασμό νά πάω πιό πίσω τήν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ καί νά χαρακτηρίσω τήν ἐπιγραφή «1836» ὡς ἐπιγραφή ἐργασιῶν στήριξης, ἀνακαίνισης, κάτι σά ξανακτίσιμο τοῦ ναοῦ. Τό θέμα βέβαια τῆς εἰκονογραφίας τοῦ ἐξωνάρθηκα εἶναι τό παλιό καί συνηθισμένο: ἡ Δευτέρα Παρουσία. ‘H τεχνοτροπία ἡ ἴδια ἁγιορείτικη πού βλέπουμε στούς ναούς τῆς ἴδιας ἐποχῆς σχεδόν σ᾽ ὅλους τους Ἐξωνάρθηκες τῆς Τουρκοκρατίας. (Ἐξαιρετικός καί ὁλοκληρωμένος ὁ ἐξωνάρθηκας τοῦ Ἁγ. Γεωργίου Νιγρίτας). Βυζαντινή τεχνοτροπία πού παρουσιάζουν τά πρόσωπα ἰλαρά καί γλυκά, ὥστε νά ἀνακουφίζουν τήν ψυχή μου. Στέκομαι... φαίνεται στάθηκα πολύ περιεργαζόμενος τά πρόσωπα.
Κάνω τό σταυρό μου καί μπαίνω. Δυό σκαλοπάτια κάτω ἀπό τόν ἐξωνάρθηκα, πολλά ἀπό τήν ἐπιφάνεια τοῦ ἐδάφους. Κλασσική περίπτωση ναοῦ Τουρκοκρατίας. Μιά Βασιλική τρίκλιτη. Ἀμέσως δεξιά μιά σκάλα γιά τό γυναικωνίτη, τό γυναικεῖο.
Ἐπάνω ἕνα πρόχειρο προσκυνητάρι καί πολλές-πολλές εἰκόνες κι ἀποθήκη. Γυναικωνίτης καφασωτός173. Κατεβαίνω. Ἀριστερά τό προσκυνητάρι τῶν Ἀγίων. Τό μεσαῖο κλῖτος, ὡς συνήθως, φαρδύτερο μέ ἐκατέρωθεν τά παλιά στασίδια βελτιωμένα καί βαμμένα μέ ἕνα σπασμένο καφετί χρῶμα. Κάθομαι σ᾽ ἕνα κι ἀναπολῶ τίς ἀκολουθίες μέ τόν καλλιφωνότατο Παπααγαθάγγελο πρίν τό 1940 καί τόν μπαρμπα-Χατζιντίνα,τό βροντόφωνο, νά ψάλλει.. Μεγάλη Βδομαδα, κατάμεστος ὁ ναός, ὅλο τό χωριό. Μέ τά γνήσια κεράκια ἀναμμένα σέ κάθε ἀνάγνωση τοῦ εὐαγγελίου. Μέ τό πανηγύρι τῶν Ἁγίων Θεοδώρων καί τή λιτάνευση τῆς εἰκόνας τους. Βυζαντινή ἐποχή, πού τή ζοῦσαν τίς παλιότερες ἐποχές. Δυό δάκρυα σταματοῦν τήν ἀναπόληση... Στή μέση καί πάνω μιά ξύλινη ὀροφή-καί πρός τό μέσον ὁ Παντοκράτορας.
Ἁριστερά ὁ παλιός ἄμβωνας στέκει ἐκεῖ γερασμένος.
Οἱ κίονες ἀσβεστωμένοι-κάτασπροι μέ τά ἑκατέρωθεν τῆς ὀροφῆς τοιχία ἀσπρισμένα κι αὐτά μά στολισμένα μέ μπλέ βοῦλες-γεμάτα.
Τό δεξιό ἀναλόγιο σχετικά εὐρύ. Περιμένει τόν νῦν πρωτοψάλτη Χαρίτο Χούπη πού ἀνεβαίνει σ᾽ ὅλες τίς Λειτουργίες κι ἀναγαλλιάζει καί ναός καί τόπος, μά πιό πολύ τό στασίδι: ἀκούω ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων: «Στρατολογία ἀληθῆ ἀθλοφόροι....γεγένεσθε Θεόδωροι». Οἱ Θεόδωροι ἦταν οἱ στρατηλάτες τῆς αὐτοκρατορίας μας.
Ὁ Δεσποτικός θρόνος χαμηλός κι ἁπλός, μέ ἕνα ἀντίγραφο εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ πίσω. Διαβάζω « Χείρ Ν.ΛΙΟΝΔΑ Α/ΠΒ» (1982). (Δέν εἶναι ὁ Λιόντας τῶν Κερδυλλίων). Τό Τέμπλο. Οἱ εἰκόνες, τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας, μαζί βέβαια μέ τήν Ὡραία Πύλη σέ ἐσοχή. Δίπλα στήν Παναγία οἱ Πολιοῦχοι Ἅγιοι Θεόδωροι, ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος, ἡ Ἁγία Παρασκευή. Τά Βημόθυρα χωρίς θύρα καί δίπλα «’H πυρφόρος ἀνάβασις τοῦ Προφήτου Ἠλία» καί στό βόρειο τοῖχο «προσκυνητάρι» τοῦ Ἁγίου Νικολάου.
Ἀπό τή μεριά τοῦ Χριστοῦ ὁ Πρόδρομος, Οἱ Ἅγ.Κωνσταντῖνος καί Ἑλένη, τά χωρίς πόρτα βημόθυρα καί δίπλα ἡ Παναγία, στόν τοῖχο (νότιο) Προσκυνητάρι τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ. Ἔφυγαν οἱ ἀρχάγγελοι, σκέφτομαι, ἀπό τά Βημόθυρα, ἀφοῦ δέν ἔχουν κανένα ν’ ἀπαγορεύσουν νά μπεῖ στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, στόἍγιο Βῆμα. Ἐδῶ ἄδεια ὅλα. Ἁπλῆ ἡ Ἁγία Τράπεζα μόνο μέ τό κατασάρκιο, ὅπως πρέπει. Ἐντυπωσιάζει ἡ μεγάλη ἐσοχή τοῦ Βήματος. Χωράει ὁλόκληρο



Σύνθρονο, καί μεγάλο .Μέ τό τοῖχο γύρω ἀγιογραφημένο μέ τούς ἱεράρχες. Καλή δουλειά τῶν ἐσχάτων χρόνων.
Σκέφτομαι τίς εἰκόνες τοῦ Τέμπλου. Σοβαρές. Σάν τίς «παλαιωμένες» τοῦ ἐμπορίου, αὐτές τίς χάρτινες πού μέ τρόπο εἰδικό τίς κάνουν νά φαίνονται παλιές. Δέν ξέρω κι ὅλας μήν ἀδικήσω τόν ἁγιογράφο, ἀλλά δέν βλέπω ὑπογραφή.
Γυρνάω νά βγῶ. Πέφτει τό ματι μου στό κεντρικό μέρος τοῦ γυναικωνίτη μέ τήν παράσταση τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ὡραία. Διαβάζω κάτω ἀριστερά: «Ἀφιέρωσις εἰς μνήμην τῶν γονέων μας ἱερέως Δημητρίου καί πρεσβυτέρας Θεονίτσας Χατζούδη. Τά τέκνα Ἰωάννης-Κωνσταντῖνος-Θεμιστοκλῆς» καί κάτω δεξιά: « Διά χειρός τοῦ Κερδυλλιώτη ζωγράφου Γιάννη Δ.Παπαδοπούλου ἐν ἔτη (sic) 2.000».
Βγαίνω. Μά μέ σταματάει μέ τό ἱλαρό καί μειλίχιο μάτι καί τήν γλυκειά του μορφή, ὁ ἐντοιχισμένος Ἀρχάγγελος Γαβριήλ πίσω ἀπό τά κεφάλια τῶν ἐπιτρόπων πού στέκονται στό παγκάρι καί πάνω ἀπ’ τά κεφάλια τους. Φουκαράδες προσέξτε...
Καί σύ ξένε, μοῦ λέει, νά μᾶς ξανάρθεις. Τοῦ τό ὑπόσχομαι. Τί νά κάνω;





Στή νότια εἴσοδο τοῦ ναοῦ πού ἦταν γιά τίς γυναῖκες, στό κάτω ἀριστερό τοιχίο, βλέπω ἀρχαία ἐνεπίγραφη πλάκα πού τήν ἔβαλαν οἱ παλιοί ἀλλά, οἱ εὐλογημένοι, μέ τά γράμματα ἀνάποδα. Στό ἀνατολικό, πίσω ἀπό τό Ἱερό, ὅπου ὄχι πολύ παλαιότερα ὑπῆρχαν πλάκες ἐνεπίγραφες καί χρονολογίες τίς ἔχουν βγάλει τά γνωστά ἄγνωστα παληκάρια(ἀπέναντι ἀπό τό ποτάμι) καί στή θέση τους ἔβαλαν μεγάλες λαξευμένες σύγχρονες...
Δέν βλέπω τό παλιό ὀστεοφυλάκιο, πού τό φωτογράφησε ἡ Κουκούλη πρίν 30 χρόνια. Βέβαια ἦταν ἐρειπωμένο. Ἄλλο πού δέν ἤθελαν κάποιοι. Τό γκρέμισαν καί πῆραν τίς πέτρες γιά τά σπίτια τους στά Νέα Κερδύλλια
Τώρα, τά μεταπολεμικά χρόνια, ὁ ναός αὐτός γνωρίζει μέρες χαρούμενες μέ τίς συνεχεῖς ἀνόδους τῶν κατοίκων γιά «ἰδιωτικές Θ.Λειτουργίες». Ἀπό μέρες κάποιο σπίτι, πού ἔχει τούς λόγους του, ἑτοιμάζεται γιά τόν «Ἁηθόδωρο».
Κοινοποιεῖται ἡ πρόθεση κι ἀπόφαση στούς συγγενεῖς καί φίλους. Τήν παραμονή ἀπό τό μεγάφωνο τῆς Κοινότητας γνωστοποιεῖται σ’ ὅλο τό χωριό. «Αὔριο ἔχει Λειτουργία στούς Ἁγίους Θεοδώρους (ἤ στόν Ἁηγιώργη, Ἁγίους Ἀναργύρους), ὅποιος θέλει μπορεῖ νά πάει». Καί ἀνεβαίνουν πολλοί, οἱ περισσότερες γυναῖκες, ὅπως εἶναι φυσικό. Προετοιμασίες ἀπό μέρες. Οἱ τελοῦντες τή Λειτουργία κοινωνοῦν ὅλοι. Καί μετά τήν ἀπόλυση ἀνοίγουν τίς ἑτοιμασίες τους καί τίς προσφέρουν σέ ὅλους. Ὅλοι παίρνουν-προπάντων τσιγκινέ καφέ. «Εἰς ὑγείαν, βοήθειά σας, πάντα ἄξιοι». Οἱ Θ.Λειτουργίες εἶναι τακτικές στίς Ἐκκλησίες τῶν πάνω χωριῶν. Νά σημειώσω καί πάλι τήν συγκινητική ἐργασία πού προσέφεραν οἱ παλιότερες γυναῖκες τοῦ χωριοῦ στό θέμα αὐτό με πρωταγωνίστρια τή Στέλλα Πριμούδη, τή γυναίκα τοῦ Ἀβραάμ κι ἄλλες παλιότερα. Μακάρι νά τίς μιμηθοῦν καί οἱ νέες καί δῆθεν μοντέρνες νοικοκυρές τοῦ χωριοῦ. Ὅπως νά σημειώσω πώς στίς ἀνόδους αὐτές ἀκόμη συντηρεῖται ἕνας κάποιος ὑποφώσκων παλιός καί ξεχασμένος τοπικισμός, πού ἐνοχλεῖ μερικούς: ὅταν γίνεται Λειτουργία στούς Ἁγ. Θεοδώρους οἱ περισσότεροι προσκυνητές εἶναι Ἀνωκερδυλλιῶτες (φυσικό) μέ πολύ λίγους ἀπ’ τά Κάτ᾽ τό χωριό. Ἀντίθετα ὅταν λειτουργοῦν ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἤ οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι οἱ περισσότεροι εἶναι βέβαια Κατωκερδυλλιῶτες μέ πολύ περισσότερους, ἀναλογικά, Ἀνωκερδυλλιῶτες. Δύσκολοι οἱ παλιοί λογαριασμοί!

ΠΑΝΑΓΙΑ

Γιά πολλούς λόγους ἄγομαι στό συμπέρασμα ὅτι ἡ πρώτη ἐγκατάσταση τῶν ἀρχαίων Κερδυλλιωτῶν στό Ἄνω χωριό ἔγινε στόν κάτω μαχαλᾶ. Τό πάνω μέρος τοῦ χωριοῦ εἶναι νεώτερο. Ἀκόμη, ὁ νεκροταφειακός ναός τῶν Ἁγίων Θεοδώρων πρέπει κι αὐτός νά εἶναι νεώτερος τῆς Παναγίας. Οἱ Ἀπογραφεῖς δέν ἀναφέρουν ναό Ἁγίων Θεοδώρων οὔτε ὡς τοποθεσία, ἐνῶ ἀναφέρουν τήν Παναγία μέ τό ὄνομα Θεοτόκος, ἔστω ὡς τοπωνύμιο. Τό τοπωνύμιο ἐδῶ ὀφείλεται σέ ναίσκο ἤ ἐξωκκλήσι τῆς Παναγίας. Οἱ πληροφορίες ἀπό γενιά σέ γενιά, πού φθάνουν «ἐξαντλημένες» μέχρι τίς μέρες μας, λένε ὅτι τό ἀφημένο καί σχεδόν-δυστυχῶς-ἐρειπωμένο σήμερα ἐξωκκλήσι, παλαιότερα ἦταν ναίσκος ἀρκετά μεγάλος. Τόσος, ὥστε τίς μέρες μετά τό Ὀλοκάυτωμα -καί τότε ἀφημένος στό ἔλεος τῶν καιρῶν-νά διαμείνουν ἀρκετές οἱκογένειες. Ἄλλωστε τό πρό 100 ἐτῶν μέγεθός του τό δείχνουν τά ἐξωτερικά τοῦ παρεκκλησίου θεμέλια.(8Χ6μ) Ἄν ἡ ἐφέστιος εἰκόνα τῶν Κερδυλλιων, ἡ γνωστή μας Παναγία, προέρχεται ἀπό τό σημερινό παρεκκλήσι, τότε ὅλα μᾶς ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα πώς καί ὁ ναός ἦταν ἀναλόγων διαστάσεων καί συνεπῶς ὁ πρῶτος ἐνοριακός ναός. Θέτω ἁπλῶς τόν προβληματισμό αὐτόν.
Μέ τήν αὔξηση τοῦ πληθυσμοῦ καί τή διαίρεση τοῦ χωριού σέ δύο, φαίνεται πώς ἡ μεταβολή τοῦ νεκροταφειακοῦ σέ ἐνοριακό ἐξυπηρετοῦσε καλύτερα ὅλους καί καθιερώθη πλέον ὡς κεντρικός.
Ἀνασκαφικές ἐργασίες ἴσως μᾶς δείξουν πράγματα πού δέν ὑποπτευόμαστε.
Νά ἀναφέρουμε -ἀφοῦ εἴμαστε κοντά- πώς λίγο παρακάτω ἀπό τόν ναΐσκο, ὑπάρχει ἕνα ὁριζόντιο ἅπλωμα -σάν ἁλωνάκι- περιτοιχισμένο, με την ὀνομασία «Ἀνεμόμυλος».




Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος, ἐνοριακός ναός τῶν Κατωχωριτῶν, εἶναι μεγαλοπρεπής καί περίοπτος. Φαίνεται ἀπό παντοῦ. Προπάντων ἀπό τήν πεδιάδα καί τή θάλασσα. Βρίσκεται στό βορειοανατολικό μέρος τοῦ χωριοῦ, στήν κορυφή τοῦ βορινοῦ λόφου, ὁ ὁποῖος καί προφυλάσσει τό χωριό ἀπό τούς δυνατούς βόρειους ἀνέμους.
Στά νεώτερα χρόνια ἐπισκέπτες ξένοι, ἀρχαιολόγοι, ἰσχυρίζονται-προφορικά- πώς πάνω στό λόφο ὑπῆρχε ἀρχαῖος ναός. Ἀπό εὑρήματα δέ στήν περιοχή αὐτή ὑποθέτουν πώς ἐδῶ-ἀργότερα- ἦταν τό νεκροταφεῖο τοῦ ἀρχαίου Κερδυλλίου.
Στά βυζαντινά χρυσόβουλα δέν ἀναφέρεται. Στούς Ἀπογραφεῖς μας δέν ἀναφέρεται ρητά ὡς ναός, ἀλλά ὡς τοποθεσία «Ἅγιος Γεώργιος», ὅπου ὑπάρχουν χωράφια γιά φορολόγηση καί πιθανώτατα ἐξωκκλήσι. Τό 1318 καί 1321 δέν ὑπῆρχε χωριό Κάτω Κερδύλλια. Τοῦτο, ὅπως εἴπαμε ἀλλοῦ, πρέπει νά ὀργανώθηκε κατά τό μεσοδιάστημα 1320-1350, ἀφοῦ τό βρίσκουμε σέ χρυσόβουλο τοῦ Στεφάνου Δουσάν, ἀφιερωτικό κι αὐτό τοῦ τόπου μας στή Μονή Ἐσφιγμένου: «Μετόχιον ἐν Κρουσόβω κ.λ.π. Ἅγιοι Ἀνάργυροι». Εἶναι εὐνόητο ὅτι πρῶτος ναός τῶν νέων κατοίκων,ἐδῶ, ἦταν οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι τοῦ μετοχίου.
Ὅπως καί ὅτι οἱ κάτοικοι τοῦ νέου χωριοῦ (Κ.Κ.) χρησιμοποίησαν μετά κάποιο διάστημα ὡς ἐνοριακό τους ναό τόν Ἅγιο Γεώργιο, μεγεθύνοντας ὁπωσδήποτε τό προϋπάρχον ἐξωκκλήσι. Στοιχεῖα-εὑρήματα γιά τήν ὑπόθεση αὐτή δέν ὑπάρχουν· εἶναι θαμένα -πιστεύω- στά θεμέλια τοῦ σημερινοῦ ναοῦ, ὁ ὁποῖος, ὅπως εἶναι γνωστό, κτίσθηκε τό 1837.
Πρόκειται γιά ἕνα οἰκοδόμημα ἐξαιρετικῆς τέχνης καί ἰδιαίτερα προσεγμένο. Ἐπιμελημένη ἀργολιθοδομή. Οἱ τοῖχοι του «παίζουν» μέ κόκκινους πλίνθους, παντοῦ, ἰδιαίτερα στίς τρεῖς κόγχες τοῦ ἱεροῦ (τρίκογχος ναός). Οἱ συνδετικοί ἁρμοί ἰσχυροί. Οἱ Κατωκερδυλλιῶτες τῆς ἐποχῆς φαίνεται ὅτι δέν ἐφείσθησαν χρημάτων-δέ λυπήθηκαν λεφτά- καί ἔκτισαν κάτι τό διαφορετικό ἀπό τούς ἄλλους ναούς τῶν χωριῶν.Ὁ ναός εἶναι τρίκλιτη βασιλική μέ τίς γνωστές ἐγκοπές ἀνατολικά καί δυτικά. Οἱ πόρτες μέ μαρμάρινες παραστάδες, τρία παράθυρα βόρεια καί νότια, ἀκριβῶς κάτω ἀπό τό γεῖσο, σέ μικρές ἐσοχές, τοξοτά μέ ἐναλλασσόμενα μάρμαρα καί κεραμίδια. Τό παιχνίδι αὐτό φαίνεται καλύτερα στό ἀνατολικό μέρος-Ἱερό. Ὁ ναός δέν ἔχει πρόναο.
Οἱ δύο εἴσοδοι-δυτικά καί νότια- μέ ἐσοχή πάνω καί εἰκόνα τοῦ ἁγίου. Στή νότια πλευρά φαίνεται ὅτι ὑπῆρχε ἐξωνάρθηκας. Σήμερα δέν ὑπάρχει τίποτα, μόνο ἡ εἴσοδος. Δίπλα ἕνα ἐξαιρετικό κωδωνοστάσιο πού χρήζει ἄμεσης στήριξης καί ἀξιοποίησης.
Μπαίνω μέσα ἀπό τή νότια εἴσοδο. Μεγάλος καί εὐρύχωρος. Περίπου 11Χ9 μέτρα. Τό δάπεδο μέ ἀρχαῖες πλάκες ξηλώθηκε πρός δόξαν τῶν πλακιδίων, κι αὐτῶν ἐλληνικῶν. Τό βλέμμα μου πέφτει
ἀριστερά πού ὑπάρχουν κάτι πρόχειρα τραπέζια καί στό δάπεδο φαίνεται κομμένος κίονας πού στήριζε τό γυναικωνίτη. Ναί, τό ἴδιο ὑπάρχει κι ἀπό τήν ἄλλη πλευρά.Ὄντως ὑπῆρχε, μά μή στηριχθείς καταλλήλως, ἔπεσε.
‘H φωτογραφία δείχνει καφασωτό, ὡς συνήθως.
Οἱ τοῖχοι ἀσβεστωμένοι, κρύβουν- τίς ὁπωσδήποτε ὑπάρχουσες κάποτε- τοιχογραφίες. Τά ἴδια παντοῦ. Πιάνεται ἡ ψυχή σου. Πουθενά ἔστω δεῖγμα. Πρό ἐτῶν κάτι φαίνονταν σέ μιά κόγχη τοῦ Διακονικοῦ: ἡ Ἄκρα Ταπείνωσις175. Ὁ ναός ἐσωτερικά εἶναι περιποιημένος. Τό τέμπλο γεμάτο νέες εἰκόνες-ἀφιερώσεις, με βαθύ γαλάζιο χρῶμα, ἔργα τοῦ Γιάννη Παπαδοπούλου. Στήν περιποιημένη αὐτή κατάσταση τοῦ ναοῦ πάρα πολύ συνέβαλε καί ὁ ἐκ Θεσσαλονίκης ἱερεύς Δημήτριος Πασάδης πού μαζί μέ τήν Κερδυλλιώτισσα Ἀθανασία Παταβοῦ καί πολλές Θεσσαλονικιώτισσες κυρίες ἔτρεξαν καί βοήθησαν πολύ. Θέλησαν μάλιστα νά τόν μετατρέψουν σέ προσκήνυμα ἐπ᾽ ὀνόματι τῶν νεοφανῶν Ἁγίων Ραφαήλ, Νικολάου καί Εἰρήνης, προσπάθεια πού δέν εὐοδώθηκε.
Ὁ αὔλειος χῶρος εἶναι περιφραγμένος καί στό βορινό του μέρος ἤδη εἶναι ἕτοιμο τό «ἀρχονταρίκι», ἔργο σχεδόν ἀποκλειστικό τῶν χειρῶν τοῦ Χρυσοστόμου Γεωργιάδη (φωτ).
‘H λαμπρότερη μέρα γιά τό ναό ἦταν ἡ γιορτή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Μέρες καί μέρες τήν ἑτοίμαζαν οἱ κάτοικοι. Δέν ἦταν σάν τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων.
Ἐδῶ γιόρταζαν πραγματικά τόν Ἅγιό τους. Ὅλο τό ἀπόγευμα καί τό βράδυ τῆς παραμονῆς (22 Ἀπριλίου) ὅλοι ἦταν ἐδῶ. Ἐτοίμαζαν τό κουρμπάνι. Σφαχτά πασχαλιάτικα ἔβραζαν στά καζάνια, τά τραπέζια μέ τίς λίγες καρέκλες εἶχαν στρωθεῖ. Οἱ ἀγκριντιές καί τά πεζούλια εἶχαν καλυφθεῖ μέ κιλίμια. Μετά τή Λειτουργία οἱ ἄντρες καί ἀρκετοί ξένοι πού ἀνέβηκαν γιά τό πανηγύρι καί τούς συγγενεῖς καί φίλους, κάθισαν. Οἱ κανάτες γεμάτες κρασί· λίγο βαρύ τώρα στίς 23 Ἀπριλίου, μά ἐδῶ ψηλά τό θαλασσινό ἀεράκι ἔκαμνε τό κέφι καί τραβοῦσε τό κρασί. Ἐξ ἄλλου ὁ μήνας αὐτός ἔχει ἀκόμη τό γράμμα ρ. Τό μαγειρεμένο κρέας ἄλλωστε θέλει κρασί.
Ὁ Παπαγιώργης εὐλόγησε, ἐψάλλη τό ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου «Ὡς




τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτής» καί οἱ πάντες τρῶν μιλώντας καί ἀστειευόμενοι σοβαρά. Ὁ Ἅγιός τους, τό παληκάρι μέ τό ἄλογό του, σήμερα ἦταν ἰδιαίτερα χαμογελαστός! Σέ λίγο μάλιστα πού τσίριξε ὁ ζουρνᾶς καί βρόντηξε τό νταούλι, μόνο πού δέν κατέβηκε ἀπό τό ἄλογο. Σηκώθηκαν ὅμως ὅλοι μέ πρώτους τούς ἡλικιωμένους καί χόρεψαν τό «σιγανό». Τό πανηγύρι αὐτό εἶχε καθαρά θρησκευτικό χρῶμα. Καί σήμερα ἀκόμη διατηρεῖ τό χαρακτῆρα αὐτό.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ

Βρισκόμαστε στά Κάτω Κερδύλλια. Κατηφορίζουμε τόν ἑλικοειδῆ ἀνατολικό δρόμο. Ἕνα ἄνοιγμα ἐπικλινές καί ὁ δρόμος μᾶς σπρώχνει τους Ἁγίους Ἀναργύρους, τόν παλαιότερο σωζόμενο ναό καί τῶν δυό χωριῶν. Σέ δυό χρυσόβουλα τοῦ Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγου, 1258 καί 1259 μέ τά ὁποῖα ὁ αὐτοκράτωρ ἐκεῖνος χάριζε γῆ καί ἀνθρώπους σέ ἁγιορειτικά μοναστήρια, ἀναφέρεται καί ὁ ναός μας: «Ἕτερον Μετόχιον τό ἐν τῶ Κρουσόβω οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι». Τό κείμενο αὐτό μᾶς τοποθετεῖ χρονολογικά. Λίγο πρίν ἀνακαταλάβει τήν Κωνσταντινούπολη (1261) ἀπό τούς Φράγκους ὁ πιό πάνω αὐτοκράτωρ. Ἤδη εἶχε καταλάβει τή Θράκη καί Μακεδονία. Ἦταν ὁ νόμιμος αὐτοκράτωρ. Θά μποροῦσε νά ἀναφέρει μόνο «ἕτερον μετόχιον ἐν τῶ Κρουσόβω». Ἄρα ὑπῆρχε κάποιος ναΐσκος. Τά νεώτερα ἔγγραφα τῶν Ἀπογραφέων (1318 καί 1321) δέν ἀναφέρουν τέτοιο ναό, ἀναφέρουν ὅμως τοποθεσία «Ἅγιο Γεώργιο» μέ ἔκταση ἀγροτική176. Δέν ἀναφέρουν βέβαια τούς Ἁγίους Ἀναργύρους, διότι ἦτο μοναστηριακός ναός καί δέν φορολογοῦνταν. Ναός λοιπόν οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι τό 1258-59. Ὁ ναΐσκος -ἔστω ἐξωκκλήσι




προϋπῆρχε τοῦ Χρυσοβούλου. Καί γι αὐτό τό μετόχι βαπτίζεται μέ τά ὀνόματα τῶν Ἁγίων μας. Βέβαια ἡ χρονολογική ἀπόσταση ἀπό τήν ἵδρυση τοῦ ἄλλου ἁγιορειτικοῦ μετοχίου, τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, εἶναι περίπου τέσσερις αἰῶνες. Παρά ταῦτα δέν λανθάνουμε ἄν συγκρίνουμε τούς δύο ναΐσκους. Καί οἱ δυό εἶναι μονόχωροι, ἄρα ἐξυπηρετοῦσαν λίγους ἀνθρώπους. Ἄρα μόνο μοναχούς. ‘H πηγή πού ὑπῆρχε ἐκεῖ καί ὑπάρχει μέχρι σήμερα ἦταν τόπος κατάλληλος γιά μοναστική ἐγκατάσταση.
Ἐκεῖ λοιπόν ἐγκαταστά-θηκαν οἱ ἐσφιγμενίτες μοναχοί τό 1258-59. Πιθανῶς τό ναΐσκο αὐτόν τόν μεγάλωσαν κατά τι, ἀφήσαντες ὅμως τό σχέδιο ὅπως ἦταν, μονόχωρος, καί ὅπως τόν βλέπουμε σήμερα. Πρίν μπῶ ἀνοίγω μέ τό χέρι μου τή σιδερένια ἐξώπορτα καί μπαίνω στόν αὔλειο χῶρο.
Ἕνα μεγάλο «ἁλώνι», περιποιημένο ἀπό τούς Κατωκερδυλλιῶτες καί πρίν λίγα χρόνια ἀπό τόν Τριαντάφυλλο Γκάλιο καί τό Νίκο Μποϊκούδη. Γύρω γύρω καί πρός τόν Ἁηγιώργη, βόρεια, τό ἔδαφος εἶναι ἐπικλινές. Μά οἱ ἔξυπνοι προπάπποι τό ἔκτισαν ἀμφιθεατρικά κι ἔκαναν πεζούλια, θά νόμιζε κανείς μικρό θεατράκι. Καί εἶναι, ἄν ἀντί γιά τήν ἐλλείπουσα σκηνή, ἐκλάβει κάποιος τό ναό.
Τί θέλουν τά πεζούλια αὐτά, τό ἕνα πάνω στό ἄλλο; Μά εἶναι οἱ κερκίδες τῶν θεατῶν τῆς πάλης πού
τελοῦνταν ἐδῶ μεγαλοπρεπῶς κάθε χρόνο τήν πρώτη Ἰουλίου, στό μεγάλο πανηγύρι τῶν Ἁγίων. ‘H φαντασία μου τρέχει γοργοπόδαρη στά παλιά. Μά δέν τήν ἀφήνω.
Προχωρῶ στήν ἐξώθυρα τοῦ ναοῦ, ἀνοίγω. Μιά εὐχάριστη αἴσθηση μέ πλημμυρίζει κι ἐδῶ: καθαριότητα, νοικοκυρωσύνη. Ὅλα στή θέση τους. Μικρός, εἴπαμε ὁ ναός, μά πλήρης, μέ τά ὅλα του. Πέτρινη κατασκευή, τρίπλευρη ἡ ἐξωτερική ἀψίδα τοῦ ἱεροῦ, ἡμικυκλική στό ἐσωτερικό. ‘H πρόθεση στό σκαμμένο τοῖχο. Καμία ἁγιογραφία πλέον. Ὁ χρόνος καί ἡ μανία νά ἀσβεστώνουμε τούς μαυρισμένους ἐσωτερικούς τοίχους τῶν ἐκκλησιῶν, κατέστρεψε ὅ,τι πιθανῶς ὑπῆρχε. Παντοῦ τό ἴδιο κακό. Τό τέμπλο ἁπλό καί ξύλινο. Οἱ εἰκόνες τῆς σειρᾶς χωρίς καμιά ἀξία.
Ἐξωτερικά τά παράθυρα μέ πωρόλιθους γύρω γύρω, ὅπως καί ἡ εἴσοδος πάνω ἀπό τήν ὁποία ἡ εἰκόνα τῶν Ἁγίων. Χρονολογίες δυό: μιά σέ ἀνάγλυφο σταυρό,1841 καί μιά 1921. ‘H πρώτη, πωρόλιθος ἐντοιχισμένος, μέρος τοῦ τοίχου, ἔχει σχέση μέ τή μεγέθυνση τοῦ ναοῦ καί ἡ δεύτερη μέ ἀνακεράμωση· ἡ τελευταία ἀνακεράμωση, τῶν ἡμερῶν μας, δέν ἀναφέρεται.
Ἕνα μεγάλο καραγάτσι μέ θαυμάσια σκιά μέ ὁδηγεῖ κοντά του, ὅπου ἕνα οἰονεί παρακκλήσι: τό Ἁγίασμα μέ τό συνεχές κρύο νεράκι του. Τό κτῖσμα νεώτατο:1921. Φυλαγμένο τό καραγάτσι μέ φροντίδα αἰώνων.
Ἐδῶ δίπλα ὑπῆρχε ἕνα δωμάτιο τῆς κακιᾶς ὥρας πού ἔμενε ἕνας καλόγερος, Μακάριος τό ὄνομά του. Καλός ἄνθρωπος. Τακτικά καθάριζε τήν πηγή τοῦ Τσεσμέ καί μάζευε τά νερά. Σκοτώθηκε κατά τόν Ἐμφύλιο στό Στεφανίτικο. Ἐπίσης, δίπλα στό Ἁγίασμα, ὑπῆρχε ἕνα τόλ μέ λαμαρίνες. Ἔμενε προπολεμικά ἕνας κτίστης καί ἐπιπλοποιός τῆς ἀνάγκης, λίγο ὡς πολύ ἀφελής, ἴσως ἠπειρώτης, ἄν καί τό ἐπίθετό του δείχνει νησιώτη: Κώστας Μουρέλος. Τίς μέρες τοῦ 40, μέρες ἔξαρσης μέ τίς νίκες τῶν στρατιωτῶν μας, οἱ τσορμπατζῆδες τόν ἔντυναν μακεδονομάχο, μέ σπαθί καί... φουστανέλα, τόν κερνοῦσαν στό Μαγαζᾶ, χόρευε κι ἔλεγε τό ποίημα
Ὁ Κώστας ὁ Μουρέλος
Θεόν παρακαλεῖ
νά πάει στήν Ἀλβανία
νά σύρει τό σπαθί.
Τό καραγάτσι μέ κράτησε ἀρκετά στή σκιά του. Ὁ νοῦς μου τρέχει πίσω, στά πρό τοῦ 1940 χρόνια. 1 Ἰουλίου. Κόσμος πολύς. Οἱ κερκίδες γεμάτες. Τά παιδιά τρέχουν στό ἁλώνι-γήπεδο-στίβο-παλαίστρα. Σέ λίγο ὁ ζουρνᾶς δίνει τό σύνθημα: ἀρχίζει ἡ πάλη. Τά παιδιά ἀδειάζουν τόν τόπο. Στόν ἴσκιο, δίπλα μου, μαζεύονται οἱ παλαιστές. Νέοι οἱ πιό πολλοί. Γεροδεμένα παιδιά, πολλά ἀπό τά διπλανά χωριά. Ἕνας ἀπό τά ἀπέναντι, οἱ ἄλλοι ἀπό τή Βισαλτία. Σήμερα τό ἐνδιαφέρον εἶναι μεγάλο. Ἦρθε ἀπό τήν Ξάνθη ἕνας γνωστός Τοῦρκος παλαιστής νά νικήσει τό Γιῶργο τόν Κρουσιβνό177.
‘H πάλη ἄρχισε μέ τούς μικρούς παλαιστές. Στόν α᾽ γύρο ἡ πάλη ὀνομάζεται «μικρή»(Kucuk), μέ βραβεῖο λίγα χρήματα. Ὁ β᾽ γύρος ὀνομάζεται «μικρή μεσαία (ἐνν.πάλη) ( Κucuk orta). Σέ λίγο ὁ γ᾽ γύρος πού εἶναι ἡ «μεσαία»(Orta). Συνήθως ὁ νικητής τῆς μεσαίας ἀντιμετωπίζει τόν πρῶτο καί μεγάλο ἀθλητή. Σήμερα ὅμως ἡ τελευταία φάση-τό Μπάς- εἶναι ἀνεξάρτητη. Θά παλαίψουν τά δυό θηρία: ὁ Γιῶργος μας καί ὁ Χασάν. Οἱ φίλοι τους, δίπλα, τούς δίνουν τίς τελευταῖες συμβουλές. Ἤδη ἔβαλαν τά κιουσπέτια178 καί ἀλείφτηκαν μέ λάδι. Οἱ ζουρνάδες παίζουν σιγά-σιγά παλιό περσικό μακάμι. Οἱ παλαιστές μπαίνουν στήν ἀρένα..Ὅλοι οἱ ἐπίσημοι μαζί μέ τόν Παπαγιώργη κάθονται μπροστά. Σήμερα, εἰδικά γιά τήν πάλη αὐτή, ἦρθαν πολλοί καί ἀπό μακρυά. Ὁ ἐπικεφαλῆς στήν πάλη ἐκκλησιαστικός Ἐπίτροπος μέ ἕνα προσόψι στόν ὦμο τούς λέει κάτι γιά τόν ἀγώνα. Οἱ δυό τους κάνουν τό γύρω τοῦ στίβου χτυπώντας ἐλαφρά τούς μηρούς. Ἔρχονται στή μέση, ὑποκλίνονται ὁ ἕνας στόν ἄλλο καί δίνουν τά χέρια. Ξανακάνουν τόν κύκλο χτυπώντας τούς μηρούς καί φθάνουν στή μέση. ‘H πάλη ἀρχίζει. Οἱ ζουρνάδες δυναμώνουν, τό νταούλι χτυπάει δυνατά. Ὁ κόσμος ἔχει στραμμένα τά βλέμματά του καί παρακολουθεῖ. Πιάνονται γερά τώρα. Ὁ Τοῦρκος εἶναι μετρίου ἀναστήματος, ἀλλά ἔχει κάτι μπράτσα τεράστια, γεμάτα καί σκληρά. Εἶναι ἐπικίνδυνος: «Γιῶργους μας κινδυνεύ᾽ », ψιθυρίζουν μερικοί. Κι ὁ Γιῶργος δέν εἶναι ἐμφανισιακά τό θηρίο. Ψηλός, ὄχι πολύ γεμάτος, μά εἶναι τεχνίτης. Πιό πολύ βασίζεται στά τσαλίμια- στά κόλπα, στήν τεχνική, καί λιγώτερο στή δύναμη.Ὁ Χασάν σέ μιά στιγμή τοῦ ἔκανε μιά δύσκολη λαβή.
Ὁ Γιῶργος παρά λίγο νά πέσει, μά γλύστρησε κι ἐλευθερώθηκε. Οἱ ζουρνάδες τώρα τσιροκοποῦν.Ὁ Ἐπίτροπος σκουπίζει τά πρόσωπα τῶν ἀθλητῶν. Ὁ κόσμος φωνάζει ὄρθιος στίς κερκίδες. Ξαναπιάνονται. Καί, ἐκεῖ πού δέν τό περίμεναν, βλέπουν ἕνα Γιῶργο θηρίο.
Ἁρπάζει τό Χασάν, τόν σηκώνει καί τρέχοντας τόν πετάει ἔξω ἀπό τό στίβο, σχεδόν κάτω ἀπό τή νότια πλευρά, «σ᾽ ἀκάτ». Τό νταούλι μόνο πού δέν ἔσπασε. Ὁ κόσμος ὀρύεται καί χειροκροτεῖ σάν τρελός. Ὁ Ἐπίτροπος τόν φέρνει στή μέση καί τοῦ σηκώνει τό χέρι του ψηλά: νικητής ὁ Γιῶργος. Φωνές, ἐνθουσιασμός ἀπό παντού, πανζουρλισμός. Στό στίβο μπαίνουν τά παληκάρια τοῦ Γιώργου, προαλειφόμενοι διάδοχοί του, καί τόν σηκώνουν στά χέρια. Καί πάλι φωνές, ἀλαλαγμοί, ζήτω.
Ἑξω ἀπό τόν αὐλόγυρο εἶναι δεμένο ἕνα μπηκάδι179. Εἶναι δικό του.
Ὁ κόσμος ἀδειάζει τόν αὐλόγυρο. Τά πηδούδια-τά γκουλιάρια κρέμονται ἀπό τά ροῦχα τῶν μανάδων τους.
- Δώσι ρέ μάνα μιά δραχμή νά πάρου σημίτ᾽ !! Κι ἐκείνη δίνει. Πρό τοῦ 40 τά πράγματα ἦταν καλά. Δουλειές μπόλικες. Μετά ἀπό λίγο ὁ μικρός Παναγιώτης πάλι
- Δώσι μι ρέ μάνα νά πάρου ἀγκούρ᾽ ! Οἱ πραματευτάδες διαλαλοῦν τά ἐμπορεύματά τους.
Ἐκεῖ στό ἄνοιγμα, παραπάνω ἀπό τους Ἁγίους Ἀναργύρους, στο ἁλώνι τοῦ Κόφα (Κουφούδη) ἔχει στηθεῖ παζάρι μέ σκέπαστρα καί μέ ἀνοιγμένα καί στρωμένα σεντόνια, προσόψια, κάλτσες, βρακιά εὐρωπαϊκά, καί παραπέρα φαγώσιμα: κουλούρια, σημίτια, καραμέλες καί καμιά σοκολάτα (τσικουλάτα). Οἱ γυναῖκες καί τά παιδιά ἀρχίζουν νά γεμίζουν τόν τόπο. Οἱ Κερδυλλιώτισσες κάνουν τά ἐπείγοντα ψώνια τους. Μερικές πού οἱ θυγατέρες τους εἶναι ἕτοιμες-αὐτές τό ξέρουν καλά- παίρνουν καί κάτι «γιά ὥρα ἀνάγκης», «Ποῦ ξέρσ᾽ τί γίνιτι, κουρίτσ᾽ ἔχουμι». Παίρνουν μερικά μέτρα καντιφέ καλό, ἄλλη μεταξωτό γιά καλοκαιρινό φόρεμα, «ἄ, κι καναδυό κάλτσις κυριακάτκις γιά τού Δημητρό»...
Ἤδη ἄρχισαν τά ὄργανα. Ὁ Τάσος Σκόρδας τά ἔχει ὅλα ἕτοιμα. Τραπέζια καί καρέκλες στρωμένα ἔξω καί στή μέση χῶρος γιά τό χορό πού,δέ γίνεται, ὅπου νἆναι θ᾽ ἀρχίσει. Ἦρθαν ἀπ’ τά Βρασνά οἱ γνωστοί ὀργανοπαῖχτες: Κύρκος (βιολί), Σαπουνᾶς (κλαρίνο) καί Γκιουζέλης (οὔτι). Πρῶτα παίζουν σαρκιά ἀργά, τούρκικα τραγούδια, γνωστά στούς παλιούς:
Μετά, γιά ν’ ἀνάψουν τά αἵματα «παλιογκαιρίσια», δικά μας, μακεδονικά: «Δέν ἠμπορῶ δέν δύναμαι», «Ξένους ἤμαν κι ἦρθα τώρα» καί ἄλλα. Ὁ Μαυρόγιαννος δέν κρατιέται. Σέ λίγο ὁ Δημητρός Τσάγκας ἀπό τά Πάνω ἀρχίζει τό χορό. Ἦταν ἀντέτ᾽ , ἔθιμο. Ὁ χορός ἄρχιζε μέ τούς Πανωχωρίτες τιμῆς ἔνεκεν. Χορός ἀργός, «σιγανός», δωρικός, μέ βήματα μετρημένα, συγχρονισμένα. Σέ λίγο πιάνονται καί γυναῖκες- ὅλες φουστανοῦσες μέ χρωματιστά μαντήλια στό κεφάλι. Θαῦμα. Τώρα τό πρᾶγμα παίρνει ἄλλες, ἐπίσημες διαστάσεις. Οἱ γυναῖκες πού τολμοῦν νά πάρουν μέρος στό χορό εἶναι οἱ πρῶτες καί ἀξεπέραστες χορευταροῦδες: ‘H Κουτρούχαινα, ἡ Πουλιόνινα, ἡ Μαρούσω - Φαραζᾶ ἀπ’ τά Κάτω. ‘H Πασχαλίνα Στεφανούδη, ἐκπληκτική, Λένκω Πατσιᾶ, ἡ ὀμορφότερη ὅλων, Μαρία Παμπόρη, Χριστίνα Καλώτα ἁπ᾽ τά Πανω. Τίς βλέπεις νά σέρνουν τό χορό, σηκώνοντας τό χέρι μέ τό μαντήλι ψηλά καί τρελαίνεσαι. Καί παρακάτω τά κορίτσια τοῦ Πλιάκα κι ἄλλες πολλές, τρία κάτια χορός....
Στ ἁλώνια ἔπαιζαν οἱ ζουρνάδες. Μέχρι τό Τσάγεζι ἀκούγονταν. Μέρες ἀνάπαυσης οἱ μέρες τοῦ πανηγυριοῦ, τοῦ μόνου στά δυό αὐτά χωριά. Γι αὐτό καί συνεχίζεται-ψυχοραγώντας δυστυχῶς- καί στά Νέα Κερδύλλια. ‘H νέα νοοτροπία-τρομάρα μας- τά νέα ἤθη, ὁ βλακώδης ἐξευρωπαϊσμός, ἡ ἀμερικανοποίηση, πανάσχετα μέ τήν ἑλληνική παράδοση καί ζωή, δέν ἀνέχονται τά πανηγύρια αὐτά. Καί οἱ μοντέρνοι νεοκερδυλλιῶτες δέν καταδέχονται νά τά ἀναβιώσουν.
Ὁ χορός, πού ἄρχιζε ἀπό τήν παραμονή, διαρκοῦσε μέχρι τά μεσάνυχτα τῆς κυριώνυμης ἡμέρας. Οἱ Κερδυλλιῶτες ἦταν φιλόξενοι. Τίς μέρες αὐτές κάθε σπίτι εἶχε καί «φίλο».
Κατά τίς δώδεκα μέ μία-μεσάνυχτα πλέον- παίρνουν ὅλοι τό δρόμο γιά τά σπίτια. Καί οἱ Πανωκερδυλλιῶτες. Τί εἶναι, τίποτα, μιά τφικιά(τουφεκιά) δρόμος. - Ἄϊντι κι τού χρόνου. Βοήθειά μας Ἅγιοι Ἀνάργυροι.
Ὁ ναός τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων στέκεται σήμερα ἀναπολώντας τίς καλογηρικές ἀκολουθίες καί τά νεώτερα πανηγύρια, τίς μεγάλες του δόξες. Δέν διαμαρτύρεται· παραπονεῖται μονάχα καί φοβᾶται πώς οἱ νεώτεροι συγγενεύουν πιό πολύ μέ τή λήθη παρά μέ τή μνήμη.